Η εισήγηση του Μητροπολίτη Σάμου Ευσεβίου στην Ιεραρχία

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος, Πρόεδρε τῆςΣεπτῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος,

Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Πατέρες καί Ἀδελφοί,

Μετά πολλῶν εὐχαριστιῶν διά τήν ἀνάθεσιν τῆς παρούσης εἰσηγήσεως παρῆλθον εἰς τό βῆμα σήμερον, διά νά ὁμιλήσω εἰς τήν ἀγάπην Σας, «οὐ καθ᾿ ὑπεροχὴν λόγου ἢ σοφίας» (Α΄ Κορ. β 1). Τολμῶ νά ἀρθρώσω κραυγήν τινα ἀγωνίας καί προβληματισμοῦ διά τήν πορείαν τοῦ ζῶντος σώματος τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν σύγχρονον πραγματικότητα. Μία πορεία ἡ ὁποία ὁμοιάζει κατά πολύν εἰς τόν ἀνήφορον τοῦ Γολγοθᾶ, ὅπου ἐν μέσῳ μαστιγώσεων καί ἐμπτυσμῶν ἔσωθεν καί ἔξωθεν ἀναβαίνουσα ἡ μαρτυρική Ἐκκλησία ἐλπίζει καί προσδοκᾶ τήν ἀλήθειαν  τῆς Ἀναστάσεως.  Προσδοκῶ, ὡς ἆσμα ζεούσης καρδίας ν’ ἀφήσω μίαν παρακαταθήκην σκέψεως καίσυμπροβληματισμοῦ πρός μελέτην καί γόνιμον διεργασίαν εἰς δόξαν τῆςΠαναγίου Τριάδος καί εὔκλειαν τῆς κοινῆς πάντων τῶν πιστῶν MητρόςἘκκλησίας.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Εἶναι γνωστό ὅτι διερχόμαστε, ἵσως, τή δυσκολώτερη ἱστορικῶς συγκυρία τῶν τελευταίων χρόνων.

Μαζί μέ τήν πολυεπίπεδη κρίση, ἡ ὁποία προηγήθηκε καί ἡ ὁποία ὀνομάσθηκε οἰκονομική, ἀλλά ἐμφάνισε σαφεῖς προεκτάσεις σέ ὅλους τούς τομεῖς καί τά ἐπίπεδα  τῆς σύγχρονης ζωῆς, ἐπηρεάζοντας τόν πολιτισμό, τά ἐθνικά θέματα, τήν ἠθική τῆς κοινωνίας καί ἄλλα, ἐμφανίσθηκε καί ἡ ὑγιειονομική κρίση. Μιά πραγματικότητα δυσμενής, ἡ ὁποία  συνέχει τήν ζωή μας τά δύο τελευταῖα χρόνια καί μᾶς ἀνάγκασε νά στριμωχθοῦμε πνευματικά καί νά τηρήσουμε σκληρές, ἀλλά πολύτιμες ἰσορροπίες, μεταξύ τοῦ πληρώματος τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. 

Πολλές φορές στή διάρκεια αὐτῆς τῆς περιόδου θυμήθηκα τό παράπονο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Ὁ πλοῦς ἐν νυκτί, πυρσός οὐδαμοῦ. Χριστός καθεύδει» καί ταυτίστηκα μέ τήν ἀγωνία του. Χωρίς ἀμφιβολία ἡ ὑγιειονομική αὐτή κρίση τοῦ κορωνοϊοῦ ἀνέδειξε τά κενά καί τίς ἐλλείψεις μας καί πῆρε ἀπό τά μάτια μας τά φίλτρα, πού ὡραιοποιοῦσαν καταστάσεις καί παραποιοῦσαν τήν ζοφερή πραγματικότητα τῆς θρησκειοποίησης τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τήν ἐκκοσμίκευση, ὡς συνελόντι εἰπεῖν, τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἐμφανίζεται, λοιπόν,  ἐπιτακτική ἡ ἀνάγκη τοῦ συμπροβληματισμοῦ μας πάνω σ’αὐτή τή δυσχερῆ πραγματικότητα  καί τῆς λήψεως, ἐνδεχομένως, ἀποφάσεων μέ σκοπό τόσο τήν πνευματική ἀνασυγκρότηση τῆς Ἐνορίας, ὅσο καί τόν ἐπανευαγγελισμό τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας μας, συμπεριλαμβανομένων, ὡς μή ὤφειλε, καί τινων ἐκ τοῦ ἱεροῦ Κλήρου.

Ἄν σκεφθοῦμε, πώς ἡ Ἐνορία ἀνάγεται στίς Συνάξεις τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἀποστολικῶν χρόνων, τότε πρέπει νά παραδεχθοῦμε πώς ἡ διαπίστωση τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων «οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς καταλείψαντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις» (Πράξ. στ. 2) ἀποτελεῖ τήν ἀσφαλιστική δικλεῖδα, γιά τήν πνευματική ἀναβάθμιση τῆς ζωῆς τῆς σύγχρονης Ἐνορίας, ἐνῶ ταυτόχρονα ὑποδεικνύει καί τήν κατεύθυνση πρός τήν ὁποία ὀφείλουμε νά κινηθοῦμε, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν ἁγιασμό τῶν πιστῶν καί τήν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας τους διά τῆς μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.

Εἶναι ἀλήθεια, πώς ἡ κοινωνία μας ἔχει ἀλλάξει τίς τελευταῖες δεκαετίες καί σέ τίποτε δέν θυμίζει τήν παραδοσιακή Ἑλληνορθόδοξη κοινωνία ἄλλων ἐποχῶν. Τοῦτο καθιστᾶ τό ἔργο τῆς Ἐνορίας δύσκολο. Ὅμως πρέπει νά δραστηριοποιηθοῦμε μέ βάση τήν ὀρθόδοξη ποιμαντική, ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦν τά πρότυπα τῆς ζωῆς τῶν Δυτικοευρωπαϊκῶν Χωρῶν, πού βασίζονται κυρίως σέ προτεσταντικά πρότυπα καί πού ἀπέχουν ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική ζωή. Οἱ διαστάσεις τοῦ χριστιανισμοῦ στίς δυτικές κοινωνίες ἀφοροῦν κυρίως σέ φιλανθρωπικές κινήσεις καί ἐλάχιστα ἐνδιαφέρονται γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτό καί πολλά πράγματα μετακενώθηκαν εὔκολα στήν πατρίδα μας καί ἔλαβαν νομική κατοχύρωση, ὥστε νά βάλλονται τά θεμέλια τῆς Ὀρθόδοξης οἰκογένειας. Καί δέν ἐννοῶ μόνον τούς διαφόρους τύπους γάμων ἤ συμφώνων συμβίωσης, ἀλλά καί τίς ἐμμονές πού ἀναπτύσσονται ἐναντίον τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἐπί οὐσιαστικῶν θεμάτων ζωῆς καί σωτηρίας. 

Ὑπενθυμίζω τήν ἐγκύκλιο διαμαρτυρίας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἔναντι ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι παρά τήν πανθομολογούμενη ὑποδειγματική τήρηση τῶν μέτρων ὑγιειονομικῆς προστασίας ἀπό μέρους τῆς Ἐκκλησίας, ἐν τούτοις ἐπιχειροῦσαν νά καταφέρουν νά ἀπαγορευθεῖ ἡ θεία Κοινωνία, κατά τήν περίοδο τῆς πανδημίας, ἐπειδή αὐτό ἔγινε σέ Χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης καί τῆς Ἀμερικῆς. 

Ὑπενθυμίζω ἐπίσης καί τίς πρόσφατες διαμαρτυρίες γιά τήν ἐγκύκλιο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου σχετικῶς μέ τήν προστασία τῆς ζωῆς καί τήν ἀποφυγή τῶν ἀμβλώσεων, ἡ ὁποία ἄν καί ἦταν πολύ εὐγενικά καί διακριτικά γραμμένη, παρ’ ὅλα ταῦτα ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυρίας, ἐξαιτίας τοῦ μεγάλου ἐγωϊσμοῦ τῶν ἀνθρώπων, πού κρύβεται ἐπιμελῶς κάτω ἀπό τήν μορφή τοῦ δικαιώματος καί νά σκεφθοῦμε ὅτι, στήν προκειμένη περίπτωση, τό δικαίωμα ἀφορᾶ στή στέρηση τῆς ζωῆς κάποιου ἄλλου!

Αὐτή ἡ σκληρότητα τῆς σύγχρονης νεοελληνικῆς κοινωνίας, πού συνήθως ἐχθρεύεται ἀπροκάλυπτα ὁ,τιδήποτε, ἐκκλησιαστικό, χριστιανικό, ὀρθόδοξο καί ἑλληνικό πολλές φορές, ἀπαιτεῖ ἰδιαίτερη ποιμαντική χειραγώγηση. 

Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι πολλές ἀπό τίς δραστηριότητες τῶν Ἐνοριῶν τῶν καθ’ ἡμᾶς Ἱερῶν Μητροπόλεων ἀφορμῶνται ἀπό ἀγαθή διάθεση. Ἀποτελοῦν τήν ἀπάντησή μας στίς διάφορες ἀνάγκες τῶν Χριστιανῶν μας καί ἔχουν σκοπό νά τούς οἰκειώσουν  με τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, προσελκύοντας τό ἐνδιαφέρον τους, ἄν καί θεωρῶ ὅτι δέν συμβαίνει πάντοτε αὐτό μέ ἐπιτυχία. 

Στήν σύγχρονη πραγματικότητα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, τήν Ἑλληνική, ἀλλά καί τήν διεθνῆ, περισσότερο ὁ Λαός, ἀλλά καί ὁ Κλῆρος σέ κάποιες περιπτώσεις, φαίνεται ὅτι προσδίδουμε μεγαλύτερη βαρύτητα στό φιλανθρωπικό ἔργο καί στίς ἀπαιτήσεις τοῦ κόσμου, παρά στήν πνευματική μας ἀποστολή.

Ὑπάρχει πάντοτε πρό τῶν ὀφθαλμῶν μας ὁ αἰώνιος πειρασμός τοῦ ἀνθρώπου νά ἀκολουθήσει ἐκεῖνον πού τόν τρέφει καί καλύπτει τίς ἀνάγκες του, ἀλλά μέχρι ἐκεῖ. Ὁ Κύριος ὅμως στό 6ο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ἰωάννου ἐφιστᾶ τήν προσοχή μας, ὥστε νά μήν μονοπωλεῖται «ἡ βρῶσις ἡ ἀπολυμένη», εἰς βάρος  «τοῦ ἄρτου τῆς ζωῆς». Ὅμως πέρα ἀπό τίς διάφορες δραστηριότητες τῶν Ἐνοριῶν μας, πολιτιστικές, καί ἄλλες, πολλές φορές  ἐρχόμαστε πρό ἀδιεξόδου καί πρέπει νά δώσουμε λύση σέ προβλήματα ἐμπεριστάτων μελῶν τοῦ πληρώματός μας, παρέχοντας ἄλλοτε οἰκονομική ἐνίσχυση καί ἄλλοτε ὑλικά ἀγαθά, τά ὁποῖα ὅμως ἀφοροῦν στό ὑλικό μέρος τῆς ζωῆς τους, μέ τήν εὐχή νά ἔλθουν νά γνωρίσουν τόν Χριστό καί τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας Του, γιά τήν σωτηρία τους. Τίς περισσότερες φορές αὐτό παραμένει τό μεγάλο ζητούμενο. 

Ἔχω τήν αἴσθηση ὅμως ὅτι εἴμαστε κατά τό μᾶλλον ἤ ἦττον ἐπηρεασμένοι ἀπό ξένα εὐρωπαϊκά ἐκκλησιαστικά πρότυπα, τά ὁποῖα, ὅπως προανεφέρθη, ἔχουν ἀναφορά σέ μιά προτεσταντικοῦ τύπου νοοτροπία, γιά τό τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀφήνουμε τήν Ἐκκλησία μας νά ἐκπίπτει σέ φιλανθρωπικό  Ἵδρυμα  παροχῆς ὑλικῶν ἀπολαβῶν, ὥστε νά μᾶς ἐλέγχει ζωηρῶς ἡ ἀποστολική διαπίστωση τοῦ «διακονεῖν τραπέζαις», ἔναντι τοῦ κηρύγματος τοῦ Εὐαγγελίου.

Αὐτή ἡ διαπίστωση γίνεται ἐντονώτερη, ἄν φέρουμε στό νοῦ μας τό ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος προκρίνει τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ἀκόμη καί ἀπό τή λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἐπιπλήττοντας τούς Κορινθίους καί λέγοντας: « Οὐ γάρ ἀπέστειλέ με Χριστός βαπτίζειν, ἀλλ’ εὐαγγελίζεσθαι»(Α΄Κορ. α΄17), καθ’ ὅτι δέν νοεῖται Ἐνορία χωρίς κατήχηση!

 Ἀπό τήν ἄλλη μεριά πάλι, ἡ σύγχρονη ποιμαντική μας διαίσθηση ἀντιλαμβάνεται ὅτι πολλά ἀπό τά ἐνεργά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μας δέν βιώνουν τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ μέ τόν τρόπο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, ἀλλά ἁπλῶς θρησκεύουν μέ τρόπο δικό τους, πού θυμίζει μέν τήν ἐκκλησιαστική ζωή, ἀλλά δέν τήν εὐπροσωπεῖ καί παράλληλα θέτει τήν σωτηρία τους ἐν ἀμφιβόλῳ. 

Ἄς συνυπολογίσουμε ὅτι τό μεγαλύτερο μέρος τῶν Χριστιανῶν μας δέν ἐκκλησιάζεται, ἐκτός τῶν μεγάλων ἑορτῶν καί τοῦτο πολλές φορές γιά καθαρά ἐθιμικούς λόγους. Τά στασίδια τῶν Ἱερῶν Ναῶν μας παραμένουν κενά μετά τήν ἐκδημία τῶν πιστῶν, τό ὁποῖο σημαίνει ὅτι τά παιδιά τους, τά ἐγγόνια τους, οἱ συγγενεῖς τους δέν ἀκολούθησαν στά πνευματικά τους ἴχνη.

Ἀπό τούς ἐκκλησιαζομένους πάλι τό μεγαλύτερο ποσοστό δέν μεταλαμβάνει τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. 

Καί ἐν τέλει ἐλάχιστοι τηροῦν τήν παραδεδομένη τάξη τῆς προετοιμασίας καί τῆς μετοχῆς στήν θεία Εὐχαριστία, στίς λίγες κατά τόπους Ἐνορίες, ὅπου ὑπάρχει μιά ἐγνωσμένη πνευματική ἐργασία καί γι’ αὐτό μιά ποιοτική ἀναβάθμιση.

Πρέπει νά τονισθεῖ ἰδιαιτέρως πώς ἡ Ἐνορία δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα τμῆμα, ἀλλά αὐτή ἡ Ἴδια ἡ Ἐκκλησία, θεωρούμενη ὄχι ὡς ἕνα κοσμικό μέγεθος, ἀλλά ὡς θεανθρώπινη πραγματικότητα, ἡ ὁποία κατά τόν ἅγιο Εἰρηναῖο Λουγδούνων (2ος αἰ.) φυτεύθηκε στόν κόσμο γιά νά σώζεται ὁ κόσμος μέσα σέ αὐτήν, ὄχι μέ τά μέσα τοῦ κόσμου, ἀλλά μέ τήν θεία Χάρη, τήν Ὁποίαν κατέχει καί οἰκονομεῖ, καθώς στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει, ἐνεργεῖ καί σώζει τό Ἅγιον Πνεῦμα (Ἰω. ιδ΄ 17). Τοῦτο ἀμέσως προκρίνει τήν λατρευτική μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας πρωταρχικό στοιχεῖο εἶναι τό κήρυγμα καί ὁ εὐαγγελισμός τῶν πιστῶν, ὁμοῦ μέ τήν μετάληψη τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ὥστε νά ἔλθει ὡς συνέπεια ἡ οἱαδήποτε ἱεραποστολική δραστηριότητα.

1.                  ΕΝΟΡΙΑ

1α. Ἱστορική ἀνασκόπησις

Ἀρχέγονο τύπο τῆς ἐνορίας θὰ μπορούσαμε νὰ διακρίνουμε στὴν,  κα­τόπιν εἰσηγήσεως τοῦ Ἰοθὸρ, κατάτμηση τοῦ ὅλου ἔργου ποὺ ἀσκοῦσε ὁ Μωυσῆς (βλ. Ἔξ. ιη΄ 13-27). 

Στοὺς χρόνους τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἡ Ἐνορία ἦταν ἕνας ὅρος ποὺ μπο­ροῦσε νὰ ἐκφράσει πλήρως τὸ σύνολο τῶν πιστῶν μιᾶς περιοχῆς.

