Του Αρχιμ. Φιλίππου Χαμαργιά, Πρωτοσυγκέλλου της Ι. Μ. Μεσσηνίας
Τρέχει, λαχανιασμένος και πιθανόν φοβούμενος μην τυχόν και φύγει και δεν τον προλάβει…!!! Κι όμως ναι!!!! Είναι ακόμα εκεί!!! Πέφτει στα πόδια Του, Τον ευχαριστεί. Τον θεράπευσε από τη λέπρα που τον καθιστούσε βδέλυγμα και όνειδος για την κοινωνία.
Όμως δεν μπορεί….θα έρθουν κι οι άλλοι…ο δεύτερος, ο τρίτος, ….οι υπόλοιποι εννέα…!!! Όλοι θεραπεύθηκαν, όλοι βίωσαν το θαύμα. Δεν μπορεί…θα έρθουν….!!! Έτσι θα σκέφτοταν ο καθένας. Όμως η ώρα περνά και δεν ήρθε κανένας από τους υπόλοιπους εννέα, κι ούτε πρόκειται να έρθουν. Ενώ ήρθαν μαζί για να παρακαλέσουν τον Κύριο και να θεραπευθούν, μόλις πήραν αυτό που ήθελαν, μετά οι δρόμοι τους χώρισαν. Ο ένας πήρε το μονοπάτι της ευγνωμοσύνης, οι εννέα βάδισαν τη λεωφόρο της αχαριστίας.
Και να ήταν μόνο αυτοί οι εννέα…. Είναι πολλοί, είναι αμέτρητοι αυτοί που πάσχουν από την ίδια ασθένεια με τους εννέα. Πάσχουν από την λέπρα της αγνωμοσύνης. Είναι ολόκληρη στρατιά ευεργετηθέντων που ενώ παρακλητικά ικετεύουν το Θεό, όπως οι λεπροί της ευαγγελικής περικοπής, όπως η Χαναναία[1], όπως ο τυφλός της Ιεριχώ[2]. Κι ενώ τον ικετεύουν, μετά ταύτα γυρίζουν την πλάτη στον Ευεργέτη τους. Δεν τον ευχαρίστησαν ποτέ και για τίποτα από όσα ευεργετήματα έλαβαν από Αυτόν. Βίωσαν θαύματα, έγιναν οι ίδιοι λήπτες της χάριτός Του, πολλές φορές τους οδήγησε από το δρόμο της καταστροφής στην οδό της σωτηρίας όμως δεν κατανόησαν ποτέ το μέγεθος της ευεργετικής Του δύναμης και χάριτος. Τουναντίον μάλιστα. Βιώνοντας το θαύμα και γευόμενοι τις ευεργετικές συνέπειες της θείας παρεμβάσεώς Του σε ζητήματα και προβλήματα, τελικά όχι μόνο δεν είπαν και δεν λένε ποτέ “Δόξα Σοι ο Θεός” αλλά με περίσσιο εγωισμό κομπάζουν νομίζοντας πως τα κατάφεραν…!!! Κι αν καμιά φορά τους ξεφύγει η φράση “Δόξα Σοι ο Θεός”, έχει χαρακτήρα περισσότερο ανακουφιστικό παρά δοξολογικό. Και το χειρότερο είναι ότι στη συνέχεια με ένα πνεύμα ορθολογιστικό δίνεται και η ερμηνεία που βολεύει ή συμφέρει, με αποτέλεσμα η αγάπη και η πρόνοια του Θεού προς τον άνθρωπο να παραμερίζεται και να αποσιωπείται επιμελώς, δίνοντας τη θέση τους στις “συμπτώσεις” και στα “απρόοπτα” της ζωής. Έτσι φαίνεται πως σκέφτηκαν και οι εννέα αγνώμονες λεπροί. Έτσι δυστυχώς σκέφτονται και οι διαχρονικοί διάδοχοι και μιμητές τους.
Όμως…για κοίτα….!!! Υπάρχει και ο ένας!!! Αυτός που δεν τους ακολούθησε στη λεωφόρο της αγνωμοσύνης, αλλά η καρδιά, η σκέψη και η συνείδησή του οδήγησαν τα βήματά του στο μονοπάτι της ευγνωμοσύνης. Δεν στάθηκε να δει που πάνε οι άλλοι. Δεν τους ακολούθησε. Έκανε αυτό που του επέβαλε η συνείδησή του. Ήξερε το χρέος του. Δεν δίστασε, ούτε το άφησε για αργότερα. Δεν ακολούθησε το ρεύμα των πολλών ή της εποχής. Δεν παρασύρθηκε από την ποσοτικά μεγαλύτερη παρέα. Κι αυτό μας διδάσκει πως όταν βιώνουμε την ευεργεσία του Θεού στη ζωή μας τότε πρέπει α) να μην παρασυρόμαστε φοβούμενοι ή σκεπτόμενοι τι θα πουν ή θα κάνουν οι άλλοι, β) να μην αφήνουμε ποτέ για αύριο, αυτό που μπορούμε ή πρέπει να το κάνουμε σήμερα. Διότι πολλές φορές ζητάμε άμεσα τη βοήθεια του Θεού αλλά αφήνουμε για αργότερα την έκφραση της ευχαριστίας μας στο πρόσωπό Του, με αποτέλεσμα να μην το κάνουμε ποτέ, διότι οι βιοτικές μέριμνες της ζωής μας θέτουν άλλες προτεραιότητες, και γ) όταν ευχαριστούμε το Θεό να το κάνουμε με όλη μας την ψυχή, σαν τον ένα λεπρό[3]. Και η έκφραση αυτή να έχει χαρακτήρα ειλικρινή, αληθινό και να βγαίνει εκ βάθους ψυχής. Να μην είναι ένα “Ευχαριστώ” τυπικό και χλιαρό, μόνο και μόνο προς το θεαθήναι.
Αν αναζητήσουμε στη ζωή μας ευκαιρίες για να ευχαριστήσουμε το Θεό, για όσα ευεργετικά μας έχει προσφέρει, να είμαστε βέβαιοι πως θα βρούμε πάρα πολλές. Εξάλλου ο Θεός πέραν όσων μας έχει προσφέρει στο παρελθόν, συνεχίζει ακόμα και στο παρόν να μας αποκαλύπτεται με ευεργεσίες και θαύματα, αλλά θα συνεχίσει και στο μέλλον. Αρκεί να μάθουμε μια μαθηματική πράξη που θα μας γίνει οδηγός σε αυτό. Στη ζωή μας να προσθέτουμε ελπίδα, να αφαιρούμε λάθη, να πολλαπλασιάζουμε τα όνειρα και να διαιρούμε την αγάπη στους συνανθρώπους μας. Τότε με μαθηματική ακρίβεια θα έχουμε ευχαριστήσει το Θεό.
[1] Ματθ. ιε’ 22
[2] Λουκ. ιη´ 38
[3] Λουκ. ιζ’ 15-16