Στην Εκκλησία δεν πιστεύουμε βλέποντας, αλλά βλέπουμε, πιστεύοντας

Του Αρχιμ. Τιμοθέου Γεωργίου, Εφημερίου του Ι. Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Χαροκόπου Καλλιθέας

Όταν η ζωή κοινωνείται εν μέσω των μαθητών, η ειρήνη Του έρχεται για να γίνει η χαρά ύψιστη χάρη. Η ώρα του Θωμά, ώρα μαρτυρίας, ώρα της Εκκλησίας για την Εκκλησία και από την Εκκλησία. Ο Χριστός του προσφέρει το ίδιο το Σώμα Του. «Φέρε εσύ το δάχτυλό σου εδώ και δες τα χέρια μου». Ο Άγιος Θωμάς δεν φεύγει από την κοινότητα, παραμένει, περιμένοντας τη δική του ώρα. Η κατάθεση της δυσκολίας του να αφεθεί σε κάτι που τον υπερβαίνει, δεν γίνεται λόγος φυγής του από την σύναξη των μαθητών.

 Ομολογεί ότι θέλει να έχει τον έλεγχο μιας άμεσης χειροπιαστής εμπειρίας, του Χριστού που γνώρισε και αγάπησε: «Αν εγώ ο ίδιος δεν διαβεβαιώσω, προσωπικά, πρακτικά δεν θα πιστέψω». Ο Χριστός, δέχεται την απαίτηση τού Θωμά αλλά αρνείται τον τελευταίο λόγο να έχει η δικτατορία των αισθήσεων. Του υποδείκνύει τον δρόμο που οδηγεί στο πλήρωμα λέγοντας: «Ότι εώρακάς με πεπίστευκας· μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Πόσο μακάριοι όταν δεν εξαναγκαζόμαστε να δεχτούμε και να εγκλωβιστούμε σε «μερική» κοινωνία αντί να βρεθούμε με όλο τον Θεάνθρωπο Κύριο, ως «μη ιδόντες και πιστεύσαντες ως όντως ορώντες», βλέπουν με όλη τους την ύπαρξη τον όντως Όντα.

Ο Θωμάς δεν αρκείται στην «ιδέα» του Χριστού, ούτε είναι ένας επαγγελματίας ιδεολόγος ή αρνητής. Μέσα στο κλίμα της Εκκλησίας, στη ζωή που είναι σχέση εν αγάπη και ελευθερία ο Θωμάς αναζητά και ο Κύριος ανταποκρίνεται, δίνοντας του μια εμπειρία ζωής. Ως έντιμος αναζητητής της παρουσίας Του, ο Θωμάς λέει «Είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου!» Η ομολογία του δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων αισθήσεων, κατόρθωμα όρασης και αφής αλλά δώρο, αποκάλυψη του Αγίου Πνεύματος.

Στην Εκκλησία δεν πιστεύουμε βλέποντας – αλλά βλέπουμε, πιστεύοντας, με τα μάτια Εκείνου που είναι τρόπος να ζούμε και ομολογούμε! Άλλωστε η Εκκλησία δεν διαθέτει κάποιο πιστόμετρο, βιώνει και παρατείνει την πίστη ως δώρο Του, ως ανάσα της και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, που πραγματώνεται στην ιστορία. Η Εκκλησία προβάλει την εμπειρία του Αποστόλου Θωμά, ως ζωή για να θυμίζει σε όσους επιθυμούν να γνωρίσουν, να ψηλαφήσουν τη ζωή και για να εκφράζει όσους θέλουν να αναγνωρίσουν και να βιώσουν τον Αναστάντα Κύριο, μέσα από την απιστία που που οι άγιοι την είπαν, θαυμαστή. Ο Θωμάς περνάει από τις αυθόρμητες προσωπικές του αμφιβολίες και την ανθρώπινη καθημερινή απιστία, προς την ομολογία με βάθος, την εδραιωμένη πνευματικά, την έλλογη, επιβεβαιωμένη ιστορικά. Η νοητική αποδοχή κάποιων άρθρων πίστεως, ηθικών κανόνων και ευσεβών πράξεων χωρίς παρουσία και εμπειρία Θεού, είναι πράξεις του παρόντος αιώνος, ενώ η δοξολογία, ως υπέρλογη αγαπητική σχέση, ως άσκηση ελευθερίας του Θεού προς τον άνθρωπο και ελεύθερη άσκηση του ανθρώπου προς το Θεό, στη μόνη αγάπη προς το Θεό και τον πλησίον, είναι δωρεά του μέλλοντος!

Υπάρχει όμως και μια άλλη “πίστη”, μεταλλαγμένη, τυφλή, άπιστη: Άλλοτε ως γνήσια και κάποτε ως καθαρή, απολυτοποιείται τόσο που οδηγεί στην ιδεολογία, τελικά στο μηδενισμό. Η πίστη του «φονταμενταλισμού», που έχει εξοπλισμό πεποιθήσεων, φοράει εκκλησιαστικό μανδύα και γεννά την αληθινή απιστία που κάνει οπαδούς και όχι πιστούς. Έξω από την Εκκλησία ως κάλπικη «πίστη», πορώνεται και θέτει διλήμματα, γίνεται φανατική, επικίνδυνη! Σήμερα ο κόσμος κυλιέται στο αίμα, από ανθρώπους με τέτοια “πίστη” σε κάτι, ή σε κάποιον, “πιστεύουν” και οπλίζονται χωρίς να εξετάζουν αν αυτό που πιστεύουν ισχύει, αν αληθεύει πάνω στα πράγματα, αν εξανθρωπίζεται και εξανθρωπίζει, αν είναι όντως πίστη.

«Το θαυμάσιο και μέγα είναι ότι ο άνθρωπος μπορεί να αρπαγεί, να αναληφθεί, λέει ο π. Βασίλειος Γοντικάκης! Και υπάρχει η δύναμη που τον αναλαμβάνει». Ο άνθρωπος οφείλει να πάει μέχρις εκεί που γίνεται η αρπαγή. Αυτή η πορεία είναι η δουλειά, ο προορισμός της ασκήσεως και ο χώρος της αρετής! Να μας αρπάξει Εκείνος ο όντως Ων, ο ανύπαρκτος και αόρατος, τον οποίον πιο πολύ αρμόζει το μη είναι από το είναι, δια το υπέρ είναι (Βλ. Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, Μυσταγωγία). Αυτόν που στη θεία Λειτουργία υμνούμε ως απερινόητο, ακατάληπτο».

Ακούμε και εμείς από τα χείλη του Χριστού το «Ειρήνη υμίν» σε κάθε θεία λειτουργία, όταν η καρδιά μας τον ζητά ¨εν τοις πράγμασιν¨. Στην πίστη ως Ανάσταση, μας καλεί ιδιαίτερα σήμερα η Εκκλησία για να ανανεώσουμε την προσωπική αναζήτηση, δηλαδή να φτάσουμε μέχρι εκεί όπου γίνεται η αρπαγή από τον Αναστάντα και ανιστώντα τους νεκρούς. Εκεί που έφθασε ο Θωμάς, στο πέρασμα «εκ θανάτου προς ζωήν». Χριστός Ανέστη!

Διαβάστε ακόμα