“Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν…”

Του Αρχιμ. Φιλίππου Χαμαργιά, Πρωτοσυγκέλλου της Ι. Μ. Μεσσηνίας

Ο σοφός λαός μας λέει μια παροιμία: “Γιάννης κερνάει…Γιάννης πίνει”. Κάπως έτσι και ο Φαρισαίος εξυμνεί τον εαυτό του. Αυτοθαυμάζεται, αυτοδιαφημίζεται και αυτοπροβάλλεται ως άγιος και ως υπερέχων έναντι των άλλων ανθρώπων. Και δεν αρκείται στην αυτοπροβολή του αλλά προσπαθεί να την θεμελιώσει και να την στηρίξει μέσα από ένα παραλήρημα κατάκρισης και προσβολής στο πρόσωπο του Τελώνη. Δεν ενδιαφέρεται αν τον ακούσει κι αν στεναχωρηθεί, το σημαντικό είναι να τον ακούσει ο Θεός.

Όμως ευτυχώς ο Θεός ακούει προσευχές κι όχι το υπεροπτικό και εγωιστικό παραλήρημα πολλών, που ομοιάζουν στο Φαρισαίο. Διότι δυστυχώς είμαστε πολλοί, που ενώ διαβάζοντας ή ακούγοντας την περικοπή του Τελώνου και του Φαρισαίου, δείχνουμε συμπάθεια στον ταπεινό Τελώνη, αποστρεφόμαστε τη συμπεριφορά του Φαρισαίου, αλλά τελικά στη ζωή μας μιμούμαστε τον Φαρισαίο και ακολουθούμε τα βήματά του.

Πως; Πρώτα απ’ όλα υπερτιμώντας την προσωπικότητά μας, τις δυνατότητές μας και τα προσόντα μας. Ας καθίσουμε λίγο να σκεφτούμε πόσες φορές μεγαλοποιούμε ότι έχει να κάνει σε σχέση με πράγματα ή γεγονότα που μας αφορούν. Διατυμπανίζουμε τις αρετές μας, τα επιτεύγματά μας, την κοινωνική μας θέση. Μας αναπαύει να επιδεικνύουμε τα χαρίσματά μας, τις ανέσεις που έχουμε στη ζωή, την οικονομική μας ευμάρεια και οτιδήποτε νομίζουμε πως θα μας κάνει αρεστούς και αποδεκτούς στην κοινωνία. Είπε ο Γάλλος στοχαστής Πασκάλ πως “Οι άνθρωποι σχηματίζουν τις πεποιθήσεις τους με βάση αυτό που τους γοητεύει και όχι με βάση την πραγματικότητα”.  Κι έτσι βρισκόμαστε στην κατάσταση να ζούμε υποκριτικά, να κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, όπως λέει ο σοφός λαός μας.

Και δεν φτάνει μόνο αυτό. Δεν αρκούμαστε στην υπερτίμηση του “Εγώ” μας, αλλά την στηρίζουμε και την καθιερώνουμε πάνω στην υποτίμηση των άλλων. Κι εδώ πάλι όποιος εργάζεται έτσι, χρησιμοποιεί ένα μεγεθυντικό φακό προκειμένου να μεγαλοποιήσει, όχι τις αρετές του, αλλά τις αδυναμίες των συνανθρώπων του. Μικροσφάλματα των άλλων τα μεταβάλλει σε εγκλήματα, προκειμένου να καλύψει τα δικά του. Κάνει “την τρίχα τριχιά”, όπως λέει και πάλι ο λαός μας. Δεν βλέπει τον ολόλευκο τοίχο αλλά την μαύρη μύγα που στέκεται πάνω του. Και προσπαθεί να  βρει πάντα τρόπο και μέσον ώστε να εκθέσει τους άλλους και να φανεί ο ίδιος καθαρός. Μερικές δε φορές, φορώντας τη στολή της υποκρισίας, εκφράζεται τάχα με συμπάθεια και συμπόνοια προς αυτούς που πρόκειται να μπουν στο στόχαστρό του, εκβράζοντας έτσι από τα εσώψυχά του κάθε αρνητική γνώμη που έχει μέσα του και μεταβάλλοντας την κακία του σε μια δήθεν συμβουλή παραδειγματισμού προς τον συνομιλητή του, με απώτερο σκοπό όμως τον εξευτελισμό και διασυρμό των άλλων.  Πάντα όμως, πίσω από τις δήθεν συμβουλές και τα παραδείγματα που φέρνει, κρύβεται η περιφρόνηση και η απέχθειά του προς τους άλλους, έστω κι αν προσπαθεί να πείσει πως οι κρίσεις και τα λόγια του είναι απλές διαπιστώσεις και όχι τεκμήρια κατηγορίας.

Δυστυχώς όμως πολλές φορές, ακόμη και εντός Εκκλησίας, διαπιστώνουμε μια κωμικοτραγική εικόνα. Δεν είναι λίγοι αυτοί που ζουν μεν με πρότυπό τους τον ταπεινό Τελώνη αλλά καυχώνται γι’ αυτό με τρόπο αμιγώς φαρισαϊκό. Όπως υπάρχει και η μερίδα αυτών που ζουν μέσα σε ένα πνεύμα εκκοσμίκευσης και εκμοντερνισμού δηλώνοντας και υπερηφανευόμενοι πως δεν έχουν καμία σχέση με τους  “συντηρητικούς” της παλαιάς κοπής, δανειζόμενοι τον λόγο του Φαρισαίου “ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων”[1] και καυχώμενοι ότι αυτοί διαλέγουν μια νέα οδό να βαδίσουν, μακριά από τις παραδόσεις, τις οποίες μετονομάζουν πολλές φορές σε “αγκυλώσεις” του παρελθόντος. Και έτσι πέφτουν κι αυτοί στην παγίδα του φαρισαϊσμού, κατηγορώντας κάθε τι διαφορετικό, ξεχνώντας πως ο Φαρισαίος έχασε τα πάντα με αυτή ακριβώς τη νοοτροπία και με την αυτοπεποίθησή του.

Διότι ουσιαστικά αυτό που οδήγησε στην απώλεια τον Φαρισαίο, αλλά και κάθε ακόλουθό του, σε κάθε εποχή και σε κάθε κοινωνία, είναι ο εγωκεντρισμός του και η θεοποίηση του “Εγώ” του.  Στο λόγο του και στη σκέψη του υποκείμενο είναι ο εαυτός του, αφού “σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο[2]. Κέντρο της υπάρξεώς του είναι μόνον αυτός.  Ενώ στο λόγο και στην προσευχητική σκέψη του Τελώνου κεντρική θέση έχει ο Θεός, του οποίου το έλεος και τη συγχώρηση ζητά.

Έτσι λοιπόν η παραβολή αυτή μας προτρέπει να αναλογισθούμε ποιο είναι το κέντρο της ζωής μας, της σκέψης και των ενεργειών μας. Αν είναι το “Εγώ” τότε βαδίζουμε στα χνάρια του Φαρισαίου, ενώ αν είναι ο Θεός και η αίτησή μας για έλεος, τότε έχουμε την ελπίδα να δικαιωθούμε έναντί Του.

[1] Λουκ. ιη’, 11

[2] Λουκ. ιη’, 11

Διαβάστε ακόμα