Στην Εκκλησία τον πρώτο λόγο έχει η Μήτηρ της Ζωής

Υπό Αρχιμ. Τιμοθέου Γεωργίου, Εφημερίου Ι. Ν. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου  Καλλιθέας

Ίσως το να αναπολήσει κάποιος ιερέας βιωματικές καταστάσεις και φωτεινές στιγμές από προηγούμενες ιερές πανυγήρεις, του Ναού στον οποίο διακονεί παραπέμπει σε ευφροσύνη από την πάνδημη συμμετοχή όλων και την παρουσία όλων και ίσως είναι το εύκολο, αλλά σίγουρα δεν είναι Εκκλησιαστικό αν θεαθούν σαν περασμένα «μεγαλεία». Το να ζήσει  το «σήμερα» ίσως είναι οδυνηρό αλλά μόνο αυτό υπάρχει και έχει δύναμη το σήμερα όπως μας λέει και η Εκκλησία : «Σήμερον της σωτηρίας ημών το Κεφάλαιον..». Η καμπάνα το πρωϊ σήμανε όχι για να μας καλέσει σε Σύναξη, αλλά για να τονίσει ότι η Εκκλησία σώζει όχι με ότι κάνει αλλά με ότι είναι και σημαίνει. Σήμανε όπως η Ζωή σημαίνει όπως η ελπίδα της άνοιξης, έστω και έχει αναστείλει για λίγο την παρουσία της.

Παρόλη την θλίψη, έχουμε την πληροφορία μιας ευγνωμοσύνης για την πιο πένθιμη Τεσσαρακοστή που διερχόμαστε στη σύγχρονη ιστορία, και ναι φυσικά θλιβόμαστε αλλά δεν απογοητευόμαστε. Διότι τον πειρασμό και την δοκιμασία της πανδημίας καλό θα ήταν να την δούμε και ως πρόκληση. Οποιαδήποτε και εάν είναι η αἰ­τία των δοκιμασιών που πλήττουν κατά καιρούς τόν κόσμο μας, το βέβαιο είναι ότι μπορεί αυτές για τον πιστό να δράσουν καί ευεργετικά. Γιατί κάθε ανθρωπος τις στιγμές της δοκιμασίας αισθάνεται τα όριά του· συνει­δη­τοποιεῖ ὅτι δέν εἶναι παντοδύ­να­μος καί δέν είναι αυτός ὁ τελικός ρυθμι­στής της ζωῆς του αλλά καί τῶν πραγ­μά­των του κόσμου.

Και έχουμε την ευλογία να παρακαλέσουμε το Θεό ο καθένας στο σπίτι του και σύντομα μαζί, να μας δίνει υπομονή και δύναμη μέχρι να παρέλθει η δοκιμασία. Βεβαίως το ζητούμενο δεν είναι μόνο να παρέλθει όσο και να την έχουμε αξιοποιήσει ως πνευματική ευκαιρία. Σε αυτό δεν είμαστε μόνοι. Παίρνουμε μια ανάσες ζωής από Εκείνη που έτεκε τη Ζωή, οι αντοχές μας ραντίζονται από τη δροσιά της χάρης Της, γιατί είναι η παρηγοριά μας και ο καθένας μας απευθύνεται σε Εκείνη με εμπιστοσύνη και απλότητα.

Ο Θεός μας ευλόγησε με μια απύθμενη οικειότητα και με μια άπειρη τρυφερότητα με τήν Παναγία μας. Είναι «εγγύς» ως Ελεούσα, Οδηγούσα, Γιάτρισα, Σκέπουσα με πλήθος πολλών άλλων ονομάτων, αφού «ουκ έστιν αριθμήσασθαι δυνατόν μεγαλεία τα σα Θεονύμφευτε» για πλούσιους και φτωχούς, κληρικούς ή λαϊκους, πιστούς και λιγότερο πιστούς, υγιώς νοσούντες και υγιαίνοντες ασθενείς.

Έχουμε Εκείνη που ένωσε στη δική της ζωή την κτίση με τον Κτίστη και μπορούμε να απευθύνουμε την δέηση μας την «πενιχρά», τους λίγους λόγους που μας έχουν απομείνει να τους υποδέχεται Εκείνη, που φέρει στην καρδιά της το μυστήριο της σωτηρίας των ανθρώπων, ως μυστήριο σταυροαναστάσιμης σιωπής ως μυστήριο ομορφιάς, του Αγίου πνεύματος, το πρότυπο της γυναίκας από την οποία «ερρύη τα κρείττω».

Με την ευκαιρία του Ευαγγελισμού Της μακαρίζουμε την Δημιουργό του Δημιουργού, σπεύδουμε στη μητρική της θωπεία,  αναθέτουμε σε Εκείνη τήν ελπίδα γιά τό σήμερα, για την Πατρίδα μας, και παρόλο που νιώθουμε την αδυναμία μας ενώπιόν της επιχειρούμε να ζητούμε τη συμπάθεια Της, δεόμαστε στην Ταπεινή, καταθέτοντας τα ευλαβικά μας αισθήματά μας σε Εκείνη που μας ενώνει και μας λυτρώνει στους απρόσωπους καιρούς μας.