Στὴν Καινὴ Διαθήκη δὲν ἀπαντᾶ ὁ ὅρος “ἐνορία”. Ὅμως θεολογι­κῶς καὶ πρακτικῶς τὸν συναντοῦμε. Ἡ ἐντολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύ­λου στὸν Τίτο: «ἵνα καταστήσῃς κατὰ πόλιν πρεσβυτέρους» (Τίτ 1, 5) δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἐντολὴ γιὰ διοργάνωση ἐνοριῶν. 

Κα­θὼς τὸ Εὐαγγέλιο διαδιδόταν πρὸς τὴν ὕπαιθρο, ἱδρύονταν ἰδιαίτερες χριστιανικὲς κοινότητες μὲ ἰδιαίτερους πρεσβυτέρους καὶ διακόνους καὶ τοὺς ἀποκαλούμενους “χωρεπισκόπους” ἢ “ἐπισκό­πους τῶν ἀ­γρῶν”. Ἀργότερα εἰσῆλθε ὁ θεσμὸς τοῦ Μητροπολίτου. Προσαρμοζόμενη δὲ ἡ  Ἐκκλησία στὶς πολιτικὲς περιφέρειες, εἰσήγα­γε τὸν θεσμὸ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου.

 Ἡ ἀνάγκη, λοιπόν, ἀποκέντρωσης, ποὺ ἦλθε ταυτόχρονα μὲ τὴν αὔ­ξηση τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὁδήγησε τὴν Ἐκκλησία στὴν ἵδρυ­ση τῶν ἐνοριῶν, προκειμένου οἱ ποιμένες νὰ γνωρίσουν καλύτερα τὸ ποίμνιό τους καὶ νὰ ἀντιμετωπίσουν ἀποτελεσματικώτερα τὶς πνευ­ματικὲς ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου.

 Ἡ πρώτη πατερικὴ μαρτυρία τοῦ ὅρου “ἐνορία” ἀπαντᾶ στὸν Γρη­γόριο Νύσσης: «…κατὰ τὴν ὀρεινὴν αὐτὸν ἐνορίαν διάγειν» (PG 46, 1001A). Tὴν ἴδια περίπου ἐποχή (4ος αἰ.) συναντοῦμε τὸν ὅρο καὶ στὸν Ἐπιφάνιο Κωνσταντίας τῆς Κύπρου (PG 41, 677C).

     Ἀρχικά, λοιπόν, ἐπικράτησε ἡ λέξη “ἐνορία” νὰ σημαίνει τὴν ἐδαφικὴ περιοχή, ὡς θηλυκὸ τοῦ ἐπιθέτου “ἐν-όριος”, ποὺ σημαίνει: ἡ χώρα ἐντὸς τῶν ὁρίων. Ἐπὶ δεκαέξι αἰῶνες διατήρησε αὐτὴν τὴ σημασία. Μόνον οἱ Θεόδωρος Βαλσαμὼν καὶ Ἰωάννης Ζωναρᾶς συμπεριέλα­βαν στὴν ἔννοια τῆς ἐνορίας τὸ σύνολο τῶν πιστῶν. Ἡ ἔννοια τῆς ἐκ­κλησιαστικῆς πέριξ τοῦ ναοῦ περιφέρειας τοῦ ἱερέα ἄρχισε, ἐπισή­μως τοὐλάχιστον, νὰ διαφαίνεται ἀπὸ τὸν ιζ΄ αἰῶνα καὶ ἐντεῦθεν. 

     Στὰ χρόνια τῆς ὀθωμανικῆς σκλαβιᾶς οἱ ὑπόδουλοι Ἕλληνες, μὲ τὸν θεσμὸ τῆς ἐνορίας, κατόρθωσαν νὰ διατηρήσουν ἀλώβητη τὴν πί­στη τους. Οἱ ἱεροί Ναοὶ δὲν ἀποτελοῦσαν μόνον τόπους λατρείας, ἀλλὰ καὶ χώ­ρους συναθροίσεως τῶν ἐνοριτῶν, πρὸς συζήτηση καὶ ἐπίλυση προ­βλημάτων. Στὸν τότε ἀλύτρωτο Ἑλληνισμό, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἀντί­στοιχο τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδος, ἡ ἐνορία-κοινότητα ἦταν τὸ κύττα­ρο τῆς συλλογικῆς δράσεως. Σύμφωνα πάντοτε μὲ τὰ μέτρα τῆς ἐποχῆς, ἦταν τὸ ἰδανικώτερο σύστημα αὐτοδιοικήσεως. Ἡ θρησκευτικὴ ζωὴ τῶν Ἑλλήνων, μὲ ἐπίκεντρο τὴν ἐνορία, παρέμενε ἡ μόνη ὀργανωμέ­νη ζωή, ποὺ κράτησε τὰ ζώπυρα τῆς πίστεως καὶ τοῦ ἔθνους. 

     Σήμερα, στὸν ὑπ’ ἀριθ. 8/1979 Κανονισμὸ τῆς ΔΙΣ (ἄρ. 3, παρ. 1), τονίζεται ὅτι ἡ ἐνορία εἶναι «βασικὴ μονὰς ὀργανώσεως τοῦ ἐκ­κλησιαστικοῦ βίου»˙ τονίζεται, δηλαδή, ὁ ρόλος τῆς ἐνορίας ὡς βά­σεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καὶ θεμελιακοῦ στοιχείου τοῦ ἐκκλη­σιαστικοῦ οἰκοδομήματος.

Ἔτσι παρέμεινε ἡ διαμόρφωση τῶν ἐνοριῶν μέχρι τήν ἐποχή μας. Στήν ἐποχή μας, πού οἱ πόλεις αὐξήθηκαν πληθυσμιακῶς, λόγῳ τῆς καθέτουδομήσεως, οἱ ἐνορίες ἀπέκτησαν τόσους πιστούς, πού ἦτο πλέον ἀπαραίτητη ἡ ὕπαρξη περισσοτέρων τοῦ ἑνός ποιμένων, γιά νά δέχονταιοἱ πιστοί τήν κατάλληλη πνευματική φροντίδα καί καθοδήγηση. Ἔτσι τώραπλέον ἔχουμε ἐνορίες διαφορετικῶν εἰδῶν, πού θά ἐξετάσουμε παρακάτω.

1β. Θεολογική προσέγγιση.

Ἡ ἔννοια τῆς ἐνορίας προσιδιάζει περισσότερο ἀπό κάθε τί μέ τήνἔννοια καί τό νόημα τῆς Ἐκκλησίας. Κάθε ἐνορία εἶναι μία μικρή εἰκόνα καί ἐν σμικρῷ πλήρης ἀποτύπωση τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Τά χαρακτη- ριστικά τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τά αὐτά μέ τά χαρακτηριστικά τῆς ἐνορίας. Ἡ μόνη διαφορά βρίσκεται στό μέγεθος τῆςκάθε ἔννοιας. Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἄνευ ὁρίων, καθώς ἁπλώνεται  στόν χῶρο καί στόν χρόνο καί ἐγγίζει τήν αἰωνιότητα, ἡ ἐνορία εἶναι μία τοπική Ἐκκλησία, πού ζεῖ καί κινεῖται ἐντός συ- γκεκριμένων γεωγραφικῶνσυνόρων. Τά ὅρια τῆς ἐνορίας, ὅμως, εἶναι μόνον τοπικά. Πνευματικά ἡἐνορία εἶναι ἕνα κύτταρο τῆς ὅλης Ἐκκλησίας. Ἔτσι, ὅπως ἡ Ἐκκλησία, ὅμοια καί ἡ ἐνορία προεκτείνεται στήν ἄκτιστη πραγματικότητα τῆςαἰωνιότητας, ἀφοῦ ἔχει ὡς κέντρο τῆς ζωῆς της τή Θεία Λειτουργία καί τήνΕὐχαριστιακή Σύναξη. Ἡ ἐνορία εἶναι τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου οἱ πιστοί εἶναι «ἀλλήλων μέλη» (Ρωμ. 12,5). Ὅπως ἡ Ἐκκλησία ἔτσι καί ἡ ἐνορία εἶναι ἡ φανέρωση τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν στόν κόσμο,εἶναι ἡ ζωντανή ἀποκάλυψη τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τοῦ Ἐνσάρκου Λόγου τοῦΘεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ἡ ἐνορία εἶναι ὁ «μεθ’ ἡμῶν Θεός» (Μτθ. α΄ 23) πού ἁγιάζει, σώζει καί θεοποιεῖ τά μέλη τοῦ σώματός Του. Ἡ ἐνορία εἶναι ἡσυνεχής ἀποκάλυψη τῆς ἀγάπης, ἡ βίωση τῆς ἀγάπης, ἡ ἐμπειρία τοῦ θριάμβου τῆς ἀγάπης, πού καθέτως καί ὁριζοντίως ἐναγκαλίζεται τό σύμπαντα        κόσμο καί θεοποιεῖ τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἐνορία εἶναι τὀ ζωντανό κύτταρο τῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι ἀνάγκη νά ἔχει στόχους καί μάλιστα συγκεκριμένους, σαφεῖς, θεοδίδακτους. Χωρίς στόχους εἶναι ὁπωσδήποτε καταδικασμένη σέ ἀποτυχία καί ἀπονέκρωση. Ἡ Ἐνορία εἶναι «τά πάντα τοῖςπᾶσι», ἀφοῦ εἶναι αὐτή ἡ Ἐκκλησία. Ἡ ἐνορία συνδέεται μέ τήν ΚαθολικήἘκκλησία μέσῳ τοῦ προσώπου τοῦ Ἐπισκόπου. Ἡ ἀπόσπαση τῆς ἐνορίαςἀπό τό πρόσωπο τοῦ Ἐπισκόπου ἀποκόπτει τήν ἐνορία καί ἀπό τό ζωντανό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἄρα ἐνορία ἄνευ ἀναφορᾶς στόν Ἐπίσκοπο δέν μπορεῖ νά ἐννοηθεῖ. Ὁ δέ κρίκος πού συνδέει τόν Ἐπίσκοπο μέ τήν ἐνορία εἶναι ὁ Ἐφημέριος, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ πατέρας, ὁ ὑπεύθυνος ἡγέτης, ὁ ὀργανωτής, ὁ ἐμπνευστής, ὁ καθοδηγητής τῆς Ἐνορίας. Ἡ ψυχή τῆς Ἐνορίας. Ὁ κύριος ὑπεύθυνος γιά τό ζωντάνεμά της καί τήν ἐπιτυχία τῶν στόχων της. Ὑπό τοῦ ἐφημερίου γίνεται ἡ λειτουργική ἀναφορά στόν Ἐπίσκοπο κατά τή λατρευτική ζωή τῆς ἐνορίας. Ἔτσι ὁ σύνδεσμος τῆς ἀγάπης χαλκεύεται καί ἁγιάζεται διά τῆς ἀρετῆς καί δυναμοῦται διά τῆςΘείας Χάριτος. Δέν ὑπάρχει ἀνώτερο γιά μιά Ἐνορία ἀπό τό νά γίνει μέ τούς πιστούς της, μέ τήν πνευματική τους προκοπή, μέ τά ἔργα τους καί τήν λατρεία τους κέντρο δοξολογίας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

1γ. Εἴδη ἐνοριῶν

Καθώς ἐρευνοῦμε τήν ἔννοια τῆς ἐνορίας, εἶναι ἀπαραίτητο νάἀποδεχθοῦμε ὅτι στήν ἐποχή μας πλέον ὁμιλοῦμε διά περισσότερα τοῦ ἑνός εἴδη ἐνοριῶν. Τοῦτο εἶναι ἀπαραίτητο νά τό διευκρινίσουμε, διότι κάθεεἶδος ἐνορίας χρήζει διαφορετικῆς ποιμαντικῆς διαχειρίσεως. Ἡἰδιαιτερότητα τῆς κάθε ἐνορίας ἀποτελεῖ πλοῦτο γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλάκαί ἀφορμή συμπροβληματισμοῦ, ἀφοῦ κάθε περίπτωση ἔχει διαφορετικέςδυσκολίες καί διαφορετικά θέματα γιά  ἐπίλυση.

Θά διαχωρίσουμε τίς ἐνορίες σέ ἀστικές καί ἐνορίες τῆς ὑπαίθρου. Οἱ ἀστικές ἐνορίες χωρίζονται μέ τή σειρά τους σέ κάποιες ἐπιμέρους κατηγορίες.

Πρῶτον, εἶναι οἱ πολυάριθμες ἐνορίες τῶν μεγάλων πόλεων πούἀποτελοῦνται ἀπό δεκάδες χιλιάδες ἐνοριτῶν. Ἐνορίες στις ὁποῖες οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἄγνωστοι μεταξύ τους. Ἐνορίες πού ὁμοιάζουν μέ ἕνα χάος, στό ὁποῖο ἐπικρατεῖ ἡ μοναξιά καί ἡ ἀφιλία. Οἱ ποιμένες στίς ἐνορίες αὐτές θά πρέπει νά δραστηριοποιηθοῦν γιά νά προσελκύσουν τούς πιστούς στήν Ἐκκλησία. Νά ἀναλάβουν ποιμαντική ἐξατομικεύσεως, ἐξερχόμενοι τῶν Ναῶν καί μεταβαίνοντες στίς οἰκίες καί συνομιλοῦντες μέ τούς Ἐνορίτες τους. Αὐτό σημαίνει ὅτι κάθε τάξη ἀνθρώπων ἀκόμη δέ καί ὡς ἄτομα εἶναι τελείως κάτι τό ξεχωριστό ἀπ’ ὅλους τούς ἄλλους, πρός τοῦτο ἡ πρός Τίτον ἐπιστολή τοῦ Ἀπ. Παύλου (κεφ. β΄1-10) εἶναι ἄριστο πρότυπο. Παρῆλθε πρό πολλοῦ ἡ ἐποχή, κατά τήν ὁποία ὁ Ἐφημέριος ἀνέμενε τούς Ἐνορίτες στό Γραφεῖο τοῦ Ναοῦ. Τώρα πρέπει νά ἐξέλθει «πρός ἀναζήτησιν τοῦ πλανηθέντος προβάτου». Εἶναι ἀληθές ὅτι ὅπου διακονοῦν δραστήριοι Ἱερεῖς, ἐκεῖ καί οἱ καρποί τοῦ ἔργου τους εἶναι ἐμφανεῖς. 

Δεύτερον, εἶναι οἱ ἐνορίες τοῦ ἐμπορικοῦ καί ἱστορικοῦ κέντρου πολλῶν μεγαλουπόλεων, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦνται κυρίως ἀπό καταστήματα καί γραφεῖα. Οἱ ποιμένες στίς ἐνορίες αὐτές δέν ἔχουν τήν δυνατότητα νάἀναπτύξουν ἀληθινές διαπροσωπικές σχέσεις μέ τούς ἐνορίτες τους, διότι πολύ ἁπλά δέν ἔχουν τακτικούς ἐνορίτες. 

Τρίτον εἶναι οἱ μικρότερες ἀστικές ἐνορίες τῶν μεγάλων πόλεων. Σ’ αὐτές    τίς ἐνορίες λειτουργεῖ ἡ ἔννοια τῆς γειτονιᾶς. Οἱ ἄνθρωποι γνωρίζονται μεταξύ τους καί τό ἔργο τῶν ποιμένων μπορεῖ νά πάρει τόν χαρακτῆρα τῆς πατρότητος, πού εἶναι τό ζητούμενον. 

Οἱ ἐνορίες τῆς ὑπαίθρου ἔχουν καί αὐτές τά δικά τους ἐπιμέρους εἴδη. Πρῶτον, εἶναι οἱ ἐνορίες τῶν μικρῶν ἐπαρχιακῶν πόλεων. Οἱ ἐνορίες αὐτές ὁμοιάζουν μέ τίς τοπικές ἐκκλησίες τῶν ἀποστολικῶν χρόνων. Ἔχουν μικρό ἀριθμό ἐνοριτῶν,  μπορεῖ εὔκολα νά σφυρηλατηθεῖ ἡ ἑνότητατῶν μελῶν τους καί κάθε γεγονός τῆς ἐνορίας εἶναι γεγονός πού γίνεται γνωστό καί μποροῦν νά συμμετέχουν σ’ αὐτό οἱ πιστοί πού ἀγαποῦν τόΧριστό.

