Η Ανάσταση της όντως σχέσης

Του Αρχιμ. Τιμοθέου Γεωργίου, Εφημερίου Ι. Ν. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Χαροκόπου Καλλιθέας / Arxon.gr

Το σημείο από τον Αναστάντα και ανιστώντα τους νεκρούς Κύριο, από Εκείνον που «έλαβε τας ασθενείας ημών και τας νόσους εβάστασεν, … ου τω μώλωπι πάντες ιάθημεν», στην Εκκλησία που είναι «ιατρείο και όχι δικαστήριο»… Θα συνοδοιπορήσουμε με έναν πρώην Παράλυτο, ένα «άταφο νεκρό» που δεν ζει, δεν σχετίζεται: Είναι μόνος εκείνος και η παράλυσή του. Εξαρτημένος και ανελεύθερος.

Ζωή είναι ο Θεός και η ανθρώπινη ζωή καλείται να συμμετέχει στη Ζωή Του: «Εγώ ειμί η οδός η αλήθεια και η ζωή». Ο Χριστός δεν έρχεται με την αυθεντία μιας υπέροχης ανώτερης απρόσωπης δύναμης που «λυπάται» τον άνθρωπο αλλά έρχεται ως «ισότιμος» δεν οικτίρει τον Παράλυτο, παρόλα αυτά ταράζει αποτελεσματικά το θανατηφόρο τέλμα της εσωτερικής του αποσύνθεσης δεν θέλει την καταστολή του συμπτώματος, αλλά μεταμορφώνει και αναγεννά εσωτερικά τον άνθρωπο, χωρίς να του επιβάλλει κάτι εξωτερικά, έρχεται ως πρόσωπο που αναθέτει ένα έργο στον παράλυτο, του δείχνει την οδό της έγερσης, τον θεωρεί άξιο ώστε να αναλάβει ευθύνη: «Έγειραι, άρον τον κράβατόν σου…». Τον βγάζει από τον τάφο του κρεβατιού της παθητικότητας, από τον μικρόκοσμο της θυματοποίησης, από την αδράνεια της «συμφοράς» στην οποία ίσως και να έχει επαναπαυθεί.

Τον βλέπει χωρίς την πανοπλία της ασθένειας του, του προτείνει να συμπορευθούν στην οδό της έγερσης. Η θεραπεία του Χριστού δεν είναι αποτέλεσμα κάποιων αυτοματισμών, ούτε γίνεται με κάποιο μυστικιστικό ταχυδακτυλουργικό τρόπο, δεν είναι το «οριστικό» τέλος, το «σημείο» του Χριστού μας δείχνει τη ζωή χωρίς φθορά. Ο τρόπος της μετάνοιας ως σχέσης όχι εφήμερης αλλά ως τίμια και ισότιμη σχέση. Η ανατροπή της ασθένειας πραγματώνεται με την ανατροπή της σχέσης του Παραλυτικού με το κρεβάτι του,  «έγειραι, άρον τον κραββατόν σου και περιπάτει…».

Το θαύμα είναι η υπέρβαση του προβλήματος που συντελείται όταν ο παραλυτικός σηκώνει το ίδιο το κρεβάτι που τον σήκωνε για χρόνια, σημαίνει τον απεγκλωβισμό από την εγωτική αυτάρκεια.

Η νέα κοινωνία, η Εκκλησία ήρθε στον κόσμο (μέσω του ιδρυτή της Ιησού Χριστού) ως ίαση εν ελευθερία και αγάπη, ως σχέση και αν στην πραγματικότητα της Εκκλησίας η Ανάσταση δεν είναι μύθος τότε και η ίαση δεν νομιμοποιείται να παραπέμπει σε κανενός είδους υποταγή στην αυθεντία οποιουδήποτε «μάγου».

Η Εκκλησία δεν μπορεί να παραπέμπει σε νοσογόνο παράγοντα δηλαδή δε μπορεί ούτε να δίνει εύκολες λύσεις και να συνταγογραφεί με άνεση. Δεν μπορεί αντί να προτείνει την ενότητα με την εν Χριστώ ελευθερία, να αλυσοδένει με δεσμά ανελευθερίας, αντί να δίνει Φως να λειτουργεί ως σκοταδισμός διότι η Εκκλησία είναι ο χώρος της όντως σχέσης.

