«Η πανηγυρική έξοδος της Θεομήτορος»

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ

«Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν· ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον – Η Θεοτόκος, η οποία χαρίζει στον κόσμο την προστασία και την αμετάβλητη ελπίδα (για τη σωτηρία του) χάρη στις πρεσβείες της (προς τον Θεό), δεν ήταν δυνατό να αιχμαλωτισθεί από τα δεσμά του τάφου και της σωματικής νέκρωσης. Αυτό συνέβη επειδή εκείνη, όντας η Μητέρα της Ζωής, μεταστάθηκε προς την Ζωή, από Εκείνον ο Οποίος κατοίκησε στην μήτρα της, διατηρώντας αλώβητη την παρθενία της για πάντα». Χωρίς αμφιβολία, η Κοίμηση της Θεοτόκου αποτελεί μυστήριο για την Εκκλησία, το οποίο τιμάται με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Όπως σημειώθηκε παραπάνω, ο υμνογράφος της Εορτής εξηγεί στους πανηγυριστές της Μεταστάσεως της Θεοτόκου ότι η Μητέρα της Ζωής δεν ήταν δυνατόν να κρατηθεί δέσμια από την φθορά του θανάτου, ούτε βέβαια το σκήνωμά της να παραμείνει εντός του τάφου, όπως συμβαίνει με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Επομένως, εύκολα αντιλαμβανόμαστε τη σπουδαιότητα του τιμωμένου μυστηρίου, τα γεγονότα του οποίου θα ιχνηλατήσουμε στην συνέχεια.

Η Θεοτόκος δέχεται στο Όρος των Ελαιών την επίσκεψη του Αγγέλου, ο οποίος αναγγέλλει σε αυτή ότι έφθασε η στιγμή όπου θα συναντηθεί με τον Υιό της. Ο Κύριος της Δόξης, διά στόματος του Αγγέλου, ενημερώνει την Θεοτόκο για τον επερχόμενο θάνατο ώστε να μην αιφνιδιαστεί από το γεγονός. Αυτό συνέβη επειδή ο Δεσπότης Χριστός γνωρίζει την αγωνία της ανθρώπινης ψυχής κατά τον διαχωρισμό της από το σώμα. Ο Παντοδύναμος Θεός, διά στόματος του Αγγέλου, λέει προς την Παντάνασσα: «Μητέρα, είναι καιρός να σε παραλάβω ώστε να γεμίσεις με χαρά τα ουράνια. Έλα να γεμίσεις με χαρά την κατοικία του Πατέρα μου και να ευφρανθούν τα πνεύματα των Αγίων με την παρουσία σου. Έλα να γευθείς χαρά αντίστοιχη με την χαρά της Εύας όταν επανέκτησε τον Παράδεισο. Άλλωστε, εσύ υπεράνω όλων έχεις μετάσχει στην χάρη του Θεού. Όπως ακριβώς εσύ χάρηκες όταν αναγγέλθηκε σε εσένα η δική Μου κυοφορία, με την ίδια χαρά να απολαύσεις την παραλαβή από Εμένα. Μην ταραχθείς επειδή θα εγκαταλείψεις τον φθαρτό κόσμο και τις ανθρώπινες επιθυμίες. Εσύ δεν θα αφήσεις ορφανό τον κόσμο, επειδή η προστασία όπου παρέχεις στους ανθρώπους δεν θα αρθεί έως την συντέλεια του κόσμου».

Σύμφωνα με τον άγιο Γερμανό, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, η Παναγία Δέσποινα χαίρεται βαθύτατα από την άκουσμα της είδησης και αμέσως σπεύδει να φωταγωγήσει το σπίτι της, ως ένδειξη αναμονής αυτού του μεγάλου και σπουδαίου γεγονότος. Επιπλέον, σπεύδει να προσκαλέσει τους συγγενείς και τους γείτονές της, ευπρεπίζει την οικία της και αποθέτει άνθη στην κλίνη της όπως ακριβώς πράττουν οι συγγενείς ενός νεόνυμφου ζευγαριού. Προκειμένου να πεισθούν οι παρευρισκόμενοι για την αλήθεια του γεγονότος, επιδεικνύει ένα κλάδο φοίνικα, το οποίο συμβολίζει τη νίκη της ζωής επί του θανάτου. Παρά τον θρήνο ο οποίος επικράτησε εντός της Θεομητορικής οικίας από τους παρισταμένους, η Κοσμοσώτειρα παρηγορούσε τους παρευρισκομένους και τους ενίσχυε πνευματικά για το επερχόμενο γεγονός.