Τέταρτον, εἶναι οἱ ἐνορίες τῶν χωριῶν μας στήν ὕπαιθρο. Κάθε χωριό ἔχει ὡς κέντρο τόν Ἱερό Ναό, γύρω ἀπό τόν ὁποῖον οἰκοδομήθηκε. Οἱ ναοίτῶν χωριῶν μας βρίσκονται στό ἐπίκεντρον τῆς τοπικῆς ζωῆς. Τά πανηγύρια, οἱ χαρές, οἱ θλίψεις καί ὅλα τά γεγονότα τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων γίνονται μέσα εἰς αὐτούς ἤ εἰς τά προαύλιά τους. Οἱ ἱερεῖς τῶν χωρίων εἶναι ἀληθινοί πατέρες γιά τούς ἀνθρώπους καί μποροῦν, ἀνάλογα μέ τήν ποιότητά τους ἤ νά δοξάσουν ἤ νά κατακρημνίσουν τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ ποιμένες αὐτοί ἔχουν τήν εὐκαιρία νά βιώσουν τό μυστήριο τῆς ἑνότητος καί τῆς ἀγάπης τῆς Ἐκκλησίας καθαρά καί συνειδητά.

Πέμπτον, ἔχουμε τίς ἐνορίες τῶν θερέτρων. Οἱ Ἱεροί Ναοί καί οἱἐνορίες σ’ αὐτά τά μέρη δίνουν τήν εὐαγγελική μαρτυρία καί στούς μόνιμους κατοίκους αὐτῶν τῶν περιοχῶν, ἀλλά καί στούς πολυπληθεῖς ἐπισκέπτες, πού διαμένουν ἐκεῖ περιστασιακῶς. Οἱ ποιμένες αὐτῶν τῶν ἐνοριῶν καλοῦνται νά ἐργαστοῦν διπλά. Νά φροντίσουν πνευματικῶς τούς μόνιμους κατοίκους, ἀλλά καί νά διακονήσουν ἀγαπητικῶς τούς ἐπισκέπτεςτῆς ἐνορίας τους μέ χαρά καί διάκριση.

Ἕνα τελευταῖο εἶδος ἐνορίας μποροῦμε νά εἰποῦμε ὅτι εἶναι ἡ Μονή.Τά ὀρθόδοξα μοναστήρια καί μάλιστα τά κοινόβια βιώνουν τήν ἐμπειρία τῆςἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας μέσα στά ὅρια τῶν τειχῶν τουςὡς κλειστές, συγκεκριμένες ὁμάδες πιστῶν, πού ποιμαίνονται ἀπό τόνγέροντα ἤ τήν γερόντισσα καί ἁγιάζονται ἀπό τήν κοινή συμμε- τοχή στήΘεία Λατρεία, μέ ἀναφορά πάντοτε στόν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο. Κάθε Μονή εἶναι μία μικρή ἐνορία, μία εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀγωνίζεται, προκόπτει, θριαμβεύει καί ζωοποιεῖ τά μέλη της. (Ἐνίοτε ὅμως καί ἀφ’ ἧς στιγμῆς ἀκολουθοῦν τό ἐνοριακό τυπικό καί δέχονται οἰκογένειες, οἱ ὁποῖες ἀντί τῶν Ἐνοριῶν, πηγαίνουν στή Μονή, ἴσως λειτουργοῦν εἰς βάρος τῶν Μοναχικῶν ὑποσχέσεων τῶν Ἀδελφῶν καί τῆς ἑνότητος τῶν  Ἐνοριῶν!)

Μετά τά παραπάνω μποροῦμε εὔκολα νά συμπεράνουμε ὅτι στήν ἐποχή μας ἡ ἔννοια τῆς ἐνορίας ἔχει πολλές παραμέτρους. Δέν μποροῦμελοιπόν νά ὁμιλοῦμε γενικῶς περί τῆς ἐνορίας, σάν νά πρόκειται γιά κάτι ἑνιαῖο, ἀλλά νά σκεφτόμαστε ὅτι ἡ ποικιλία τῶν ἐνοριῶν χρειάζεται καί ποικιλία ἐνεργειῶν, γιά νά ἐπιτελεῖται ἡ διακονία μας ἐν γνώσει καί διακρίσει.

2.                  ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ

Στήν ροή τῆς σύγχρονης πραγματικότητας πρέπει νά ὁμολογήσουμε ὅτι στίς ἐνορίες μας δέν εἶναι ὅλα ἰδεατά καί καλά. Πολλάκις παρατηροῦμεὅτι τό σῶμα τῆς ἐνορίας νοσεῖ. Ὁ μισόκαλος καί μισάνθρωπος ὄφις ἐνσπείρει τό κακό στό σῶμα τοῦ Κυρίου, γιά νά προκαλέσει νεοπλασίες,πού σκοπό ἔχουν νά φέρουν τήν ἀπονέκρωση καί τήν καταστροφή. Φρίττεικαί τρέμει ἔμπροσθεν τῆς προοπτικῆς τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Ἐπιπλέον δέ ὁ ἀνθρώπινος ἐγωισμός, ἡ νωχελικότητα, ἡ ἀδιαφορία καί ἡἀπροσεξία τραυματίζουν τήν ἐνορία καί τήν ἀποπροσανατολίζουν ἀπό τήν πορεία τῆς σωτηρίας καί τῆς ἀγάπης. Τά δεδομένα ἐπίσης τῆς σύγχρονηςἐποχῆς ἀλλάζουν συνεχῶς καί δημιουργοῦν καινούργιες συνθῆκες, μέσαστίς ὁποῖες καλεῖται νά κινηθεῖ ἡ ἐνορία. Στό συνεχῶς  μεταβαλλόμενο καί ποικιλοτρόπως ἐξελισσόμενο κόσμο ἡ ἐνορία ὁμοιάζει σάν νά προσπαθεῖ νά βρεῖ  τήν πυξίδα της, διότι ἔχασε τόν Πολικό Ἀστέρα, ἤ μάλλον τόν Ἥλιοντῆς Δικαιοσύνης Ἰησοῦν. Ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἀπαραίτητο νά δοῦμε καί νά μελετήσουμε μερικές ἀπό τίς προκλήσεις τῆς ἐποχῆς μας πού ἀφοροῦν στήν ἐνορία.

2α. Ἀνεστιότης

Ἕνα ἀπό τά πιό σοβαρά καί δυσεπίλυτα προβλήματα τῆς ἐνορίας σήμερα εἶναι τό πρόβλημα τῆς ἀνεστιότητος. Οἱ πιστοί ἔχασαν τήν αἴσθησητῆς κοινότητας. Δέν ἀντιλαμβάνονται πλέον ὅτι ἡ ἐνορία εἶναι ἡ κοινή πνευματική μήτρα, πού τούς γεννάει καί τούς ἀνατρέφει πνευματικά. Δέν αἰσθάνονται ὅτι     ἀνήκουν σέ μία πνευματική οἰκογένεια, σέ μία ἐνορία πούεἶναι τό σπίτι καί τό καταφύγιό τους. Πολλάκις δέν γνωρίζουν οὔτε τά ὅρια τῆς ἐνορίας τους. Δέν γνωρίζονται οὔτε σχετίζονται μέ τούς πνευματικούς τους πατέρες. Δέν ἐπιθυμοῦν καί δέν ἐπιχειροῦν νά γνωριστοῦν οὔτεμεταξύ τους. Δέν ἐκκλησιάζονται στόν Ἱερό Ναό τῆς ἐνορίας τους.Θυμοῦνται τήν ἐνορία μόνον ὅταν πρόκειται νά διεκπεραιώσουν κάποιοκοινωνικό καθῆκον. Δέν προστρέχουν κοντά της ὅταν πλήττονται ἀπό κάποια θλίψη, διότι δέν τήν αἰσθάνονται ὡς ἀγκαλιά καί  φωλιά. Δέν ἐπιθυμοῦν νά ζήσουν ἐντός τῆς ἐνορίας τά σημαντικά γεγονότα τῆς ζωῆςτους. Τελοῦν τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Γάμου μέ κριτήρια καθαρά κοσμικά, ἐκτός τῆς ἐνορίας. Ἀδιαφοροῦν γιά τήν πορεία καί τά θέματα πού ἀπασχολοῦν τήν ἐνορία. Ἀρέσκονται στό νά κατακρίνουν,εἰδικά ἐάν ὑποπέσει στήν ἀντίληψή τους κάποιο σκάνδαλο ἤ κάποιοςπειρασμός πού ταλαιπωρεῖ τήν Ἐνορία. Στέκονται περισσότερον σάν αὐστηροί κριτές παρά σάν πιστά παιδιά τῆς ἐνορίας.

Βεβαίως, ἡ εὐθύνη διά τήν ψύχρανση μέ τήν ἐνορία καί τήνἀπομόνωση τῶν ἀνθρώπων ἀπ’ αὐτή δέν βαραίνει ἀποκλειστικά ἐκείνους. Μεγάλο μερίδιο εὐθύνης φέρει καί ἡ ἴδια ἡ ἐνορία. Σέ πολλές περιπτώσεις ἐκείνη πρώτη ἔστρεψε τήν πλάτη της εἰς τά πνευματικά της παιδιά, προσωπολήπτησε, περιχαρακώθηκε στά δεδομένα της, κλειδώθηκε πίσω ἀπόμία ἐσωστρέφεια, πού τήν ὀνόμασε παράδοση καί σοβαρότητα, ἐνδιαφέρθηκε γιά τό «φαίνεσθαι» καί ὄχι γιά τό «εἶναι», ἔκανε λαμπρά ἔργα, ἀλλά δέν ἐλάμπρυνε τούς ἀνθρώπους πού τήν ἀπαρτίζουν. Ἡ ἀγάπη ἔγινεσύνθημα, ἔγινε ὀργανωμένη φιλανθρωπία, ἀλλά δέν ἔγινε προσωπική ἐπαφή, δέν ἔγινε ἄγγιγμα ψυχῆς, δέν ἔγινε συναντίληψη, δέν ἀνέπαυσε. Ἡ ἐνορία δέν προσπάθησε νά ἀφουγκρασθεῖ τούς πιστούς της. Οἱ ἄνθρωποι ἀποκόπτονται ἀπό τήν ἐνορία τους, ὅταν δέν ἔχουν λόγο σ’ αὐτή. Ὅταν κανείς δέν τούς καλεῖ γιά νά ζητήσει τήν ἄποψή τους, ὅταν κανείς δέν τούς ζητάει νά συμμετέχουν οὐσιαστικά στίς ἀποφάσεις καί στήν πορεία τῆς ἐνορίας, εἶναι φυσικό νά χάνουν   τή σχέση τους μέ τή δική τους ἐκκλησιαστική κοινότητα. Μία ἐνορία πού δέν ὑπολογίζει τά παιδιά της, δέν μπορεῖ νά ἀναμένει νά τήν ἀγαπήσουν ἐκεῖνα. Ἡ διοίκηση γίνεται μόνο ἀπό τό Ἐκκλησιαστικό Συμβούλιο, τό ὁποῖο ἰδίως στήν Ἐπαρχία εἶναι πολλές φορές ἀνύπαρκτο. Μᾶς προβληματίζει ἔντονα τό ποιοί θά συμμετέχουν ὡς ἐπίτροποι ἐφέτος πού ἀλλάζει ἡ σύνθεση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Συμβουλίων.Οἱ ἀποφάσεις λαμβάνονται ἐρήμην τοῦ σώματος τῶν πιστῶν. Οἱ ἐνορίτεςμαθαίνουν τήν πορεία τῆς ἐνορίας τους ἀπό τίς ἀνακοινώσεις καί τίςἀφίσες. Δέν τίς καθορίζουν. Μόνον τίς πληροφοροῦνται ὡς ληφθεῖσες. Ἄραγιατί νά συγκινηθοῦν διά τήν ἐνορία;  Ἡ Θεία Λατρεία τελεῖται ἀπό τούςἱερεῖς καί τό στενό χορό τῶν ἱεροψαλτῶν, χωρίς καμία οὐσιαστικήσυμμετοχή τῶν πιστῶν. Οἱ πιστοί πού εἶναι παθητικοί θεατέςἐπαναλαμβανομένων ἀκολουθιῶν καί τελετῶν, χωρίς κάποια ὑποτυπώδη συμμετοχή, κάποτε κουράζονται καί ἀραιώνουν. Ἡ χαλαρότητα, ἡ ἀποξένωση καί ἡ ἀνεστιότητα εἶναι προκλήσεις καί θέματα πού θίγουν τήν οὐσία τῆς ἐνορίας, ἀφοῦ ἅπτονται τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, ἐπάνω στήν ὁποία στηρίζεται ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

2β. Ὑπογεννητικότητα

Ἕνα πολύ σοβαρό πρόβλημα πού μαστίζει τίς ἐνορίες σήμερα εἶναι ἡ ὑπογεννητικότητα. Ὁ ἀριθμός τῶν πιστῶν κάθε χρόνο μειώνεται. Οἱ γεννήσεις τῶν παιδιῶν τείνουν νά εἶναι λιγότερες ἀπό τούς θανάτους. Ὁ τεράστιος ἀριθμός τῶν ἀμβλώσεων συνθλίβει τήν ἐλπίδα τῆς ἀνανεώσεως τοῦ πληθυσμοῦ. Ἡ ἀγωνία τῆς ἐπιβιώσεως, ἡ ἀβεβαιότητα τοῦ μέλλοντος, ἡ ἀκαταστασία τοῦ κόσμου, οἱ πάσης φύσεως κρίσεις, ὁδηγοῦν τούς ἀνθρώπους στήν ἀπόφαση νά ἀποφύγουν τήν τεκνοποιία. Ὁ ἡδονισμός καί ἡἐλευθεριότητα ὁδηγοῦν τά ζεύγη σέ μία ζωή χαλαρή καί ἀνεύθυνη. Ὁ νέος ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ νά ζήσει τή συντροφικότητα ἐγωκεντρικά καί ὄχιθυσιαστικά, κυρίως χωρίς  ὑποχρεώσεις πού    ἐπιφέρει ἡ ἔλευση τῶν παιδιῶν. Τοιουτοτρόπως ὁ πληθυσμός τῶν ἐνοριῶν συνέχεια γηράσκει. Οἱ πάσης φύσεως ἐνοριακές συνάξεις παρουσιάζουν ὅλο καί περισσότερο μίαν παρακμιακή εἰκόνα, ἀφοῦ ἀπουσιάζει ἀπ’ αὐτές τό σφρίγος καί ἡ δυναμικότητα τῆς νεότητας.

2γ. Μετανάστευση

Ἕνα ἐπιπλέον πρόβλημα πού πλήττει τήν ἐνορία εἶναι τό ρεῦμα τῆςμεταναστεύσεως, πού βιώνει ἡ ἑλληνική κοινωνία. Ἡ ἐσωτερική καίἐξωτερική μετανάστευση μετακινεῖ πολλούς ἀνθρώπους ἀπό τόπο σέ τόπο. Ἡ ἀναζήτηση καλυτέρων συνθηκῶν διαβιώσεως, ἡ ἐξεύρεση ἐργασίας, ἡἀναζήτηση τῆς γνώσεως, ἡ προσωπική ἀποκατάσταση, οἱ μεταθέσεις πολλῶνκατηγοριῶν δημοσίων ὑπαλλήλων  (στρατιωτικῶν, ἐκπαιδευτικῶν, κ.ἄ.), ὁδηγοῦν τούς ἀνθρώπους σέ ἀλλαγή τοῦ τόπου κατοικίας. Ἔτσι δέν ὑπάρχει ἡ δυνατότητα νά σφυρηλατηθεῖ τό δέσιμο μέ κάποια ἐνορία. Ἡ πνευματική οἰκογένεια χάνει  τά μέλη της,  πρίν προλάβει νά τά γνωρίσει.

