«Η κατάπαυση του φόβου του θανάτου»

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ

«Είναι φοβερό και παράδοξο αυτό το μυστήριο το οποίο σήμερα πραγματοποιείται ενώπιόν μας. Αυτός όπου δεν δύναται να ψηλαφηθεί από τους ανθρώπους ευρίσκεται υπό κράτηση, ευρίσκεται στα δεσμά αυτός όπου ελευθέρωσε τον Αδάμ από την κατάρα του διαβόλου. Αυτός όπου γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων, αδίκως συλλαμβάνεται και κλείνεται στη φυλακή Εκείνος όπου περικλείει την άβυσσο, παρουσιάζεται στον Πιλάτο Εκείνος όπου με τρόπο στέκονται ενώπιόν Του οι Δυνάμεις των Ουρανών, δέχεται ραπίσματα από το χέρι του πλάσματος ο Πλάστης, καταδικάζεται να ανέλθει στο ξύλο Αυτός όπου κρίνει τους ζωντανούς και τους νεκρούς, κλείνεται στον τάφο Αυτός όπου κατήργησε τον Άδη. Αυτός όπου όλα τα παραπάνω αντιμετώπισε με συμπάθεια και έσωσε πάντες από την κατάρα (του διαβόλου), ας είσαι δοξασμένος Κύριε».  Ο υμνογράφος του Τριωδίου εκφράζει το μεγαλείο της Μεγάλης Παρασκευής όπου ο Δημιουργός εκούσια παραδόθηκε στα χέρια του πλάσματος ώστε να σταυρωθεί και με αυτόν τον τρόπο να παράσχει τον εαυτό Του ως «λύτρο» για τη σωτηρία του ανθρώπου. Ο σκοπός της θυσίας του Θεανθρώπου περιγράφεται από τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος επισημαίνει ότι «Επειδή εξαιτίας του ανθρώπου η αμαρτία εισήλθε στον κόσμο και μέσω αυτής ο θάνατος, ο Θεός ευδόκησε ώστε ο μονογενής Υιός να Σαρκωθεί από την αγία Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία προκειμένου να δώσει τον εαυτό Του αντάλλαγμα στο θάνατο, στον οποίο ο άνθρωπος ήταν δέσμιος».

«Τῇ νυκτί, ᾗ παρεδίδου (ο Υιός και Λόγος του Θεού) ἑαυτὸν ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς» διαδέχθηκε η ημέρα της σταυρικής θυσίας, δηλαδή η ημέρα του «ἐκουσίου, καὶ ἀοίδιμου καὶ ζωοποιοῦ αὐτοῦ θανάτου». Μετά την ολοκλήρωση της θυσίας και το θριαμβευτικό «Τετέλεσται», ακολουθεί η «ημέρα της καταπαύσεως», κατά την οποία ο «Δεσπότης της κτίσεως», αφού ολοκλήρωσε το έργο της Θείας Οικονομίας και εξαγόρασε με το Αίμα Του την ελευθερία των ανθρώπων και τη δική μας από «τὴν κατάραν τοῦ νόμου», τοποθετείται ως προς την τέλεια ανθρώπινη φύση Του εντός του μνημείου, αλλά η τέλεια θεία φύση Του πορεύεται στον Άδη ώστε να κηρύξει στους απ’ αιώνος νεκρούς. Το Μεγάλο Σάββατο ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία προσήλθε στον Πιλάτο και ζήτησε να λάβει το σώμα του Ιησού Χριστού ώστε να το ενταφιάσει. Πράγματι, ο Πιλάτος παρείχε την άδεια στον Ιωσήφ και από κοινού με το νυκτερινό μαθητή Νικόδημο αποκαθήλωσαν τον Ζωοδότη Χριστό και Τον τοποθέτησαν στο κενό μνημείο, το οποίο ήταν λαξευμένο επάνω σε βράχο.

Ενώ όλα αυτά λάμβαναν χώρα στην επιφάνεια της γης, «ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος» νέκρωσε τον Άδη με την «ἀστραπῇ τῆς Θεότητος» και ανέστησε, δηλαδή οδήγησε στην πρόγευση της Ουράνιας Βασιλείας όσους νεκρούς το επιθυμούσαν. Σύμφωνα με την υμνογράφο μοναχή Κασσιανή «ὁ ᾍδης Λόγε συναντήσας σοι, ἐπικράνθη, βροτὸν ὁρῶν τεθεωμένον, κατάστικτον τοῖς μώλωψι, καὶ πανσθενουργόν, τῷ φρικτῷ τῆς μορφῆς δέ, διαπεφώνηκεν». Εκείνος όπου είχε δεχθεί τα ραπίσματα, το φραγγέλιο και τα υπόλοιπα βασανιστήρια με συνέπεια το σώμα Του να έχει γεμίσει με πληγές και αίμα, συναντά τον Άδη και ο τελευταίος πικράθηκε επειδή ο άνθρωπος δεν θα έχει πλέον το φόβο του θανάτου, αλλά θα ελπίζει στην Ανάστασή του. Επομένως αντιλαμβανόμαστε ότι η θυσία του Δεσπότη γέννησε ελπίδα και ότι φθάνει η στιγμή όπου τη θλίψη θα διαδεχθεί η ελπίδα. Κατά συνέπεια, η υμνογράφος επισημαίνει ότι η ελπίδα στο θείο θέλημα για τη σωτηρία του ανθρώπου δεν θα πρέπει να επισκιάζεται από τη θλίψη για το εκούσιο Πάθος του Λυτρωτή.

