«Η θέαση ενός παράδοξου μυστηρίου»

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ

Ένα παράδοξο μυστήριο επιτελέσθηκε στην ελάχιστης (για τους Ρωμαίους) σημασίας πόλη της Βηθλεέμ. Ένας ταπεινός ξυλουργός ονόματι Ιωσήφ αναζητά ένα κατάλυμα για την έγκυο γυναίκα του, την Μαρία. Φαινομενικά, πρόκειται για μια συνηθισμένη έγκυο γυναίκα που πρόκειται να γεννήσει έναν κοινό θνητό. Η αναζήτηση του ανδρός αποδεικνύεται μάταιη καθώς κατάλυμα δεν βρίσκεται και η γυναίκα καταλήγει να γεννήσει σε έναν στάβλο. Η Θεοτόκος γεννά τον Υιό και Θεό της παρουσία του Ιωσήφ και των άλογων ζώων – ένας Θεός γίνεται άνθρωπος για να ανεβάσει τον άνθρωπο στον Θεό χωρίς η ανθρωπότητα να αντιληφθεί το παραμικρό. Οι Ιουδαίοι, οι οποίοι προσμένουν εκείνον τον ηγέτη ο οποίος θα ανορθώσει το πάλαι ποτέ κραταιό βασίλειο του Δαυίδ, δεν αντιλαμβάνονται ότι ο «ηγέτης» εκείνος γεννήθηκε. Δεν γεννήθηκε ούτε σε παλάτι αλλά ούτε και σε ένα αξιοπρεπές (με τις όποιες ανέσεις για την εποχή) κατάλυμα. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος γίνεται (ακούσια) συνεργός καθώς με την απογραφή που διατάζει, οδηγεί αφ’ ενός τον Ιωσήφ στην Βηθλεέμ και αφ’ ετέρου συνδέει (χωρίς να το έχει αντιληφθεί) το πέρασμά του στην ιστορία με την έλευση του Υιού και Λόγου του Θεού.

Ο Ρωμανός ο Μελωδός, αποτυπώνει την παραδοξότητα του μυστηρίου στο Κοντάκιο της εορτής. «Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν ὑπερούσιον τίκτει, καὶ ἡ γῆ τὸ Σπήλαιον, τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι μετὰ Ποιμένων δοξολογοῦσι. Μάγοι δὲ μετὰ ἀστέρος ὁδοιποροῦσι· δι’ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη, Παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός  – Η Παρθένος σήμερα τίκτει Αυτόν που είναι υπεράνω της φύσεως, και η γη προσφέρει στον Απρόσιτο (Θεό) το σπήλαιο. Οι Άγγελοι δοξολογούν (το γεγονός) μαζί με τους Ποιμένες. Οι Μάγοι με την βοήθεια του αστέρα οδοιπορούν (για να συναντήσουν τον γεννηθέντα Θεό)· επειδή για εμάς γεννήθηκε, ως μικρό παιδί, που πριν τους αιώνες ήταν και είναι Θεός». Η παραδοξότητα εδράζεται αρχικά στο ότι ο Θεός που υπήρχε χωρίς κάποια αρχή χρονική στην διάρκεια των αιώνων, γεννάται από την Παρθένο. Η γη, προκειμένου να υποδεχθεί τον Δημιουργό της, προσφέρει το σπήλαιο. Οι Άγγελοι δοξολογούν το γεγονός αυτό, όχι με την συμμετοχή φημισμένων μουσικών της εποχής, αλλά με τους άσημους και αγράμματους βοσκούς οι οποίοι αξιώνονται να είναι οι πρώτοι άνθρωποι που υποδέχονται τον Σωτήρα μας. Οι μορφωμένοι Ιουδαίοι της εποχής δεν αξιώνονται να αντικρύσουν Εκείνον του οποίου το «μωρότερον» ξεπερνά την σοφία όλων των ανθρώπων. Αντί εκείνων, οι αλλοδαποί (για τους Ιουδαίους) και αλλόθρησκοι Μάγοι από την Περσία κατανοούν την σπουδαιότητα της εμφάνισης του άστρου και σπεύδουν να εξακριβώσουν το μεγαλείο του συμβάντος.