2δ. Ἀλλοίωση τῆς συνθέσεως τῶν κατοίκων

Οἱ τοπικές κοινωνίες τά τελευταῖα ἔτη ἀλλάζουν ὡς πρός τή σύνθεσή τους. Σέ πολλές συνοικίες πόλεων καί χωρίων ἔχουν πάψει πλέον νάἀκούγονται τά Ἑλληνικά. Στά σχολεῖα τῆς πατρίδας μας φοιτοῦν πάραπολλά παιδιά ἄλλων φυλῶν καί ἐθνοτήτων, πού σέ μερικές περιπτώσειςκαταλαμβάνουν τήν πλειοψηφία τῆς σχολικῆς τάξεως. Οἱ          ἄνθρωποι πού ἦλθαν  στήν Ἑλλάδα γιά νά βροῦν καλύτερες συνθῆκες ζωῆς, ἐργάστηκαν πολύ σκληρά, κουράστηκαν, ὑπέμειναν ἀμέτρητες θλίψεις καί δοκιμασίες, ἀλλά οἱ περισσότεροι ἀπ’ αὐτούς προόδευσαν καί ἐστερεώθηκαν πολύ δυναμικά πλέον στά πόδια τους. Τώρα πλέον οἱ ἴδιοι ἀναλαμβάνουν τά ἠνία πολλῶν ἐπιχειρήσεων. Ἐπιβάλλουν τήν παρουσία τους μέ τήν πρόοδο καίτήν ἐργατικότητά τους καί διεκδικοῦν τά ἴδια δικαιώματα μέ αὐτά τῶνἙλλήνων πολιτῶν, ἀφοῦ συνεισφέρουν ἀποδοτικά στήν προκοπή τῆς χώρας. Ἡ Ἑλλάδα ἔγινε ἡ δική τους πατρίδα καί ἡ πατρίδα τῶν παιδιῶν τους. Ἐντούτοις, εἶναι φορεῖς ξένων παραδόσεων καί ἄλλων ἀντιλήψεων. Πολλοί ἐξαὐτῶν εἶναι ἑτερόθρησκοι ἤ ἑτερόδοξοι. Ἡ παρουσία τους μέσα στίς ἐνορίες ἀλλάζει τήν πνευματική σύνθεση τῶν ἐνοριῶν.  Ὑπάρχουν ἐνορίες στίς ὁποῖες ἡ πλειοψηφία τῶν ὀρθοδόξων ἀνατρέπεται σέ μειοψηφία. Οἱ Ἐνορίες  εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀναπτύξουν τήν ἐσωτερική ἱεραποστολή μέ προσοχή καί διάκριση, διότι πλέον τά θρησκευτικά δικαιώματα τῶν πολιτῶν καί μάλιστα τῶν μειονοτήτων τά ὑπερασπίζεται τό ἴδιο τό κράτος ἰδιαίτερα  καί δυναμικά. Ἡ Ἑλλάδα πάντοτε ἀφομοίωνε ὅσους τήν προσέγγιζαν. ἩὈρθοδοξία πάντοτε μαγνήτιζε ὅσους τήν ἐγνώριζαν. Στήν περίπτωση ὅμως τῶν ἀδελφῶν πού εἰσῆλθαν  ἀπό τήν Ἀνατολή στά νησιά μας ἀνεπτύξαμε κατηχητική δραστηριότητα στούς ἐπιθυμοῦντες καί μερικούς ἀπό αὐτούς τούς κατηχήσαμε, τούς βαπτίσαμε καί τούς ἐντάξαμε στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καίτοι οἱ συνθῆκες τούς μετέστησαν σέ ἄλλες εὐρωπαϊκές Χῶρες. 

2ε. Νέος τρόπος ζωῆς

Ἕνα ἀπό τά πιό δύσκολα καί περίπλοκα θέματα καί προβλήματα πούἔχει νά διαχειριστεῖ ἡ ἐνορία εἶναι ὁ νέος τρόπος ζωῆς τῶν ἀνθρώπων.Κάθε ἡμέρα ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων ἀλλάζει. Οἱ ἀρχές,  οἱ ἀξίες, τά ἰδανικά, τά πρότυπα, οἱ στόχοι, τά δεδομένα, οἱ συνθῆκες, τά ἤθη, ὁ τρόπος σκέψεως, ὅλα ἀλλάζουν ὄχι ἀπό ἡμέρα σέ ἡμέρα, ἀλλά ἀπό ὥρα  σέ ὥρα! Ἡ μία γενιά ἀδυνατεῖ νά ἐπικοινωνήσει καί νά συμμεριστεῖ τήν ἄλλη. Τά πάνταπαλαιώνουν σχεδόν ἅμα τῇ γεννήσει τους.

Οἱ ἄνθρωποι ὑπεραπασχολοῦνται, διότι πρέπει νά καλύψουν τίςβιοποριστικές τους ἀνάγκες, ἀληθινές ἤ ἐπίπλαστες. Ἐργάζονται σέ δύο ἤκαί τρεῖς ἐργασίες, μέ ὅ,τι αὐτό συνεπάγεται γιά τήν ἐσωτερική τουςἰσορροπία, γιά τή σωματική τους ὑγεία καί γιά τήν οἰκογενειακή τους ἁρμονία. Ἀκόμη καί τά μικρά παιδιά στεροῦνται τίς χαρές τῆς παιδικῆς τους ἠλικίας, τό παιχνίδι, τήν ἀνεμελιά, τήν  ἁπλότητα, τή χαρά, διότι ὡς μαραθωνοδρόμοι τρέχουν στίς ἐξωσχολικές δραστηριότητες, προκειμένουνά ἀποκτήσουν τά προσόντα γιά μία μελλοντική καριέρα καί γιά μία παντοτινή …δυστυχία. Μέσα στήν ἀγωνία, τό ἄγχος καί τό τρέξιμο τῆςὑπεραπασχολήσεως κανείς δέν ἔχει τή διάθεση νά προσεγγίσει τήν ἐνορία, νά ἐνταχθεῖ στό δυναμικό της, νά παρακολουθήσει τίς δραστηριότητές της,νά συμμετάσχει καί νά ἀπολαύσει τή Θεία Λατρεία. Ἡ πνευματική ζωή εἶναι πολυτέλεια σέ ἕνα κόσμο, πού ἔχει ὡς ὑπέρτατο ἰδανικό τήν ἐπιβίωση.

Τά Σαββατοκύριακα πλέον δέν εἶναι ἡμέρες χαλαρώσεως. Δένἀνανεώνονται οἱ σχέσεις κατ’ αὐτά. Δέν ξεκουράζονται οἱ ἄνθρωποι. Προσπαθοῦν μέσα σ’ αὐτές τίς δύο ἡμέρες νά διασκεδάσουν, νάδραπετεύσουν, νά φύγουν πρός τίς ἐξοχικές κατοικίες ἤ πρός κάποιουςτουριστικούς προορισμούς, ὅπου κουράζονται περισσότερο, διότι κι ἐκεῖπού πηγαίνουν μεταφέρουν τίς ἀγωνίες, τίς ἀνασφάλειες, τούς ἐκνευρισμούς καί τήν πνευματική τους πενία. Οἱ ὀρδές τῶν αὐτοκινήτων  στούς ἐθνικούς δρόμους κάθε Σαββατοκύριακο μαρτυροῦν τοῦ λόγου τόἀληθές. Μέσα  στίς δύο αὐτές ἡμέρες, πού θά ὑπῆρχε ἴσως λίγος χρόνος νά προσεγγίσουν οἱ ἄνθρωποι τήν ἐνορία τους καί νά χαροῦν τήν ἐπαφή μέ τήνπνευματική τους οἰκογένεια, ἐκεῖνοι ἐξαφανίζονται ἀπό τήν πνευματική τους ἑστία. Περιχαρακώνονται στόν ἐγωισμό  ἤ στήν κατά σάρκα οἰκογένεια καί ἀπορρίπτουν τήν κοινωνία τῶν πιστῶν, τῶν ἁγίων, τῶν κοινῶς ἀγωνιζομένων, τῶν φίλων καί πνευματικῶν ἀδελφῶν, πού θά τούς ἔδινε πολλά περισσότερα ἀπ’ αὐτά τά ὁποῖα προσδοκοῦν νά λάβουν γιά τό Σαββατοκύριακο.

Ἕνα ἄλλο γνώρισμα τοῦ συγχρόνου τρόπου ζωῆς εἶναι ἡ ἀτομικότητα.Ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται μόνος, ζεῖ μόνος, κερδίζει τά πάντα μόνος, συντηρεῖ τή μοναξιά του, διότι ἀγαπάει τό ἄτομό του. Οἱ στόχοι εἶναιἀτομικοί, ἡ καριέρα εἶναι ἀτομική, τά ἐπιτεύγματα εἶναι ἀτομικά, ἡδιασκέδαση ἔγινε ἀτομική, ἡ ἐκπαίδευση ἔγινε ἀτομική, οἱ ἀποφάσειςἀτομικές, οἱ ἐπιλογές ἀτομικές, οἱ πτώσεις ἀτομικές, ἡ ζωή ἀτομική καί γι’ αὐτό ἀνυπόφορη, δύσβατη καί ἄπελπις. Οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνται νά σπάσουντή μοναξιά τους. Φοβοῦνται μήπως προδοθοῦν, μήπως ἀπατηθοῦν, μήπωςἀπογοητευθοῦν, μήπως ξεγελαστοῦν. Φοβοῦνται τή χαρά τῆς κοινωνίας, τόἄνοιγμα τῆς καρδιᾶς, τήν ἐμπιστοσύνη εἰς τόν ἄλλον  ἄνθρωπο. Ἡ ὄψη τοῦἄλλου δέν εἶναι ἡ χαρά τους. Τό πρόσωπο τοῦ ἄλλου δέν εἶναι ὁπαράδεισός τους. Ἡ παρουσία τοῦ ἄλλου δέν εἶναι ἡ ἐπιθυμία τους.Ἀκόμη καί ὁ εὐλογημένος ἔρωτας βιώνεται ἀτομικά καί  σαρκικά  καί γίνεταιπάθος, πτώση καί βάσανος. Ἡ ἀτομικότητα εἶναι ὁ μεγάλος πειρασμός καί ἡ μεγαλύτερη φυλακή τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου. Ὁ ἀτομικός ἄνθρωπος δένβιώνει τήν ὀρθόδοξη κοινωνικότητα τῆς ἐνορίας.  Ἀκόμη καί ἡ παρουσία του εἰς τόν Ἱερό Ναό εἶναι ἀτομική. Ἡ συνομιλία του μέ τόν Ἰησοῦν ἔχειἀτομικό περιεχόμενο. Ἀκόμη καί τήν σωτηρία τήν περιμένει καί τήν ἐκζητᾶἀτομικά μόνο γιά τόν  ἑαυτό του. Ἐνοχλεῖται μέ τήν προοπτική ὅτι μποροῦννά σωθοῦν καί οἱ ἄλλοι, μάλιστα δέ οἱ ἀνυπόληπτοι. Ἡ ἀτομική πίστη δέν εἶναι ὀρθόδοξη πίστη. Εἶναι ἐγωιστική θρησκεία. Ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σχέση. Σχέση ὄχι μόνο μέ τόν Θεό, ἀλλά καί μέ τούς ἀνθρώπους. Ἡἀτομικότητα δημιουργεῖ μία θρησκευτική ἰντελιγκέντσια, ἐκκλησιαζομένουςχριστιανούς, θρησκευομένους εὐσεβεῖς, σύγχρονους φαρισαίους, ἀλλά ὄχι συνειδητούς καί ἀληθινούς ἐνορίτες.

Ἕνα ἐπίσης στοιχεῖο τοῦ συγχρόνου τρόπου ζωῆς εἶναι ἡ διάσπασητοῦ μυαλοῦ καί τῆς ἀνθρωπίνης σκέψεως. Ὁ ὄγκος καί ἡ ποικιλία τῶνπληροφοριῶν, τό μέγεθος τῶν γνώσεων, οἱ πρωτοφανεῖς ἐρεθισμοί τῶναἰσθήσεων, οἱ ἀπίστευτες εὐκαιρίες τῶν ἐπιλογῶν, οἱ θελκτικές προκλήσειςτῆς δημοσιότητας, ἀλλά καί ἡ ἀβεβαιότητα τοῦ μέλλοντος, ὁ τρόμος τοῦἀγνώστου, ὁ φόβος τῆς ἀσθένειας καί τοῦ θανάτου κατακερματίζουν τόνἄνθρωπο καί ἐγείρουν μία ἀδυσώπητη ἐσωτερική ἀντιπαλότητα στό τριμερές τῆς ψυχῆς. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἀδυνατεῖ νά συναρμονίσει τή λογική, τό συναίσθημα καί τή βούλησή του. Ἄλλα θέλει, ἄλλα ἐπιδιώκει καί ἄλλα ὑπολογίζει, μέ ἀποτέλεσμα στό τέλος νά βιώνει μία ἐσωτερική ἀκαταστασία. Αὐτός ὁ ἐσωτερικός κατακερματισμός ἀποπροσανατολίζει τόνἄνθρωπο ἀπό τήν ὁδό τῆς κατά Θεόν προκοπῆς. Τόν φυλακίζει στά συνθήματα, τά κινήματα, τά νοήματα καί τίς μέριμνες τοῦ ψεύδους. Τόν καθιστᾶ ἔρμαιο τῶν διαφόρων οἰκονομικῶν συμφερόντων καί τῶν ποταπῶνπολιτικῶν ἐπιδιώξεων. Ἡ ἔλλειψη ἐσωτερικῆς συνοχῆς εἶναι ἡ αἰτία τοῦἀνικανοποίητου, τοῦ ἐνοχικοῦ, τοῦ ἄβουλου, τοῦ ἐξαρτημένου, τοῦ κατατεθλιμμένου ἀνθρώπου. Αὐτόν τόν διασπασμένο ἐσωτερικά καί κατακομματιασμένο ἄνθρωπο καλεῖται ἡ ἐνορία νά φροντίσει, νάπεριθάλψει, νά παρηγορήσει, νά συγκεντρώσει «τόν ἐσκορπισμένον νοῦν του» στόν στόχο καί στήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας.

Ἕνα ἐπίσης ἔντονο χαρακτηριστικό τοῦ συγχρόνου τρόπου ζωῆς εἶναιἡ ἀμφισβήτηση τῶν θεσμῶν, ἡ κρίση καί ἡ ἀπόρριψη τῶν παραδεδομένων. Γιά τή σύγχρονη πραγματικότητα τό παρελθόν φαντάζει παρωχημένο. Κάθετι παλαιό ἀπορρίπτεται εὔκολα καί ἀντικαθίσταται μέ ὅ,τι ἐπιβάλλει ὁ συρμός ἤ οἱ ἰδεοληψίες τοῦ παρόντος. Παραδόσεις αἰώνων λησμονοῦνται.Νέα ἤθη, νέες πρακτικές, καινούργιες μέθοδοι ξεπροβάλλουν καθημερινά καί προσδοκοῦν νά ἐπιβληθοῦν στίς ἀνθρώπινες συνειδήσεις. Τό παραδοσιακό ταυτίζεται μέ τήν νέκρωση, μέ τό τέλμα, μέ τήν ἀγκύλωση, μέτόν στεῖρο δογματισμό. Οἱ ἄνθρωποι ἀποστρέφονται τίς παραδόσεις, διότιαἰσθάνονται           πώς ἐγκλωβίζονται ἀπ’ αὐτές σέ καλούπια καί τρόπους ζωῆς πού δέν τούς ἀρέσουν. Τά πάντα γύρω μας σέ κοινωνικό ἤ ἰδεολογικό ἐπίπεδο μπορεῖ νά ἀλλάζουν. Ἡ γνήσια καί ἀληθινή Ὀρθόδοξη Παράδοσή μας δέν ἀλλάζει, εἶναι ἀνθεκτική διότι εἶναι αὐθεντική καί ἡ αὐθεντικότητά της πηγάζει ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό βίωμα τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἰς τό ὄνομα τῆς ἐλευθερίας, ἤ μάλλον τῆς ἐλευθεριότητας, ἐπιλέγουνκαινούργιους τρόπους συμπεριφορᾶς. Οἱ θεσμοί ἐπίσης διέρχονταιἐσωτερική καί ἐξωτερική ἐντονότατη κρίση. Ἡ οἰκογένεια, ἡ παιδεία, ἡ πατρίδα, ἡ δικαιοσύνη, ἡ τίμια ἐργασία, ἡ ὑγεία, ἡ δημοκρατία, προδίδονταιἀπό τούς φορεῖς τους καί ἀπορρίπτονται ἀπό τούς ἀποδέκτες τους.

Ὁ θρησκευτικός ἀποχρωματισμός τῆς κοινωνίας μας ὑποτιμᾶ τίς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας. Δυστυχῶς ἡ ἑλληνική κοινωνία μας ἀποχριστιανίζεται σταδιακά σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς δημόσιας ζωῆς καί ὁ κίνδυνος τῆς ἐκκοσμίκευσης τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι πλέον ἐμφανής. Στό περιεχόμενο τῶν θείων ἀληθειῶν δέν ἔχουμε δικαίωμα νά κάνουμε ὑποχωρήσεις ἤ παραχωρήσεις. Οὐδείς ἐκσυγχρονισμός εἶναι ἀνεκτός. Ζημιώνει τήν θεία ὑπόθεση τῆς σωτηρίας. Ἡ ἐκκοσμίκευση ἀπειλεῖ καί θέτει σέ κίνδυνο τή σωτηρία, διότι ἀλλοιώνεται, παραχαράσσεται καί παρερμηνεύεται τό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά πολεμεῖ και νά ἀντιστέκεται στό κοσμικό φρόνημα, σύμφωνα καί μέ τίς συνεχεῖς ὑπομνήσεις τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ὁ ὁποῖος μέσα ἀπό τό Εὐαγγέλιό του καί τίς τρεῖς Καθολικές ἐπιστολές ἀναφέρεται διαρκῶς, ἀμέσως ἤ ἐμμέσως, στή σχέση κόσμου καί Ἐκκλησίας, γιά νά καταδείξει τήν ἐμφανῆ διαφοροποίηση καί τήν ἀπαραίτητη διαφύλαξη τοῦ  πολύτιμου πνευματικοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ θησαυροῦ. Ἡ ἐνορία καθώς καί ἡ Ἐκκλησία, ὡς ἕνας θεσμός καί μία παράδοση αἰώνων, ἔχουν εἰσέλθει στό ἀρνητικό πρῖσμα τῆςἀνθρώπινης ὀπτικῆς. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος πείθεται ὅλο καί πιό πολύ ὅτι μπορεῖ νά ζήσει καί χωρίς αὐτά. Ἡ Ἐκκλησία καί ἡ ἐνορία πρέπει νά πείθουν καθημερινά γιά τήν ἀξία τους, διότι διαφορετικά γιά πολλούς ἀνθρώπους κινδυνεύουν νά μετατραποῦν ἁπλῶς σέ ἀναμνήσεις. Τοῦτο εἶναι ἕνα δυνατό στοίχημα γιά τούς συνειδητούς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου. 

