Η αλαζονεία της αρετής και η υψοποιός ταπείνωση

Του Πανοσιολ. Αρχιμ. Τιμοθεόυ Γεωργίου, Εφημερίου του Ιερού Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Χαροκόπου Καλλιθέας στο Arxon.gr

Ο επώνυμος και αναγνωρίσιμος Φαρισαίος, ενσαρκώνει το ρόλο του «καλού». Και αυτός όμως ο ρόλος όταν απολυτοποιηθεί και ιδωθεί έξω από τη σχέση με το Θεό, εγκλωβίζει και εγκλωβίζεται:Δεν έχει χώρο για τον αληθινό εαυτό του,πέρα από το να τρέχει πίσω από το όνομά του,στη σκια του «ίματζ» των κατορθωμάτων του.

Η αρετή που έχει χτίσει δεν φιλοξενεί την αλήθεια, αλλά είναιαυτοσκοπός, τελικά εκπίπτει σε αλαζονεία της αρετής.Δεν έχει χώρο για αληθινή κοινωνικότητα, όσο μέσα του απορρίπτει τους ανθρώπους, ως τάχα καλύτερος, καθαρότερος, πιο ελεήμων, οδηγείται στην απομόνωση. Οι δηλώσεις του δεν αφήνουν χώρο για διάλογο αφού αποτελούν τον μονόλογο που τον εξορίζει από τον Παράδεισο. Η σοβαροφάνεια του δεν έχει χώρο για το παιδί εντός. Η αγωνία του γιααυτοδικαίωση, δεν αφήνει χώρο για ησυχία, όσο συγκρίνει τον εαυτό του με τους άλλους και τον εξυψώνει, υψώνοντας παράλληλα τείχη διαχωριστικά από τους υπόλοιπους, τους πιο«αμαρτωλούς»: Άλλους τους παραγκωνίζειαπό τη ζωή του, άλλους τους χρησιμοποιεί για το χειροκρότημα αλλά ποτέ δεν συναντά, αλλά θέλει να αποδεικνύει την υπεροχή του έναντι άλλων.

Η περίπτωσή του Φαρισαίου, εκτός από αντιεκκλησιαστική,αποτελεί την ίδια την αστοχία του χωρισμού από τον Θεό.Παραποϊεί το πρόσωπο του Θεού και παραμορφώνει την ζωή της Εκκλησίας από κοινωνία όπου μοιράζεται η ζωή, σε δικαστήριο – συναγωγή αυτοδικαιωμένων, οι οποίοι αρκούνται στο να τηρούν νομικές εντολές χωρίς αγάπη και χωρίς να περιμένουν την κρίση Του.

Αναφέρει ο Μακαριστός Χαλκηδόνος Μελίτων (Χατζής) για την υποκρισία του Φαρισαίου: «Τίποτε δεν καυτηρίασε ὁ Κύριος τόσο πολύ, όσο την υποκρισία..εις αυτήν είδε, ότι υπάρχει πάντοτε ο μεγαλύτερος παραπλανητικὸς κίνδυνος, δηλαδὴτὸεωσφορικὸαγγελοφανὲςφως..πράγματιφοβερὴ η δύναμη της υποκρισίας..γι᾿ αὐτὸνποὺτὴ ζεικαὶ την ασκεί, όσο καὶγι᾿ αὐτοὺςποὺτὴν υφίστανται…είναι ἐπικίνδυνη(η υποκρισία) διότι ἀνταποκρίνεταιπρὸς βαθύτατο ψυχολογικό αίτημα του ανθρώπου.. νὰ φανεί αυτὸςποὺδὲν είναι ενώπιον του εαυτού του και ενώπιον του Θεού…. έτσι ξεφεύγει απὸτὴνἀλήθειακαὶτὴναπλότητα καὶφυσικὰκαὶἀπὸτὴν μετάνοια καὶτὴν σωτηρία».

Ο Τελώνης είναι εκείνο που είναι, τόσο πτωτικός όσο και ανθρώπινος, πληνμετανοών. Προτιμά να μην επιβιώνει με ψευδαισθήσεις και ελπίζει στην αγάπη του Θεού. Η ταπείνωση του έρχεται ως δώρο ώριμης σοφίας, ως αβίαστη αποδοχή της πεπερασμένης φύσης του. Χωρίς να βασίζεται στις δικές του δυνάμεις, τα μετρημένα και ουσιαστικά λόγια τουπροσδοκούν τη σχέση και η σιωπή του εισακούεται: «Μόνος μόνω Θεώ» όσο πορεύεται με το ρεαλισμό της ατέλειάς του, αναδύεται η απλότητα ενός παιδιού που εμπιστεύεται τον Πατέρα όχι επειδή αξίζει αλλά επειδή Εκείνος είναι Πατέρας.

Αυτήν την ταπείνωση διαβάζει μέσα στον Τελώνη Εκείνος και αυτό θέλει και η Εκκλησία ως Λειτουργική Σύναξη των ταπεινών, χωρίς καμία αγωνία, στην οδό της αυτογνωσίας.Χωρίς να δίνει παροχές Του ή συνταγές, παρά μόνο το ήθος και την πυξίδα που “υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν”. Το νόημα τεσσάρων λέξεων «Ιλάσθητί ημίν τοιςαμαρτωλοίς» ώστε να γίνει Εκείνος η «στολή της Θεότητος» και να βιώσουμε στην πνευματική μας ζωή, στην αρχή του Τριωδίου, την συνάντηση μας με το Έλεός Του που έχει καιτον τελευταίο λόγο.

Διαβάστε ακόμα