Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος – Τρία χρόνια μετά

Του Αρχιμ. Ιωακείμ Οικονομίκου, Ιεροκήρυκα της Ι. Μ. Κίτρους

Πρίν από τρία χρόνια, η κατά Ανατολάς Ορθόδοξος Εκκλησία του Χριστού, τέτοιες ημέρες ζούσε σ’ ένα αναβρασμό. Η καρδιά της Ορθοδοξίας χτυπούσε στο ηρωϊκό νησί της Κρήτης. Εκεί είχαν καταφτἀσει ο Παναγιώτατος Οικουμενικός μας Πατριάρχης  κύριος Βαρθολομαίος, οι λοιποί Πατριάρχες και οι Πρόεδροι των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών για το μεγαλύτερο γεγονός της Εκκλησίας του Χριστού, πού ήταν η σύγκληση έπειτα από πολλές δεκαετίες, της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Από την χαρά και την εορτή αυτήν, από την μοναδική στιγμή της Εκκλησίας, απουσίαζαν τέσσερις Εκκλησίες, για τους δικούς τους γνωστούς λόγους, παρά τις υπογραφές τους στα Προσυνοδικά κείμενα και τις συζητήσεις στις οποίες συμμετείχαν μέχρι και την τελευταία στιγμή, αγνοώντας τις εκκλήσεις και τα τηλεγραφήματα του Προέδρου της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου να έρθουν και να συλλειτουργήσουν όλοι μαζί, είτε την ημέρα της Πεντηκοστής, είτε και την ημέρα των Αγίων Πάντων. Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος όμως, παρά τα προβλήματα, τις απουσίες, την πολεμική πού δέχτηκε από ορισμένους που ήθελαν και πίστευαν ότι τελικά δεν θα γίνει, είναι μια πραγματικότητα. Οι πολέμιοι της Συνόδου συνεχίζουν την πολεμική τους, για το γεγονός ότι η αυτή έγινε και έτσι διαψεύστηκαν στους οπαδούς τους. Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος έγινε και πέρασε στην ιστορία της Εκκλησίας μας. 

      Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας, έχει μια μεγάλη πορεία και ζωή. Ύστερα από αρκετά χρόνια απομονώσεως και αποξενώσεως, η Εκκλησία αποφασίζει την σύγκληση μιας Συνόδου, πρώτον για να δείξει την ενότητά της, και δεύτερον να λύσει θέματα και να δώσει απαντήσει σε ερωτήματα πού απασχολούσαν την ίδια αλλά και το ποίμνιο, το οποίο ζούσε και ζή πλέον σε νέες προκλήσεις και νέα δεδομένα. Είναι γεγονός ότι, ο σύγχρονος άνθρωπος, επηρεασμένος από το εκκοσμικευμένο πνεύμα της εποχής, πού ξεκίνησε με τον Διαφωτισμό και τα διάφορα κινήματα του 17ου, 18ου και 19ου αιώνος, έφεραν τον αποχριστιανισμό της κοινωνίας, ή “την λήθη του Θεού”. Χώρες της Ευρώπης παραδοσιακές χριστιανικές, έφτασαν να είναι άθρησκες, όπως η Γαλλία, πού αποτέλεσε την κοιτίδα του Διαφωτισμού, να ομιλούν πλέον για χριστιανικές μειονότητες, ενώ η πλειονότητα να είναι άθεοι και άθρησκοι. Έτσι διαμορφώθηκε μια θεωρεία, μία φιλοσοφία “σχετικά με την ελευθερία του ανθρώπου, η οποία, στο κεντρικό σύνθημα του Διαφωτισμού, την “αυτονομία” είδε, όπως διδάσκει ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, την αυτοαποθέωσιν του ατόμου” καθώς και “την προσπάθειαν αυτού να απαλλαγή από τας ετερονόμους δεσμεύσεις, αι οποίαι προήρχοντο εκ θεσμών, εκ της παραδόσεως και της θρησκείας”. (Λόγος Συνόδου. Τα κείμενα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Κρήτη 2016. Εισαγωγή Αρχιμ. Ευάγγελος Υφαντίδης. σελ.15). Από την άλλη, η εκκοσμίκευση, που αποτελεί προϊόν του Διαφωτισμού, οι βαπτισμένοι μέν στο όνομα της Αγίας Τριάδος, αλλά αδιάφοροι για τα θεολογικά και τα εκκλησιαστικά, οι άθεοι, οι ακατήχητοι, έκαναν τους Πατέρες να αποφασίσουν την σύγκληση αυτής της Συνόδου, ώστε η Εκκλησία και το κήρυγμα του Ευαγγελίου να ξανακουστεί στον σύγχρονο κόσμο. Αυτή η εκκοσμίκευση και η απουσία του βιώματος της Ορθοδόξου πίστεως, από μεγάλο μέρος των χριστιανών, έκαναν το Μαχάτμα Γκάντι να επισημάνει σε χριστιανούς πού τους έλειπε το υγιές φρόνημα της διδασκαλίας του Χριστού: “Μ’ αρέσει ο Χριστός σας. Δεν μ’ αρέσουν οι Χριστιανοί σας. Οι χριστιανοί σας είναι τόσο διαφορετικοί από τον Χριστό”. Αυτά έκαναν την Εκκλησία του Χριστού, την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού να αποφασίσει την σύγκληση της Συνόδου.               