Στή δυσκολία τῆς παντελοῦς ἀμφισβητήσεως τῶν πάντων ἔρχεται νά προστεθεῖ καί ἡ φανερή ἤ ὑπόγεια πολεμική ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδή ἡ ὀρθόδοξη πίστη σέ συνδυασμό μέ τήν ἑλληνική παιδεία καθιστοῦντόν ἄνθρωπον διακριτικό καί νήφοντα, εἰσέρχονται στόν στόχο ὅλωνἐκείνων πού ἐπιθυμοῦν τήν ἐκμετάλλευση τοῦ ἀνθρώπου. Τά συμφέρονταἑταιρειῶν παγκοσμίου ἐμβελείας, οἱ ἐπιδιώξεις ρυπαρῶν πολιτικῶνπροσώπων, ἡ μισαλλοδοξία ἀκραίων θρησκευτικῶν ὁμάδων, ἡ δική μαςἀνεπίτρεπτη πολλάκις ἀνοχή καί ἀδιαφορία εἶναι οἱ βασικές αἰτίες γιά νά ὑφίσταται σήμερα ἡ Ἐκκλησία ἕνα μυστικό διωγμό, νά ὑπομένει μία πολεμική καί μία ἀπαξίωση ἀθέμιτη καί ἄδικη γιά τήν ποιότητά της. Τάπρόσωπα τῶν κληρικῶν ἀπαξιοῦνται. Οἱ ἀλήθειες τῆς πίστεωςἀμφισβητοῦνται δημόσια καί ἀπό χείλη ἐπισήμων. Μία προπαγάνδα ἀνήθικη καί ἀθέμιτη προσπαθεῖ νά ἀπαξιώσει καί νά διαφθείρει τήν Ἐκκλησία καί    τόΕὐαγγέλιο. Ἡ Ὀρθόδοξη πνευματική ζωή παρουσιάζεται ὡς καρπόςνοσηρότητας. Ἡ σχέση μέ τήν ἐνορία περιφρονεῖται ἐπιδεικτικά. Ἔτσικαθίσταται δύσκολο ἡ πνευματική οἰκογένεια τῆς ἐνορίας νά προσεγγίσει τάπαιδιά της, πού ἔχουν πέσει θύματα τῆς παραπληροφορήσεως καί τῆςψευδοενημερώσεως.

Ὁ μακαριστός π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν σημειώνει κάτι, τό ὁποῖον ἴσως θά πρέπει νά μᾶς προβληματίσει καί κυρίως νά ἐνεργοποιήσει τήν ποιμαντική προσπάθεια: «Τούς ἱερεῖς τούς βλέπουν καί τούς αἰσθάνονται ὅπως τά νεκροταφεῖα. Νοιώθουν δέος, ἀλλά πιστεύουν πώς δέν μποροῦν νά ἔχουν καμμία θέση καί σχέση μέ τή ζωή τους.».

Ἕνα ἐπίσης στοιχεῖον τοῦ συγχρόνου τρόπου ζωῆς εἶναι ἡ ὑλομανία καί ἡ τεχνολαγνεία πού χαρακτηρίζουν τόν ἄνθρωπον σήμερα. Ἡ κατανάλωση ἔχει καταστεῖ τό ὑπέρτατο ἰδανικό τῶν κοινωνιῶν. Οἱ ἄνθρωποι ζοῦν γιά νά καταναλώνουν καί ἀξίζουν τόσο ὅσο καταναλώνουν.Ἡ προσκόλληση στήν ὕλη κατέστησε τόν ἄνθρωπο ἕνα θηρίο, ἕνα      ὁδοστρωτήρα, πού ἰσοπεδώνει τή φύση, τό περιβάλλον, τούς συνανθρώπους του, ἀκόμη καί τήν ψυχή του, προκειμένου ν’ ἀπολαύσειπερισσότερα ὑλικά ἀγαθά. Παράλληλα ἡ ἔκρηξη τῆς τεχνολογίας, καίμάλιστα τῆς ἠλεκτρονικῆς, μετέτρεψε τούς ἀνθρώπους σέ ἄβουλα πλάσματα, σέ ἐξαρτημένες μαριονέτες, πού πρίν προλάβουν νά χαροῦν κάτι,ὀνειρεύονται καί ἀδημονοῦν διά τήν ἀπόκτηση κάτι νεώτερου ἤ πιόἐξελιγμένου. Μέσα σ’ αὐτή τή  σισύφειο προσπάθεια καί ἀγωνία τοῦκαταναλωτισμοῦ καί τῆς ἀγάπης πρός τήν τεχνολογία ἡ ἐνορία φαντάζει ὡς κάτι πού δέν ἀφορᾶ κανένα, πού δέν ἐγγίζει κανέναν, πού εἶναι κάτι ξένοπρός τή σύγχρονη πραγματικότητα.

Μέσα στά δεδομένα τοῦ σύγχρονου τρόπου ζωῆς πρέπει νά λάβουμε ὑπ’ ὄψιν καί τήν τεράστια ἐπίδραση τῆς πάσης φύσεως ὀθόνης στούςἀνθρώπους. Οἱ ὀθόνες, μικρές, μεγάλες, μικροσκοπικές εἶναι παράθυρα πούἀνοίγουν καινούργιους κόσμους σ’ ὅσους τίς κοιτάζουν. Δίνουν μηνύματα,διαμορφώνουν συνειδήσεις, πληροφοροῦν, μορφώνουν, ἐπιδροῦν, κτίζουν ἤ γκρεμίζουν, ἀνάλογα μέ τό περιεχόμενο πού παρουσιάζουν στούς θεατέςτους. Κάποτε μία εἰκόνα ἔλεγε χίλιες λέξεις. Τώρα μία ὀθόνη παρουσιάζει χιλιάδες εἰκόνες. Οἱ ὀθόνες ἀντικατέστησαν τούς φίλους, τραυμάτισαν θανάσιμα τήν ἐπικοινωνία, ἀποξένωσαν τήν οἰκογένεια, βύθισαν τούς θεατές τους σέ ψευδαισθήσεις πληρότητας, ἀφήνοντάς τους στήν τραγικότητα τῆς κενότητας. Γιά τήν πορεία τῆς Ἐνορίας οἱ ὀθόνες εἶναι οἱ σύγχρονες σειρῆνες, πού θέλγουν τούς ἐνορίτες μακριά ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα καί ἀπό τήν κοινωνία                                                     τῆς ἀγάπης.

3.                  ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ

Μπροστά στήν ἀμηχανία πού δημιουργεῖται στό ἐκκλησιαστικό σῶμα ἀπό τόν σύγχρονο τρόπο ζωῆς καθίσταται ἀπαραίτητο νά ἀποφύγουμε τόνἐφησυχασμό. Νά συμπροβληματιστοῦμε καί νά διερωτηθοῦμε κατά πόσο ἕνα μερίδιο τῆς ὅλης αὐτῆς καταστάσεως βαρύνει μέ εὐθύνη τή δική μαςσυνείδηση. Ἐάν κάνουμε τήν αὐτοκριτική μας ἐν μετανοίᾳ καί ἐπιγνώσει,ἴσως δοῦμε ἕνα φῶς ἐλπίδας στή σκοτεινή σύρραγγα τῆς ἀρνήσεως, τήνὁποία μέ θλίψη ὅλοι μας διαβαίνουμε. Ἡ αὐτοκριτική δέν εἶναι ἔλεγχος. Εἶναι αὐτογνωσία. Ἡ αὐτογνωσία ἐπιφέρει τήν ἀληθῆ ταπείνωση καί ἡταπείνωση τήν ὄντως θεϊκή εὐλογία κατά τό «ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοιςἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» (Ἰακ. δ, 6). Γιά τοῦτο ἡ αὐτοκριτική εἶναι προϋπόθεση ἐπιτυχίας στήν ποιμαντική μας ἐργασία. Δέν εἶναιπροσβολή τῆς ἀρχιερωσύνης, ἀλλά ἀληθής καταξίωση καί πολύτιμο πρόσημο. Ὅπως κρίνουν οἱ λαϊκοί ἀδελφοί μας τούς ἑαυτούς τους καί ἐξομολογοῦνται τά λάθη τους σέ μᾶς, τοιουτοτρόπως ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νά κρίνουμε τούς ἑαυτούς μας, γιά νά συντηροῦμε ζωντανή τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.

3α. Οἱ Ποιμένες καί ἡ Ἐνορία

Στό πλαίσιο μιᾶς γνήσιας αὐτοκριτικῆς πρέπει νά δοῦμε πῶς βλέπουν τήν ἐνορία οἱ Ποιμένες. Δυστυχῶς πρέπει νά παραδεχτοῦμε ὅτι ἡ ἐνορία  δέν εἶναι γιά ὅλους τούς Ποιμένες τό σπίτι τους. Πολλοί βλέπουν τήνἘνορία μόνο ὡς τό πεδίο τῆς ἐργασίας τους ἤ τῆς ἐπαγγελματικῆς τους ἐξελίξεως. Ἀντιμετωπίζουν τά ζητήματα τῆς ἐνορίας διοικητικά ὡς ὑπάλληλοι ἑνός Ν.Π.Δ.Δ. Διεκπεραιώνουν τά πάντα, ἀλλά τυπικά, ψυχρά καί ἀδιάφορα. Καταθέτουν τά χαρίσματά τους, ἀλλά ὄχι τήν δύναμη καί τήν ζέση τῆς ψυχῆς τους. Εἶναι καλοί διοικητές, ἀλλά ἀδιάφοροι Ποιμένες.

Μεγάλη ἀγωνία ἔχουν πολλοί Ποιμένες ἐνοριῶν γιά τήν οἰκονομικήδιαχείριση. Ἡ μέριμνα τῆς ἐκπληρώσεως τῶν ὑποχρεώσεών τους ἀπέναντιστήν Ἱερά Μητρόπολή τους, ἡ φιλοδοξία γιά τήν ἐπιτέλεση ἔργωνκαλλωπισμοῦ, κτηριακῶν ἐγκαταστάσεων, τεχνολογικῆς ὑποδομῆς,φιλανθρωπίας, κατηχήσεως, ἐκδηλώσεων κ.λπ. πρωταγωνιστεῖ στήν ἱερατικήτους συνείδηση.   Ἀξιολογοῦνται ἀπό τό πόσα χρήματα κερδίζουν χάριν τῆς Ἐνορίας. Ἔτσι ἔχουμε λαμπρές καί πλούσιες ἐνορίες, ἀλλά μέ φτωχούςπνευματικά καί ἀδιάφορους ἐνορίτες. Ὁ καλός ἱερεύς δέν εἶναι μόνον αὐτός πού φροντίζει γιά τήν ὑλική περιουσία τῆς Ἐνορίας, ἀλλά ἐκεῖνος πού φροντίζει τήν ἀληθῆ οὐσία τῆς ἐνορίας, πού εἶναι οἱ ἐνορίτες. Ἐξάλλου ὁ Ἐφημέριος ἐπιβάλλεται νά ἀποκτήσει συνείδηση ποιμένος καί ὄχι μισθωτοῦ, θέση πατρός καί ὄχι κατακτητοῦ, φρόνημα διακόνου καί ὄχι δυνάστου. Ἡ δημιουργία ποιμαντικῆς εὐθύνης στόν ἱερό Κλῆρο καί λαϊκῆς ἐκκλησιαστικῆς συνείδησης στήν Ἐνορία ἀποτελεῖ τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς. Δυστυχῶς ὑπάρχουν Ἐνορίες, ὅπου δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνα παιδί γιά νά διακονήσει τόν Ἱερέα στό Ἅγιο Βῆμα. Ὑπάρχουν Ἐνορίες, ὅπου οἱ ψάλτες εἶναι ὑπέργηροι καί δέν ἔχουν λάβει καμμία μέριμνα γιά τή διαδοχή τους. Ἑκατοντάδες οἱ νέοι ἀπόφοιτοι Σχολῶν Ἐκκλησιαστικῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, ἀλλά ὑπάρχει ἔλλειψη ἱεροψαλτῶν. Ἐπίσης παρατηρεῖται ἀπροθυμία νεανίδων νά ὑπανδρευθοῦν ὑποψηφίους Κληρικούς. Τά αὐξανόμενα διαζύγια στίς ἱερατικές οἰκογένειες καί ἡ κρίση στίς ἱερατικές καί μοναχικές κλήσεις ἀναμένουν τήν ποιμαντική μας χειραγωγία.

3β. Ἐπιλογή προσώπων

Εἶναι δύσκολο, ἀλλά πρέπει νά τό παραδεχτοῦμε ὅτι ὑπάρχει σέ ὅλουςμας μεγάλη ἀδυναμία στήν ἐπιλογή τῶν προσώπων πού θά ἐργαστοῦν ὡςστελέχη τῆς ἐνορίας. Κατ’ ἀρχήν ἡ ἐπιλογή τῶν ποιμένων εἶναι ἕνα θέμαἀκανθῶδες καί δισεπίλυτο. Ἡ ἀπροθυμία τῶν νέων νά προσέλθουν στήνἱερωσύνη καί τό σπάνιο τοῦ χαρίσματος τούτου μᾶς δυσκολεύει στήνἐπιλογή. Ἐάν λόγῳ αὐτῶν τῶν δυσκολιῶν γίνουν κάποιες ἐκπτώσεις στήν ἐπιλογή τῶν κατάλληλων γιά τήν  ἱερωσύνη προσώπων, τότε ὅλη ἡ Ἐκκλησία πληρώνει τίς ἐπιπτώσεις.

Ἀλλά καί ἡ ἐπιλογή τῶν λαϊκῶν δέν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση. Καθέναςπού πλησιάζει ἕνα κληρικό κρύβει πολλῶν εἰδῶν προθέσεις. Ὑπάρχουν οἱκαλοί ἄνθρωποι, πού ὡς λαϊκά στελέχη συνεισφέρουν τό καλύτερο γιά τήνἐνορία τους, ἀλλά ὑπάρχουν καί οἱ διπρόσωποι, οἱ δίβουλοι, οἱ ὑποκριτές, οἱ ἀνώριμοι, πού γίνονται στελέχη τῶν ἐνοριῶν καί ὑποσκάπτουν τήν ἑνότητατῆς ἐνορίας ἤ φιλοδοξοῦν νά κερδίσουν ὑλικές ἀπολαβές, κοινωνική καταξίωση καί δημόσια ἀναγνώριση. Ἡ ἀνεπιτυχής ἐπιλογή τῶν καταλλήλωνπροσώπων γιά τή στελέχωση καί ἐπάνδρωση τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ὡς ἀκριβόἀντίτιμο τήν ὀπισθοδρόμηση τῆς ἐνορίας καί τόν σκανδαλισμό τῶν πιστῶν.

