Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας ομιλητής σε εκδήλωση για τον Πατριωτισμό – Εθνικισμό

Εκδήλωση στο Ζάππειο Μέγαρο πραγματοποιήθηκε χθες από το Ποτάμι με θέμα: “Πατριωτισμός vs Εθνικιμός”.

Στην εκδήλωση ήταν προσκεκλημένος – ομιλητής και ο Σεβ. Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος.

Στην εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος τόνισε  ότι ο εθνικισμός εισφέρει μολυσματικού περιεχομένου χαρακτηριστικά στην κοινωνία με τη διάκριση ανώτερων και κατώτερων εθνών και συμπλήρωσε ότι τα τελευταία γεγονότα αποδεικνύουν ότι το πρόβλημα του εθνικισμού και του εθνοφυλετισμού εμφανίζεται ως ένας «ημικεκοιμημένος λέοντας» που εκδηλώνει τους τριγμούς των οδόντων του και επιβάλλει να είμαστε πιο συνετοί.

Ακολουθεί η Εισήγηση του Σεβασμιωτάτου:

Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς διευκρινίζω, ὅτι τόσο ἡ ἐννοιολογική καί κατά τό περιεχόμενο ὁριοθέτηση τοῦ ἐθνικισμοῦ ὅσο καί ἡ ἀντιβολή του πρός τόν παλαιότατο ἐθνισμό-πατριωτισμό ἐντοπίζεται στίς ἀπαρχές τοῦ 19ου αἰῶνα, στήν διάσταση ἑνός ἐθνοφυλετισμοῦ, καί μάλιστα στό πλαίσιο τῆς ἐκκλησια­στι­κῆς πραγματικότητας, ὁ ὁποῖος ἐξακολουθεῖ νά χαρακτηρίζει τήν ὑφιστάμενη προβληματική στό χῶρο τῶν Βαλκανίων.

Σημειώνω, ἐπίσης, ὅτι ὁ ἐθνικισμός, εἴτε «χρωματίζεται» ὡς φιλελεύθερος ἤ ὡς συντηρητικός, εἴτε ὡς ἐπεκτατικός ἤ ἀποικιοκρατικός, εἰσφέρει πάντοτε μολυσματικοῦ περιεχομένου χαρακτηριστικά στό κοινωνικό σῶμα μέ τήν διάκριση «ἀνωτέρων» καί «κατωτέρων» ἐθνῶν, τήν μεθοδολογική καλλιέργεια τοῦ σοβινισμοῦ, τῆς περιφρόνησης καί ἐχθρότητας τῶν ἀτόμων ἑνός ἔθνους πρός τά ἄλλα ἔθνη, καί τήν βίαιη ἐπιβολή διατήρησης καί ἐνίσχυ­σης μιᾶς ἐθνικῆς ταυτότητας βασισμένης σέ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά, ὅπως τόν πολιτισμό, τήν γλῶσσα, τή φυλή, τήν θρησκεία καί τήν πιστότητα στήν ἱστορία τῶν κοινῶν προγόνων.

Ὑπ’ αὐτήν τήν ἔννοια διήκουσα γραμμή τοῦ ἐθνικισμοῦ εἶναι οἱ ἐκδηλώσεις μιᾶς ἐξόχως ἀρνητικῆς «ἠθικῆς συμπεριφορᾶς» (προκατάληψη ἤ μῖσος) τῶν πολιτῶν ἑνός ἔθνους ἔναντι ἄλ­λων ἐθνῶν, μέσω τῆς ὁποίας δέν ἐπιδιώκεται, ὡς γνωστόν, ἡ γεφύρωση τῶν διαφορετι­κῶν στοιχείων καί ἀπόψεων πού ἐκφράζονται ἀπό τά καταστατικά στοιχεῖα κάθε ἔθνους μέ σκοπό τή συλλογική εὐημερία, ἀλλά ἐπι­ζη­τεῖται ἡ ἀπάλειψη τῶν ἰδιαιτεροτήτων στήν προοπτική μιᾶς ἀνελεύθερης ὁμοιογενοποίησης τῶν ἐθνῶν, τῆς πρόταξης καί ἐπιβολῆς ἑνός συγκεκριμένου πολιτικοῦ, κοινωνι­κοῦ καί ἰδεολογικοῦ κοσμοειδώλου καί μοντέλου, τό ὁποῖο ἐξυπηρετεῖ μονομερῶς καί ἀποκλειστικά ἕνα καί μόνο ἔθνος ἔναντι ὅλων τῶν ἄλλων.