Σε Εκείνη που δεν μας ξεγελά με μικροχαρές που τελειώνουν, αλλά που είναι «η της Χαράς γεννήσασα τον Αίτιον». Εκείνη που εμπνέει στη μεταστροφή του κόσμου, από το απάνθρωπο στο Θεάνθρωπο, Εκείνη μας λέει ότι ο κάθε άνθρωπος είναι μυστήριο ιερό κρυμμένο στο μυστήριο του Χριστού. Μυστήριο που λειτουργείται και προσκυνείται στην Εκκλησία. Το άλμα της ανταπόκρισης Της στην Αγάπη του Θεού στο «Γένοιτο» της, το «ναι» της στο Θεό, έδωσε την ανθρώπινη ζωή στον Λόγο, διότι Το αποφασιστικό θέλημα του Θεού θα χρειάζεται πάντα το αποφασιστικό θέλημα του ανθρώπου.  Σε αυτή το δύσκολο «σήμερον» η ομιλούσα σιωπηλή δέηση Της διακονεί την ενότητα Θεού και ανθρώπων στο πρόσωπο του Χριστού.

Παναγία μας, αν αρνηθήκαμε το κρυμμένο νόημα της ζωής, αν ζητήσαμε νέα και εντυπωσιακά θαύματα, αν επενδύσαμε σε μια υγεία χωρίς το Θεό, αν κλυδωνιστήκαμε στην ταραγμένη θάλασσα του βίου μας, αν βρεθήκαμε σε απορία και απόγνωση, παραμένεις το Αιώνιο Θαύμα, η μόνη Καταφυγή και Ελπίδα μας. Διότι «προς τίνα καταφύγω άλλην αγνή που προσδράμω λοιπόν και σωθήσομαι;». Ξέρουμε ότι όσο πόνεσε όταν η ρομφαία διήλθε την καρδιά Της όταν Εκείνον στο Σταυρό, την πονά και για όλους τους υιούς των ανθρώπων, γιατί συνοδοιπορεί και συμπάσχει με εμάς όπως συνέπασχε κάτω από το Σταυρό του Υϊού της.

Δεν έμαθε αλλά έπαθε τα Θεία, γι΄ αυτό μας στηρίζει σε κάθε δοκιμασία ως η Αγάπη που είναι ισχυρότερη από το θάνατο. Ας μην απελπιζόμαστε λοιπόν αδελφοί, όσο και αν έχουμε «μαρτιρίκια πολλά» ας μην «σκοτώνουμε τα άστρα» όπως αναφέρει και ο ποιητής. Στην πίκρα μας έχουμε «τον γλυκασμό των Αγγέλων», των «θλιβομένων την χαρά. Η όντως Ταπεινή μας διδάσκει ότι η ασθένεια δεν μπορεί παρά να είναι και αφορμή ταπείνωσης, μπορεί να παραπέμπει και στη δύναμη που «εν ασθενεία» τελειώνεται, στην τέχνη του να ξαναβρίσκει κανείς τη θέση του, να ξαναβρίσκει κανείς τον εαυτό του, την καρδιά του και να ανακαλύπτει ξανά το νόημα του μυστηρίου.

Η «το πώς μηδένα διδάξασα» Θεοτόκος δεν δίνει εύκολες συνταγές. Μας δίνει το δώρο του θησαυρού της χωρίς να μας εγκλωβίζει ποτέ σ’ αυτόν, διακονεί τη σωτηρία, χωρίς να είναι ληξίαρχος των σωζομένων. Γι΄αυτό προσκυνούμε το μυστήριό της και ελπίζουμε στο θαύμα που δεν είναι επιστημονικό ή θρησκευτικό, στο θαύμα που δεν είναι να απαλλαγούμε από την ασθένεια του covid 19 αλλά να έχουμε τη χάρη να τον αντέξουμε. Αν είμαστε με το Θεό δεν μπορεί να θέλουμε «κάτι» από αυτόν αλλά τον Ίδιο – όπως Εκείνη χωρίς ανταλλάγματα και χωρίς αντιπαροχές. Όπως Εκείνη που δεν απαίτησε τίποτα, αλλά της αρκεί ο Θεός, Εκείνη που δεν ανταλλάσσει τίποτα, αλλά προσφέρει τα πάντα στο Θεό και στον κόσμο, Εκείνη που δεν επιδιώκει τίποτα γι΄ αυτό κατέχει τα πάντα. Στην Εκκλησία τον πρώτο λόγο τον έχει η Ζωή. Γι αυτό να ευχηθούμε να μας πάει κάπου αυτός ο πόνος, δηλαδή να γίνει εργαστήριο επανανοηματοδότησης του βίου. Μετά το πρώτο σοκ, την τραχύτητα και την όποια δυσχέρεια προσαρμογής, να τον δούμε σαν γερό μάθημά που θα μας πεί ότι ο ανθρωποθεός που είχαμε κατασκευάσει προ Κορονοϊού έχει και όρια και αν περνάμε από την εμπειρία του Άδη, εκεί που σπάζουν τα όρια του πόνου και γκρεμίζονται τα είδωλα, εκεί ακριβώς μπορεί να αναδυθεί η ελπίδα της συλλογικής μετάνοιας και εκεί αντέχει να μένει σταθερή η Σταυρωμένη και Αναστημένη Αγάπη που «ουδέποτε εκπίπτει».