3γ. Ἔλλειψη ἐπιμορφώσεως κληρικῶν

Ἕνα ἐπίσης θέμα τοῦ ὁποίου πρέπει ν’ ἀναλάβουμε τήν εὐθύνη εἶναι ἡ μή ἐπιμόρφωση τῶν κληρικῶν μας. Ἡ παιδεία δέν τελειώνει ποτέ  οὔτε ἡ ἐσωτερική καλλιέργεια. Δέν ἔχει σημασία τό ἐπίπεδο τῆς ἐκπαιδεύσεως ἐνός κληρικοῦ. Σημασία ἔχει ἡ θέλησή του νά συνεχίσει νά ἐκπαιδεύεται.Καλοῦμε τούς κληρικούς μας νά εἶναι λίγο ἀπ’ ὅλα. Τούς θέλουμε θεολόγους, λειτουργιολόγους, παιδαγωγούς, διακοσμητές, ψυχολόγους, καλλιτέχνες, ρήτορες, μαγείρους, ὀργανωτές ἐκδρομῶν καί ἐκδηλώσεων, ἐπικοινωνιακούς τεχνοκράτες, πολιτικούς μηχανικούς, μαστόρους καί ὅ,τι ἄλλο βάλει τό ἀνθρώπινο μυαλό. Ἡ μετεκπαίδευση πού λαμβάνουν ὅμως περιορίζεται στό προσωπικό τους φιλότιμο, στά τάλαντα πού τούς ἔδωσε ὁ Θεός, στά σεμινάρια καί τίς ἱερατικές συνάξεις πού προσκαλοῦνται καί στόπροσωπικό μας παράδειγμα. Ἡ ἡμιμάθεια εἶναι ἡ μεγάλη πληγή τῆςἘκκλησίας. Βἐβαια, τό τραγικότερο ἀπ’ ὅλα εἶναι ἡ θεολογική ἀνεπάρκεια. Οἱ διδάσκαλοι τῆς πίστεως καί οἱ ποιμένες, ὑποτίθεται,  ὅτι εἶναιμελετημένοι  ἐπάνω στά θέματα τῆς ὀρθόδοξης ζωῆς καί παραδόσεως, ἐπάνω στή νοοτροπία καί τίς ἀλήθειες τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ἐπάνω στήνἁγιοπνευματική ἐμπειρία, πού διατρέχει τήν Ὀρθοδοξία ἐδῶ καί πολλούςαἰῶνες. Αὐτή ἡ ἡμιμάθεια σέ συνδυασμό μέ τόν ἑωσφορικό ἐγωισμό δυσφημοῦν τό Εὐαγγέλιο, διασύρουν τό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καίἀσύστολα ἐγκληματοῦν ἀπέναντι στούς ἀνθρώπους, γιά τούς ὁποίους ὁ Κύριος δίνει συνεχῶς τό Αἷμα Του. Ἡ στενότητα τῆς σκέψεως καί ἡ ἔλλειψη τῆς ἀρετῆς εὐθύνονται γι’ αὐτή τή θεολογική ἀνεπάρκεια. Ἡ θεραπεία της εἶναι ἡ βαθειά μελέτη τῆς πίστεώς μας καί ἡ καθοδήγηση ἀπό διακριτικόπνευματικό ὁδηγό καί πατέρα. Αὐτή ἡ θεολογική ἀνεπάρκεια δυστυχῶςφαίνεται καί διαδίδεται, χάρη στή σύγχρονη τεχνολογία, μέσα ἀπό τά κηρύγματα, τά μηνύματα, τά κείμενα, τίς ἀποφάσεις πού λαμβάνονται καί τίς ἐνέργειες πού πραγματοποιοῦνται. Αὐτή εἶναι καί μία ἀπό τίς αἰτίες τοῦ διχασμοῦ πού βιώνει τό ὀρθόδοξον ἐκκλησιαστικό σῶμα. Ὅσο δένἐπιμορφώνουμε τούς Κληρικούς μας ἀληθινά, ὅσο δέν ἐμπνέουμε τήνπαιδεία, τόσο θά ὑφιστάμεθα τ’ ἀποτελέσματα τῆς ἡμιμάθειας καί τῆςἀνεπάρκειας.

3δ. Λάθη κληρικῶν

Ἕνα ἀπό τά πιό μεγάλα προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει ἡ Ἐκκλησίαεἶναι τά λάθη τῶν κληρικῶν της. Λάθη τά ὁποῖα ἀκυρώνουν τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καί καταρρακώνουν τό κύρος τῆς Ἐκκλησίας. Λάθη πάσης φύσεως, ἠθικά, οἰκονομικά, διοικητικά, λάθη συμπεριφορᾶς, ἠθελημένα ἤἀνεπίγνωστα. Λάθη πού γίνονται ἀπ’ ὅλες τίς βαθμίδες τῶν κληρικῶν. Ὁ λαός μέ καθαρό ὀφθαλμό καί ἀγαθή συνείδηση, ἀγαπητικῶς ἐπισημαίνει αὐτά τά λάθη. Ἡ τύφλωση τοῦ ἐγωισμοῦ καί ἡ αἴσθηση ἀνωτερότητας, ὅμως, δέν ἐπιτρέπουν τήν παραδοχή τῶν πτώσεων καί ἐμποδίζουν ἀπό τήν ἀληθῆ μετάνοια. Ἄς μᾶς συνέχει τουλάχιστον ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: «οὐαί… δι’ οὗ τό σκάνδαλον ἔρχεται» (Ματθ. ιη΄ 7). Οἱ ἄνθρωποι καί ὁ Θεός δέν μᾶςθέλουν ἀλάνθαστους οὔτε προσδοκοῦν κάτι τέτοιο ἀπό κα- νένα κληρικό.Μᾶς θέλουν ὅμως, αὐθεντικούς, διαρκῶς μετανοοῦντες καί ἀγωνιζόμενους.

4.                  ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Ἡ αὐτοκριτική εἶναι σκόπιμη καί ὠφέλιμη μόνο ὅταν οἰκοδομεῖ. Ἐάνἐπιθυμοῦμε τήν ἀναδιοργάνωση τῶν ἐνοριῶν μας καί τόν ἐπανευαγγελισμόντῶν πιστῶν, ἴσως πρέπει νά συμπροβληματιστοῦμε ἐπάνω σέ κάποιεςπροτάσεις.

4α. Βαθειά ἐργασία

Τίποτε δέν γίνεται σωστά ὅταν γίνεται πρόχειρα. Στό ὕψιστο ζήτηματῆς ἐνορίας πρέπει νά  ἐργαστοῦμε συλλογικά καί ἀποφασιστικά. Τόἐπερχόμενον ἔτος 2023 μπορεῖ νά ἀφιερωθεῖ στήν ἀνασυγκρότηση τῆςἐνορίας. Ὅλες οἱ Συνοδικές Ἐπιτροπές ταπεινά προτείνουμε νά ἔχουνἀποκλειστικά ὡς περιεχόμενο τῆς ἐργασίας τους τήν ἐνορία. Ἡ κάθε μία νά ἐξετάσει τήν ἐνορία ἀπό  τή δική της ὀπτική γωνία καί στό τέλος νά γίνει ἕναΣυνέδριο, ὅπου θά ληφθοῦν ἀποφάσεις γιά ὅλους τούς τομεῖς τῆς ἐνορίας.Βέβαια, εἶναι αὐτονόητο πώς οἱ ἀποφάσεις αὐτές θά εἶναι δεσμευτικές γιά ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία τῆς  Ἑλλάδος.

4β. Ἐκδόσεις

Γιά νά ἀνασυγκροτηθεῖ ἡ ἐνοριακή ζωή, πρέπει νά γνωρίζει ὁ καθέναςτόν ρόλο του. Ἡ ἐπιμόρφωση τῶν ἰθυνόντων προσώπων τῆς ἐνορίας μπορεῖ νά λάβει ἕνα πιό μόνιμο χαρακτήρα, ἐάν ἀποτυπωθεῖ σέ συγκεκριμένα ἐγχειρίδια, ἐγκόλπια, τά ὁποῖα θά μπορεῖ ὁ καθένας νά συμβουλεύεται,ὅποτε αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο. Μποροῦν λοιπόν νά ἐκδοθοῦν βοηθήματα πρός τόν λαό γιά τό τί σημαίνει ἐνορία, πρός τούς ἱερεῖς, ὅπου θά περιγράφονται οἱ ὑποχρεώσεις τους καί θά δίδονται ἰδέες ποιμαντικῆςδιακονίας, πρός τούς ἐπιτρόπους στούς ὁποίους θά δίνονται ὁδηγίες γιά τήν παρουσία τους καί τήν προσφορά τους στήν ἐνορία, πρός τούς ἱεροψάλτες,  ὅπου θά ἀποτυπώνεται ἡ δεοντολογία τοῦ διακονήματός τους καί πρός τούς νεωκόρους, διά νά γνωρίζουν τήν ὑψηλή θέση καί ἀποστολή πού μποροῦννά ἐπιτελέσουν ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Γιά νά ἀναζωπυρώσουμε τήν ἐνορία πρέπει νά κάνουμε μία ἐκδοτική ἐκστρατεία μέσῳ τῶν ἐντύπων καί τῶν ἠλεκτρονικῶν ἐκδόσεων,  ἔτσι ὥστε ἡ γνώση νά φέρει ἀγαθούς καρπούς.

Ἕνας δεύτερος τομέας, στόν ὁποῖο πρέπει νά ἐπιστρατευτεῖ ἡ ἐκδοτική ἱκανότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ κατήχηση τῶν νέων, τῶν ἐνηλίκων καί τῶν ποιμένων. Μέ λόγο ζωντανό καί σύγχρονο πρέπει νά                παρουσιαστοῦν οἱ ἀλήθειες τῆς πίστεως, ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία καί ἡ πνευματική ζωή. Κοι- νά βοηθήματα γιά τά κατηχητικά σχολεῖα, μέ πλούσιο ἐποπτικό ὑλικό καί δυνατές προτάσεις, βοηθήματα γιά τίς συνάξεις συμμελέτης  Ἁγίας Γραφῆς,  μέ  ἰδέες καί κατευθυντήριες γραμμές γιά τήν ἔρευνα καί τήν ἀνάπτυξη θεμάτων, ἐνιαύσια Κυριακοδρόμια εὔληπτα, μεστάνοημάτων καί σύντομα, εἶναι μερικές ἐκδόσεις πού θά συνεισφέρουνοὐσιαστικά στήν ἐπιμόρφωση λαϊκῶν καί κληρικῶν. Σημαντικό ἐκδοτικόἄθλο θά ἀποτελέσει καί ἡ ἔκδοση πρακτικῶν ὁδηγιῶν διά  τήν τέλεση τῶν μυστηρίων σέ γλώσσα ἁπλή καί κατανοητή, γιά νά γνωρίζουν οἱ κληρικοί καίοἱ λαϊκοί ποιά εἶναι ἡ θέση τους στά μυστήρια καί τί πρέπει νά κάνουν σ’ αὐτά. Ἀνυπερθέτως θά πρέπει νά ἀπαντηθεῖ ἅπαξ διαπαντός καί νά τηρηθεῖ ἀπό ὅλους τό δέον γενέσθαι στά Μυστήρια τῶν γαμοβαπτίσεων καί στά Μυστήρια, τά ὁποῖα τελοῦνται σέ κτήματα καί παρεκκλήσια ξενοδοχείων ἤ στήν ὕπαιθρο καί τίς παραλίες τά καλοκαίρια, κατά τά ὁποῖα βάλλεται τόσο ἡ ἱερότητα τῶν Μυστηρίων, ὅσο καί ἡ ἱερατική αὐτοσυνειδησία τοῦ ἐπιτελοῦντος αὐτά. Ἀναγκαῖο στοιχεῖο τῆς δραστηριότητάς μας πρέπει νά ἀναδειχθεῖ ἡ ποιμαντική τῶν πενθούντων, τῶν ἀσθενῶν, τῶν φιλοξενουμένων σέ ἱδρύματα Γηροκομείων, Νοσοκομείων. Ἀκόμη δέ τῶν νεοφωτίστων, πρό καί μετά τό βάπτισμα, ἕως ὅτου θά δύνανται νά ζήσουν ἐν Χριστῷ, διότι ἡ κατήχηση πλέον ἔχει σχεδόν καταργηθεῖ στήν οἰκογένεια καί στό σχολεῖο παντελῶς!  Ὁ λόγος, προφορικός καί γραπτός, εἶναι δύναμη. Ὁ γραπτός λόγος ἰδίως, μένει πάντοτε ζωντανός καί εἶναι ἕναδιαρκές ἐργαλεῖο ἀπό τούς φιλότιμους γεωργούς σ  τό γεώργιο τοῦ Θεοῦ.

Ἐπίσης τό ἔγκριτο καί ἐπίσημο περιοδικό «Ἐφημέριος» μπορεῖ νάἀφιερώσει μία σειρά τευχῶν στά θέματα τῆς ἐνορίας. Μελέτες, προτάσεις, ἰδέες, θέσεις, ἀκόμη καί ἕνας γόνιμος διάλογος, μπορεῖ νά ἀποτυπωθοῦν πολύ ὅμορφα στά τεύχη τοῦ περιοδικοῦ, πού ἔτσι θά λειτουργήσει ὡςχρήσιμο ἐργαλεῖο ποιμαντικῆς διακονίας γιά τούς πατέρες πού τόπαραλαμβάνουν καί τό μελετοῦν.

4γ. Λατρευτική ζωή

Ἐάν φιλοδοξοῦμε τήν ἀναζωπύρωση τῆς ἐνορίας καί τόν ἐπανευαγγελισμό τῶν πιστῶν μας εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητο νάξαναστοχαστοῦμε ἐπάνω στή λατρεία. Τό θέμα τῆς Θείας Λατρείας πρέπει νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό ἰδεοληψίες. Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνθρώπινο προνόμιο, δικαίωμα καί κατασκεύασμα. Ὡς τέτοιο εἶναι εὔπλαστο καί ἀναδιαμορφούμενο. Γιά τόν λόγο αὐτό ἄλλωστε ἔχουμε πολλά καίδιαφορετικά τυπικά. Ἡ λατρεία ἀποτελεῖ τό ἐπίκεντρο τῆς ἐνοριακῆς ζωῆς.Οἱ ἐμπειρίες πού χαρίζει εἶναι προγεύσεις καί ἀρραβών τῆς σωτηρίας καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐνορία πρέπει νά στοχεύσει πολύ συνειδητά στή δυναμική συμμετοχή τῶν πιστῶν στή Θεία Λατρεία. Ἡ Λατρείασυνεπιτελεῖται ἀπ’ ὅλους μαζί. Ἐάν δέν γίνεται αὐτό, τότε εἶναι μία παράσταση, μία καρικατούρα προσευχῆς, ἕνα νεκρό συνονθύλευμαπράξεων καί λόγων, μία ψευδαίσθηση ἐπικοινωνίας μέ τό Θεό, μία συντήρηση τοῦ ἐγωϊσμοῦ, μία φαρισαϊκή ὑποκρισία, ἀνίκανη νά μεταμορφώσει τόν κόσμο. Ἡ Θεία Λατρεία δέν ἔχει παθητικούς δέκτες, ἔχει μόνον πομπούς. Πομπούς πού ἐκπέμπουν τήν εὐχαριστία τῆς ἐνορίας στόν κοινό τῶν πάντων Πατέρα Θεό. Ἔτσι λοιπόν, πρέπει νά ξαναμελετήσουμε,νά συζητήσουμε καί νά ἀποφασίσουμε ἐπάνω σέ κάποια λατρευτικά θέματα,ἐάν ἐπιθυμοῦμε καί ἐπιδιώκουμε νά γεμίζουν οἱ λαϊκοί ἀδελφοί μας τούς Ἱερούς Ναούς κατά τή Θεία Λατρεία. Αὐτά εἶναι: τό ὡράριο τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, προκειμένου νά μή συμπίπτουν μέ τίς ἐργασίες τῶν ἀνθρώπωνκαί τίς λοιπές ἀσχολίες τους, τό μοναστηριακό καί ἐνοριακό τυπικό, πούἀφορᾶ στό μέγεθος τῶν ἀκολουθιῶν μέσα στόν κόσμο, τό γλωσσικό ἰδίωμαστό ὁποῖο θά ἀποδίδονται τά κορυφαῖα νοήματα τῆς Θείας Λατρείας, γιά νά πάψει ἡ Λατρεία νά εἶναι μαγική τελετή, ὁ τόπος καί ὁ τρόπος πού θά ἐπιτελοῦνται τά ἱερά μυστήρια, γιά νά σταματήσουν ἐπιτέλους αὐτά νά εἶναι κοινωνικές ἐκδηλώσεις καί νά γίνουν πράξεις ἁγιασμοῦ καί σωτηρίας. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀνασυγκρότηση τῆς ἐνορίας, ἐάν δέν ὑπάρξει ἀνανέωση τῆς Θείας Λατρείας. Ἡ Θεία Λατρεία εἶναι ὁ δρόμος πρός τόν Θεό. Ἀλλά γιάτόν Θεό δέν ὑπάρχουν μονόδρομοι. Ἄς ξανακάνουμε τή Θεία Λατρείαδρόμο γιά τήν Πατρική Ἀγκαλιά.