Σέ ἀντικείμενη κατεύθυνση κινεῖται ὁ ἐθνισμός ἤ ὁ πατριωτισμός, ὁ ὁποῖος, παρότι πολλές φορές κακῶς συγχέεεται πρός τόν ἐθνικι­σμό, ἐντούτοις στηρίζει τήν συλλογική εὐημερία, γεφυρώνει τίς διαφορετι­κές ἀπόψεις μέσα ἀπό μία διαδικασία διευθετήσεων, συνομιλιῶν καί διαλό­γου μεταξύ τῶν ἐθνῶν, γιαυτό ἄλλωστε καί στόν κλασσικό ὁρισμό του ὁ πατριωτι­σμός καθορίζεται ὡς ἡ ἀγάπη γιά τήν πατρίδα, ἡ ὁποία ἀναπτύσσεται χωρίς καμμία διάθεση ὑποτίμησης ἤ περιφρόνησης ἄλλου ἔθνους καί κυ­ρίως χωρίς καμμία τάση διεκδίκησης, ἀδελφικῶν, ἰδεολογικῶν, ἱστορικῶν ἤ χαρα­κτηριστικῶν στοιχείων (π.χ. γλώσσας) τῶν ἄλλων λαῶν, κυρίως γειτονικῶν.

Πράγματι, ὁ γνήσιος πατριωτισμός ὁδηγεῖ σέ ἀβίαστες συγκλίσεις, προάγει τή συνεργασία, ἐνισχύει τήν ἀλλη­λεγγύη, διαφυλάσσει τήν κοινωνική συνοχή, ἀποστρέφεται ἰδεολογικά τήν ὁμογενοποίηση τῶν λαῶν καί τήν ἰσοπέδωση τῶν ἐθνῶν.

2. Μία ἐπίσης σοβαρή ἐπιβλάβεια τοῦ ἐθνικισμοῦ παρατηρεῖται, ὅταν αὐτός ἐκφράζει ἤ τεχνηέντως ὑποκρύπτει καί ἕναν ἀλυτρωτισμό, ὡς μία διάθεση διεκδίκησης ἱστορικῶν, γεωγραφικῶν καί πολιτιστικῶν δεδομένων, μέ τό σύνθημα ὅτι αὐτά ἀποτελοῦν στοιχεῖα καί μιᾶς ἄλλης παράλληλης ἐθνικῆς συνείδησης.

Πρόκειται γιά ἕνα ἀφήγημα τό ὁποῖο ἀναπτύ­χθη­κε στή βάση τῶν ἰδεῶν τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ καί κυρίως μέ τήν ἀνάπτυξη μιᾶς ὑπερτροφικῆς κρατικῆς αὐθεντίας, ἡ ὁποία ὁδήγησε ἀφενός στόν ἐπανακαθορισμό τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας-Ἔθνους καί ἀφετέρου στήν ἀνάπτυξη ἑνός ἰδιότυπου ἐθνικισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκφράστηκε ὡς ἐθνοφυλετισμός ὑπό τόν μανδύα μιᾶς ἐθνικῆς Ἐκκλησίας.

