Ένας απλός Ιερέας διασώζει την ιστορική μνήμη στη Μεσσηνία

Oι περισσότεροι δεν γνωρίζουν τον πατέρα Βασίλειο Βεργινάδη, έναν απλό παπά, ο οποίος ζει στην ορεινή Νέδουσα. Ο συγκεκριμένος παπάς, όμως, είναι εκείνος που πρωτοστάτησε στην προσπάθεια της διάσωσης και της αναστήλωσης του σπιτιού που γεννήθηκε ένας ήρωας του 1821, ο Νικηταράς.

Πριν από περίπου 4 χρόνια το messiniapress, σε ρεπορτάζ, που αφορούσε την οικία που γεννήθηκε ο Νικηταράς* στη Νέδουσα, σημείωνε μεταξύ άλλων:

«Ετοιμόρροπο το σπίτι που γεννήθηκε ο ήρωας της επανάστασης του 1821 Νικηταρά (Νικήτας Σταματελόπουλος), καθώς η Ελληνική σημαία στα ερείπια είναι το μόνο που θυμίζει ότι στη Νέδουσα, μόλις λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Καλαμάτας, γεννήθηκε ένας από τους σημαντικότερους άντρες της Ελληνικής επανάστασης».

Στο ίδιο ρεπορτάζ, με αφορμή εκδηλώσεις στη Νέδουσα σημειώναμε επίσης: «Ωστόσο, πέρα από το τυπικό των εκδηλώσεων, εκείνο που προκάλεσε αλγεινή εντύπωση ήταν η εικόνα του σπιτιού που γεννήθηκε ο ήρωας της επανάστασης. Ένα σπίτι αφημένο στην τύχη έτοιμο να καταρρεύσει. Ένα σπίτι που θα μπορούσε να αποτελεί σημείο ιστορικής αναφοράς της περιοχής μας έχει αφεθεί στη φθορά του χρόνου».

Έκτοτε, πολλά άλλαξαν, αλλά ένα δεδομένο έμεινε αμετάβλητο: Η θέληση και του πείσμα του πατέρα Βασίλειου, του παπά από τη Νέδουσα, ο οποίος κίνησε γη και ουρανό, προκειμένου το σπίτι που γεννήθηκε ο Νικηταράς να αναστηλωθεί.

Έτσι, από τις εικόνες ντροπής που παρουσιάσαμε πριν απο 4 χρόνια, σήμερα, μπορούμε να πούμε ότι ο πατέρας Βασίλειος στάθηκε αντάξιος της ιστορίας, κατάφερε να ζωντανέψει το σπίτι του Νικηταρά, να διασώσει ένα σημαντικό στοιχείο της ιστορικής μνήμης και να βγάλει ασπροπρόσωπη ολόκληρη τη Μεσσηνία.

Έγραψε στα κοινωνικά δίκτυα ο πατέρας Βασίλειος: «Νέδουσα, 23 Μαρτίου 2021, και το όνειρο έγινε πραγματικότητα. Το σπίτι που γεννήθηκε ο ήρωας “Νικηταράς” ξαναζωντάνεψε. Ελάχιστος φόρος τιμής στο μεγάλο άντρα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Μνημόσυνο στην τίμια και ανιδιοτελή ψυχή του. Σ’ ευγνωμονούμε»
*Ο Νικηταράς γεννήθηκε το 1781 στο χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα των Πισινών Χωριών του Μυστρά (σημερινή Νέδουσα Μεσσηνίας, στους πρόποδες του Ταϋγέτου, 25 χιλιόμετρα από την πόλη της Καλαμάτας, όπως μας διηγείται ο ίδιος στα απομνημονεύματά του που κατέγραψε ο Γ. Τερτσέτης.

Συγκεκριμένα, αναφέρει:

«Εγεννήθηκα εις ένα χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα αποδώθε από του Μυστρά προς την Καλαμάτα. Ο προπάππος μου ήτον Προεστός και ο πατέρας μου έφυγε δεκαέξι χρόνων και επήγε με τα στρατεύματα τα Ρούσικα στην Πάρο και ήτον πολεμικός. Τον εσκότωσαν εις την Μονεμβασιά μαζί με έναν αδελφό και μ’ εναν κουνιάδο μου. Από ένδεκα χρόνων, μαζί με τον πατέρα μου, έσερνα άρματα. Ετουφέκισα ένα Τούρκο στο Λεοντάρι».

