Μάνης: «Χρειαζόμαστε ἰσαποστόλους»

Μέ ἀφορμή τήν ἀνάβαση τοῦ σεπτοῦ Ποιμενάρχου μας κ. Χρυσοστόμου Γ’ στόν ὀρεινό ὄγκο Σαγγιᾶς τῆς περιοχῆς Τριανταφυλλιᾶς Ἀνατολικῆς Μάνης προκειμένου νά χοροστατήσει στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ὅπου καί ἔγινε ὁ πανηγυρικός ἑσπερινός μέ τήν συμμετοχή πολλῶν κληρικῶν, παραθέτουμε τό κυριότερο μέρος τοῦ περιεχομένου τοῦ κηρύγματός του πρός τό πλῆθος τῶν προσκυνητῶν ἀπό τήν Μάνη, ἀλλά καί ἀπό ἄλλα μέρη.

«Ἀδελφοί μου, χριστιανοί, ὀρθόδοξοι χριστιανοί, τιμοῦμε σήμερα ἕνα μεγάλο ἅγιο τῶν νεοτέρων χρόνων, τόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, τόν ἰσαπόστολο, τόν ἐθναπόστολο, τόν ἱερομάρτυρα, πού ξεκίνησε τό 1714 ἀπό τό Μεγάλο Δένδρο Αἰτωλοακαρνανίας καί μαρτύρησε στό Καλικόντασι τῆς Βορ. Ἠπείρου. Ἐδῶ πού ἔχουμε ἀνέβει πάνω στό ἄγριο αὐτό βουνό ἀλλά καί μέ τήν καταπληκτική θέα, εἶναι ὅ,τι πρέπει, νά ἀκούσετε γι’ αὐτή τήν ἁγία μορφή τοῦ νεότερου ἑλληνισμοῦ. Ἔζησε πτωχικά, ἁπλά, ἀλλά μέ μεγάλο ψυχικό πλοῦτο. Φλογιζόταν ἡ καρδιά του νά βγεῖ νά περπατᾶ ἀπό τόπο σέ τόπο καί νά μιλᾶ γιά τόν Χριστό. Νά κηρύττει τήν θεία διδασκαλία. Νά ἀνοίγει καί νά ἐπεξηγεῖ, νά ἑρμηνεύει μέ ἁπλά λόγια τό Εὐαγγέλιο. Ἀφοῦ πρῶτα μορφώθηκε καί ἀσκήτευσε στό Ἅγιον Ὄρος καί ἀφοῦ ἔλαβε τήν ἄδεια καί τήν εὐλογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Σεραφείμ Β’, πραγματοποίησε τέσσερεις μεγάλες ἱεραποστολικές περιοδεῖες, ὅπου ὑπῆρχε ἑλληνισμός. Ἀλλά ἦταν μιά ἐποχή ἐξαιρετικά δύσκολη. Ἦταν χρόνια σκληρᾶς δουλείας. Ἡ Τουρκοκρατία. Τότε πού δέν ὑπῆρχε ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Δέν ὑπῆρχαν ἀνθρώπινα δικαιώματα. Δέν ὑπῆρχαν δάσκαλοι, μήτε ἱερεῖς. Οἱ ἄνθρωποι πέθαναν χωρίς οὔτε νά βαπτιστοῦν οὔτε νά κηδευτοῦν. Τό Γένος μας εἶχε ἀγριέψει. Ληστεῖες, βαρβαρότητες, ζωοκλοπές, αὐτοδικίες, φόνοι. Καί συνάμα, ἡ ἐθνική συνείδηση ἐξαφανιζόταν. Τό ἴδιο καί ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἀφοῦ τά σχολεῖα ἦταν κλειστά. Λίγα μοναχά «κρυφά σχολειά» λειτουργοῦσαν τήν νύκτα μέ κάποιο καλόγερο – δάσκαλο σέ κάποιο νάρθηκα ναοῦ.

Καί βέβαια, ὁ εὐαγγελισμός τοῦ λαοῦ ἀπό τόν πατρο-Κοσμᾶ, τό κήρυγμα, ἡ καθοδήγηση τῶν ψυχῶν ἦταν μιά σκέτη περιπέτεια. Ἐκεῖνος ὅμως, δέν σταμάταγε. Πεζοποροῦσε, ἀνέβαινε βουνά, κήρυττε σέ πόλεις, σέ κωμοπόλεις, σέ χωριά, σέ ἀπομακρυσμένες περιοχές, σέ μέρη πού τά χαρακτήριζαν «ἀπάτητα», σέ χειμαδιά, σέ νησιά, κάτω ἀπό πλατάνια καί καρυδιές, σέ ἀνοικτούς χώρους καί σέ πλατεῖες.

