Μεσσηνίας Χρυσόστομος: “Υπάρχει ανάγκη Ευρωπαϊκής αφύπνισης”

“Η πανδημική κρίση του Covid – 19 σηματοδοτεί το τέλος μιας ιστορικής περιόδου και την αρχή μιας άλλης. Σε αυτήν την μετα-πανδημική εποχή, η οποία δεν μπορώ να ξέρω, εάν θα είναι καλύτερη ή χειρότερη από την προ-πανδημική περίοδο, θεωρώ ότι τίποτε πλέον δεν θα θεωρείται αυτονόητο, δεδομένο, κεκτημένο”, υπογραμμίζει ο Σεβ. Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος σε μια εκτενή συνέντευξή του, στην “Βραδυνή της Κυριακής” με αφορμή τον εορτασμό της Επετείου 200 ετών από την Παλιγγενεσία του 1821.

Επιχειρώντας να ιχνηλατήσει το άγνωστο μέλλον που έρχεται, με την εμφανή ενίσχυση του ατομισμού, ο Σεβασμιώτατος θυμίζει παραφρασμένους τους στίχους, ενός αγαπημένου τραγουδιού: “Ζωή που δεν μοιράζεται είναι ζωή κλεμμένη”…

1. Σαν μεθαύριο Τρίτη 23 Μαρτίου, πριν από 200 χρόνια η Καλαμάτα έκανε την αρχή! Πως διαβλέπετε το μέλλον της Ελλάδος ; Είσθε αισιόδοξος ; Τι σας ανησυχεί ;

Η έναρξη της επαναστάσεως στη πόλη της Καλαμάτας έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Δεν είχε ως σκοπό την απελευθέρωση της πόλης μόνο αλλά και την διεθνοποίηση του επαναστατικού κινήματος, με την «Προκήρυξη προς τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς», αποτέλεσμα της οποίας ήταν η Ναυμαχία του Ναυαρίνου. Το μήνυμα λοιπόν που στέλνει η Καλαμάτα, 200 χρόνια μετά, δεν είναι μόνο η θέληση για ελευθερία αλλά και η ανάγκη μιάς ευρωπαϊκής αφύπνισης, η οποία θα εκδηλωθεί έμπρακτα, μέ την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και συνεργασία των Ευρωπαϊκών Κρατών-Μελών. Η αισιοδοξία είναι δεδομένη όσο εκδηλώνεται και εφαρμόζεται έμπρακτα αυτή η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και συνεργασία σε όλους τους τομείς και τις διαστάσεις του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι. Μόνο τότε θα μπορούμε να μιλάμε για ένα ευοίωνο ευρωπαϊκό μέλλον της Πατρίδας μας, όπως και κάθε άλλου Ευρωπαϊκού Κράτους-Μέλους.

2.  Μετά 200 χρόνια από την Παλιγγενεσία του 1821, που βρίσκεται η Εκκλησία της Ελλάδος ;

Συνεχίζει νά επιτελεί και πρέπει να συνεχίσει να επιτελέσει τον εθνικό της ρόλο μέσα στην κοινωνία. Οι αγωνιστές και οι ήρωες του 1821 μας κληρονόμησαν μία παρακαταθήκη, που για την Εκκλησία ήταν η ουσία και ο σκοπός του αγώνα της στα χρόνια της Επαναστάσεως, «για του Χριστού την πίστη την αγία και της Πατρίδας την ελευθερία», και αυτό απετέλεσε ένα από τα στοιχεία του περιεχομένου της ιδιοπροσωπίας της Επαναστάσεως, όσο και αν αυτό σήμερα δεν είναι απ’ όλους αποδεκτό. Η Εκκλησία πρωτοστάτησε στον αγώνα χωρίς καμμία ιδιοτέλεια, ανέδειξε νεομάρτυρες κληρικούς και λαϊκούς, προσέφερε ό,τι είχε για την οικονομική ενίσχυση του αγώνα και συνέβαλλε στην ενότητα και στην ομοψυχία του λαού εμψυχώνοντάς τον και δραστηριοποιώντας όλους σ’ αυτήν την συνολική και καθολική προσπάθεια για επικράτηση της ελευθερίας. Αυτό το ήθος λοιπόν, ως στοιχείο της εθνικής και πολιτιστικής μας ταυτότητας συνεχίζει η Εκκλησία και θα συνεχίσει να το διατηρεί και να το μεταλαμπαδεύει σε κάθε εποχή.