Διωγμένος και επικηρυγμένος ο πατέρας του ( ήταν πολεμικός-ανυποτακτος) από τους Τούρκους, καθώς σε ηλικία 16 χρονών πολέμησε στην Πάρο με Ρώσικα στρατεύματα) βρήκε καταφύγιο στο μικρό συνοικισμό του Λεονταρίου σημερινό χωριό “Τουρκολέκα” Μεγαλόπολης εκεί γεννήθηκε ο γιος του Νικόλαος και ο Γιάννης (1805) αδέλφια του Νικηταρά. Ο Γιάννης θανατώθηκε βάναυσα από τους Τούρκους το 1816 μαζί με τον πατέρα του Σταματέλο στη Μονεμβασιά και αγιοκατατάχθηκε αργότερα από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως “Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας”.

Το 1816, μετά τη σφαγή του πατέρα του από τους Τούρκους και ο Νικηταράς ακολούθησε τον θείο του Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα, όπου εντάχθηκε στα Ρωσικά τάγματα και μετέβη στην Ιταλία για να πολεμήσει κατά του στρατού του Ναπολέοντα. Στη συνέχεια επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους, οι οποίοι στο μεταξύ τα είχαν καταλάβει με τη συνθήκη του Τίλσιτ. Ακολούθως υπηρέτησε στον Αγγλικό στρατό με το βαθμό του Πεντηκόνταρχου.

Στις 18 Οκτωβρίου 1818, ενώ βρισκόταν στην Καλαμάτα, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Ηλία Χρυσοσπάθη.

Ο Νικηταράς δεν κράτησε το οικογενειακό επώνυμο Σταματέλος, αλλά το έτος 1818 μετά τη μύησή του στη Φιλική Εταιρεία, το υποκοριστικό Σταματελόπουλος, Το παράδειγμά του ακολούθησε και ο αδελφός του Νικόλας. Στον ελληνικό λαό όμως έμεινε με το αγαπημένο του προσωνύμιο Νικηταράς, που του αποδόθηκε μετά την Μάχη στα Δερβενάκια και υιοθέτησε ως επώνυμο ο γιός του Ιωάννης μετά το 1854.

Με την έκρηξη της Επανάστασης, πήρε μέρος στην πρώτη Μάχη που δόθηκε στο Βαλτέτσι της Αρκαδίας στις 24 Απριλίου του 1821 (είχε προηγηθεί μια συμπλοκή στο Λεβίδι). Μετέπειτα, στη Μάχη των Δολιανών, ο Νικηταράς που κρατούσε με 450 άντρες τα Άνω Δολιανά, κατάφερε να αποκρούσει χιλιάδες Τούρκους που επιτίθενται με πυροβολικό. Επειδή έπεσαν πολλοί Τούρκοι από το χέρι του εκείνη την ημέρα, οι άντρες του τον ονόμασαν Τουρκοφάγο. Διακρίθηκε και στις μάχες που ακολούθησαν, όπου συνεργάστηκε με το θείο του, κυρίως δε στην πολιορκία και την άλωση της Τριπολιτσάς, και σε άλλες μάχες στην Στερεά Ελλάδα. Ήταν ένας από τους σημαντικότερους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821. Συντηρούσε δικό του σώμα ενόπλων με άνδρες που προέρχονταν από διάφορα μέρη της Ελλάδας.

Συμμετείχε στην αντιμετώπιση του Δράμαλη στην Πελοπόννησο. Όταν οι Έλληνες κατέστρεψαν τη στρατιά του Δράμαλη στα στενά των Δερβενακίων, ο Νικηταράς μαζί με τους Δημήτριο Υψηλάντη και Παπαφλέσσα, είχε καταλάβει τη χαράδρα γύρω από τον Άγιο Σώστη, απ’ όπου θα περνούσαν οι Τούρκοι, προκαλώντας τους μεγάλη καταστροφή. Κατά τη διάρκεια της μάχης μάλιστα έσπασε τρία σπαθιά και όταν έσπασε το τελευταίο, το χέρι του έπαθε αγκύλωση και χρειάστηκε γιατρός για να του ανοίξει το χέρι και να βγάλει το σπαθί. Καθώς ο Δράμαλης υποχωρούσε προς το Άργος, ο Νικηταράς κατέλαβε την οχυρή θέση Αγιονόρι και σκότωσε πολλούς Τούρκους που προσπάθησαν να διαφύγουν μέσω αυτής. Συνετέλεσε στο να υποχωρήσει τελικά ο Δράμαλης, υφιστάμενος πανωλεθρία (26 – 28 Ιουλίου 1822).

