Σταυρός ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης, Σταυρός ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας

Του Μάριου Λεμονάκη, αποφοίτου της Πατριαρχικής Ανωτάτης Εκκλ. Ακαδημίας Κρήτης

Στις 14  Σεπτεμβρίου κάθε έτους η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει και τιμά τη πρώτη Δεσποτική εορτή του εκκλησιαστικού έτους, την Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Πρέπει  να υπογραμμιστεί ότι πριν από αυτήν  προηγείται η Θεομητορική εορτή των Γενεσίων- Γενεθλίων της Υπεραγίας Θεοτόκου, η οποία έχει τοποθετηθεί στις 8 του μηνός και η οποία εμφανίστηκε μεταξύ του 5ου-6ου αιώνος, εξαιτίας της δημιουργίας ενός Ναού που ονομάστηκε «Ναός της Κυρίας Θεοτόκου», όπου εκεί για πρώτη φορά ξεκίνησε  ο εορτασμός της εν λόγω εορτής.[1]

Η εορτή του Τιμίου Σταυρού, θα λέγαμε, ότι είναι ισάξια και αποτελεί ανάμνηση  της Μεγάλης Παρασκευής, ημέρας δηλαδή που εορτάζουμε τα άχραντα πάθη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Επίσης είναι εορτή της «χαρμολύπης» του Σταυρού, του θανάτου, αλλά και της δόξης του Κυρίου. Ο Σταυρός συμβολίζει το όργανο του σωτηρίου πάθους και τη σημαία της νίκης του Χριστού. Μάλιστα οι δύο παραπάνω εορτές έχει επικρατήσει να είναι ημέρες αυστηρής νηστείας. Επιπλέον προς τιμήν του Τιμίου Σταυρού έχουν συνταχθεί Χαιρετισμοί και Παρακλητικός Κανόνας .

Στις 13 Σεπτεμβρίου του 335 έγιναν τα εγκαίνια του μεγάλου Ναού της Αναστάσεως, που έχτισε ο Μεγάλος Κωνσταντίνος. Έκτοτε  είχε καθιερωθεί την ημέρα αυτή να πραγματοποιείται μεγάλη πανήγυρις στα Ιεροσόλυμα, γεγονός το οποίο αναγράφεται στο συναξάριο  της ημέρας. Η εορτή  διαρκούσε οκτώ ημέρες. Επιπροσθέτως σύμφωνα με κάποια παράδοση η εύρεση του Σταυρού τοποθετείται στις 6 Μαρτίου. Μία άλλη παράδοση συνδέει την εύρεση και τα εγκαίνια στις 13 Σεπτεμβρίου ή την εύρεση και την Ύψωση στις 14 του ιδίου μηνός. Πάντως οι δύο αυτές εορτές, των Εγκαινίων και της Υψώσεως, γρήγορα επικράτησαν στην Ανατολή και  λίγο αργότερα και στη Δύση και η διάδοσή τους αυτή οφείλεται στους Αραβοβυζαντινούς πολέμους. Τα εγκαίνια με τη πάροδο του χρόνου ατόνησαν και ενώ ήταν η πρώτη και κύρια εορτή επισκιάστηκε από την Ύψωση και στην ουσία αυτή παγιώθηκε ως προεόρτιος ημέρα της Υψώσεως του Σταυρού. Επιπλέον ως ημέρα της εβδομάδας που είναι αφιερωμένη στο Τίμιο Σταυρό, είναι η Παρασκευή.

Στο τέλος του Όρθρου και συγκεκριμένα κατά τη ψαλμωδία της Μεγάλης Δοξολογίας και του ασματικού Τρισάγιου, γίνεται λαμπρή τελετή. Μεταφέρεται λιτανευτικά με πομπή από τον Ιερέα ο Τίμιος Σταυρός στη μέση του Ναού μέσα σε δίσκο που περιέχει κλάδους από βασιλικό, και ο οποίος τον έχει τοποθετημένο στο ύψος του κεφαλιού του. Ο Σταυρός θυμιάζεται, υψώνεται προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και στο τέλος προσκυνείται. Με την Ύψωση αυτή λοιπόν δοξάζουμε τα άχραντα πάθη του Χριστού ο οποίος σταυρώθηκε πάνω σε αυτόν και με την Ανάστασή του έλυσε τη φθορά και κατήργησε το θάνατο. Διότι ο Σταυρός του Χριστού έγινε  το δένδρο της ζωής.[2]

Η πρώτη Κυριακή πριν από την εορτή της Υψώσεως, έχει λάβει την ονομασία ως« Κυριακή προ της Υψώσεως» με τα προεόρτια Τροπάρια που εμπεριέχονται και ψάλλονται από το Μηναίον, να μας προετοιμάζουν για τη λαμπρή εκείνη εορτή. Όσον αφορά το Αποστολικό Ανάγνωσμα της Κυριακής αυτής που προέρχεται από την προς Γαλάτας Επιστολή,  ο Απόστολος των εθνών Παύλος  καυχάται για το Σταυρό του Χριστού με τα εξής λόγια: «Ἐμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὕ ἐμοί κόσμος ἐσταύρωται κἀγώ τῷ κόσμῳ».[3] 

