Νικηφόρου Αρχιερέως αιωνία η μνήμη

Του Πρωτοσυγκέλλου της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου Παν/του Αρχιμ. του Οικουμενικού Θρόνου Νικηφόρου Εικοσιδέκα


«…δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει,
ὡσεὶ ἡ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται
πεφυτευμένοι ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου, ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ
ἡμῶν ἐξανθήσουσιν·…»
Ψαλμός 91, 13-14

Εξ’ αφορμής της συμπληρώσεως ενός έτους εκ της εκδημίας του αειμνήστου Γέροντος Νικηφόρου Αρχιερέως πρώην Μητροπολίτου Κινσάσας, του Ιεραποστόλου, θέλησα να γράψω κάποιες σκέψεις για να φέρουμε στην μνήμη μας το πρόσωπό του.

Τούτο το πράττω ως οφειλόμενη υιική τιμή, καθώς προς τιμήν του φέρω το όνομα Νικηφόρος και συνεχίζω την θέληση του να τιμώ τον νεοκαταταγέντα στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας Άγιο Νικηφόρο τον Λεπρό, κατά την ορισμένη μέρα της εορτής του, 4 Ιανουαρίου και πάντοτε.

Αυτές οι γραμμές αποτελούν απαύγασμα προσωπικών εμπειριών πλησίον του, συζητήσεων με παλαιότερους κληρικούς της Μητροπόλεώς μας και διαφόρων δημοσιευμάτων από το διαδίκτυο ή συνεντεύξεων του ίδιου.

Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Κινσάσας υπήρξε αυτό που περιγράφει ο παραπάνω στίχος του Ιερού Ψαλμωδού, ένας δίκαιος άνθρωπος. Ως δίκαιος άνθιζε συνεχώς και αύξανε, όπως ο φοίνικας, και πλήθυνε, όπως τα κέδρα του λιβάνου.

Έτσι, καθώς ήταν φυτεμένος στον οίκο του Θεού, στις αυλές του Κυρίου, άκμαζε και καρποφορούσε αρετές υπέρ της Εκκλησίας και του λαού του Θεού που βρισκόταν στην ανάγκη εύρεσης της αληθείας.
Έδωσε με τον αγώνα του και την αφοσίωσή του στην Εκκλησία, το Φως της αληθείας σε λαούς που βρίσκονται στο σκοτάδι. Αυτό το έργο το επετέλεσε με αυταπάρνηση, χωρίς να κυνηγά την τακτοποίησή του ή το συμφέρον του ή την βόλεψή του.

Υπήρξε ένας ακάματος εργάτης του Ευαγγελίου και αφοσιωμένος στο κήρυγμα της μετανοίας καθώς πρώτος διήγαγε τον βίο του εν μετανοία. Όπου και να πήγαινε, όπου και αν βρισκόταν, η παρουσία του έδιδε αφορμή να καλλιεργούνται οι αρετές εκάστου και να καλλιεργείται το Εκκλησιαστικό και Χριστιανικό φρόνημα, ώστε βήμα το βήμα, πέτρα την πέτρα, να χτίζεται η επιθυμία της συνάντησης με τον Θεό διά της Εκκλησίας. Ως γνήσιος εργάτης του αμπελώνος του Μεγάλου Γεωργού και της ποίμνης των λογικών προβάτων του ενός Ποιμένα υπήρξε φιλακόλουθος, αναπαυόταν στην προσευχή και επεδίωκε την Ευχαριστιακή Σύναξη των πιστών, της οποίας υπήρξε Αρχιθύτης ώστε όλοι να ευλογούνται από την συμμετοχή τους στη μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Αναστημένου Χριστού.