«Τὴν Ἐδὲμ Βηθλεὲμ ἤνοιξε, δεῦτε ἴδωμεν· τὴν τρυφὴν ἐν κρυφῇ εὕρομεν, δεῦτε λάβωμεν, τὰ τοῦ Παραδείσου ἔνδον τοῦ Σπηλαίου. Ἐκεῖ ἐφάνη ῥίζα ἀπότιστος, βλαστάνουσα ἄφεσιν· ἐκεῖ εὑρέθη φρέαρ ἀνώρυκτον, οὗ πιεῖν Δαυῒδ πρὶν ἐπεθύμησεν· ἐκεῖ Παρθένος τεκοῦσα βρέφος, τὴν δίψαν ἔπαυσεν εὐθύς, τὴν τοῦ Ἀδὰμ καὶ τοῦ Δαυΐδ· διὰ τοῦτο πρὸς τοῦτο ἐπειχθῶμεν, οὗ ἐτέχθη, Παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός». Ο υμνογράφος, αμέσως μετά, μας καλεί να αντικρύσουμε την Βηθλεέμ που μετατράπηκε σε Εδέμ, να βρούμε την τρυφή του Παραδείσου που βρίσκεται κρυμμένη και μέσα στο Σπήλαιο να λάβουμε τα αγαθά του Παραδείσου. Μέσα στο Σπήλαιο αυτό «βλάστησε», χωρίς να «ποτιστεί», η «ρίζα του Ιεσσαί» και ανέδειξε την άφεση των αμαρτιών μας. Μέσα στο Σπήλαιο αυτό βρέθηκε το πηγάδι (το οποίο δεν σκάφθηκε από ανθρώπινο χέρι) από το οποίο ο Δαυίδ επιθύμησε να πιει νερό στην αντίστοιχη διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης· στο Σπήλαιο αυτό η Παρθένος γέννησε το βρέφος το οποίο σταμάτησε την (πνευματική) δίψα των Προπατόρων Αδάμ και Δαυίδ. Όλα αυτά αποτελούν τους λόγους για τους οποίους πρέπει να «σπεύσουμε» εκεί και να «αντικρύσουμε» το νέο Παιδί που γεννήθηκε, δηλαδή, τον υπάρχοντα πριν τους αιώνες Θεό μας.

Τα παραπάνω ωθούν, εύλογα, τον υμνογράφο να αναρωτηθεί «Τὶ μεῖζον ἄλλο καινὸν εἶδεν ἡ κτίσις;». Μαζί με τον υμνογράφο, ο άγιος Πρόκλος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και μαθητής του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, «παρακολουθεί» με τη σειρά του όσα είδαν οι ποιμένες και γενικά η ανθρωπότητα να εκτυλίσσονται στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Ο Πρόκλος, προβαίνει στην προέκταση της απορίας του υμνογράφου. Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως διερωτάται: Ποιό είναι το θαύμα της εορτής αυτής; (το θαύμα είναι) το ανερμήνευτο μυστήριο της ένωσης της θεότητας με την ανθρωπότητα· η σάρκωση Εκείνου που δεν είχε σχήμα χωρίς να υπάρξει επίπτωση στην ανθρώπινη σάρκα· ο παράδοξος τοκετός· η (ανθρώπινη) αρχή Εκείνου που γεννήθηκε· (το θαύμα είναι ότι) ενώ η ανθρώπινη φύση Εκείνου απέκτησε αρχή, η θεότητα έμεινε χωρίς αρχή· Εκείνος που έδωσε στον άνθρωπο μορφή έλαβε την μορφή του, και η Τριάδα δεν πλεόνασε ώστε να γίνει τετράδα· έγινε η ένωση δύο φύσεων και έγινε ο τοκετός ενός Υιού· έγινε η ένωση του Λόγου και της ανθρώπινης σάρκας χωρίς να υπάρξει η παραμικρή αλλοίωση· αυτός που γεννήθηκε κατά σάρκα είναι Θεός από τον Ουράνιο Πατέρα Του και άνθρωπος από εμάς τους ανθρώπους. Ποιος είδε ποτέ έναν βασιλιά να παίρνει την μορφή ενός καταδίκου; ή πότε ένας ανθρώπινος οφθαλμός κατάφερε να αντικρύσει τον ήλιο; Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά φανερώνεται αμέσως μετά. Ο Άγιος σημειώνει ότι όλα αυτά λαμβάνουν απάντηση κατά την στιγμή που η μήτρα της Παρθένου αποδεικνύεται μεγαλύτερη από τον ίδιο τον ουρανό, από την στιγμή που η Σάρκωση του Υιού δεν προκαλεί μείωση της δύναμής Του ή αλλοίωση της φύσης Του ή χωρισμό από τον Θεό Πατέρα.

