Αριστείδου Πανώτη: Η ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΑΜΟ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ

Σύμφωνα με πληροφορίες, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου έλαβε την ιστορική απόφαση να επιτρέπεται του λοιπού ο δεύτερος γάμος των ιερέων, σε περίπτωση χηρείας τους ή εάν τους εγκαταλείπει η πρεσβυτέρα τους.
Με δεδομένο ότι το θέμα συζητείται πανορθοδόξως ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα, δημοσιεύουμε στη συνέχεια ένα απόσπασμα από τον υπό έκδοσιν Γ’ τόμο του μεγάλου έργου, με τον γενικό τίτλο ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ, του καθηγητή και Άρχοντος Μ. Ιερομνήμονος της Μ.τ.Χ.Ε. Αριστείδη Πανώτη.
Από το κεφάλαιο 16, όπου περιλαμβάνονται “Οι εισηγήσεις επί Διορθοδόξων θεμάτων”, προδημοσιεύουμε τα “Περί του β΄ Γάμου των εν χηρεία ή εμπερίστατων οικογενειαρχών ιερέων.”

Αριστείδου Πανώτη

“Στην έκτη συνεδρίαση την Παρασκευή 25 Μαίου 1923 οι σύνεδροι ασχολήθηκαν με το φλέγον θέμα κάθε εποχής, το του β΄ γάμου των εν χηρεία ιερέων. Ο κλήρος τριών Εκκλησιών της Σερβίας Ρουμανίας και της Βουλγαρίας, συνεργάστηκε για να τεθεί το θέμα προς μελέτη, μετά από ενθαρρυντικά δημοσιεύματα έγκριτων κανονολόγων, όπως του Σέρβου σοφού ιεράρχη Νικοδήμου Μίλας, του Ρουμάνου καθηγητή Ι. Γκάινα κ. α. Το σημαντικό αυτό ζήτημα ανακινήθηκε το 1910 από την Σερβική Εκκλησία του Καρλοβικίου σε αναφορά προς τον πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ και το Πατριαρχείο ζήτησε τις γνώμες των Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίες στις απαντήσεις τους είναι ευνοικές για να επιλυθεί το ζήτημα του β΄γάμου των κληρικών στα πλαίσια Μεγάλης Συνόδου. Το ζήτημα επανήλθε μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι Σέρβοι ιερείς που διατελούσαν εν χηρεία και αλληλοστέφθηκαν παραπέμφηκαν σε εκκλησιαστικό δικαστήριο! Τότε, διεξήχθη μεγάλη συζήτηση για τον πειθαρχικής φύσεως 6ον κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. * Θ.Στράγκα. ο. π.τ. Β΄σσ.878-884. Τώρα κατά τις συζητήσεις του Συνεδρίου κατατέθηκαν περισπούδαστες έρευνες και υπομνήματα για την σχέση του γάμου και της ιερωσύνης πολλών κληρικών μεταξύ των οποίων και δύο μελλόντων Πατριαρχών, του τότε Νικαίας Βασιλείου μετά Πατριάρχη Κων/πόλεως και του διαπρεπούς τότε κανονολόγου Νικοδήμου Μίλας αλλά και του μητροπολίτη Μαυροβουνίου Γαβριήλ Εντόζιτς, μετά Πατριάρχη των Σέρβων και εθνομάρτυρα, ο οποίος διεβίβασε τον προβληματισμό της Σερβικής Ι. Συνόδου για το ζήτημα του β΄γάμου των κληρικών και υπεστήριξε ότι οι υφιστάμενες κανονικές δεσμεύσεις από την Πενθέκτη Σύνοδο δεν επικαλούνται ανώτερο τι θεικό η ευαγγελικό ωρισμό Δικαίου η άλλους δογματικούς λόγους, γιατί αυτοί δεν υπάρχουν στην Αγία Γραφή και στην αρχαία Εκκλησία, και γι’ αυτό δεν υπάρχει καμιά κανονική πράξη, όπως μαρτυρεί και η παρέμβαση του ομολογητού επισκόπου Παφνουτίου στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο! * Σωκράτους, Εκκλ.Ιστορία, 1,11.