     Η επόμενη Κυριακή έχει καθιερωθεί να λέγεται ως «Κυριακή μετά την Ύψωσιν», όπου οι πιστοί θα έχουν την ευκαιρία να ακούσουν του μεθέορτους ύμνους της Υψώσεως και να ξαναβιώσουν το μεγαλείο της εορτής, να αγιαστούν και να λάβουν τη χάρη του Τιμίου Σταυρού. Ας σταθούμε όμως ξανά στο Αποστολικό Ανάγνωσμα αυτής της ημέρας, το οποίο προέρχεται από την προς Γαλάτας Επιστολή και να επισημάνουμε ότι ο Απόστολος Παύλος τοποθετείτε και πάλι επί του θέματος και αναφέρει ότι:«Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ». [4] και επιπροσθέτως ο Κύριος στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα από το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο καλεί τους μαθητές του και τους λέγει: «Όστις θέλει οπίσω μου ἐλθεῖν , απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι».[5]

Πρέπει να υπενθυμίσουμε και να τονίσουμε  επίσης, ότι έχει θεσπιστεί και μία άλλη εορτή κατά την οποία τιμάται ο Τίμιος Σταυρός. Ο λόγος για τη Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως. Η καθιέρωση της εορτής κατά τη Γ’ Κυριακή των νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής έγινε από τους Πατέρες της Εκκλησίας οι οποίοι εύλογα επέλεξαν να τη τοποθετήσουν στο μέσο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής για τον ακόλουθο λόγο: Επειδή η Εκκλησία μας στο μέσο του μεγάλου ταξιδιού, ο κόπος και ο πόνος φαίνεται να κουράζουν το άνθρωπο, υψώνει τον Τίμιο Σταυρό και τον φέρνει στο λαό του Θεού για να τον προσκυνήσει και έτσι να πάρει θάρρος και δύναμη για να συνεχίσει και να ολοκληρώσει τον πνευματικό του αγώνα,γνωρίζοντας ότι ο Σταυρός είναι το όπλο του καθενός μας εναντίον του διαβόλου, διότι πάνω σε αυτόν ο Κύριος και Λυτρωτής Ιησούς καταπάτησε κάθε σύμμαχο της ζωής μας και έτσι μας χάρισε την αιώνια Ανάσταση. [6] Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι τα Αναγνώσματα των τριών τελευταίων Κυριακών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής αναφέρονται στο Σταυρό, στο Σταυρικό θάνατο και στην Ανάσταση του Χριστού και σε αυτά βρίσκεται ο αληθινός προορισμός του κάθε πιστού. [7]

Σε κάθε Εκκλησία, κυρίως Ορθόδοξη, αν στραφούμε προς το Ιερό Βήμα και το Θυσιαστήριο, θα παρατηρήσουμε πίσω από την Αγία Τράπεζα υψωμένο το Σταυρό του Κυρίου μας. Είναι το σύμβολο της ζωής που έμεινε στη ζωή της πίστεώς μας. Ανεβασμένος στο ύψωμα του Γολγοθά, στο ευλογημένο ξύλο του Σταυρού, μας καλεί και προσκαλεί όλους  να τον προσκυνήσουμε.[8] Επειδή   οι Πρωτόπλαστοι παρήκουσαν την εντολή του Θεού και έφαγαν το καρπό από το απαγορευμένο δένδρο, έχασαν το δένδρο της ζωής και κληρονόμησαν το θάνατο. Εξαιτίας λοιπόν αυτής της πράξης τους ,έπρεπε να επέλθει και πάλι η ζωή δια του Σταυρού. Γι’αυτό το λόγο ο Κύριος δέχτηκε εκούσια να θυσιαστεί πάνω στο Σταυρό, για τη δικιά μας σωτηρία. Πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι ο Σταυρός στη Θεία Λατρεία χωρίζεται ανάλογα με τη χρήση του σε τρις κατηγορίες: Το Σταυρό Λιτανείας, ευλογίας και εκείνο του Αγιασμού.

Το 326 μ.Χ. η Αγία Ελένη πήγε στην Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους. Θέλησε να ευχαριστήσει το Θεό για τους θριάμβους του γιου της Μεγάλου Κωνσταντίνου.

Στα Ιεροσόλυμα πραγματοποίησε ανασκαφές.  Η Αγία Ελένη οδηγήθηκε στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού από ένα αρωματικό φυτό, τον γνωστό μας βασιλικό.