Λίγες στιγμές πριν την κοίμηση, εμφανίσθηκαν οι Απόστολοι «διά νεφελών». Η Άχραντος Παρθένος παρηγορεί τον θρήνο των Αποστόλων, ενώ γίνεται αποδέκτης του εγκωμιαστικού χαιρετισμού του Αποστόλου Παύλου. Αφού ο Παύλος ολοκλήρωσε το εγκώμιό του, η Παναγία ξάπλωσε στη νεκρική κλίνη και παρέδωσε την ψυχή της στον Βασιλέα της Δόξης. Η έλευση του Επουρανίου Βασιλέως αναγγέλλεται με το άκουσμα της βροντής στον ουρανό και τον κατακλυσμό της οικίας με θεία ευωδία. Ο «Κτίστης και Δημιουργός» εισέρχεται στην οικία, συναντά τους Αποστόλους και εν συνεχεία παραλαμβάνει την ψυχή της «Αειπαρθένου Κόρης». Ακολουθεί η πορεία προς την Γεθσημανή, με τους Αποστόλους να αναπέμπουν ύμνους προς την κοιμώμενη Μητέρα του Θεού. Κατά την διάρκεια της πορείας, ενώ πλήθος κόσμου ακολουθούσε το σκήνωμα, ένας Εβραίος αποπειράθηκε να βεβηλώσει το νεκρό σώμα· εκείνη την στιγμή, εμφανίσθηκε Άγγελος ο οποίος απέκοψε τα χέρια του επίδοξου βεβηλωτή.

Φθάνοντας στον τόπο της ταφής, οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος έλαβαν το σεντόνι με το σώμα της Παναγίας και το απέθεσαν εντός του κενού μνήματος. Σύμφωνα με τον Ισίδωρο Θεσσαλονίκης, επειδή ο Απόστολος Θωμάς δεν ήταν παρών στον ενταφιασμό της Θεοτόκου αλλά έφθασε στα Ιεροσόλυμα μετά από τρεις ημέρες, απαίτησε να ανοιχθεί ο τάφος ώστε να προσκυνήσει το «πανάχραντο και ζωαρχικό» σκήνος. Όταν ανοίχθηκε το μνημείο, τότε διαπιστώθηκε ότι το σκήνωμα έλειπε και ότι η Αγνή Παρθένος μετέστη από την γη προς τα ουράνια. Απέναντι στο μεγαλείο των περιγραφομένων γεγονότων, ο υμνογράφος επισημαίνει ότι οι πιστοί οφείλουμε να προσεγγίσουμε το μυστήριο αυτό με σεβασμό επειδή η Θεοτόκος δεν παύει να ευρίσκεται στον κόσμο, να παρηγορεί τον ανθρώπινο πόνο και ζητάει το έλεος του Θεού για την σωτηρία μας. «Όταν ετοιμαζόταν η Μετάσταση του άχραντου σκηνώματός σου (Θεοτόκε), τότε οι Απόστολοι περικύκλωσαν την κλίνη σου με τρόμο. Ενώ ορισμένοι εξ αυτών κυριεύθηκαν από σεβασμό και απορία για τα τελούμενα, ο Πέτρος με δάκρυα στα μάτια απευθύνθηκε σε Εσένα λέγοντας· Ω Παρθένε, σε βλέπω τώρα να κείτεσαι στην κλίνη σου, Εσύ όπου βάσταξες την ζωή των απάντων και εκπλήσσομαι, επειδή σε Εσένα σκήνωσε η απόλαυσης της μέλλουσας ζωής. Αλλά, Άχραντε, ικέτευε με θέρμη τον Υιό και Θεό σου ώστε το ανθρώπινο γένος να διαφυλάσσεται άτρωτο».

Η Θεοτόκος, αν και μεταστάθηκε στον Ουρανό, εντούτοις δεν εγκατάλειψε τον κόσμο. Παρά την αποστασία μας από τον Θεό και την τοποθέτησή Του στο περιθώριο, εκείνη δεν έπαψε στιγμή να δέεται και να παρακαλεί για την σωτηρία μας. Η ύπαρξη δεινών, ασθενειών και φυσικών ή τεχνητών καταστροφών, πάντοτε εξαιτίας της ανθρώπινης ανεπάρκειας να διαχειρισθεί με σύνεση το φυσικό περιβάλλον, είναι γνώριμη στην ανθρωπότητα· ωστόσο, και σε αυτή την περίπτωση, η Παναγία Δέσποινα ικετεύει τον Δεσπότη Χριστό ώστε να μετριασθούν οι επερχόμενες θλίψεις και οι δοκιμασίες των ανθρώπων. Η «Βασίλισσα των Αγγέλων», της οποίας το όνομα μνημονεύεται στους αιώνες, όχι μόνο δεν θα πάψει να προσεύχεται και να απαλύνει τον πόνο και την θλίψη, αλλά θα είναι αρωγός και παραστάτης στον βίο μας. Ως μάνα, η οποία αντίκρισε το παιδί της να κρέμεται στον Τίμιο Σταυρό, ουδέποτε θα εγκαταλείψει τον άνθρωπο, ακόμα και στην περίπτωση όπου εκείνος την βλασφημεί και την αποστρέφεται. Ας συνειδητοποιήσουμε το μεγαλείο της εορτής, ας ταπεινωθούμε ενώπιον του Θεού και ας ικετεύσουμε Εκείνη όπου μας λύτρωσε από την «κατάρα» του θανάτου, να δεηθεί για ακόμα μία φορά προς τον Επουράνιο Βασιλέα για την λύτρωσή μας «ἐκ τῆς λοιμικῆς νόσου καὶ ἐκ τῆς πυρᾶς», Αμήν!

Διαβάστε ακόμα