Βοηθούσε τους εμπεριστάτους της Μητροπόλεώς του, δίδασκε και νουθετούσε πνευματικά τους νέους, κήρυττε το Ευαγγέλιο σε ανθρώπους που δεν είχαν ξανά ακούσει για τον Χριστό, τελούσε ανελλιπώς την Αναίμακτη Θεία Ιερουργία, έκανε πράξη αυτό που ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός ο Θεολόγος έλεγε για το τί είναι ο Επίσκοπος «το αρπάσαι κόσμον και δούναι Θεώ και Θεόν ποιήσαι τον άνθρωπον».
Ένα γεγονός στη ζωή του, το οποίο διηγείται ο ίδιος, φανέρωσε αυτό που έμελλε να ενδυθεί και να διακονήσει, το της Ιερωσύνης αξίωμα. Το καταθέτουμε για να φανερώσουμε ότι στο πρόσωπο του αειμνήστου Μητροπολίτου κ. Νικηφόρου συνέβη αυτό που κάποτε είπε ο Ησαΐας «…ἐκ κοιλίας μητρός
μου ἐκάλεσε τὸ ὄνομά μου … καὶ εἶπέ μοι· δοῦλός μου εἶ σύ …» καθώς και ο Απόστολος Παύλος «…ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ … ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν …».

Όταν ο αδελφός του ο Δημήτριος εκοιμήθη σε βρεφική ηλικία, ο πατέρας του έτρεξε
στον πνευματικό του, πατέρα Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο, για να εξομολογηθεί και να βρει
παρηγοριά για το θλιβερό συμβάν. Εκεί εξέφρασε ένα παράπονο. Γιατί ο Θεός πήρε τον Δημήτριο ο οποίος υπήρξε υγιέστατος και δεν πήρε τον Γεώργιο ο οποίος υπάρχει φιλάσθενος; Έτσι λεγόταν κατά κόσμον ο Μακαριστός Κινσάσας κ. Νικηφόρος, Γεώργιος. Τότε έλαβε την απάντηση ότι τον Δημήτριο ο Θεός τον ήθελε κοντά του, ενώ τον Γεώργιο τον άφησε στη ζωή γιατί θα γίνει ιερεύς. Τέτοια ήταν η κλήση του Γέροντα στην Ιερωσύνη, με «η» διότι είχε ουράνιο κάλεσμα από τον Θεό το οποίο φανερώθηκε δια στόματος του πατρός Χρυσοστόμου και κλίση με «ι» δηλαδή ως έφεση, ως ροπή, ως
αγάπη για την Εκκλησία και την Ιερωσύνη η οποία φάνηκε αργότερα στα εφηβικά του χρόνια, μέχρι τις μεγάλες του αποφάσεις, καθώς συνέχισε να επικοινωνεί με τον πατέρα Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο.

Αν μελετήσει κανείς τον βίο του θα διακρίνει ότι θα μπορούσε να έχει ακολουθήσει διάφορους άλλους δρόμους, οι οποίοι, είτε θα του έδιναν εξέλιξη σε ευνοϊκότερους τόπους μέσα στην διοίκηση της Εκκλησίας, είτε θα του παρείχαν την ησυχία και την ειρήνη που αναζητεί κάθε μοναχός. Όμως, ο
ίδιος διάλεγε πάντοτε τον δύσκολο δρόμο, της προσφοράς, της Ησαΐας μθ, 1-3 Προς Γαλάτας α, 15-26 θυσίας και υπακοής στην Εκκλησία, με την κοπή του ιδίου θελήματος και ακολουθώντας αυτό που ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος προσφώνησε στην εις Επίσκοπον χειροτονία του στο Παλαίφατο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας «…η εγνωσμένη αγάπη σου για την ζωντανή εικόνα του Θεού, τον άνθρωπο, οδήγησε τα βήματά σου μακρυά από την αγιαστική ησυχία του Αγίου Όρους, στο πνευματικό γεώργιο της Ιεραποστολής, τόσο πλησίον του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου
Αλβανίας κ.Αναστασίου, όσο και κοντά στον πολυσέβαστο Γέροντα Ιγνάτιο, τον πάλαι ποτέ Μητροπολίτη Κεντρώας Αφρικής και πλέον προκάτοχό σου…». Θα μπορούσαμε να πούμε, κατ’ επέκταση αυτού του πνεύματος, ότι ο μακαριστός έφυγε από τα Χανιά για να εξυπηρετήσει ανάγκες της Αθωνιάδας Εκκλησιαστικής Σχολής και της νεοσύστατης Μικραγιαννανίτικης αδελφότητας. Θα μπορούσε αντί να πάει στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Σχολή, να συνέχιζε στην Εκκλησιαστική Σχολή του Αγίου Ματθαίου στα Χανιά. Βέβαιο είναι πάντως ότι άφηνε την καλή ζωή που είχε ετοιμάσει από
τα προηγούμενα χρόνια της εργασίας του και ξεκινούσε για νέους και δύσκολους τόπους, μάλιστα στο ξεκίνημα τους. Επιθυμία του ήταν να βοηθήσει όσους είχαν ανάγκη.

Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Κινσάσας κ. Νικηφόρος καίτοι έφυγε από τα Χανιά δεν έπαυσε την επικοινωνία του με το Μοναστήρι της μετανοίας του, με τα Χανιά γενικώς και εξαιρέτως με τον Ιερό Ναό του Αγίου Νεκταρίου Παχιανών. Εκεί είχε τον διορισμό του ως Διάκονος. Υπήρξε συχνός επισκέπτης των δύο αυτών σταθμών της ζωής του. Λάμβανε δύναμη από την επικοινωνία του αυτή όπως και με τους πατέρες από το Άγιο Όρος. Οι χριστιανοί της περιοχής του και οι αλλόθρησκοι, στην Μητρόπολη Κινσάσας ζούσαν πλησίον του, θα λέγαμε, περιόδους πρωτοχριαστιανικών καταστάσεων,
ώστε δι΄ αυτού να ισχύει ο προφητικός λόγος του Ησαϊα «ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, και τοῑς καθημένοις ἐν χῶρα καί σκιᾶ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» (Ματθ. δ, 15-16). Φως, λοιπόν, αποτελούσε ο μακαριστός κ. Νικηφόρος για την περιοχή της ευθύνης του που του εναπέθεσε ο δεύτερος θρόνος της Ορθοδοξίας, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, και αυτό το Φως το συντηρούσε, μεταξύ άλλων και με αυτόν τον τρόπο, έχοντας την επικοινωνία του με το Μοναστήρι μας και την
Μητρόπολή μας. Μέχρι το τέλος της ζωής του υπήρξε πνευματικός της αδελφότητας. Διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον Μητροπολίτη μας Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Δαμασκηνό. Από την άλλη, η Ιερά Μητρόπολή μας, η αδελφότητα και η ενορία του Αγίου Νεκταρίου τίμησε την εις Επίσκοπον χειροτονία του καθώς θρήνησε για την εκδημία του προς Κύριον.

Θα ήθελα να συμπεριλάβω κάποιες γραμμές από μια επιστολή που έστειλε προς την αναξιότητά μου για να με στηρίξει στον πνευματικό μου αγώνα. Σε αυτές τις γραμμές μπορούμε να δούμε την αγάπη του για την πνευματική ζωή, την αγάπη του για το μοναστήρι της Αγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων και το ενδιαφέρον του να νουθετεί τους νεότερους :

«Ἀγαπητὲ ἀδελφέ μοναχὲ π.Νικηφόρε
Οἱ ἄγιοι τῆς Μονῆς μας Ἀκάκιος καὶ
Γεράσιμος … νὰ σὲ δίδουν πνευματικὲς νίκες, ὁ
δὲ ἅγιος Νικηφόρος ὁ Λεπρὸς νὰ σοῦ χαρίζει
τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ὑπομονή του. Στηρίξου
πάνω στὴν πίστη, στὴν ταπείνωση, στὴν ὑπακοή,
στὴν ὑπομονή,στὴν ἐπιμονὴ στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν
σωτηρία μας. Μὴ φοβηθεῖς, ὅταν ὁ πειρασμὸς σὲ
ἐπιτίθεται μὲ διαφόρους τρόπους,χαῖρε καὶ
ἀγωνίσου… Μὴν ἀσχοληθεῖς μὲ κρίσεις καὶ
κατακρίσεις … Κρᾶτα σιωπὴ … καὶ προσεύχου