4δ. Ἑνότητα

Ἡ ἐνορία δέν εἶναι μόνον τόπος, κυρίως εἶναι τρόπος. Εἶναι ὁ τρόπος τῆς ἀγάπης τῶν πιστῶν μέ τόν Θεό καί μεταξύ τους. Εἶναι τό δέσιμο τῶν καρδιῶν, ἡ συμπόρευση ὅλων πρός τόν οὐρανό, ἡ συνεστίαση τοῦ εὐχαριστιακοῦ δείπνου, ἀπ’ ὅπου δέν πρέπει νά λείπει κανείς. Ὅλα τά στελέχη τῆς ἐνορίας πρέπει νά ἀναλώνονται στόν στόχο τῆς ἐνότητας, τῆςφιλαδελφίας, τῆς φιλαλληλίας καί τῆς συνοχῆς.  Ἡ ἀδελφοσύνη ἐντός τῆςἐνορίας πρέπει νά καλλιεργεῖται σέ ὅλα τά ἐπίπεδα. Νά ὑπάρχει μεταξύ τῶν κληρικῶν, νά ὑπάρχει μεταξύ τῶν λαϊκῶν καί νά ὑπάρχει μεταξύ κληρικῶν καί λαϊκῶν. Ἡ συμπαράσταση στή χαρά καί τή θλίψη, ἡ πάσης φύσεως θερμή ἐπικοινωνία, οἱ ποικίλες ἐκδηλώσεις, τό ἁγνό καί ἄδολο ἐνδιαφέρον καί ὅ,τι ἄλλο μπορεῖ νά σκεφτεῖ κάποιος, ὅλα πρέπει νά ἐπιστρατευτοῦν, διά                 νά παραμένει ἡ ἐνορία ἕνα ζωντανό σῶμα,  τά μέλη τῆς ὁποίας εἶναι ἀρρήκτως δεμένα μεταξύ των. Ἡ δεμένη καί ζωντανή ἐνορία ἀποτελεῖ τήν ἐλπίδα τοῦκόσμου, τή δόξα τῆς Ἐκκλησίας, τό καταφύγιο τοῦ ποικιλοτρόπωςχειμαζομένου ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας. Ἐξάλλου ἐκεῖνα τά ὁποῖα μᾶς ἑνώνουν στήν  Ἐκκλησία εἶναι δυνατώτερα, ὅταν καλλιεργηθοῦν, ἀπό αὐτά πού μᾶς χωρίζουν. Εἶναι ἀνάγκη λοιπόν νά δημιουργήσουμε ἤ νά καλλιεργήσουμε τήν «ἐνοριακή συνείδηση», ὁ λαός μας νά ἀποκτήσει γνήσιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα, γιατί χωρίς αὐτό θά ἀπομονωθεῖ καί θά ἀποκοπεῖ ἀπό τήν Ἐνορία.

4ε. Ποιότητα

Ὁ ἐπανευαγγελισμός τῶν ἀνθρώπων θά γίνει  μόνον μέσα   ἀπό        τήν ποιότητα      τῆς ποιμαντικῆς ἐργασίας. Εἶναι ἀπαραίτητο νάἀποφύγουμε τόν πειρασμό τῆς ποσότητας, ἡ ὁποία ἐνισχύει πολλάκις μόνο τήν κενοδοξία τοῦ κληρικοῦ καί πλήττει τήν ποιότητα. Ἡ μικρά ζύμη ἔχει δύναμη. Δέν ἔχει σημα- σίαν π.χ. πόσα μέλη ἔχει ἕνας Κύκλος, ἀλλά πόσοσωστή ἐργασία γίνεται στόν Κύκλο αὐτό. Ἡ ποιότητα τῆς ἐργασίας θά φέρεικαί τήν ποσότητα τῶν πιστῶν, ἐνῶ ὁ πειρασμός τῆς ποσότητας συνήθως ὑποβιβάζει τήν ποιότητα τοῦ διακονήματος. Ἄς φροντίσουμε ἡ ποιότητα τῆς ἐργασίας, πού κάνουμε, νά ἐναρμονίζεται μέ τήν ποιότητα τοῦ δικοῦμας προσώπου καί ὅλα τά ὑπόλοιπα θά τά φροντίσει ὁ Δομήτωρ τῆς Ἐκκλησίας Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ καρποφορία τοῦ Ἐνοριακοῦ ἔργου δέν ἐξαρτᾶται μόνον ἀπό τίς γνώσεις τῆς ἐπιστημονικές ἤ τίς ἐμπειρικές τοῦ Ἐφημερίου καί τῶν συνεργατῶν του, ἀλλά κατά κύριο λόγο ἀπό τήν ποιότητα τῆς ἐσωτερικῆς ὑπάρξεως καί ἐν Χριστῷ ζωῆς τους.

4στ. Ἐπιμόρφωση κληρικῶν

Θείᾳ ἐπινεύσει ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσηςἙλλάδος κ. Ἱερώνυμος μετά τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ συνεργατῶν ἐσύστησε τόἽδρυμα Ποιμαντικῆς Ἐπιμορφώσεως (Ι.Π.Ε.) τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν. Ἕνα καινοτόμο καί πρωτότυπο γιά τά ἐκκλησιαστικά δεδομέναἐπιμορφωτικό καί ἐρευνητικό ἐκκλησιαστικό ἵδρυμα, τό ὁποῖο, ἐδῶ καί μία δωδεκαετία παρέχει διά βίου ἐκπαίδευση, κατάρτιση καί ποιμαντικήἐπιμόρφωση στούς κληρικούς καί λοιπούς συνεργάτες τῶν ἹερῶνΜητροπόλεων, καθώς καί ἄλλων φορέων τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως καί σέ κάθε μέλος τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας,  πού ἐνδιαφέρεται διά τήν καλλιέργειάτου. Τό ἔργο αὐτοῦ τοῦ Ἱδρύματος εἶναι πάρα πολύ σημαντικό καί καρποφόρο. Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον πρέπει νά ἀναφέρουμε τόν ἐκλεκτό καί δυστυχῶς μακαριστό πλέον π. Ἀδαμάντιο Αὐγουστίδη, διατελέσαντα Διευθυντή τοῦ Ἱδρύματος Ποιμαντικῆς Ἐπιμορφώσεως, πού ἔθεσε τίςκατευθυντήριες γραμμές, ὡς πνευματικό ἀνάστημα τοῦ Μακαριωτάτου, ἐπάνω στίς ὁποῖες κινεῖται τοῦτο τό Ἵδρυμα μέχρι σήμερα. Ἡ διά βίου ἐπιμόρφωση ὅλων τῶν        διακονούντων στήν Ἐκκλησία εἶναι μία ἀδήριτηἀνάγκη τῆς ἐποχῆς μας. Εἶναι ἀπαραίτητο ἅπαντες νά στηρίξουμε τό ἔργοαὐτοῦ τοῦ Ἱδρύματος, μέ σκοπό τήν ἀναβάθμιση τοῦ μορφωτικοῦ ἐπιπέδουτοῦ ἱεροῦ κλήρου καί τήν βελτίωση τῆς προσφορᾶς τῆς Ἐκκλησίας πρός τόσύγχρονο ἄνθρωπο.

4ζ. Συνεργασίες

Γιά τήν ἀναζωπύρωση τῆς ἐνορίας καί τόν ἐπανευαγγελισμό τῶνἀνθρώπων εἶναι ἐπίσης ἀπαραίτητο νά καλλιεργηθεῖ ἡ συνεργασία μεταξύτῆς Ἐκκλησίας καί τῶν διαφόρων φορέων τῆς πολιτείας. Ὅλες οἱ συνεργασίες εἶναι εὐλογία Θεοῦ, ὅταν ἀποσκοποῦν στήν προσφορά πρόςτούς ἀνθρώπους. Εἶναι κάτι πού τό περιμένει ἡ κοινωνία σήμερα καί τό ἔχει ἀνάγκη. Ἡ ἐνορία ἔχει τή δυνατότητα νά συνεργαστεῖ μέ τά σχολεῖα, τούς πολιτιστικούς καί ἀθλητικούς συλλόγους, τίς διάφορες ἑνώσεις καί μέκάθε ἀνθρωπιστικό φορέα πού ὑπάρχει στά ὅριά της. Αὐτές οἱσυνεργασίες θά ἀναβαθμίσουν τό ρόλο τῆς ἐνορίας στό κοινωνικό γίγνεσθαι. Θά παρουσιάσουν τό ζωντανό πρόσωπο τῆς ἐνορίας, ἡ ὁποία δέν πρέπει νά περιχαρακώνεται στόν ἑαυτό της. Ὁ πολιτισμός, ὁ ἀθλητισμός καί ἡ ψυχαγωγία εἶναι τρεῖς ἄξονες, στούς ὁποίους μπορεῖ ἡ ἐνορία νά συνεργαστεῖ μέ τίς κοινωνικές ὁμάδες πού δροῦν μέσα στά σπλάχνα                   της. Αὐτές οἱ συνεργασίες μποροῦν νά εἶναι ἡ σαγήνη τοῦ Πνεύματος γιά τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας.

4η. Ἱερατικές κλί(ή)σεις

Ἡ καλλιέργεια τῶν ἱερατικῶν κλίσεων εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα, τό ὁποῖον ἅπτεται τῆς ποιότητας πού θά ἔχουν ἡ κληρικοί στό μέλλον. Ἡ καλλιέργεια αὐτή εἶναι ἀπαραίτητο νά ἐνισχυθεῖ. Εἰδικές ὁμάδες ὑποψηφίων κληρικῶν μποροῦν νά συσταθοῦν. Συναντήσεις καί συνεργασίες αὐτῶν τῶν ὁμάδων θά φέρουν μόνον ἀγαθά ἀποτελέσματα. Εἰδικές κατασκηνώσεις, ἐπιμορφωτικά σεμινάρια, ἐκδρομές, λατρευτικές εὐκαιρίες διά τούςὑποψηφίους κληρικούς θά δυναμώσουν τήν κλήση πού ἔλαβαν ὡς χάρισμαΘεοῦ κάποιοι νέοι διά τό μεγάλο διακόνημα τῆς ἱερωσύνης. Θά εἶναι πολύθετικό καί ἡ βράβευση παλαιῶν καί καταξιωμένων κληρικῶν, πού ἐγνωσμένα ἀναλώθηκαν στό γεώργιο τῆς Ἐκκλησίας καί προσέφεραν τόν καλύτεροἑαυτόν τους στήν διαποίμανση τῶν πιστῶν.

4θ. Σύσταση εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς

Μπροστά στίς    δυσκολίες,       πού ἀντιμετωπίζουν σήμερα οἱ ἱερεῖς,εἶναι ἀπαραίτητο πλέον νά συσταθεῖ μία εἰδική Συνοδική  Ἐπιτροπή γιά τά θέματα τοῦ ἐφημερικοῦ κλήρου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Τά ζητήματα τοῦ ἐγγάμου καί ἀγάμου κλήρου διά τῆς Ἐπιτροπῆς αὐτῆς θά φωτιστοῦνἐπαρκῶς. Οἱ γνωμοδοτήσεις αὐτῆς τῆς Ἐπιτροπῆς θά ἐνδυναμώσουν τή σύσφιξη τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν τριῶν βαθμίδων τοῦ ἱεροῦ κλήρου, θάβοηθήσουν τήν Σεπτή Ἱεραρχία στόν ἐναγκαλισμό τῶν κληρικῶν καί στήνπρόληψη  καί ἐπίλυση πολλῶν καί δυσκόλων προβλημάτων, πού τώραἀντιμετωπίζονται κατά βούλησιν. Διά τῆς Ἐπιτροπῆς αὐτῆς ὁ ἐφημεριακόςΚλῆρος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος θά μπορεῖ νά ἔχει μίαν ἐπίσημη φωνήπρός τό ἀνώτατο ὄργανο τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως, πού εἶναι ἡ ΣεπτήἹεραρχία.

4ι. Φιλανθρωπία

Ἕνας τομέας πού ἡ Ἐκκλησία δίνει τήν μαρτυρία τοῦ εὐαγγελικοῦμηνύματος μέ τόν καλύτερο τρόπο εἶναι ἡ φιλανθρωπία. Ἡ προσφορά εἰςτόν  ἐμπερίστατο ἀδελφό εἶναι ἡ πιό δυνατή μαρτυρία τῆς θεϊκῆς ἀγάπης πρός τόν ἄνθρωπο. Στόν τομέα τῆς φιλανθρωπίας ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος διακρίνεται τά τελευταῖα χρόνια, καί μάλιστα κατά τίς ἐπαχθεῖς περιόδους τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως καί τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ. Μέ τίς στρατιέςτῶν ἐθελοντῶν, μέ τίς προσφορές τῶν πιστῶν καί μέ τήν σοφή διαχείρισηκαί ἀξιοποίηση κάθε ἐναπομείνασας οἰκονομικῆς ἰκμάδος ἡ Ἐκκλησία    ἔδωσε τήν ἄριστη σφραγίδα τοῦ στίγματός της.  Ἐπαινέθηκε ἀπ’ ὅλους τούςχώρους, ἀκόμη καί ἀπό ἐκείνους πού διάκεινται ἀρνητικά ἀπέναντι εἰς τόν χριστιανισμό. Ἡ φιλανθρωπία μπορεῖ νά γίνει πολύτιμο ἐργαλεῖο γιά τήνἀναδιοργάνωση τῆς ἐνορίας καί τόν ἐπανευαγγελισμό τῶν ἀνθρώπων. Ἡκαλλιέργεια τοῦ ἐθελοντισμοῦ, ἡ πνευματική προσέγγιση τῶν πενήτων καίὄχι μόνον ἡ ἱκανοποίηση τῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν τους, ἡ ἐνεργοποίηση ὅλων τῶν κοινωνικῶν ὁμάδων πρός τήν φιλανθρωπία καί τήν ἐλεημοσύνη θά βοηθήσουν τή σύγχρονη ἐνορία νά οἰκοδομηθεῖ ὡς κοινότητα ἀληθοῦςἀγάπης καί γνησίου χριστιανικοῦ ἀνθρωπισμοῦ.

4ια. Πολιτισμός

Ὁ ἄνθρωπος σήμερα πεινᾶ καί διψᾶ γιά ἀληθῆ ἀριστουργήματα.Τρέφεται μέ πολιτιστικά σκουπίδια σέ ὅλους τούς τομεῖς. Ὅπου βρεῖ τόἄριστο τό ἐναγκαλίζεται καί τό στηρίζει. Ἐπίσης ἀναζητεῖ μέσ’ ἀπό τήν τέχνη κάποιο ἀνώτερο πνευματικό μήνυμα, πού ἡ πτωτική πολιτιστική πραγμα-τικότητα δέν τοῦ προσφέρει. Ἔτσι μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε τήν τεράστια ἐπιτυχία πού ἔκαναν οἱ προσφάτως κινηματογραφικές καί τηλεοπτικές ἀποτυπώσεις τῆς ζωῆς τῶν ἁγίων Νεκταρίου ἐπισκόπου Πενταπόλεως καίΠαϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, οἱ θεατρικές παραστάσεις πού ἀναφέρονται σέ θέματα τοῦ ἑλληνισμοῦ, οἱ μουσικές συναυλίες πού γίνονται γιά εὐγενεῖς σκοπούς, οἱ εἰκαστικές ἐκθέσεις πού δίνουν μηνύματα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε παρήγαγε πολιτισμό. Στήν ἐποχή μας μπορεῖνά προσφέρει τόν πολιτισμό της στούς ἀνθρώπους μέ πολλά καί διαφορετικά μέσα. Ἡ ἐνορία, ἐφόσον ἐργαστεῖ ἐπάνω σ’ αὐτό τόν τομέα, θάἐνδυναμώσει τούς ἐσωτερικούς δεσμούς της καί θά προσεγγίσει ἀνθρώπουςπού ἀναζητοῦν τήν ἀλήθεια τῆς ἀπόλυτης ὀμορφιᾶς. Αὐτή ἡ ἀπόλυτη ὀμορφιά, κατά τόν Φίοντορ Νοστογιέφκι, εἶναι πού θά σώσει τόν  κόσμο.

