Του Αρχιμ. Φιλίππου Χαμαργιά, Πρωτοσυγκέλλου της Ι. Μ. Μεσσηνίας
Τα σύννεφα της πλεονεξίας έχουν πυκνώσει στη ζωή του, όταν ξαφνικά έρχεται, σαν γλυκός άνεμος, ο λόγος του Χριστού και αρχίζει να διαλύει τη συννεφιά. Και να που ο Ζακχαίος αρχίζει να βλέπει ξεκάθαρα τα πράγματα στον ορίζοντα. Δεν βλέπει όμως μπροστά, γυρίζει πίσω. Ψάχνει στο αμαρτωλό παρελθόν του και βλέπει ένα – ένα τα σημάδια που σκιάζουν τη συνείδησή του. Από τη σκέψη του περνάνε διαδοχικά οι αδικημένοι από αυτόν, οι συκοφαντίες που έκανε, οι πικραμένοι που και αγανακτισμένοι για όσα τους έκανε. Όλοι και όλα στριφογυρίζουν στο μυαλό του. Το μυαλό του χάνεται στο αμαρτωλό και σκληρό παρελθόν του. Σαν θηλιά γύρω από το λαιμό του τον πνίγουν. Πρέπει κάτι να κάνει, να βρει τρόπο να απαλλαγεί από όλα αυτά που τον πνίγουν. Θα μπορούσε να τα αφήσει πίσω και να πει “από σήμερα θα αλλάξω, θα γίνω καλύτερος”. Όμως δεν του φτάνει να αλλάξει. Δεν θέλει να γυρίσει σελίδα στο βιβλίο της ζωής και να αφήσει στίγματα και σκιές στις προηγούμενες σελίδες. Θέλει να διορθώσει τα λάθη και τα πάθη του χθες.
Και παίρνει τη γενναία απόφαση. Αλλάζει!!! Όχι στα λόγια, αλλά έμπρακτα. Πρώτα απ’ όλα εξομολογείται! Διαλαλεί όσα άνομα έκανε. Αναγνωρίζει τις κλεψιές, τις παρανομίας, τα ψεύδη και τη δολοπλοκία με τα οποία αδίκησε τους συνανθρώπους του.
Και αφού εξομολογείται, τότε μπαίνει στο δρόμο του Θεού. Κι εκεί συναντά τους πτωχούς, όλους όσους έχουν ανάγκη, όσους πεινούν, όσους είναι εμπερίστατοι. Πιθανόν να μην τους είχε δει ποτέ, να μην γνώριζε πως υπήρχαν. Η καλοπέρασή του και ο ατομισμός του δεν τον είχαν αφήσει να δει χαμηλά, κι ας ήταν κι ο ίδιος μικρόσωμος. Όταν όμως ανέβηκε στη συκομορέα είδε. Κι όχι μόνο είδε, αλλά εκεί τον είδε και ο Χριστός. Κι έτσι ένα δένδρο γίνεται άμβωνας για τον Ζακχαίο και του δίνεται η δυνατότητα όχι μόνο να δει το Χριστό ως θεατής, αλλά να συναντηθεί μαζί Του, να γίνει κοινωνός Του. Και με την ιδιότητα πλέον του κοινωνού με τον Θεόν αποδίδει, με πνεύμα δικαιοσύνης και αποκατάστασης, στον καθένα ότι παράνομα και άδικα αφαίρεσε, με τη συκοφαντία. [1]
Η συκοφαντία. Μεγάλη πληγή αλήθεια. Όχι τόσο για αυτόν που την διαπράττει, όσο για αυτόν που την δέχεται και μπαίνει στο στόχαστρο του συκοφάντη. Αν μπορούσαμε να δώσουμε ένα όνομα σε κάθε συκοφαντική πράξη ή κίνηση, τότε θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε “επιχείρηση κατά της αληθείας”. Διότι πραγματικά κάθε συκοφαντική κίνηση κρύβει μέσα της μόνο το ψεύδος και την κακία. Τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει άλλο κίνητρο, παρά μόνον η εκ φύσεως κακότητα και μικροψυχία των συκοφαντών. Και δυστυχώς τέτοιοι άνθρωποι δεν λείπουν από καμία κοινωνία και από καμία εποχή. Πάντοτε βρίσκονται παρόντες και έτοιμοι να σπείρουν την είδηση, το ανυπόστατο γεγονός, που τις περισσότερες φορές είναι γέννημα και αποκύημα φαντασίας και υποθετικής προσέγγισης. Είναι πάντα και παντού έτοιμοι ώστε να δολοφονήσουν ψυχές και συνειδήσεις. Αναφερόμενος σε τέτοιους ανθρώπους ο Δαυίδ λέγει “οἵτινες ἐλογίσαντο ἀδικίαν ἐν καρδίᾳ, ὅλην τὴν ἡμέραν παρετάσσοντο πολέμους· ἠκόνησαν γλῶσσαν αὐτῶν ὡσεὶ ὄφεως, ἰὸς ἀσπίδων ὑπὸ τὰ χείλη αὐτῶν”[2]
Έργο του συκοφάντη είναι η διαστρέβλωση της αληθείας, όταν δεν μπορεί να μην την αποδεχθεί. Εύκολη φράση για να επιβεβαιώσει τη δική του εκδοχή είναι το “Ναι μεν…αλλά”… Ένα “αλλά” που αφήνει περιθώρια αμφιβολίας και επαναδιαπραγμάτευσης στο συνομιλητή ή στον λήπτη της συκοφαντίας.
Αν ο δολοφόνος κατηγορείται και καταδικάζεται επειδή αφαιρεί τη ζωή ενός ανθρώπου, ο συκοφάντης θα έπρεπε να καταδικάζεται διότι αφαιρεί την πεμπτουσία της προσωπικότητας του ανθρώπου, που είναι η υπόληψη. Διότι ποιος είναι ο καθρέπτης της προσωπικότητας ; Η τιμή και η υπόληψη. Και το χειρότερο είναι πως όσο πιο υψηλά ιστάμενος ή καταξιωμένος κοινωνικά ή και οικονομικά είναι αυτός που συκοφαντεί, τόσο πιο πιστευτή γίνεται η συκοφαντία. Αν θέλουμε να κατανοήσουμε το μέγεθος του κακού της συκοφαντικής ενέργειας, αρκεί να αναλογισθούμε το μέγεθος της αποζημίωσης που προσφέρει ο Ζακχαίος λέγοντας “καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν” [3].
Γι’ αυτό λοιπόν σήμερα ο Ζακχαίος μας δίνει το φωτεινό παράδειγμα της αναθεώρησης όσων λέμε ή πράττουμε, χωρίς να έχουμε υπολογίσει πόσο επιζήμια μπορεί να αποβούν για κάποιους συνανθρώπους μας ή και για εμάς τους ίδιους. Ας αφουγκραστούμε το μήνυμά του που απευθύνεται σε όλους μας. Λίγο ως πολύ μπορεί κι εμείς να έχουμε αδικήσει, συκοφαντήσει ή πληγώσει κάποιον. Ας επανορθώσουμε. Ποτέ δεν είναι αργά.
[1] Λουκ. ιθ’ 8
[2] Ψαλμ. 139, 3-4
[3] Λουκ. ιθ’ 8