«Ο Μονογενής Υιός (και Λόγος) του Θεού έλαβε την ανθρώπινη φύση ώστε να κατανικήσει την αμαρτία με το πάθος της σαρκός Του και αφού παρέδωσε στον κόσμο αυτό τρόπους για την κατάκτηση της σωτηρίας, κατέβηκε διά μέσω του Τιμίου Σταυρού στον Άδη ώστε να καταλύσει την οδύνη του θανάτου και με την Ανάστασή Του κατά την τρίτη ημέρα ετοίμασε το δρόμο για την Ανάσταση όλων των ανθρώπων». Ο Καππαδόκης Ιεράρχης Μέγας Βασίλειος αναδεικνύει τη σημασία της θυσίας του Θεανθρώπου, την οποία θα πρέπει να συναισθανθούμε ώστε να είμαστε έτοιμοι για να δεχθούμε το μήνυμα της Ανάστασης του Θεανθρώπου. Επιπλέον, ο ιερός συγγραφέας επισημαίνει την ελπίδα και την εμπιστοσύνη όπου ο χριστιανός οφείλει να έχει στη θεία θέληση, επειδή μέσω αυτής φανερώθηκε η λύση στο αιώνιο και άλυτο πρόβλημα του ανθρώπου, δηλαδή στο θάνατο. Η κάθοδος του Ιησού Χριστού στον Άδη είχε όντως θριαμβευτικό χαρακτήρα επειδή «ήταν αδύνατο η φθορά να εξουσιάσει τον αρχηγό της Ζωής, ο οποίος έγινε η απαρχή των κεκοιμημένων, ο πρωτότοκος όλων των νεκρών, ώστε Αυτός να είναι η αρχή στα πάντα και να πρωτεύει επί των πάντων». Η νικηφόρα πορεία του Δεσπότη Χριστού στον αρχαιοελληνικό ανθρωπομορφικό βασίλειο του Άδη και η σπουδή Του να ελευθερώσει τον Αδάμ, για τον οποίο και έλαβε την ανθρώπινη φύση, προβάλλει ως ικανή για να αποδώσει νέο περιεχόμενο στις ζωές μας και να μας ωθήσει να εμπιστευθούμε περισσότερο την κρίση του Θεού, παρά των ανθρώπων.

Η Ανάσταση του Κυρίου, την οποία για μία ακόμα χρονιά θα βιώσουμε σπεύδοντας να ψάλλουμε το νικηφόρο παιάνα «Χριστός Ανέστη», αλλά και παραμένοντας προσευχόμενοι στη Θεία Λειτουργία όπου θα ακολουθήσει, θα μας ενισχύσει πνευματικά στις θλίψεις και τις αγωνίες όπου βιώνουμε. Οι Πρωτόπλαστοι, παρά το ότι έχασαν τον Παράδεισο, δεν έχασαν την εμπιστοσύνη τους προς το Δημιουργό. Κατά τη διάρκεια του Δεσποτικού Πάθους, η Θεοτόκος, ο Ιωάννης, η Μαρία η Μαγδαληνή και οι άλλες γυναίκες όπου βίωσαν ως μαρτύριο τα γεγονότα δεν έχασαν την εμπιστοσύνη στο θείο θέλημα και αξιώθηκαν να γίνουν οι πρώτοι μάρτυρες της Λαμπροφόρου Εγέρσεως. Ο δικαιοκρίτης Θεός οικονομεί τη σωτηρία των ανθρώπων μέσα από τις δοκιμασίες και προκειμένου πνευματικά να καλλιεργηθούμε και αισθανθούμε την αδιάλειπτη παρουσία Του στη ζωή μας. Εν κατακλείδι, ενώ προσμένουμε την Ανάσταση του Θεανθρώπου, ας αναλογιστούμε τα όσα βιώσαμε τη Μεγάλη Εβδομάδα, ωφελούμενοι βιωματικά και πνευματικά, Αμήν!

Διαβάστε ακόμα