“Κυριακή… ημέρα αργίας, αεργίας ή ημέρα Κυρίου;”

Του Αρχιμ. Φιλίππου Χαμαργιά, Πρωτοσυγκέλλου της Ι. Μ.  Μεσσηνίας

 Μια ημέρα ανάπαυσης και αποχής, από την κοπιαστική εβδομαδιαία εργασία, είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε εργαζομένου ανθρώπου. Και η ημέρα αυτή είναι η Κυριακή. Έχουν γραφεί και ειπωθεί πολλά για την αξία της αργίας της Κυριακής. Μέχρι πρότινος ήταν νομοθετημένη και προστατευμένη από το κράτος. Εσχάτως καταλύθηκε και πλέον αποτελεί το “μήλον της Έριδος” μεταξύ εργαζομένων, συνδικαλιστικών οργάνων και εργοδοτών.  Αλλά και πριν ακόμα νομοθετηθεί από τους ανθρώπους η Κυριακή ως αργία, είχε καθιερωθεί ήδη από τη δημιουργία του κόσμου αφού “…εὐλόγησεν ὁ Θεὸς τὴν ἡμέραν τὴν ἑβδόμην καὶ ἡγίασεν αὐτήν· ὅτι ἐν αὐτῇ κατέπαυσεν ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ,…»[1] .  Και για τους μεν Εβραίους η ημέρα αυτή ήταν το Σάββατο, ως ημέρα αφιερωμένη στο Δημιουργό του κόσμου, για τους δε Χριστιανούς θεωρείται η Κυριακή ως ημέρα αργίας αλλά και αποδίδοντας ακόμη μεγαλύτερη τιμή σε αυτήν, ως “Ημέρα Κυρίου” την ονομάζουν “Κυριακή”.

Είναι αλήθεια πως ο άνθρωπος, ιδιαιτέρως της σύγχρονης εποχής, έξι ημέρες βρίσκεται πάνω από χαρτιά, μηχανές, κομπιούτερ, εργαλεία και αγωνίζεται για την καθημερινότητα, για τον “επιούσιον” και για μια καλύτερη ζωή. Όλη αυτή η εξαήμερος πίεση και όλος αυτός ο αγώνας αναμφίβολα τον κουράζει και τον εξουθενώνει. Πρέπει λοιπόν να ξεκουραστεί, να βρει γαλήνη, να ζήσει έστω και για λίγες ώρες μακριά από όλα αυτά. Να πάψει για λίγο να είναι ο συνάδελφος, ο προϊστάμενος, η αριθμομηχανή, να πάψει να είναι ένας τηλεκατευθυνόμενος άνθρωπος και να νιώσει πραγματικός άνθρωπος. Να νιώσει πως εκτός από σώμα, έχει και ψυχή, που χρειάζεται κι αυτή την ξεκούραση και την ηρεμία. Κι αυτά θα τα πετύχει μόνο αν την Κυριακή κάνει μια στάση για πνευματικό και ψυχικό ανεφοδιασμό στην Εκκλησία.