Ίσως μόνο μέσα στην ασθένεια μπορεί να ανασταίνεται η προσευχή προς τον συμπάσχοντα Θεό που μας αγάπησε περισσότερο από το κύρος της Θεότητάς Του, «ο πλασθείς δια το πλάσμα Του». Τότε «μια σπίθα κρυμμένη στὴ στάχτη σε πᾶσα μέρη πετιέται κι’ ἀνάφτει καὶ σκορπιέται σὲ κάθε μεριά», μια μεγάλη δύναμη αναδύεται – που δεν παρακάμπτει την ευθύνη – αλλά έρχεται μέσα από αυτή, Ανάσταση που έρχεται διά του Σταυρού. Μετά από αυτό σίγουρα δε θα είμαστε ίδιοι, ίσως δεν πρέπει να είμαστε και ίδιοι… Ανάσταση ως ο θάνατος κάθε μορφής θανάτου κάθε φθοράς και ασθένειας. Οι Χριστιανοί έχουμε κάθε λόγο να μην σταματάμε στο Γολγοθά της ασθένειας, να μην σταματάμε ούτε στο Σταυρό του πόνου, διότι Εκείνος μας θα μας περάσει στην Ανάσταση θυμίζοντάς μας ότι κάθε τέλος δεν είναι παρά μόνο η αρχή.

Εκεί που συμπίπτει η δική μας επιστροφή με τη δική της αγκαλιά, ο δικός μας σεβασμός με την δική της μητρική αγάπη, τα δικά μας σκοτάδια με Εκείνη που «περιβάλλεται τον ήλιο», επιτελείται η φανέρωση του απ’ αιώνος μυστηρίου, «ευαγγελιζόμαστε ημέραν εξ’ημέραν», μεγαλύνεται ο μικρόκοσμός μας και γίνεται Εκκλησία, πλουτίζει η φτωχή επιβίωσή μας και γίνεται πληρότητα ζωής. Το δώρο Εκείνης που είναι ενθρονισμένη στην κορυφή της κοινωνίας των Αγγέλων και των Ανθρώπων, μας λέει ότι ο άνθρωπος είναι ο έμψυχος ναός του Θεού, έστω και ασθενής δεν είναι μίασμα, έστω και υγιής χρειάζεται τον Θεό. Γι αυτό η σκέψη μας – αυτές τις ώρες – δεν θα μπορούσε παρά να είναι παρά με τους γιατρούς, με το Νοσηλευτικό προσωπικό που καταθέτει το ζήλο και την προσφορά του στη διακονία της επιστήμης, που ξεκουράζεται δίπλα στους ασθενείς και περιθάλπει μέ ἀγάπη τόν ἀνθρώπινο πόνο. Γινόμαστε μάρτυρες των υπεράνθρωπων προσπάθειών αφοσιωμένων ἐπιστημόνων, οι οποίοι με κίνδυνο της ζωής τους, με κίνδυνο να γίνουν οι ίδιοι θύματα του ϊού, ἀναπαύονται με σοβαρότητα στην εὐθυνοφόρα τους θητεία, εὐαισθητοποιώντας την «κοινὴ» γνώμη γιὰ τὸ σημαντικό πρόβλημα της πανδημίας στη χώρα και βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.

Σεβόμαστε απεριόριστα την επιστήμη που διακονεί έντιμα τον άνθρωπο αλλά επιτρέψτε μου να πω ότι δεν πρέπει να την θεοποιήσουμε τους γιατρούς είτε να τους επιβαρύνουμε με το ρόλο του υπέρ – ήρωα, δίοτι σε καμία περίπτωση δεν είναι «μάγοι», ούτε «υπεράνθρωποι». Και σε αυτή την δύσκολη ώρα η Κυρία Θεοτόκος θα απαλύνει τις δυσκολίες μας, θα περιορίσει τα αδιέξοδά μας, θα μας ελευθερώσει από τα δεινά.

«Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξον με υπό την σκέπην Σου».

Χρόνια πολλά

Εν Καλλιθέα 25η Μαρτίου 2020 

Διαβάστε ακόμα