3. Ποια είναι η αξία των μικρών-καθημερινών επαναστάσεων που καλείται ο μέσος Έλληνας να κάνει ; Έχει σ’ αυτές τη συνδρομή της Εκκλησίας ;

Η Εκκλησία συνεργεί σε κάθε μορφή «επανάστασης» όταν ο σκοπός αυτής της «επανάστασης» δεν είναι το ατομικό συμφέρον, η σκοπιμότητα και η ιδιοτέλεια. Η Εκκλησία συνεργεί ανιδιοτελώς και απροσωπόληπτα για την επικράτηση του καλού, του αγαθού, της ειρήνης και της ενότητας. Ο ρόλος της Εκκλησίας μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία είναι μεταμορφωτικός των λειτουργιῶν και των σχέσεων προκειμένου η κοινωνία να δομήται συνεκτικά και ενωτικά. Πηγή άντλησης των στοιχείων αυτού του ρόλου της μέσα στην κοινωνία είναι ο Ἑλληνοχριστιανικός Πολιτισμός όπως τον εξέφρασαν οι Πατέρες της Εκκλησίας και διατηρήθηκε στην παράδοσή Της.


4.  Πιστεύετε ότι έχουν γίνει κάποια λάθη στη στάση της Εκκλησίας έναντι της Πολιτείας σχετικά με την διαχείριση της πανδημίας ;

Η πανδημία, τόσο για την Πολιτεία όσο και για την Εκκλησία, ήταν ένα πρωτόγνωρο εξελισσόμενο γεγονός, το οποίο απαιτούσε γρήγορες αποφάσεις και αποτελεσματικές δράσεις. Μία τέτοιου είδους κρίση που αφορούσε την υγεία των ανθρώπων και το δώρο του Θεού, την ζωή, η συνεργασία Εκκλησίας και Πολιτείας ήταν και είναι επιβεβλημένη στα πλαίσια της συναλληλίας και των διακριτών ρόλων, και φαίνεται ότι δούλεψε αποτελεσματικά και προς ωφέλεια των πολιτών και συμπολιτών μας. Οι κατά καιρούς παραφωνίες στο πλαίσιο του πανικού και της κινδυνολογίας δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν ή να αμαυρώσουν αυτή την συνεργασία, ούτε βέβαια και η κάθε λογῆς συνωμοσιολογία, αλλά και τα οποιαδήποτε λάθη δεν μπόρεσαν να λειτουργήσουν ανασταλτικά ως προς την αποτελεσματικότητα της συνεργασίας. Γι’ αυτήν την συνεργασία κρίθηκαν και κατακρίθηκαν και η Εκκλησία και η Πολιτεία επειδή πολλές φορές αναγκάστηκαν να κάνουν έναγχες υπερβάσεις ή και υποχωρήσεις σε διάφορα στερεότυπα και μέχρι τότε «στεγανά», ὅμως η εξέλιξη και οι διαφαινόμενοι κίνδυνοι δικαιολογούσαν τις οποιεσδήποτε αποκλίσεις. Η συνεργασία Εκκλησίας και Πολιτείας στο θέμα αντιμετώπισης της πανδημίας κινήθηκε στο πλαίσιο της επικουρικότητας και της συμπληρωματικότητας.

5. Κάποιοι αναλυτές Σεβασμιώτατε υποστηρίζουν ότι μετά το τέλος της πανδημικής κρίσης θα υπάρξει ένα κίνημα απελευθέρωσης των πολιτών από κοινωνικές δεσμεύσεις και «πρέπει», ως αντίδραση στη στέρηση ατομικών ελευθεριών που ζούμε τη περίοδο αυτή. Σας προβληματίζει μία τέτοια προοπτική ;