Το Παύλειο «μιάς γυναικός άνδρας» είναι ποιμαντική υπόδειξη που αφορά αρχικά μόνον τη «μονογαμίαν» του επισκόπου και κατ’ επέκταση νομοθετεί την μόνιμη διακονία του στον κληρωθέντα τόπο του και επομένως είναι μια αποστολική απόφανση κατά του «Μεταθετού» ενός επισκόπου * Θεοφύλακτος , Migne P.G. τ. 125, σσ.41,149. στην οποία δεν δίστασαν να αντινομοθετήσουν οι Πατέρες της Πενθέκτης Συνόδου για να παρακωλύσουν το έγγαμο των επισκόπων! Με σειρά ιστορικών και κανονικών επιχειρημάτων από τους αρχαίους συγγραφείς και παραδειγμάτων εκ της κοινωνικής ζωής το Συνέδριο προτείνει ο δοκιμαζόμενος εκ της χηρείας οικογενειάρχης κληρικός με τη συγκατάβαση της Εκκλησίας και με την άδεια του επισκόπου του λαμβανόμενη με επιείκεια και «κατ’ οικονομίαν» να δύναται να τελέσει β΄ γάμο προς ηθική προστασία και τελείωση αυτού και άνευ πομπής και επιδείξεως, είτε στον οίκο του, είτε στο επισκοπικό κατάλυμα και αυτό μέχρι την απόφαση Οικουμενικής Συνόδου. * Πρακτικά, ο.π. σσ. 91-100. Ε.Α. 1923 σσ. 180-184.

Στη συνέχεια ο αρχιμανδρίτης-καθηγητής Ιούλιος Σκριμπάν περιέγραψε με αδρά χρώματα την επικρατούσα κατάσταση των χηρευόντων κληρικών στην Ρουμανία, οι οποίοι βαρέως φέρουν τη δοκιμασία της χηρείας τους και άλλοι μεν αυτοκαθαιρούνται και άλλοι κάνουν πολιτικό γάμο, ενώ οι τολμηρότεροι συζούν με παλακίδες που ανατρέφουν τα παιδιά τους. Πρόσφατα περί τους 1000 έχουν οργανωθεί και επιτακτικά διεκδικούν μαζί με την κοινωνία την ομαλή οικογενειακή τους κατάσταση. Το ερώτημά τους είναι γιατί οι ιεράρχες επιμένουν στην υπερακριβή τήρηση του σχετικού κανόνα της Πενθέκτης την στιγμή κατά την οποία οι ίδιοι παραβαίνουν στην πράξη πολλούς άλλους κανόνες π.χ. περί του «Μεταθετού» και απαιτούν την «Ακρίβεια» μόνον για τους κανόνες που αποτρέπουν τον β΄ γάμο των χηρευόντων κληρικών! Η πνευματική ανοχή που δείχνεται στα λαικά μέλη της Εκκλησίας με τον β΄ η και με τον γ΄ γάμο αποτελεί «μια βασική χριστιανική αρχή» που δείχνει ότι στόχος πρέπει να είναι η τελειότητα του δοκιμασθέντος προσώπου και όχι η ακούσια επιβολή του ασκητικού βίου σε πρόσωπα που δεν τον επέλεξαν. Ο Ιησούς Χριστός υπέδειξε τον τρόπο μετριασμού της μωσαικής αυστηρότητος στο δικαίωμα του συζύγου να απολύει την γυναίκα του μόνον σε εφαρμογή της «αρχής της ανάγκης» εκ της απιστίας της συζύγου του * Ματθ. ιθ΄, 1-9. καθώς και στο θέμα του όρκου. * Ματθ. ε΄, 37. που η Εκκλησία τον επιτρέπει! Η Εκκλησία μπορεί να εφαρμόσει και πάλι την «αρχή της ανάγκης» για να αναστείλει κατά βούληση «Οικονομίας» τους σχετικούς κανόνες, αφού διαπιστώσει ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί το μοναχικό ιδεώδες του βίου από την αδυναμίαν της ανθρώπινης σαρκός. Επομένως η Εκκλησία μπορεί να επιτρέψει τον β΄ γάμο υπό όρους στους εν χηρεία κληρικούς.

Ο πατριάρχης Μελέτιος πρόσθεσε στα λεχθέντα και το διάβημα προς το Πατριαρχείο το 1910 του μητροπολίτη Καρλοβιτσίου Λουκιανού «περί του πλαγιασμού της κανονικής διατάξεως της απαγορευούσης τον β΄ γάμο των κληρικών», που παραπέμφθηκε προς γνωμοδότηση στους καθηγητές της Χάλκης, οι οποίοι διατύπωσαν διάφορες απόψεις, που μαζί με την διατυπωθείσα γνώμη του περίφημου τότε κανονολόγου επισκόπου Δαλματίας Νικοδήμου Μίλας συμφώνησε και ο σοφός ιεράρχης Νικομηδείας Φιλόθεος ο Βρυέννιος για την εφαρμογή της «Οικονομίας» στους χηρεύοντες κληρικούς. προς αποφυγήν κάθε σκανδαλισμού των πιστών και πραξικοπηματικών ενεργειών των χηρευόντων ιερέων, όπως αυτές που έγιναν στην Σερβία.