… Συγχώρα καὶ προχώρα. Φρουρήσου κάτω
ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὸν καθημερινὸ μοναχικὸ
κανόνα … Μὲ συγκίνησε ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς
καὶ συμμοναστὴς Μητροπολίτης Χανίων
Δαμασκηνὸς ποὺ συνεδίασε τὸ πρόσωπὸ μου μὲ
τὸ ὄνομα ποὺ σοῦ χάρισε. Δὲν τὸ ἀξίζω.
Ἀγαπητὲ μου ἀδελφὲ π.Νικηφὸρε, μὴν μὲ
ξεχνᾶς στὶς προσευχὲς σου. Ἔχω μεγάλη
ἀνάγκη ἀπὸ αὐτὲς ἐδῶ στὸν δύσκολο ἀγῶνα τῆς
Ἱεραποστολῆς. Σὲ ἀσπαζομαι ἐν Κυρίῳ,
ἀγαπητὲ ἀδελφὲ Νικηφόρε.
ὁ Μητροπολίτης Κινσάσας Νικηφόρος»

Επιπλέον, από τον βίο του μακαριστού διακρίνουμε ότι επιδίωκε να αναλώνει τον εαυτό του στην καλλιέργεια των νέων. Ήταν πάντοτε στο πλευρό των σπουδαστών. Έβλεπε στα μάτια τους την ελπίδα του μέλλοντος της Εκκλησίας. Έβλεπε στην ορμή της νιότης τους τα αυριανά καίρια στελέχη της
Εκκλησίας. Πράγματι, πολλούς νέους ενέπνευσε στην αγάπη για την ιερωσύνη, τον μοναχισμό και την ευλαβή διακονία της Εκκλησίας. Υπήρξε εκτός από απλός καθηγητής των σπουδαστών και πνευματικός οδηγός τους. Καλλιεργούσε στους μαθητές και φοιτητές του την επικοινωνία τους με την

Εκκλησία και με το Ποτήριο της Ζωής, του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Έτσι έβλεπε να καλλιεργείται το εκκλησιαστικό και χριστιανικό ήθος πέραν της επιστημονικής προσέγγισης της θεολογίας. Εκεί έβλεπε την ουσιαστική ανάγκη καλλιέργειας και παιδείας για την στελέχωση της
Εκκλησίας.

Σήμερα, διακρίνοντας όλα τα παραπάνω τον ευχαριστούμε γι’ αυτό το ταπεινό πρότυπο που υπήρξε για εμάς τους νεότερους και δοξάζουμε τον Θεό για την δωρεά Του να τον έχει η αδελφότητα μας παρακαταθήκη.

Υπήρξε, πράγματι, αυτό που ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος του επέδειξε ότι είναι ο Αρχιερεύς, στην προσφώνηση του κατά την εις Επίσκοπο χειροτονία του, δια στόματος του σοφού καθηγητού της Αιγύπτου Ισιδώρου Πηλουσιώτου: « Η Αρχιερατική διακονία έχει έργον και ουκ
άνεσιν, φροντίδα και ου τρυφήν, λειτουργίαν υπεύθυνον και ουκ αρχήν ανεξέταστον, πατρικήν κηδεμονίαν και ου τυρανικήν αυτονομίαν».

Καθώς ήταν όλα τα παραπάνω άνθιζε, άκμαζε αυξανόταν και καρποφορούσε, όπως προαναφέραμε. Από τους καρπούς αυτούς πολλοί έτρωγαν και ωφελούνταν και γίνονταν δυνατοί στο πνεύμα. Εις εξ αυτών και ο γράφων.

Το 2021 απεβίωσε λόγω της μεγάλης μάστιγας της ασθενείας του Κορονοϊού σκορπώντας θλίψη σε όλους όσοι τον γνώριζαν. Το λείψανό του βρίσκεται στο Άγιο Όρος, στα αγιασμένα χώματα της Μικραγιάννας στην ησυχία και στην ειρήνη που κατά βάθος επιθυμούσε να βρίσκεται μακριά από
την δόξα του Επισκοπικού αξιώματος.

Ευχόμαστε η μνήμη του να είναι αιωνία, στους κόλπους του Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ, όπως προσευχηθήκαμε και αιτηθήκαμε ως Εκκλησία και ως σώμα Χριστού και να έχουμε απαξάπαντες την ευχή του και τις πρεσβείες του. Αμήν !

Διαβάστε ακόμα