Μπορεί αφ’ενός μεν να μην υπάρχει κάποια απόδειξη, ούτε ένδειξη από την Παλαιά ή από τη Καινή Διαθήκη και αφ’ετέρου από τους Πατέρες της Εκκλησίας, περί του είδους του δένδρου από το ξύλο του οποίου κατασκευάστηκε ο Τίμιος Σταυρός του Κυρίου, η Εκκλησία όμως δέχεται βασιζόμενη στο χωρίο του Προφήτη Ησαΐα:«Καί ἡ δόξα τοῦ Λιβάνου πρός σέ ἥξει ἐν κυπαρίσσῳ καί πεύκῃ καί κέδρῳ ἅμα,[9] ότι δημιουργήθηκε από τρία διαφορετικά ξύλα δένδρου, του Κυπαρισσιού, του Πεύκου και του Κέδρου. Επιπλέον υπάρχουν και Τροπάρια που μας αποδεικνύουν τη παραπάνω αλήθεια, στα Λειτουργικά βιβλία της Παρακλητικής και του Μηναίου.[10] π.χ.«Ὡσεὶ κέδρον εὐσέβειαν, πίστιν ὡς κυπάρισσον, τὴν ἀγάπην τε, ὡσεὶ πεύκην περιφέροντες, τὸν Σταυρὸν τὸν θεῖον,προσκυνήσωμεν».[11]

Στη Παλαιά Διαθήκη υπάρχουν πολλές  προφητείες και προεικονίσματα για το Τίμιο Σταυρό. π.χ. Η ευλογία των παιδιών του Ιωσήφ με σταυρωτά χέρια. Το χτύπημα του Μωυσή  στα νερά της Ερυθράς θάλασσας, σχηματίζοντας με το ραβδί του το σχήμα του Σταυρού.

Τελειώνοντας, θα αναφερθούν επιγραμματικά μερικές απόψεις των Πατέρων της Εκκλησίας για το Τίμιο Σταυρό. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός σημειώνει: Κάθε πράξη και θαυματουργία του  Ιησού Χριστού είναι μεγάλη και αξιοθαύμαστη, αλλά πιο αξιοθαύμαστη από όλα είναι ο Τίμιος Σταυρός του.[12]  Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τονίζει: Δεν υπάρχει λειτουργική πράξη της Εκκλησίας μας που να μην αρχίζει, ενεργείται και τελειώνει με το σημείο του Τιμίου Σταυρού.[13]  Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς επισημαίνει ότι: Η πείρα των Αγίων μας λέει πως αν εμβαθύνουμε στο μυστήριο του Τιμίου Σταυρού,θα δούμε πως το αγιασμένο από τη σταυρική θυσία του Χριστού  Τίμιο ξύλο είναι της ευσεβείας μας το αήττητο τρόπαιο, ο στηριγμός των πιστών, το ακατάληπτον τείχος που περιτειχίζει την Εκκλησία και είναι αυτή η θύρα του παραδείσου.[14] Ο Μέγας Αθανάσιος λέγει: Επάνω στο δένδρο του Τιμίου Σταυρού καταπάτησε ο Χριστός το σατανά και νίκησε το θάνατο.[15]

Συνεπώς , να μη διστάζουμε να προστρέχουμε και να επικαλούμαστε το Τίμιο Σταυρό να  μας ενισχύει με το έλεός του, να μας παρέχει  την ίαση σε κάθε ασθένεια  της ζωής μας,  να μας κρατάει σταθερούς στη πίστη και στο πνευματικό μας αγώνα και να μη παύσουμε να τον δοξολογούμε σταυρώνοντας το θέλημά μας και να αναφωνήσουμε με ειλικρινή πίστη και αγάπη: «Τὸν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν Δέσποτα, καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».

 

[1]Βλέπε περισσότερα για το Γεννέσιο της Θεοτόκου, Γ.Φίλιας,Οι Θεομητορικές Εορτές στη λατρεία της Εκκλησίας, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002,σσ. 45-56.

[2]Βλέπε περισσότερα για την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, Ι.Φουντούλη, Λογική Λατρεία, εκδ. τρίτη, Εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 1997,  σσ. 220-226.

[3]Γαλ. 6, 11-18.

[4]Γαλ. 2, 16-20.

[5]Μαρκ. 8, 34-38.

[6]Ι.Φουντούλη, Λογική Λατρεία, σσ. 35-38.

[7]Ι. Κανιολάκη, ΜΥΣΤΑΓΩΓΙΚΑ, σσ. 187-189.

[8]Τίτου Συλλιγαρδάκη ( Μητρ.), ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΜΥΡΝΑ, Ρέθυμνο 1980, σσ. 368-371.

[9]Ησ. ξ’, 13.

[10]Α. Τίγκα, Η φυτό-ζωολογία της Αγίας Γραφής, Αθήνα 1977, σσ. 115-117.

[11]Τροπάριο δ’ ωδής του Σταυρώσιμου Κανόνος, ήχος πλ. Δ’, Κυριακή πρωί .

[12]Ι. Δαμασκηνού, ΕΚΔΟΣΙΣ ΑΚΡΙΒΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ, τομ. 1, σσ. 448-453.

[13]Ι. Χρυσόστομος  P.G. 52, 835,840.

[14]Γ. Παλαμάς, P.G. 151, 125.

[15]Μ. Αθανάσιος, βίος και πολιτεία Μ. Αντωνίου, τομ. 11, σσ. 144, 145.

Διαβάστε ακόμα