Δυστυχώς όμως, ιδιαιτέρως στην εποχή μας, αυτή η μέχρι πρότινος δεδομένη στάση ανεφοδιασμού τείνει να θεωρηθεί αχρείαστη. Πλέον ο άνθρωπος της καταναλωτικής κοινωνίας, της πληροφορίας και της ταχύτητας, έχει υπερβεί τα όριά του και δεν σκέφτεται καν την ημέρα αυτή να την ζήσει έτσι όπως πραγματικά πρέπει. Για πολλούς η ημέρα αυτή θεωρείται ίσως ως μια μεγάλη ευκαιρία για να κάνουν κάτι επιπλέον, αναφορικά με την εργασία τους. Για άλλους η ημέρα αυτή είναι η μεγάλη ευκαιρία για απόδραση από την καθημερινότητα και τους δίνεται η δυνατότητα για εκδρομές, βόλτες και διασκέδαση. Ενώ για μια άλλη μερίδα ανθρώπων η Κυριακή αποτελεί την ”μεγάλη ευκαιρία”  για να κοιμηθούν, δηλαδή για να μην κάνουν τίποτα. Και όταν ξημερώνει η Δευτέρα και ανατέλλει η νέα εβδομάδα και τολμήσουν να κάνουν έναν απολογισμό της Κυριακής, για αυτούς που  συνέχισαν να εργάζονται η Κυριακή δεν υπάρχει καμία διαφορά στη ζωή τους, αφού την έχουν ισοπεδώσει και την έχουν φέρει στα μέτρα και στα σταθμά των υπολοίπων ημερών της εβδομάδας. Δεν υπάρχει για αυτούς η λαχτάρα να ξανάρθει η Κυριακή ώστε να ζήσουν κάτι διαφορετικό. Και ζουν μια ζωή σαν ίσια γραμμή, χωρίς ποικιλία. 

Αλλά και όσοι θεώρησαν την ημέρα της Κυριακής ως ημέρα απόδρασης και διασκέδασης, τελικά κάνοντας κι αυτοί τον απολογισμό τους, απογοητεύονται διότι αυτό που έμεινε  από μια τέτοια Κυριακή είναι η σωματική κούραση και το πολύ-πολύ λίγες στιγμές χαλάρωσης και κεφιού. Ενώ αυτοί που απολογιστικά θα βρεθούν περισσότερο εκτεθειμένοι  και απογοητευμένοι είναι αυτοί που διαλέγουν την ημέρα της Κυριακής για να κοιμηθούν. Αυτοί χάνουν όλο το νόημα και την αξία της ημέρας. Από ημέρα ανεφοδιασμού και ψυχικής αναπαύσεως την  μετέτρεψαν σε ημέρα κενή, άδεια, γεμάτη άνια. Δεν δίνουν στον εαυτό τους τη δυνατότητα να βιώσει την αξία και τη χαρά της Κυριακής.

Και ποια είναι η αξία και η χαρά της Κυριακής;  

Μια Κυριακή χαρούμενη αρχίζει με τον γλυκύ ήχο της καμπάνας που μας καλεί. Έπειτα συνεχίζει η χαρά αυτή μέσα από την μυστηριακή μας συμμετοχή στην Εκκλησία. Παύουμε να είμαστε μόνοι, αφού από μονάδα γινόμαστε ομάδα και μέλη μιας κοινωνίας μέσα στην Εκκλησία. Και έρχεται η ώρα που μας ξεδιψάει το κήρυγμα του ιερέως, περισσότερο από το οποιοδήποτε ποτό θα πίναμε εκτός Εκκλησίας. Και χορταίνουμε από τη συμμετοχή μας στη Θεία Κοινωνία, έστω κι αν δεν έχουμε καθίσει σε τραπέζι με εδέσματα και καλούδια. Και έπεται η συνέχεια αυτής της χαράς όταν επιστρέφουμε στο σπίτι μας και όλη η οικογένεια μαζί κάθεται στο τραπέζι, αφού οι ενασχολήσεις και το πιεσμένο ωράριο της εβδομάδας δεν δίνει τη δυνατότητα αυτή ώστε να βρεθούν όλοι μαζί έστω και για λίγα λεπτά.

Εικόνες και βιώματα του παρελθόντος που όμως δεν μπορούν να διαγραφούν από τη μνήμη κανενός. Στιγμές που όσο κι αν προσπαθήσουμε δεν θα τις ζήσουμε αν δεν τις θυμηθούμε. Και δεν αρκεί να τις θυμόμαστε μόνο, αλλά πρέπει να τις βιώνουμε μέσα από την επαναφορά αυτών των παλαιών αλλά αληθινών και ζωντανών συναισθημάτων.

[1] Γεν. Β’ , 3

Διαβάστε ακόμα