Ο Γουμενίσσης Δημήτριος, εἰς μνημόσυνον του Φιλίππων Προκοπίου

Γιά τόν μακαριστό μας Γέροντα

Μητροπολίτη Φιλίππων, Νεαπόλεως & Θάσου κυρόν Προκόπιο ἀντί στεφάνου στήν τετιμημένη ἐπισκοπική του ἀκεραιότητα

Ἐσαββάτισε μεταβιώσας πρός τήν Ζωήν ἕνας ἐκλεκτός Ἱεράρχης.

Πορεύεται προσμετρώμενος μέ τήν Ἐκκλησία τῶν ἀπογεγραμμένων ἐν οὐρανοῖς, ὁλοκαρδίως δοσμένος σέ ὅ,τι πολύτιμο ἔχει νά ἐπιδείξει ἡ Ἐκκλησία.

Ἡ σύνοψη τῆς ζωῆς του θυμίζει τό Παύλειο « ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος» (Φιλ. 4, 8). Καί ἡ περίληψη τῆς ποιμαντορίας του, ἐπί 40 καί πλέον ἔτη ἀπό τό 1974 μέχρι σήμερα, δικαιώνει ἐκείνη τήν Παύλεια ἀγωνία «ἐπὶ τῇ κοινωνίᾳ (τῶν πιστῶν) εἰς τὸ εὐαγγέλιον ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἄχρι τοῦ νῦν, …, ὅτι ὁ ἐναρξάμενος ἐν ὑμῖν ἔργον ἀγαθὸν ἐπιτελέσει ἄχρις ἡμέρας Ἰησοῦ Χριστοῦ» (πρβλ. Φιλ. 1, 5-6).

Πάνω σ᾽ αὐτήν τήν πνευματική εὐθυπορία πρωτοστάτησε μέ μιάν αὐστηρότητα ἐπιλογῶν καί ἀπαιτήσεων, πρῶτα ἀπό τόν ἑαυτό του τόν πάντοτε κατατρυχόμενο μέ ἀτρύτους κόπους, χωρίς νά ὑπολογίζει τήν φθορά πού ὑφίστατο ἡ ὑγεία του, χάριν τῶν ἄλλων καί πάντοτε πρός δόξαν καί οἰκοδομή τῆς Ἐκκλησίας.

“Ὅ,τι εἶχε νά εἰπεῖ τό εἶπε τοῦ Θεοῦ”, ἀναλισκόμενος γιά τό ἐκκλησιαστικό του πλήρωμα, γιά τίς Συνοδικές ὑποθέσεις, γιά τήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας μας. Χρόνια ὁλάκερα, χωρίς κενά, “χοροστατοῦσε” καί “λειτουργοῦσε” προσκελευόμενος καί κελεύων τά θεανθρώπινα Αἰνέσιμα τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Ὅλο του τό συνειδητό καί τό ὑποσυνείδητο διά βίου ἦταν ταυτισμένα μέ ἐκεῖνο τό μακάριο καί ἄφθιτο “δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ”.

***

Μόλις πρόσφατα ἀποκρινόταν στό εὐχετήριό μας τῆς 8/7 μέ μιά πολυδύναμη αὐτοσυνειδησία ἐκκλησιοπρεποῦς ἤθους γεμάτου ταπείνωση καί ἀγάπη: “ἀγαπητέ μου ἀδελφέ Δημήτριε”! Κι ἄς ἦταν πολλαπλά εὐεργέτης τῆς ζωῆς μου, ἀπό διάκονος καί πρεσβύτερος καί ἐπίσκοπος καί διά πολλῶν προαγωγός τῶν ἡμετέρων ἱερῶν ἀναβαθμῶν καί τοῦ ἐποφειλομένου ἐκκλησιαστικοῦ-βιβλικοῦ ἤθους. Τό ἔγραψα πρό τριετίας δημόσια καί τό ξαναγράφω: παραμονή τῆς χειροτονίας του εἰς πρεσβύτερον, πού ἔγινε στή γενέτειρά μου, στό Λουτράκι, ἀπό τόν τοποτηρητή Μητροπολίτη Αἰγιαλείας Γεώργιον, μοῦ ἀνέθεσε νά τοῦ ἀγοράσω τίς καθαρές λαμπάδες γιά τά δικηροτρίκηρα τοῦ Ἀρχιερέως, καί μέ πολλήν φυσικότητα μοῦ χάρισε ἕνα ὑπολογίσιμο τότε περίσσευμα χρημάτων, τό πρῶτο καί μοναδικό βοήθημα πού ἔλαβα ἀπό κληρικό, κι ἄς ἤμουν ἀπό παιδάκι στό Ἱερό, κι ἄς εἶχα πολλῶν χρεία.

Ὁ μακαριστός Φιλίππων Προκόπιος μέ τέτοιο εὔγλωττο φρόνημα καί ἦθος κυριολεκτικά “λαλοῦσε” “τά κρείττονα καί ἐχόμενα σωτηρίας”, ὅπου κι ἄν στάθηκε, ἀπό ὅπου κι ἄν πέρασε. Δέν ρητόρευε ὑποκρινόμενος ἐκεῖνο τό “…πᾶς ὁ λέγων μοι…”, ἀλλά ἀγωνιζόταν νά ποιήσει “τό θέλημα τοῦ Πατρός” τοῦ Κυρίου μας. Καί μάλιστα ταπεινούμενος στίς ἐξομολογήσεις τῆς ἄφευκτης ἀνθρώπινης ἀνεπάρκειας. Ὄντως, σέ μιάν ἄλλη στιγμή, αὐθόρμητα μᾶς ἔλεγε: “Σαράντα χρόνια ἐπίσκοπος, τί κατάφερα;” Δέν εἶχε ἴχνος ψευδαισθήσεων αὐτολατρείας· αὐτό κι ἄν δέν ἦταν προτέρημα συνέσεως πνευματικῆς!