     Η πρώτη σκέψη, έπεσε στο τραπέζι το 1930 στο Προπύργιο της Ορθοδοξίας το Άγιον Όρος, στο Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου, με Πρόεδρο τον Μητροπολίτη Τραπεζούντος Χρύσανθο, Αποκρισάριο τότε του Οικουμενικού Πατριαρχείου εν Αθήναις. Στο Συνέδριο αυτό του Αγίου Όρους, αποφασίζεται, η Εκκλησία να συγκληθεί σε Σώμα για την επίλυση θεμάτων πού είχαν συσσωρευτεί με το πέρασμα των χρόνων. Τα γεγονότα πού ακολούθησαν έβαλαν ένα φρένο στην όλη προσπάθεια. Μεσοπόλεμος, Β’ Παγκόσμιος πόλεμος, Κατοχή, Εμφύλιος, Σετπεμβριανά και άλλα, ανέστειλαν την σύγκλησή της. 

  Το 1960, η Εκκλησία περνά σε μια νέα περίοδο. Με συντονιστή το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αρχίζει τις Πανορθόδοξες Διασκέψεις αρχής γενομένης από την Ρόδο, για να ακολουθήσουν και άλλες. Σε όλες αυτές τις Πανορθόδοξες συναντήσεις μια σκέψη επικρατούσε. Το πότε θα γίνει η Σύνοδος. Ο χρόνος περνούσε και η Εκκλησία δεν αποφάσιζε. Οργάνωνε όμως σε τακτά χρονικά διαστήματα τις Πανορθόδοξες Διασκέψεις, είτε στην Ρόδο, είτε και στην Ελβετία στο Διορθόδοξο Κέντρο του Πατριαρχείου που ιδρύθηκε επί Πατριάρχου Αθηναγόρου, για να οριστικοποιήσει τα θέματα και να ορίσει την ημερομηνία ενάρξεως. 

   Τελικά το πλήρωμα του χρόνου ήρθε, και η Πανορθόδοξη Διάσκεψη και Σύνοδος πού συνεκλήθει  στο Φανάρι την Κυριακή της Ορθοδοξίας του 2014, με την συμμετοχή όλων των Πατριαρχών και των Προέδρων των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, όρισε αυτήν  για την Πεντηκοστή του 2016.

   Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, αναβίωσε τον πατροπαράδοτο και αποστολοπαράδοτο αυτόν Θεσμό των Μεγάλων Συνόδων, μέσα από τις οποίες οριστικοποιήθηκε το Δόγμα και το Διοικητικό σύστημα της Εκκλησίας. 

  Μέσα από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, κατέδειξε την αποστολικότητα, την μοναδικότητα, την κανονικότητα και την αδιάκοπο συνέχειά  της μέσα στην ιστορία.

  Η Εκκλησία του Χριστού, διαπίστωσε μέσα από τις εργασίες και τις Προσυνοδικές Διασκέψεις  την αναγκαιότητα της Συγκλήσεως της  Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, πρώτον, για να συσφίξει τις σχέσεις μεταξύ των κατά τόπους Εκκλησιών, να συνεργάζονται εν Συνόδω στενότερα για Διορθόδοξα και Διεκκλησιαστικά ζητήματα, ώστε ενωμένη να παρέχει επιβλητική την μαρτυρία της Ορθοδοξίας στον σύγχρονο κόσμο. Ένα κόσμο πού σπαράσσεται από πολέμους, τρομοκρατία, δουλεμπόριο, μεταναστευτικό, προσφυγικό και άλλα. 