Έχω ήδη γράψει στο βιβλίο μου «Η Ορθόδοξη Εκκλησία και η πανδημία του Covid-19, Καλαμάτα 2020», ότι η πανδημική κρίση του Covid-19 σηματοδοτεί το τέλος μιάς ιστορικής περιόδου και την αρχή μιάς άλλης. Σ’ αυτήν την μετα-πανδημική ἐποχή, η οποία δεν μπορώ να ξέρω εάν θα είναι καλύτερη ή χειρότερη από την προ-πανδημική περίοδο, θεωρώ ότι τίποτε πλέον δεν θα θεωρείται αυτονόητο, δεδομένο, κεκτη­μένο. Γιά όλα θα απαιτείται μία επιβεβαίωση, θα τολμούσα να πω και γιά την αλήθεια που μπορεί να εκφράζει η πίστη μας, όχι ως προς το ομολογιακό της περιεχόμενο, αλλά ως έκφραση εμπιστοσύνης προς τον συνάνθρωπο. Επιπλέον η ίδια η κρίση του Covid-19 ἔχει δημιουργήσει στις ανθρώπινες σχέσεις μία κατάσταση απομόνωσης και απομάκρυνσης των ανθρώπων. Αυτό δημιουργεί μία εσωστρέφεια. Συνεπάγεται ατομισμό, απόλυτο δικαιωματισμό και μία ψευδαίσθηση αυτάρκειας, ότι ο άνθρωπος μπορεί να ρυθμίζει τα της ζωής του «μόνος» του. Όλα αυτά όμως δεν μπορούν να δομούν μία διανθρώπινη, ἰσορροπημένη και παραγωγική ευημερούσα κοινωνία ούτε βέβαια και μία πραγματική ζωή, γιατί  «ζωή που δεν μοιράζεται είναι ζωή κλεμμένη», ενώ η εξωστρέφεια γιά μία μεγάλη χρονική περίοδο θα παραμένει το ζητούμενο .

Όλα αυτά θα πρέπει να προβληματίσουν πρώτιστα την Εκκλησία, γιατί τελικά θα αποτελέσει τον μόνο σταθερό πνευματικό παράγοντα μέσα στην κοινωνία, ο οποίος θα μπορέσει να δώσει στον άνθρωπο της μετα-πανδημικῆς εποχής μία ελπίδα γιά ένα καλύτερο αύριο, γιά ένα πραγματικά ευοίωνο και αναπτυσσόμενο μέλλον. Και αυτήν την  «ευκαιρία» δεν πρέπει να την «χάσει» η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Πατρίδα μας. Θα κληθεί να δώσει με ένα σύγχρονο λεξιλόγιο, κατανοητό κυρίως από τους νέους, το πραγματικό και ουσιαστικό περιεχόμενο της πίστης Της και τη σημασία της γιά μία πραγματική ζωή, ουσιαστική, ανθρώπινη και αξιοπρεπή. Δεν σώζουν τα οποιασδήποτε μορφής κινήματα. Σώζει η σχέση, ως το άνοιγμα προς τον άλλον, στο πλαίσιο του σεβασμού, της αποδοχής και της θυσίας γι’ αυτόν. Αυτό είναι το περιεχόμενο του Ευαγγελικού Λόγου και το μήνυμα της ελπίδας που θα κληθεί η Εκκλησία να ενσαρκώσει στον άνθρωπο της μετα-πανδημικής κοινωνίας.

6. Φοβάστε ότι η αποστασιοποίηση αυτή, εάν επισυμβεί ενδεχόμενα να περιλαμβάνει και τη σχέση μας με την Εκκλησία ;

Είναι δεδομένο, όπως και σε κάθε μετα-πανδημική κρίση κατά το παρελθόν, ότι θα ἐμφανιστούν πολλές μετα-αλήθειες, η κάθε μία με τις δικές της ιδιαιτερότητες ή τα δικά της προσωπεία, όπως επίσης δεν θα πρέπει να αμφισβητούμε ότι ίσως υπάρξει και ένας νέος «πόλεμος μικροαληθειών». Αυτό είναι σύνηθες σε κάθε μορφή κοινωνικής μετάλλαξης, όπως θα είναι και η μετα-πανδημική εποχή, η οποία συνεπάγεται και δημιουργία «νέων πολιτισμών», δηλαδή «νέων μοντέλων» κοινωνιών και «νέων προτύπων» ζωής. Απ’ αυτόν τον πόλεμο θα εξέλθει  «νικητής» κάθε τι το αυθεντικό, τίμιο και αληθινό, γι’ αυτό είπα προηγουμένως ότι είναι η στιγμή που η Ορθόδοξη Εκκλησία θα κληθεί να δώσει το δικό Της στίγμα, να προβάλλει την δική της Αλήθεια, όχι ως ιδεολόγημα ή σύνθημα, αλλά ως τρόπο ύπαρξης και πρόταση ζωής, και αυτό θα αποτελέσει την ειδοποιό διαφορά. Θα κληθεί να προσφέρει το «κάτι άλλο», το ουσιαστικό, το πραγματικό και το ανθρώπινο γιά την ίδια τη ζωή και τον άνθρωπο σε μια προοπτική μέλλοντος. 

Του Δημήτρη Αλεξόπουλου στην “Βραδυνή της Κυριακής

Διαβάστε ακόμα