***

Ἦταν σημαντικός καί ἐξαιρετικά ὑπολογίσιμος Ἱεραρχικός γνώμονας, σοφῶν καί αὐστηρῶν ἐπιλογῶν, συντριῶν διά τῶν Ἀρχιεπισκόπων Ἀθηνῶν, τῶν μακαριστῶν Σεραφείμ καί Χριστοδούλου καί τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου μας κ. Ἱερωνύμου. Ἡ νεότερη ἱστορία τῆς καθ᾽ Ἑλλάδα Ἐκκλησίας ἀπό τό 1974 κ.ἑξ. ἔχει ρωμαλέο της ἀνιστορητή (καί) τόν μακαριστό Μητροπολίτη Φιλίππων Προκόπιο.

Δέν θά ἤθελα νά τόν ἐγκωμιάσω ὡς ἅγιο· ὅμως δέν ἐπέτρεπε στόν ἑαυτό του νά ἄγεται καί νά φέρεται ἀπό τίς ποικίλες ἐπιθυμίες, ἐξελκόμενος καί δελεαζόμενος ὑπ’ αὐτῶν, ἀλλά ἀγωνιοῦσε νά ἀρέσει στόν στρατολογήσαντα Κύριο, ἔχοντας πρό ὀφθαλμῶν του τή θεόσωστη σωφροσύνη τῶν εὐαγγελικῶν ἀπαιτήσεων, τή θεόδεκτη σεμνοπρέπεια τοῦ ἀρχιερατικοῦ του χρέους, τή θεοβράβευτη τρανοσύνη τῆς ἐπισκοπικῆς του ἀκεραιότητος.

Κανείς δέν θά τόν ὀνομάτιζε ὡς μεγαλειώδη· ὅμως ἀποδείχθηκε μέ τήν ἰσόβια μαρτυρία του τρανός ἐξάγγελος τῆς μεγαλωσύνης τῆς κοινῆς μητέρας μας, μέ ὅποιαν ἰδιότητα κι ἄν τήν ὑπηρέτησε. Τό ἴδιο συνεπής ὡς καθηγητής, ὡς διάκονος, ὡς ἱερεύς, ὡς ἱεροκήρυκας, ὡς μητροπολίτης, ὡς στέλεχος ἤ καί πρόεδρος καιρίων Συνοδικῶν εὐθυνῶν. Ἄνδρας κυριολεκτούμενος ἐκκλησιαστικός. Ἔδιδε πάντοτε προτεραιότητα στά προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας μέ ὑπερβάλλοντα ζῆλο, πού πολλές φορές καταπονοῦσε τούς συνομιλητές του.

Κανείς δέν θά τόν ἐπαινοῦσε ὡς πανάρετον· κι ὅμως, δικαίως καί ἐπαξίως ὁμολογεῖται ἀπό ὅλους ὅσους τόν γνώρισαν μέχρι σήμερα ὡς ὑπόδειγμα εὐσυνείδητου καί φιλαρέτου καί φιλοχρίστου στό ἐκκλησιαστικό μυστήριο μεθέξεως τῆς Ἄκρας Ταπεινώσεως τοῦ Σωτῆρος.

***

Ὁ Δημιουργός καί Προνοητής καί Σωτήρας καί Κύριός μας ―κατά τήν εὐδοκία τοῦ θελήματός Του― τόν προσέλαβε μεθέορτα τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί κληρικῆς του φερωνυμίας: μετά τούς προεορτασθέντες τρανούς Ἁγίους, καί τόν ἀπόστολο Παῦλο καί τόν μεγαλομάρτυρα Προκόπιο. Καί μάλιστα, μόλις πρίν τήν ἑορτή τοῦ ἀποστόλου Σίλα, μέ τό μοναστήρι καί τή Χάρη του βιγλάτορες τῆς Καβάλας.

Συγκλαίοντες “μετά πάντων τῶν ἀγαπώντων τόν Κύριον ἐν ἀληθείᾳ”, καθικετεύουμε ἀπό τά μύχια τῆς καρδιᾶς μας τοῦτον τόν Ἀπόστολο φροντιστή τῆς ἐκδημίας του καί ψυχοπομπό τῆς εὐλογημένης ψυχῆς του, νά εἶναι ὁ αἰώνιος ἀρωγός τῆς μακαρίας ὁδοῦ τοῦ ἀγαπημένου μας καί μακαριστοῦ Μητροπολίτου κυροῦ Προκοπίου.

Καί συνάμα, ὁ ἅγιος Σίλας νά γίνει μεριστής τῆς ἀμερίστου εὐλογίας τοῦ ζῶντος Θεοῦ στήν ἀπορφανισμένη ἐπισκοπική του οἰκογένεια τήν κατά Φιλίππους, Νεάπολιν (Καβάλα) καί Θάσον καί στόν ἐπισκοπικό ἀπολογισμό του ἰδίου γιά τά ἐδῶθε καί τά ἐπέκεινα.

ὑποκλινόμενος νοερά στό τιμιότατο ἱεραρχικό του σκήνωμα

καί στήν εὐλογημένη μακαρία ψυχή του

†ὁ Γουμενίσσης Δημήτριος

Διαβάστε ακόμα