  Η Σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου πριν τρία χρόνια, έβαλε τις βάσεις για την επαναλειτουργία αυτού σημαντικού Θεσμού της Εκκλησίας επάνω σε νέες βάσεις πού απαιτούν οι σύγχρονοι καιροί, γι’ αυτό και η σύγκλησή της ήταν απαραίτητη, πρώτον, διότι “η Εκκλησία συστήματος και συνόδου εστίν όνομα και ενώσεως εστι και συμφωνίας και ομονοίας όνομα” κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο Επίσκοπο και Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (Ομιλία: Εις τον Ψαλμόν 149, 1 και εις Α’ Κορ. 1,1) και δεύτερον, διότι η Ορθόδοξος Εκκλησία, είναι Μία και αδιαίρετος και η ενότητά της εκφράζεται μέσα από τις μεγάλες συνόδους. 

  Αυτήν την απόλυτη ενότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εξέφρασε η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, παρά τις τέσσερις απουσίες, οι οποίες έβαλαν πάνω από όλα τον εθνοφυλετισμό τους και όχι το συμφέρον και την Οικουμενικότητα της Εκκλησίας. Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, διέψευσε τις “Κασσάνδρες” πού ήθελαν την αναβολή ή και την ματαίωσή της. Με την Χάρη του Θεού όμως, η Ορθόδοξος Εκκλησία πού εν τω κόσμω ζή και “αύξει την αύξησιν του Θεού” (Κολ. 2, 19) δεν μπορεί να μένει αμέτοχη στα σύγχρονα προβλήματα και αποκομμένη από το παγκόσμιο γίγνεσθαι.  Η Εκκλησία σκοπό έχει να εκπληρώσει την σωτηριώδη αποστολή της πού είναι η σωτηρία του ανθρώπου, η καταλλαγή, ο διάλογος. Η Ορθόδοξος Εκκλησία, κρατούσα τον πολύτιμο ακένωτο θησαυρό της πίστεως και της παραδόσεως, σκοπό έχει να τον μεταδώσει “και εις τας δύο άλλας μεγάλας εκκλησίας της Δύσεως, εν μέσω των οποίων ακριβώς ίσταται, αποτελούσα την γέφυρα Εκκλησίαν”. (Ιωάννου Καρμίρη. Από την προσφώνησή του στο γεύμα της Πανορθοδόξου Διασκέψεως της Ρόδου τον Οκτώβριο του 1961). “Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος άνοιξε τον ορίζοντά μας,στην σύγχρονη πολύμορφη οικουμένη. Τόνισε την ευθύνη μας μέσα στον χώρο και τον χρόνο, πάντοτε με προοπτική την αιωνιότητα. Η Ορθόδοξος Εκκλησία, διατηρώντας αλώβητο το Μυστηριακό και Σωτηριολογικό χαρακτήρα, είναι ευαίσθητη στον πόνο, στις αγωνίες, και στην κραυγή  για δικαιοσύνη και ειρήνη των λαών. Ευαγγελίζεται “ημέραν εξ ημέρας το σωτήριον αυτού, αναγγέλουσα εν τοις έθνεσι την δόξαν αυτού, εν πάσι τοις λαοίς τα θαυμάσια αυτού” (Ψαλμ. 95). 

     Ας δεηθούμε “ο Θεός πάσης χάριτος, ο καλέσας υμάς εις την αιώνιον δόξαν εν Χριστώ Ιησού ολίγον παθόντας, αυτός καταρτίσει υμάς, στηρίξει, σθενώσει, θεμελιώσει. Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν” (Α’ Πετρ. 5: 10, 11). (Από μήνυμα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου). 

    “Επί πάσι τούτοις, πρός τον Τελειωτήν της πίστεως Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν αφορώντες, εκφράζομεν την ελπίδα, ότι Ούτος θα τηρήση ημάς και τον κόσμον Αυτού άπαντα εν τη αγάπη Αυτού και τη χάριτι Αυτού, δεόμεθα δε, όπως ο Άρχων της Ειρήνης Χριστός διατηρήση αδιατάρακτον την “επί Γής Ειρήνην και την εν ανθρώποις Ευδοκίαν”. “Η αγάπη έξω βάλλει τον φόβον”. Κύριος ο Θεός σώζοι την Εκκλησίαν αυτού. Είη  μεθ’  ημών, αδελφοί, έλεος, χάρις, ειρήνη από Θεού Πατρός και του Υιού Αυτού Ιησού Χριστού εν αληθεία και αγάπη. Αμήν”.(Από το Μήνυμα της εν Ρὀδω Πανορθοδόξου Διασκέψεως 1961).

 

Διαβάστε ακόμα