Ο Νικηταράς πήρε μέρος σε πολλές ακόμη μάχες μέχρι που απελευθερώθηκε η χώρα.

Επί Καποδίστρια και Όθωνα ανήκε στο Κόμμα των Ναπαίων (Ρωσόφιλων). Η Ελληνική Κυβέρνηση, φοβούμενη ότι το ρωσόφιλο Κόμμα επεδίωκε να αντικαταστήσει τον Βασιλιά Όθωνα με κάποιον Ρώσο Πρίγκιπα, συνέλαβε το Νικηταρά το 1839 και τον καταδίκασε, σε ενάμιση χρόνο φυλάκιση, την οποία εξέτισε στις φυλακές της Αίγινας. Ο Νικηταράς είχε εμπλακεί σε συνωμοσία εναντίον του Όθωνα, και είχε προδοθεί η δράση των συνωμοτών από πρώην μέλος. Στην επακόλουθη δίκη που ακολούθησε δεν προσκομίστηκαν, αφού είχαν προλάβει να τα καταστρέψουν, ενοχοποιητικά στοιχεία τα οποία να μπορούσαν να αποδείξουν έστω τη σύσταση “μυστικής εταιρείας” για αυτό και αθωώθηκε.

Όταν αποφυλακίστηκε ο Νικηταράς, η υγεία του ήταν εξασθενημένη από τα βασανιστήρια που υπέστη κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του. Έπασχε από ζάχαρο χωρίς να το γνωρίζει, με αποτέλεσμα να χάσει σε μεγάλο βαθμό την όρασή του. Του χορηγήθηκε “άδεια επαιτείας”, στον χώρο όπου υπάρχει σήμερα ο ναός της Ευαγγελίστριας, κάθε Παρασκευή. Το 1843, όταν ο Βασιλιάς Όθωνας αναγκάστηκε να δώσει Σύνταγμα στην Ελλάδα του απονεμήθηκε ο βαθμός του υποστράτηγου μαζί με μία πενιχρή σύνταξη. Απεβίωσε στις 25 Σεπτεμβρίου 1849 σε ηλικία 62 ετών. Τελευταία του επιθυμία ήταν να ταφεί δίπλα από το Θείο του Θ. Κολοκοτρώνη στο Ά Νεκροταφείο Αθηνών.

Για τις υπηρεσίες που προσέφερε στον υπέρ Ανεξαρτησίας των Ελλήνων αγώνα, μετά την ίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους έλαβε τις παρακάτω τιμητικές διακρίσεις:

  1. Το 1834 του απονέμεται ο βαθμός του Συνταγματάρχη του Τακτικού Στρατού και διορίζεται Στρατιωτικός Νομοεπιθεωρητής
  2. Στις 18 (30) Σεπτεμβρίου 1835 εγκρίθηκε η απονομή του Αργύρου σταυρού του Αγώνα (Αργυρού Αριστείου). Το σχετικό δίπλωμα υπογράφηκε από τη Βασίλισσα Αμαλία και τέθηκε η ανάγλυφη Μεγάλη του Κράτους Σφραγίδα, στις 20 Φεβρουαρίου (3 Μαρτίου)1836. Το Πρωτότυπο του Διπλώματος φυλάσσεται, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους των οποίων αποτελεί ιδιοκτησία . Ακριβές αντίγραφο, τηρείται στο Ιστορικό & Λαογραφικό Μουσείο της Τοπικής Κοινότητας Αρτεμισίας του Δήμου Καλαμάτας. Δωρεά του Σμηνάρχου (ΤΥΕ) ε.α. Ηλία Λαζάρου (Ιστοριοδίφη – Ερευνητή) και συντάκτη της παρούσης παραγράφου .
  3. Στις 23 Ιανουαρίου 1835 με Β. Δ. το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ. / 1 Α /23-1-1835 , τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρος .
  4. Την 1 Ιανουαρίου 1838 με Β. Δ. το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ. / 1 Α /1-1-1838 τιμήθηκε με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρος.
  5. Το 1843 προάγεται από Συνταγματάρχης σε Υποστράτηγο (τότε δεν υπήρχε ο ενδιάμεσος Βαθμός του Ταξιάρχου).
  6. Το 1847 διορίστηκε Γερουσιαστής.
  7. Διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.

messiniapress.gr

Διαβάστε ακόμα