Οἱ «Διδαχές» του, ὅσες διεσώθηκαν, εἶναι ἕνας πολύτιμος πνευματικός θησαυρός. Μίλαγε πραγματικά γιά νά στηρίξει τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἑρμήνευε μέ ἁπλά λόγια τήν δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, τόνιζε τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον, ὑπογράμμιζε τήν ἀξία τῆς Κυριακῆς ἀργίας, μά δέν ἄφηνε ἀπό τό περιεχόμενο τῶν κηρυγμάτων καί τήν σημασία τῆς ἐλεημοσύνης, τῆς προσευχῆς, τῆς μετάνοιας, τῆς εὐλάβειας πρός τούς ἁγίους.

Ἕνα ἀκόμη σπουδαῖο σύνθημα πού ἔριξε στό λαό, ἦταν ἡ μόρφωση, ἡ ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον γιά τά ἑλληνικά γράμματα. «Νά σπουδάζετε, ἔλεγε, τά παιδιά σας, νά μανθάνουν τά ἑλληνικά διότι καί ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι στήν ἑλληνική…. Καλύτερα, ἀδελφέ μου, νά ἔχεις ἑλληνικό σχολεῖο, παρά βρῦσες καί ποτάμια…». Μεγάλο χαρακτηρίζεται τό ἐπίτευγμά του νά ἱδρύσει ὁ ἴδιος 200 δημοτικά σχολεῖα!

Εἶχε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς πραγματικά χάρισμα, ταλέντο ἱεροκήρυκα, μέ ἕνα ὕφος ἁπλό, ἀλλά δυνατό, μέ παραστατικότητα, μέ αὐθορμητισμό, εἰλικρίνεια, θέρμη λόγου πού κυριολεκτικά συνήρπαζε τά πλήθη. Καί ἦταν λαός πολύς, πού τόν ἄκουγε. Διψοῦσε, ὅπως ἡ ξεραμένη γῆ τό νερό τῆς ἀλήθειας. Ἡ ἐπίδραση μάλιστα τοῦ λόγου του ἦταν ἄμεση καί λίαν εὐεργετική. Τά παραδείγματα εἶναι πολλά. Ἐχθροί συνεφιλιονόντουσαν, ληστές μετάνοιωναν, ἐλεημοσύνες γινόντουσαν ἄμεσα, τό κῦμα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ σταματοῦσε, γενναῖες πνευματικές ἀποφάσεις σέ πολλές ψυχές, ἔφερναν τήν σωτηρία. Μάλιστα κατά τήν συνήθεια πού εἶχε ὁ ἅγιος, πρίν κηρύξει ἔστηνε ἕνα ξύλινο σταυρό, κήρυττε καί μετά τόν ἄφηνε σέ ἀνάμνηση τῆς διάβασής του. Ὁ λαός φύλαττε τόν σταυρό αὐτό ὡς πολύτιμη παρακαταθήκη καί ἔλεγαν «Ἀπό δῶ πέρασε ὁ πατρο-Κοσμᾶς»! Εἰλικρινά, πόσο τούς στήριζε αὐτός ὁ σταυρός καί ὁ λόγος!

Ὁ πατρο-Κοσμᾶς, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἡ ἐπιβλητικότερη αὐτή φυσιογνωμία τῶν τελευταίων αἰώνων τελείωσε τόν ἐπίγειο αὐτό βίο μέ τό μαρτύριο, ὡς μάρτυρας τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος.

Ναί, κήρυττε ὁ φλογερός καλόγερος, ὅταν τόν ἔπιασαν οἱ ἐχθροί καί ἀργότερα τόν σκότωσαν στίς 24 Αὐγούστου ἡμέρα Σάββατο τό 1779 καί ἔλαβε τόν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξης.

Ὅμως, αὐτός ὁ ἰσαπόστολος καί ἱερομάρτυς, ἐξακολουθεῖ ἀπό ψηλά, ἀπό τόν Παράδεισο πού εἶναι, νά βλέπει τό ὅραμα. Τό ὅραμα πού δέν ἔχει χαθεῖ. Τό ὅραμα τῆς πνευματικῆς ἀναγέννησης τῆς πατρίδος μας. Τό μεγάλο ὅραμα. Ἡ ἀναγέννηση τοῦ τόπου μας. Ὅραμα! Μά, γι’ αὐτό, χρειαζόμαστε ἰσαποστόλους. Μακάρι ν’ ἀναδειχθοῦν».

Για το φωτογραφικό υλικό πατήστε εδώ

Διαβάστε ακόμα