Μη ξεχνάμε ότι υπάρχουν αρκετές καρικατούρες σχέσεων με το όνομα δηλαδή μόνον και χωρίς περιεχόμενο. Συχνά θα μου επιτραπεί να πω ότι και εμείς φέρουμε ευθύνη, όταν ως ενσυνείδητα μέλη του Σώματός Του, συχνά αναζητάμε ένα παντοδύναμο «μάγο» ο οποίος με τεχνάσματα όχι μόνο δεν θα λύσει το πρόβλημά μας αλλά θα μας φέρει μπροστά σε μεγαλύτερα αδιέξοδα.

Αντί να ζήσουμε ταπεινά την Εκκλησία στην Ενορία μας, αναζητάμε ονομαστούς γεροντάδες που περιβάλλονται συνήθως από ένα μύθο και μυστήριο, κολακεύονται από πολύ έπαινο και καλύπτονται από μια ιερότητα, τους οποίους θέλουμε να καθησυχάζουν τους φόβους μας και να εγκαταλείπουμε σε αυτούς με ευκολία το μέγα ερώτημα της σωτηρίας και ελευθερίας του προσώπου, το οποίο είναι άθλημα αγιότητας, πορεία «από δυνάμεως εις δύναμιν», κίνηση και όχι στάση, κάτι δυναμικό και από κανέναν εξασφαλισμένο. Μένουμε κατ΄ όνομα μακριά από τη μαγεία; Στην ορθόδοξη πρόταση, δεν υπάρχουν αυτοματισμοί της χάριτος, αλλά τα πάντα εξαρτώνται από το «ναι» ή το «όχι» του ανθρώπου, που αποτελούν τη φανέρωση της σχέσης ή της απόστασης μας από Εκείνον.

Όσο ευθύνη έχουν αυτοί οι «μάγοι» από όπου και αν προέρχονται – άλλη τόση έχουμε και εμείς όταν τους αναζητούμε, όταν υποτασσόμαστε με ευκολία στην αυθεντία τους και όταν τους θεοποιούμε με προθυμία. Δηλαδή ξεχνάμε ότι η Εκκλησία είναι και η αφετηρία μας και ο προορισμός μας και την αντιμετωπίζουμε ως μέσο. Ο στόχος μας είναι να διαβούμε από μια διεκπεραιωτική απαλλαγή των συμπτωμάτων στην τόλμη της σχέσης μας με το Χριστό, στο μπόλιασμα στο Σώμα Του. Εκεί που ο άνθρωπος μεταμορφώνεται, δηλαδή θεραπεύεται. Εκεί που εμπλέκεται ολόκληρος ο άνθρωπος  όπως και η αλήθειά του και η πληρότητα της ζωής του και οι επιλογές του.

Το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα θέτει ερωτήματα όπως: Η απουσία της ασθένειας παραπέμπει στην όντως υγεία; Θεραπεία ορίζεται η αναλγησία ή μια εύρυθμη λειτουργία του σώματος; Θέλουμε το θαύμα ως κάτι από το Θεό, ή το θαύμα να είμαστε με το Θεό και να μη μας χωρίζει τίποτε από την Αγάπη Του, ούτε η υγεία ούτε η ασθένεια, ούτε η θλίψη, ούτε η χαρά, ούτε ο θάνατος ούτε η ζωή, ούτε ο Παράδεισος ούτε η Κόλαση; Γιατί ένας Παράδεισός χωρίς Χριστό γίνεται κόλαση και η κόλαση με το Χριστό γίνεται Παράδεισος. Μοιάζει η ζωή μας με την αναμονή του Παραλύτου για να πληρωθεί από τη χαρά της ίασης;

Στην αναστάσιμη περίοδο που διατρέχει η Εκκλησία, η θεραπεία του ανθρώπου συνδέεται με την ανατροπή της ασθένειας – ως συμμετοχή σε ένα νέο τρόπο ύπαρξης, ως κλήση να αντλούμε τη ζωή μας από τη σχέση μας με Εκείνον. Να μεταβούμε από τον θάνατο που φέρουμε στη ζωή της κολυμβήθρας της Βηθεσδά στο Σώμα Εκείνου «ου τω μώλωπι πάντες ιάθημεν».

 

Διαβάστε ακόμα