“Ὁ Ἐκκλησιαστικὸς ἔναντι τοῦ πολιτικοῦ Γάμου” του Αντ. Κουτεντάκη

Τοῦ Ἀντωνίου Κουτεντάκη*

Τὰ τελευταῖα χρόνια παρατηρεῖται μία ἔντονη αὔξηση τελέσεως πολιτικῶν γάμων καὶ ἀντιστοίχως μείωση τῶν ἐκκλησιαστικῶν.

Τὰ νέα ζευγάρια θέλοντας νὰ δικαιολογήσουν τὴν ἐπιλογή τους αὐτὴ  προβάλλουν ποικίλες δικαιολογίες, μὲ συνηθέστερη ἐκείνη τῆς οἰκονομικῆς στενότητος. Καὶ ὅμως  – πλὴν ἐλαχίστων μεμονομένων κατακριτέων περιπτώσεων – ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία ποτὲ δὲν ἐζήτησε  χρήματα γιὰ τὴν  τέλεση ὅποιουδήποτε μυστηρίου, ἀφοῦ δωρεὰν ἐπιδαψιλεύει τὴν χάρη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Μία ἄλλη συνήθης δικαιολογία εἶναι ἡ ἀποστροφὴ τοῦ ἀνδρογύνου πρὸς τοὺς στολισμοὺς καὶ τὴν ὑπερβολικὴ μεγαλοπρέπεια. Ξεχνοῦν ὅμως τεχνηέντως ἢ πράγματι ἀγνοοῦν πὼς πρώτη ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐκείνη ποὺ ἀποστρέφεται ὅλες αὐτὲς τὶς ἀθλιότητες, τὶς ὁποῖες δυστυχῶς μεγάλο ποσοστὸ ἀνδρογύνων ἐπιλέγει νὰ  κάνει κατά τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου του.

Ἄλλη μία ἐπίσης δικαιολογία ποὺ προβάλλεται εἶναι τὸ ἀνωφελὲς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ γάμου, διατεινόμενοι πὼς ὅταν ὑπάρχει πραγματικὴ  ἀγάπη κάθε ἄλλο εἶναι περιττὸ  καὶ ἀνούσιο. Ἡ Ἐκκλησία προσυπογράφει αὐτὴ  τὴν ἄποψη, ὅμως καθίσταται ἀναγκαῖο  νὰ προσδιορίσουμε τί  ἀκριβῶς ἐννοοῦμε ὅταν μιλᾶμε γιὰ  πραγματικὴ ἀγάπη.

Πραγματικὴ καὶ ἀληθινὴ ἀγάπη δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ  τὴν ἐν Χριστῷ καὶ  κατὰ Χριστὸν ἀγάπη. Τὸ  βίωμα ἐκεῖνο ποὺ ὀφείλει νὰ  βιώνει κάθε χριστιανὸς ὄχι ὡς ἁπλὸ συναίσθημα ἐξαρτώμενο ἀπὸ τὶς περιστάσεις, τὶς καταστάσεις καὶ τὸ  συμφέρον ἀλλ’  ὡς ἐσωτερικὸ βίωμα καὶ ὁλοκληρωτικὴ κατάσταση ποὺ συνέχει καὶ διακρίνει τὸν  ὅλον ἄνθρωπο.

Αυτὴ  ἡ κατάσταση μόνον ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νὰ βιωθεῖ, γιατὶ ἁπλούστατα  εἶναι μιὰ  κατάσταση ὑπερκόσμια, οὐράνια, αἰώνια. Ὅ,τι γίνεται σ’ αὐτὸν τὸν φθαρτὸ κόσμο εἶναι κὶ ἐκεῖνο φθαρτό,  ἆρα ἔχει ἡμερομηνία λήξεως. Τὸ  ἴδιο ἰσχύει καὶ μὲ τὴ σχέση μεταξὺ ἀνδρὸς καὶ γυναικός. Τελειώνει ἐξ αἰτίας μιᾶς διενέξεως, ἑνὸς  διαζυγίου ἢ στὴν καλύτερη τῶν περιπτώσεων ἐξ αἰτίας τοῦ θανάτου ἑνὸς ἐκτῶν δύο.

Αυτὸς  ἀκριβῶς λοιπὸν εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας. Νὰ μετατρέπει  τὸ φθαρτὸ σὲ ἄφθαρτο, τὸ ὑλικὸ σὲ πνευματικό, τὸ  πρόσκαιρο καὶ  προσωρινὸ σὲ μόνιμο, αἰώνιο. Ὁ ἐκκλησιαστικὸς  γάμος ἑνώνει τὴν ἀγάπη τῶν δύο ἀνθρώπων γιὰ  πάντα καθιστώντας την ἀνώτερη καὶ ἀπὸ τὸν  ἴδιο τὸν θάνατο. Ἡ  ἀγαπητικὴ  σχέση αὐτὴ ἰσχύει σήμερα, αὔριο, στὸν παράδεισο καὶ στὴν αἰωνιότητα.

Ποιὸς ἀγαπᾷ πραγματικὰ  τὸ  ἄλλο του μισὸ καὶ θέλει νὰ τὸ  χάσει κάποια στιγμή; Προφανῶς κανείς. Καὶ ὅμως, ὅσο δυνατὴ καὶ  ἂν εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ νοιώθουν δύο ἄνθρωποι, αὐτὴ πρόκειται νὰ σβήσει μὲ τὸν θάνατο. Μὲ τὴν χάρη ὅμως καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ  ὁ  θάνατος ὑπερβαίνεται, καὶ ἡ  ἀγάπη αὐτὴ ζεῖ στὴν αἰωνιότητα.

Τελικά, μόνον κάποιος ποὺ δὲν ἀγαπᾷ πραγματικὰ  καταφεύγει στὸν πολιτικὸ γάμο, βάζοντας μερικὲς ὑπογραφὲς μὴ περιμένοντας τίποτα ἀπὸ μία προσωρινὴ σχέση ποὺ φέρει ἡμερομηνία λήξεως. Ἐκεῖνος ἀντιθέτως ποὺ γνωρίζει νὰ ἀγαπᾷ, ποὺ θέλει νὰ ἀγαπᾷ γιὰ πάντα ἔχοντας δίπλα του τὸν ἄνθρωπό του ἀκόμη καὶ μετὰ τὸν σωματικὸ θάνατο, ἐκεῖνος καταφεύγει στὴν Ἐκκλησία καταργώντας τὸν θάνατο καὶ ζών­τας στὴν αἰωνιότητα τοῦ κόσμου καὶ τοῦ Θεοῦ.

 

* Ὁ Ἀντώνιος Κουτεντάκης εἶναι πτυχιοῦχος Θεολογίας καὶ διπλωματοῦχος Λειτουργικῆς τοῦ Παν/μίου Ἀθηνῶν, καθὼς καὶ πτυχιοῦχος καὶ ὑπ. διδάκτωρ Ἱστορίας τοῦ Παν/μίου Κρήτης.

Διαβάστε ακόμα