Σημειωτέον, ὅτι ἡ ἵδρυση μιᾶς ἐθνικῆς Ἐκκλησίας -κυρίως στό χῶρο τῶν Βαλκανίων- μετά ἀπό κάθε πολιτική ἀνεξαρτησία, ἀπετέλεσε γιά τούς βαλκανικούς λαούς τό ἐπισφράγισμα ἐπιστροφῆς στήν ἀνεξαρτησία καί στήν ἐθνική κυριαρχία τους, ἕνα οἱονεί σύμβολο τῆς ἀπόλυτης ἐλευθερίας ἀπό τό πολιτικό κέντρο τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας καί ταυτόχρονης αὐτονόμησης ἀπό τό ἐκκλησιαστικό κέντρο τῆς Ἀνατολῆς, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Ἔτσι, λοιπόν, κάθε ἐθνική Ἐκκλησία ἀποβαίνει τό «ὄχημα», τό μέσον καί ὁ τρόπος ἐγκαθίδρυσης στή συνείδηση τοῦ λαοῦ καί τοῦ ποιμνίου της κάθε ἀντίληψης ἐθνικῆς συνείδησης, ἡ ὁποία ἀπετέλεσε τήν βακτηρία ἔκφρασης καί κάθε ἐθνοφυλετικῆς διάθεσης.

Συνακόλουθα, ἡ σύσταση ἐθνικῶν ἐκκλησιῶν ὑπό τήν κρατική ὀντότητα καί ἡ ἀναγωγή τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας σέ καθαρά κρατική-ἐθνική Ἐκκλησία σήμανε κατά τόν ιθ΄ αἰῶνα καί τήν ἔξαρση τῶν ἐθνικισμῶν στά Βαλκάνια, μέ ἀποτέλεσμα ὁ ὅρος «ἔθνος» νά ἐκλαμβάνεται πλέον ὡς κατηγορία φυλῆς, νά ὁδηγεῖ στόν ρατσιστικό ἐθνικισμό καί στήν ἀπόλυτη ἔκφρασή του μέ τόν ἐκκλησιαστικό ἐθνοφυλετισμό.

Τέτοιας ποιότητας ἐκκλησιαστικός ἐθνοφυλετισμός, στηρίζεται στίς φυλετικές διακρίσεις, στίς ἐθνικές ὁμάδες καί κράτη, στίς διχοστασίες, στά σχίσματα καί στίς ἔριδες, μέ φορέα δέ τό ἔθνος-κράτος, τοῦ ὁποίου ἀποτελεῖ στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς καί κρατικῆς συνείδησης καί ὀντότητας, προσπαθεῖ νά ἐπιβληθεῖ καί σέ ἄλλα κράτη-ἔθνη καί νά καθιερωθεῖ ἐκκλησιαστικά καί πολιτιστικά στήν συνείδηση τοῦ ἔθνους, τό ὁποῖο ἐκπροσωπεῖ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἐθνοφυλετικῆς δράσης Ἐκκλη­σίας ἔναντι ἄλλης Ἐκκλησίας, μέ παράλληλες ἐπιδιώξεις πολιτικῶν σκοπιμοτήτων ἀπετέλεσε ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας, ἡ ὁποία μέ τόν μανδύα καί τήν δύναμη τῶν Κομιτατζήδων προσπάθησε νά ἐπιβάλλει τήν ἐθνική συνείδηση τῶν Βουλγάρων στόν εὐρύτερο χῶρο τῆς Μακεδονίας (1852-1873).

Δεύτερο παράδειγμα ἐκκλησιαστικοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ ἀποτε­λεῖ ἡ ἵδρυση τῆς σχισματικῆς αὐτοπροσδιοριζόμενης ὡς «Μακεδονικῆς Ἐκκλησίας», ἡ ὁποία δημιουργήθηκε ἀπό τόν Τίτο μέ σκοπό τήν ἀνάπτυξη καί ἐμπέδωση μακεδονικῆς συνείδησης στό νεοϊδρυθέν τότε κράτος τῶν Σκοπίων.