Ακολούθησε η σοφή εισήγηση του μητροπολίτη Νικαίας Βασιλείου ως εκπροσώπου της Εκκλησίας Κύπρου με την οποία εξήρε τον ιερό θεσμό του γάμου «ως το πρώτον σχολείον της ανθρωπίνης παιδεύσεως» και αναφέρθηκε στην σπουδαιότητά του για τα μέλη του ενοριακού κλήρου και γι’ αυτό το ζήτημα χρήζει συντόνου μελέτης και προσοχής προς διαφύλαξη της ιερατικής αξιοπρεπείας. Μετά από φωτεινή κατάθεση σκέψεων περί την αξία του οικογενειακού βίου, εξηγεί την αιτία των σχετικών αυστηρών κανονικών διατάξεων της Εκκλησίας για το θέμα της αγαμίας των επισκόπων και του β΄γάμου των κληρικών και συμβουλεύει ο βίος των κληρικών «να επανέλθει εις την αρχαίαν αγίαν ελευθερίαν μήτε της αγαμίας, μήτε του γάμου επιβαλλομένων, αλλ’ εκάστου πολιτευομένου ως η συνείδηση και η ηθική αυτού επιτρέπει» και κατόπιν ομοφροσύνης πασών των ορθοδόξων Εκκλησιών να γίνει αρχικά «Οικονομική» ρύθμιση του σημαντικού αυτού ζητήματος μέχρι τη συγκρότηση Οικουμενικής Συνόδου.

Κατά τον αρχιεπίσκοπο Κισνοβίου Αναστάσιο το θέμα του β΄ γάμου των χηρευόντων κληρικών παρουσιάστηκε στην Ρωσία το 1905 και την στήριξη αυτών των σκέψεων ενίσχυσαν πολλές θεολογικές πραγματείες. Στη Σερβία τέθηκε το ζήτημα προ πολλών ετών και η θέση των χηρευόντων κληρικών ενισχύθηκε κυρίως από την σχετική μελέτη του εξέχοντος κανονολόγου ιεράρχη της Δαλματίας Νικοδήμου Μίλας. Στη Σύνοδο της Μόσχας του 1917 παρ’ ότι τέθηκε το θέμα δεν λήφθηκε καμιά απόφαση. Έτσι παρέμεινε η μέχρι τώρα πράξη της Εκκλησίας που αποβλέπει στην ηθική τελειότητα του κληρικού και πρέπει να στηριχθεί για να μην σκανδαλίζονται οι πιστοί που θεωρούν τους κληρικούς τηρητές της κανονικής «Ακριβείας». Οι δύο Ρώσοι αρχιερείς υπεστήριξαν την συντηρητική άποψη για την ακριβή τήρηση των κανονικών δεσμεύσεων μέχρι την άρση τους από μια ισόκυρη Οικουμενική Σύνοδο.

Ο πατριάρχης Μελέτιος τότε παρενέβη και τόνισε ότι ο Απόστολος Παύλος νομοθετών αντέταξε τον χριστιανικόν γάμον προς τον ιουδαικόν και τον εθνικόν. Ο γάμος πολεμήθηκε από όσους τον περιέγραψαν ως κακόν για να εξάρουν την αξία της αγαμία, μία πλάνη που προφητικά κατακρίθηκε από τον ίδιο, * Τίτου. δ΄, 3. πολύ πριν εμφανιστεί η δοξασία του Μοντανού και των Εγκρατευτών που αποστρέφονταν τον γάμο. Όμως ο Παύλος έδωσε τα κανονικά θεμέλια περί του χριστιανικού γάμου και συμβουλεύει τους εν χηρεία: « αν δεν μπορούν να μείνουν εγκρατείς, ας παντρευτούν. Είναι καλύτερα να παντρεύεται κανείς παρά να καίγεται από την επιθυμία». * Α΄ Κορινθίους ζ΄,1—11 Αλλά οι ασκητικές τάσεις που άρχισαν να επικρατούν μετά τον 4ο αιώνα απομάκρυναν την αποστολική διάκριση για την αποφυγή κάθε ακρότητας στην πορεία προς την τελειότητα και αυτή η τάση επέδρασε στην θέσπιση αυστηρότερων διατάξεων για τον β΄γάμο και ιδίως στον μέλλοντα η εν χηρεία κληρικό, που σήμερα ατόνισαν σε πολλές Εκκλησίες για τους λαικούς π.χ. για τους επιτελούντες νόμιμο β΄ η και γ΄ γάμο και επί τω φιλανθρωπότερον η νεότερη «επιτιμητική» γνωστή Ακολουθία του, η οποία πλέον και παραλείπεται επ’ εκκλησίες γιατί προξενεί θλίψη και απογοήτευση σε στιγμή επικλήσεως της θείας συμπαραστάσεως στον νέο οικογενειακό βίο.