4ιβ. Ἐργαλεῖα ἠλεκτρονικῆς τεχνολογίας

Ζοῦμε στήν ἐποχή τῶν ἀμέτρητων ἠλεκτρονικῶν ἐργαλείων. Τά πάνταπλέον ὀργανώνονται μέσῳ τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑπολογιστῶν καί τῶνἠλεκτρονικῶν προγραμμάτων. Μέσα στίς συνθῆκες αὐτές ἡ ἐνορία δένπρέπει νά μείνει οὐραγός. Εἶναι ἐπιτακτικότατη ἀνάγκη ἡ διαδικτυακή καίἠλεκτρονική ὀργάνωση τῶν ἐνοριῶν καί ἡ σύνδεσή τους μέ τήν κεντρικήδιοίκηση τῆς  Ἰερᾶς Μητροπόλεως, πού ἀνήκει. Ἱστοσελίδες ἐνημερώσεωςἐπί διοικητικῶν καί πάσης ἄλλης φύσεως θεμάτων, ἠλεκτρονικήἐξυπηρέτηση τῶν ἐνοριτῶν, προγράμματα    γραμματειακῆς ὑποστηρίξεως, σωστό καί ὑπεύθυνο ἄνοιγμα στά μέσα κοινωνικῆς δικτυώσεως εἶναι κάποια ἀπό τά ἔργα πού θά ἀναδιοργανώσουν τήν ἐνορία καί θά βοηθήσουν ἀποφασιστικά στήν προσέγγιση τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου καί μάλιστα τῶν νέων. Μέ τόν τρόπο αὐτό θά καταστεῖ δυνατόν νά ἐπιτευχθεῖ καί ἡ σωστή προβολή τοῦ πολυδιάστατου καί πολυσήμαντου ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, γιά τό ὁποῖο οἱ περισσότεροι  ἄνθρωποι ἔχουν τραγικήν ἄγνοια. Εἶναιἀπαραίτητο πλέον ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἐνορία, ἡ κάθε εὐλογημένη δομή νάπροβάλλουν τό ἔργο τους στήν κοινότητα τοῦ παγκοσμίου ἱστοῦ τοῦδιαδικτύου, μέ διάκριση ὅμως καί προσοχή. Αὐτό ὄχι ἀπό κενοδοξία, ἀλλάἀπό ποιμαντική ἀγωνία γιά τήν πληροφόρηση ὅλων περί τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου καί γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ἀσθενεστέρων στή συνείδηση, ὅπωςἐξάλλου προτρέπει καί ὁ ἱδρυτής τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἐκκλησίας Μέγας Παῦλος: «τήν διακονίαν σου πληροφόρησον» (Β΄ Τιμ. δ, 5). Ὀφείλουμε νά κινούμεθα πέρα ἀπό ματαιοδοξίες καί κοσμικές φιλοδοξίες. Ἡ χρήση τῶν μέσων μαζικῆς δικτύωσης πρέπει νά εἶναι λελογισμένη καί ὄχι ἀμετροεπής, γιά τήν  ἀποφυγή σκανδαλισμοῦ, Κλήρου καί Λαοῦ. Ὀφείλουμε νά ἐπιστήσουμε στούς Κληρικούς μας, ἀγάμους κι ἐγγάμους, προϊσταμένους καί μή, πνευματικούς καί ἡγουμένους, τήν προσοχή τους στήν ἐνασχόλησή σας μέ τά ἠλεκτρονικά μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης. Ἄς φροντίσουν ὅπως ἀπαρνούμενοι τήν προσωπική τους αὐτάρκεια τήν περιορίσουν στήν ἀπολύτως ἀναγκαία, διά νά μή εἴπω νά καταργήσουν αὐτή τήν  ἐπικοινωνία, ὡς μᾶλλον ἐπιζήμια γιά τήν Ἱερατική ζωή καί τά πνευματικά ἀγωνίσματα. Θά πρέπει ἀκόμα νά ἀποφεύγουν δημόσιους σχολιασμούς, ἐπικρίσεις προσώπων καί καταστάσεων, γιά τήν ἀποφυγή περαιτέρω ἐκθέσεως τοῦ ἱερατικοῦ σχήματος καί κυρίως γιά τήν ἀποφυγή σκανδαλισμοῦ ἀρκετῶν εὐσεβῶν Χριστιανῶν μας, μερικοί ἀπό τούς ὁποίους παραπονούμενοι καταγγέλλουν ἀμετροέπεια στίς ἐπικοινωνίες, μέσῳ τοῦ διαδικτύου, ἀπάδουσα τοῦ σχήματος καί τῆς θέσεως τῶν σεβαστῶν μας Πατέρων. Ἀκόμη πρέπει κάθε ἐπικοινωνία μας ὡς Κληρικῶν καί Μοναχῶν, νά συνάδει τῷ ἱερῷ σχήματι καί κατατείνει στήν ἱεραποστολική δραστηριότητα καί πνευματική ἐργασία, ἰδίᾳ ὅταν πρόκειται διά τόν Ἡγούμενο καί πνευματικόν Πατέρα/Ἐξομολόγο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἤ τῆς Ἐνορίας καί  Πατέρα πλήθους πνευματικῶν τέκνων. Καίτοι προσωπικῶς πιστεύουμε, πώς ἡ ἐπερχόμενη πνευματική βλάβη ἀπό τή  χρήση καί μετοχή τοιούτων μέσων εἶναι κατά πολύ μεγαλύτερη ἀπό τήν  ὠφέλεια ἐξ αὐτῶν! Πιστεύουμε δέ πώς ἐξαιτίας τῆς  ἐπιπόλαιας χρήσεως τοῦ διαδικτύου, ὡς Ἐκκλησία μᾶλλον ἐκτιθέμεθα παρά ὠφελοῦμε. Ἰδίως ὅταν ἡ ἐνημέρωση καί πληροφορία τῆς διακονίας μας κατακλύζεται ἀπό εἰδήσεις πανηγύρεων καί ἐξαντλεῖται σέ ἀνώριμες καί ἀνόητες ἀναφορές «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις», ὅτι «θέατρον ἐγεννήθημεν τῷ κόσμῳ καί ἀγγέλοις καί ἀνθρώποις» (Α΄Κορ. δ΄9), ἀλλά δυστυχῶς ὄχι ὅπως τιμητικά τό ἐννοεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος! Ὅμως ἔτσι θά δικαιολογήσουμε τήν παρουσία μας καί πώς ἐργαζόμαστε ποιμαντικῶς;  Μή γένοιτο!

Κι ἐπειδή ἔγινε λόγος γιά τήν σύγχρονη πρός τόν λαό κίνηση καί προσέγγιση τοῦ Ἐφημερίου καί Πατέρα, τῆς Ἐνορίας ἤ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, τοῦ ποιμένος πρός τό ποίμνιο, ἐπιτρέψατέ μοι ὀλίγα τινά ἀπό τήν ὑπερπεντηκονταετῆ ἐμπειρία μου στήν Ἱερωσύνη, τά εἰκοσιεπτά δέ ἐξ αὐτῶν ἔτη ὡς Ἐπίσκοπος.

Δέν γίνεται νά ποιμαίνεται ὁ Λαός ἀπό ἀποίμαντους ποιμένες, πού δέν ὑπακούουν στό Εὐαγγέλιο καί τήν φωνή τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό ἀποίμαντους ποιμένες προέκυψε τό φαινόμενο τοῦ γεροντισμοῦ, μέ συνέπεια τίς καταστάσεις φόβου καί τρόμου τοῦ Λαοῦ καί ἀποτέλεσμα τήν θολή καί ἀθεολόγητη προφητολογία κάι προφητολαγνεία, πού ταλαιπωρεῖ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί τόν ἀποπροσανατολίζει πνευματικά. Καί μόνον ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: «πάντες γάρ οἱ προφῆται καί ὁ νόμος, ἕως Ἰωάννου προεφήτευσαν» (Ματθ. Ια΄ 13), ἀρκεῖ γιά νά καταδείξει τήν λανθασμένη ἀτραπό τῆς ἀπωλείας τους! Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας τόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, παρά τίς τόσες προρρήσεις του τόν ἀποκάλεσε ἐνθοϊερομάρτυρα, ἰσαπόστολο, διδάσκαλο τοῦ Γένους, ἀλλά προφήτη δέν τόν ὀνόμασε!

Ἡ αὐτοειδωλοποίηση τῶν ποιμένων εἶναι τό ὀλισθηρό ἔδαφος τῶν ποιμαινομένων καί γι’ αὐτό δημιουργοῦνται ὁμάδες, πού διασποῦν τήν ἑνότητα τῶν  Ἐνοριῶν. Τό λυπηρό εἶναι ὅτι σέ ὅλους αὐτούς ὑπάρχει μιά θεωρητική πνευματική αὐτάρκεια, τήν ὁποία ἐκμεταλλεύται ὁ πονηρός.

Πρέπει νά ἀντιληφθοῦμε ὁπωσδήποτε τήν σπουδαιότητα τῆς πνευματικῆς πατρότητας. Οἱ Κληρικοί μας δέν εἶναι μόνο τελετουργοί ἤ κοινωνικοί ἐργάτες, ὅπως τονίζει ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός. Εἶναι καί πνευματικοί Πατέρες, ἀλλά τό θεραπευτιό ἔργο ὅμως πρέπει νά ξεκινά ἀπό τούς ἴδιους κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «Ἰατρέ θεράπευσον σεαυτόν» (Λουκ. δ 23) Μόνο μέ  αὐτή τήν προϋπόθεση μπορεῖ νά μεταδώσει τήν ἐμπειρία τῆς πίστεως, τῆς μετανοίας, τῆς προσευχῆς καί τῆς μετοχῆς ἐν τέλει στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ! Ἡ καλλιέργεια, ἡ σπουδή τῆς πνευματικῆς πατρότητας εἶναι τό ἰσχυρό ὑπόβαθρο στή λειτουργία, τήν παρουσία καί τήν πορεία τῆς Ἐνορίας. ἄλλωστε σέ μιά σχέση ἀπό τήν ὁποία ἀπουσιάζει τό Ἅγιο Πνεῦμα, θά ἀπουσιάζουν καί οἱ καρποί Του.

5.                  ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Μακαριώτατε Ἅγιε Πρόεδρε,

Σεβασμιώτατοι  Ἅγιοι                                                    Ἀδελφοί,

Ὁ Κύριος καί Δομήτωρ τῆς Ἐκκλησίας Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ ἐλπίδα τοῦ σύμπαντος κόσμου καί ἡμῶν τῶν ποιμένων τοῦ λαοῦ Του. Προσβλέπουμε στό Πανάγιο πρόσωπό Του, ἔχοντας τήν βεβαιότητα ὅτιἘκεῖνος προστατεύει τήν Νύμφη Ἐκκλησία καί τήν ὁδηγεῖ ἀσφαλῶς εἰς τήνἄτρεπτη δόξα τῆς αἰωνιότητος. Ἐντός τῆς ἀκτίστου χάριτός Του καί τῆςἀπερινοήτου δυνάμεώς Του δέν ὑπάρχουν ἀξεπέραστα προβλήματα. Ἐμεῖς,ὡς πατέρες τῶν παιδιῶν Του, ὡς φορεῖς τῶν ἐνεργειῶν Του, ὡς διαχειριστές τῶν μυστηρίων Του, ὡς προβολεῖς τῆς ἀνεκλαλήτου δόξηςΤου θά συνεχίσουμε τήν  ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου. Θά συνεχίσουμε νάἐπαναλαμβάνουμε τό «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;» (Γεν. Γ, 9), διά νά βροῦμε τούςτετρωμένους ἀπό τήν ἁμαρτία ἀδελφούς μας καί νά τούς φέρουμε στό θεραπευτήριο τῆς μετανοίας. Ὅλα τά μέσα τῆς ἐποχῆς μας θάἐπιστρατευτοῦν διά τό σκοπό αὐτό. Ἡ ἀναδιοργάνωση τῆς ἐνορίας καί ὁἐπανευαγγελισμός τῶν ἀνθρώπων ἐκεῖ στοχεύουν. Δέν ὑπάρχει πλέον ἡ πολυτέλεια τοῦ ἐφησυχασμοῦ! Ἡ ἐντατικοποίηση τῆς ἐργασίας, θεσμῶν καί προσώπων, εἶναι αὐτονόητη. Ἡ προβολή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔργου εἶναιἀπαραίτητη. Ὁ ἁγιασμός καί ἡ κοινή σωτηρία ἁπάντων εἶναι τό ζητούμενο.

Μέ αἰσθήματα καί λόγους εὐχαριστίας καί εὐγνωμοσύνης γιά τήν ὑπομονή καί τήν προσοχή κατακλείω τόν λόγο μου, εὐχόμενος ὁ συμπροβληματισμός ὅλων μας σήμερα νά καταστεῖ γόνιμη δύναμη διά τήν ἀνασυγκρότηση τῆς ἐνορίας καί τόν ἐπανευαγγελισμό τῶν ἀνθρώπων, εἰς τρόπον ὥστε νά ἐργαστοῦμε γιά τό κῦρος τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας. Τοῦτο τό κῦρος ὁ λαός τό ἔχει ἀνάγκη, γιά τοῦτο ἐπιβάλλεται σέ ὅλους μας προσοχή, προσευχή καί «σύνεσις ἐν πᾶσιν».

Προσπαθήσαμε μέ τήν εἰσήγησή μας αὐτή, νά ἐκφράσουμε τήν ἀγωνία μας, νά ἐπισημάνουμε ἀλήθειες, νά δημιουργήσουμε προβληματισμό. Γιά τόν καταρτισμόν της ἐπικαλεσθήκαμε συνεπίκουρους καί ἄλλους ἐκκλησιαστικούς ἄνδρες, ἀνά τήν Ἑλλάδα γιά νά πλαισιώσουν τίς σκέψεις μας, ὥστε διά τῆς ἀπό κοινοῦ συμβολῆς, νά προέλθουν συμπεράσματα, νά ληφθοῦν ἀποφάσεις, πού θά βελτιώσουν ἤ καί θά ἀναθεωρήσουν ἐνδεχομένως τήν διακονία μας. Διεπιστώσαμε δέ ὅτι στήν ἔκδοση τῶν εἰσηγήσεων τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυροῦ Χριστοδούλου, ἐνώπιον τοῦ σώματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπό τοῦ ἔτους 1998-2006 καί ὑπό τόν τίτλο: «Εἰπέ τῇ Ἐκκλησίᾳ» ἔχουν ἀκουσθεῖ εἰσηγήσεις, ἔχουν ληφθεῖ ἀποφάσεις, ἔχουν γίνει ἀντικείμενο ἐπεξεργαίας καί διατυπωθεῖ παρατηρήσεις, ἔχουν ἀποφανθεῖ ἁρμόδιες ἐπιτροπές καί ἐπί τοῦ προκειμένου θέματος τῆς ἐνοριακῆς ἀνασυγκροτήσεως καί δή τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ τῶν πιστῶν.

Ἡ διαπίστωση αὐτή θέτει ὅλους μας ἐνώπιον τῶν εὐθυνῶν μας καί μᾶς παρακινεῖ νά ὑπενθυμίσουμε στήν ἀγάπη Σας τό ὑπ’ἀριθ. 754/465/15.02.2006 ἐγκύκλιο σημείωμα τό ὁποῖο  ἀπεστάλη σέ ὅλους ἐμᾶς τό σχετικόν κείμενο, πού δίνει κατευθύνσεις, οἱ ὁποῖες 16 χρόνια μετά παραμένουν ἐπίκαιρες καί ἀκριβῶς τώρα πλέον εἶναι ἀνάγκη νά τηρηθοῦν πρός τό δέον γενέσθαι, γιά τήν ὅσο τό δυνατόν ἐνδελεχέστερη διακονία τῆς σωτηρίας τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Δράττομαι δέ τῆς εὐκαιρίας, γιά νά εὐχαριστήσω καί ἀπό τή θέση αὐτή  ὅλους τούς Ἁγίους Ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι ἔστερξαν μέ πολλή ἀγάπη  καί συμπαρέστησαν θερμῶς, τόσον οἰκονομικά, ὅσο καί ἠθικά, στήν ἀκριτική μας Ἱεράν Μητρόπολιν Σάμου, Ἰκαρίας καί Κορσεῶν, ἡ ὁποία ἐτρώθη βαρέως ἀπό τόν σεισμό τῆς 30ῆς Ὀκτωβρίου 2020. 50 Ἐνορίες στίς πόλεις καί τά χωριά μας, ὡς καί 4 Ἱερές Μονές μας ἔμειναν χωρίς θυσιαστήρια. Ἐπί δύο ἔτη ἡ θεία Λατρεία ἐπιτελεῖται ἀπρόσκοπτα μέν, ἀλλά σέ βοηθητικούς χώρους καί αἴθουσες πνευματικῶν κέντρων, τά ὁποῖα μετετράπησαν σέ προσωρινούς Ναούς, ἀκόμη δέ σέ μικρά Παρεκκλήσια, ἀλλά καί στήν ὕπαιθρον ὅταν οἱ καιρικές συνθῆκες τό ἐπιτρέπουν. Δύο χρόνια μετά τόν σεισμό ἀκόμη μετροῦμε πληγές, ἐνῶ μόλις καί μετά βίας, λόγῳ γραφειοκρατικῶν καθυστερήσεων καί οἰκονομικῆς ἀνέχειας ἐπιχειροῦμε τήν ἔναρξη τῶν μελετῶν διά τήν προϊόντος τοῦ χρόνου καί κατά τήν οἰκονομική δύναμή μας ἐπισκευή πλέον τῶν 98 Ἱερῶν Ναῶν, Ἐνοριακῶν, Μοναστηριακῶν καί Παρεκκλησίων. 

Διά τοῦτο εὐχαριστῶ ὅλους σας γιά τή θερμή συμπαράσταση, ἀκόμη δέ καί τήν παρελθοῦσα Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο γιά τήν ἀπόφαση περιαγωγῆς δίσκου πρός περαιτέρω οἰκονομική ἐνίσχυσή μας, τῆς ὁποίας τήν ἀγάπη μέ  εὐγνωμοσύνη   λαμβάνομε.

Εὔχομαι ὁ προβληματισμός ἀπό τήν  παροῦσα εἰσήγηση νά ἐπιφέρει στίς ψυχές καί τήν ζωή τοῦ ποιμνίου μας θαυμαστή τήν ἀλλοίωσιν τῆς Δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου. Γένοιτο!

Εὐχαριστῶ, εὔχεσθε!

+ Ὁ Σάμου καί  Ἰκαρίας Εὐσέβιος

Διαβάστε ακόμα