Καί σέ αὐτήν τήν περίπτωση ἐκκλησιαστικοῦ ἐθνοφυλετι­σμοῦ, δέν πρέπει νά διαλάθει τῆς προσοχῆς μας τό ποικιλλοτρόπως ἐκδηλούμενο ἐνδιαφέρον τῆς Βουλγαρικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία, ὅπως ἀποδεικνύεται καί ἀπό τίς σύγχρονες ἐξελίξεις προσπαθεῖ νά διαδραματίσει καί πάλι ἕναν ἀντίστοιχο πρός τό παρελθόν της ρόλο, μέσα ἀπό τή στήριξη τῆς σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῶν Σκοπίων (χαρακτηριστικό παράδειγμα ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Προέδρου τῆς Βουλγαρίας συνοδευόμενος ἀπό Μητροπολῖτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Βουλγαρίας, στά Σκόπια καί στήν σχισματική Ἐκκλησία τῶν Σκοπίων).

Δηλωτική, τέλος, ἔκφραση ποιότητας ἐκκλησιαστικοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ ὡς ἐθνικοῦ-ρατσιστικοῦ ἐθνικισμοῦ, μέ ἀποχρώσεις φονταμενταλιστικές, συν­τη­ρη­τι­σμοῦ καί ἐσωστρέφειας, ἡ ὁποία προκαλεῖ σημαντικές ἀλυσιδωτές ἐπιπτώσεις στό ζήτημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι καί ἡ κατάσταση πού ἐμφανίζεται στό χῶρο τῆς λεγόμενης Διασπορᾶς. Οἱ ἐθνικές Ἐκ­κλησίες διεκδικοῦν δίκαια ἐκκλησιαστικά, μέ βάση ἐθνολογικά, φυλετικά, γλωσσικά καί λειτουργικά τῶν παραδόσεων, στά ἐκκλησιαστικά ἐδάφη καί μητροπολιτικές ἐπαρχίες τῆς Ἀμερικῆς, Αὐστραλίας, Εὐρώπης, Καναδᾶ κ.ἄ. ὅπου μέ ἱστορικά καί κανονικά κριτήρια ἀναγνωρίζεται ἡ προεξάρχουσα εὐθύνη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ θέματος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἐθνοφυλε­τι­σμοῦ στήν ὁλότητά του ἄν καί εἶχε προγραμματισθεῖ νά διευθετηθεῖ καί νά ἐπιλυθεῖ ὁριστικά ἀπό τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, στήν Κρήτη τό 2016, ἐντούτοις ἀνεβλήθη καθώς τέσσερεις Ἐκκλησίες (Ἀντιόχεια, Ρωσία, Γεωργία καί Βουλγαρία) δέν ὑπέγραψαν τό συγκεκριμένο θέμα, ἐξ αἰτίας τῆς ἀποχῆς τους ἀπό τίς ἐργασίες τῆς Συνόδου, δύο δέ ἀπό αὐτές δροῦν στό χῶρο τῆς Διασπορᾶς μέ κριτήρια ἐθνοφυλετικά δημιουργῶντας ἀρκετά προβλήματα.

Τά τελευταῖα γεγονότα ἀποδεικνύουν ὅτι τό γενικό­τερο πρόβλημα τοῦ ἐθνικισμοῦ καί τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ γιά τήν εὐρύτερη περιοχή τῶν Βαλκανίων ἐμφανίζεται πλέον ὡς ἕνας «ἡμικεκοιμημένος λέοντας», ὁ ὁποῖος μέ διάφο­ρες ἀφορμές ἐκδηλώνει «ἑκών – ἄκων» τούς βρυχμούς καί τούς τριγμούς τῶν ὀδόντων του καί ἐπιβάλλει σέ ἐμᾶς νά εἴμαστε περισσότερο προσεκτικοί καί συνετοί, γιατί, ὅπως ἀποδεικνύεται καί ἀπό τό ἄμεσο ἱστορικό παρελθόν, τά Βαλκάνια ἀποτελοῦν διαρκῶς ἐκείνην τή μικρή θρυαλίδα, ἡ ὁποία ὅμως μπορεῖ νά γίνει πυριτιδαποθήκη τῆς εὐρύτερης περιοχῆς.

 

Διαβάστε ακόμα