Ο Μαυροβουνίου Γαβριήλ θέλησε να απαντήσει στην άκαμπτη συντηρητικότητα κυρίως των υπερόριων Ρώσων αρχιερέων λέγοντας ότι το υφιστάμενο ζήτημα του κλήρου είναι ζήτημα μόνον εκκλησιαστικής ευταξίας και τέθηκε στην πανορθόδοξη συνείδηση για να προληφθούν αυθαίρετα γεγονότα θίγοντα την ορθόδοξη Ιεραρχία και την καθ’ όλου Εκκλησία, αφού δεν προβλέπεται σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου για να λυθεί οριστικά. Η συνείδηση των χριστιανών απαιτεί έννομον τάξη πραγμάτων προς αποφυγή και του μικροτέρου σκανδάλου γι’ αυτό και ζητούμε συναινετική απάντηση στο πρόβλημα. Οι συνθήκες του βίου των κληρικών, ιδίως στον Κ΄ αιώνα, παραμένουν επισφαλείς για το ηθικό κύρος του χηρεύσαντος κληρικού, όταν η οικογένειά του είναι πολύτεκνη και απουσιάζουν οι άμεσοι συγγενείς. Η ανταλλαγή σκέψεων μεταξύ των συνέδρων για το θέμα αυτό παρατάθηκε και στην συνεδρίαση της Τετάρτης 30 Μαίου, ενώ η συσταθείσα προς τούτο επιτροπή υπό τον Νικαίας Βασίλειο κατέληξε στην ακόλουθη γνωμοδότηση:

«Περί του β΄ γάμου των εν χηρεία ιερέων και διακόνων ότι ουδέν έχει το κατ’ αρχήν το θέμα που να αντιβαίνει προς το πνεύμα της καθόλου Ευαγγελικής διδασκαλίας. Παρά τον σεβασμό προς τις κείμενες κανονικές διατάξεις αναγνωρίζεται το δικαίωμα στις κατά τόπους Ιερές Συνόδους μετά από γνωμοδότηση του οικείου ιεράρχη των ιδίων όρων και αναγκών των χηρευσάντων κληρικών, να επιτρέψει σε αυτούς τον β΄ γάμον και ότι το μέτρον αυτό χορηγείται «κατ’οικονομία» μέχρι την σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου. Στη σχέση του γάμου με το επισκοπικό αξίωμα «κατά πλειοψηφία» φρονεί ότι το μυστήριον του γάμου δεν αποκλείει δογματικά και κανονικά το μυστήριο της ιερωσύνης. Και ενώ η αληθής παρθενία υπερέχει και ο γάμος παραμένει τίμιος και μάλλον σύμφωνα με τις Γραφές πρέπει να αφήνεται ελεύθερη η προαγωγή του αξιότερου των πρεσβυτέρων στην αρχιερατική αξία, όπως συνέβαινε στην αρχαία πράξη της Εκκλησίας».

Στην γενόμενη πρόταση πρέπει να προστεθεί ότι είναι «ευκταίον οι χειροτονημένοι επίσκοποι να παραιτηθούν οικειοθελώς από την χρήση του δικαιώματος αυτού προς αποφυγήν μομφής από μίαν τέτοιαν απόφανση», αλλά πλέον να μην παρακωλύει η οικογενειακή κατάσταση ενός σεβαστού και αξιότιμου πρεσβυτέρου στο ποίμνιον της περιοχής του να διαδεχθεί τον αποθανόντα επίσκοπόν του.

* Σημειώνεται ότι σε πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες προτιμώνται οι χηρεύοντες πρεσβύτεροι για να αναδειχθούν και στα χρόνια μας στα ύπατα αρχιερατικά αξιώματα ακόμη και του Πατριάρχη, όπως του Αλεξίου Β΄ στη Ρωσία, του Γερμανού στη Σερβία, του Ιουστινιανού στη Ρουμανία κ.α, διακρινόμενοι άλλοτε από το λευκό τους επανωκαλύμαυχο.

Στην εν Ελλάδι Εκκλησία παλαιότερα προτιμώντο και χηρεύοντες πρεσβύτεροι, όπως στην Κορινθία ο Σωκράτης Κολιάτσος (1884-1899) και στη Γορτυνία ο Φιλόθεος Β΄ (1852-1874) και ο Ιωάννης Μαρτίνος (1901-1919) κ.α. Τα συμβάντα τότε στη Ρωσία περί της προαγωγής εγγάμων πρωθιερέων σε επισκόπους είναι πράξεις μονομερείς και ακάνονες και συνεπώς απορριπτέες.”

Α.Π.

 

http://fanarion.blogspot.com/

Διαβάστε ακόμα