Αναμφίβολα, το μυστήριο της Σαρκώσεως του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος καθιστά ανίσχυρη την κάθε προσπάθεια λογικής ερμηνείας. Ο Ιησούς Χριστός εξέρχεται από την μήτρα της Παναγίας χωρίς τυμπανοκρουσίες – γεννάται ταπεινά σε φάτνη και δοξολογείται από Αγγέλους και απλούς ανθρώπους. Οι ποιμένες βιώνουν εσωτερικά το γεγονός και αυτό αποδεικνύεται από την προβαλλόμενη ταπείνωσή τους όταν προσεγγίζουν την φάτνη. Οι Πέρσες Μάγοι αντιλαμβάνονται ότι, εκτός από την παρατήρηση του αστρικού φαινομένου, ο Βασιλέας που γεννάται ξεπερνά τα κοσμικά πλαίσια – η εσωτερική τους ανάγκη να λάβουν απάντηση, τους ωθεί να αναζητήσουν το νεογέννητο βρέφος και με ταπείνωση να προσκυνήσουν τον Ουράνιο Βασιλέα. Αντιθέτως, οι σημερινοί χριστιανοί βιώνουμε επιδερμικά τα Χριστούγεννα ως μια ευχάριστη υπενθύμιση μιας συγκινητικής ιστορίας του παρελθόντος χωρίς να συναισθανόμαστε τα παραπάνω. Ο Χριστός δεν έχει, πλέον, θέση στην ζωή μας και η Γέννησή Του είναι ένα απλό, αδιάφορο εν πολλοίς, γεγονός του παρελθόντος. Μάλιστα, η αναζήτηση μιας πνευματικής θέασης των Χριστουγέννων δεν είναι αποδεκτή από την θολοκουλτούρα των ημερών μας – μάλλον είναι καταδικαστέα. Ο νεογέννητος Χριστός αντίκρισε, τότε, το «πτώμα» της ανθρωπότητας – σήμερα αντικρίζει την αποστασία της από τα όσα ο Ίδιος κήρυξε και οι Απόστολοί Του μετέφεραν στην οικουμένη. Επομένως, είναι καιρός να αναζητήσουμε το νόημα των Χριστουγέννων στο μεγαλείο της ταπεινώσεως του Υψίστου. Εν κατακλείδι, με σκοπό να δώσουμε τέλος στην αναζήτηση του προαναφερθέντος ανδρός, ας παράσχουμε ένα πνευματικό «Σπήλαιο» στον Ιωσήφ και την Μαρία ώστε να γεννηθεί (και να γεννάται διαρκώς) στην καρδιακή μας «φάτνη» ο Δημιουργός μας, Αμήν – Χριστός Ετέχθη!

Διαβάστε ακόμα