Ομιλία του Μητροπολίτη Μεσσηνίας σε στελέχη του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου

Ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου προς τα στελέχη του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού με θέμα: «Οι κοινωνικές αξίες στα όρια της χριστιανικής ηθικής και οντολογίας»

  1. Ἡ προσέγγιση τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν, μέ βάση τά πατερικά κείμενα, καί τήν ἀναφορική τους σχέση πρός τίς ἀρ­χές τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς καί τῆς ὀντολογίας, ἀπαιτεῖ ὁρισμένες ἀξιωματικές ἀρχές, ὡς πρός τή σημασία καί τή λειτουρ­γικότητα τῶν ἀξιῶν αὐτῶν στά πλαίσια τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας.

Ἐξαρχῆς θά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι τά πατερικά κείμε­να, ὡς κείμενα ἐκκλησιαστικά καί μόνο, δέν ἐκφράζουν μία ἰδεολογία, οὔτε περιγράφουν κάποια θρησκευτικά μορφώματα, ἀπό τά ὁποῖα προσπαθοῦν νά ἀντλήσουν τήν αὐθεντία τους ἤ νά διεκδικήσουν τήν ἀναγκαιότητά τους στό χῶρο καί στό χρόνο.

Τά πατερικά κείμενα εἶναι πρώτιστα κείμενα βιωματικά καί ἐμπειρικά, μέ τά ὁποῖα περιγράφεται – «σημαίνεται» ἕνα συγκεκρι­μέ­νο μοντέλο ζωῆς καί ὕπαρξης. Ἕνα μοντέλο ζωῆς, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ τό ἀντικατόπτρισμα τῆς σχέσης τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεόν καί πρός τόν κάθε ἄνθρωπο, τόν συνάνθρωπο, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ὡς «κατ’ εἰ­κό­να Θεοῦ» δημιούργημα, καί ὁ ὁποῖος μαζί μέ ὅλους τούς ἄλλους ἔχει ἕναν προορισμό μέσα στήν ἱστορική πορεία τῆς ἀνθρώπινης  κοινωνίας καί πραγματικότητας. Ὁ προορισμός αὐτός εἶναι τελείως διαφορετικός ἀπό αὐτόν  πού ὑποδεικνύεται στά διάφορα κοινωνικά μοντέλα ἤ οἰκονομικά πρότυ­πα. Εἶναι ἕνας προορισμός, στόν ὁποῖον ὁ ἄλλος, ὁ ξένος, ὁ πλησίον ἀνυψώνεται στό ἐπίπεδο τοῦ ἀδελφοῦ καί μέ τόν τρόπο αὐτό γίνονται ὅλοι μαζί «κοινωνοί τοῦ ἐγώ καί τοῦ ἐμεῖς» καί συγχρόνως «τέκνα καί υἱοί Θεοῦ».

Αὐτός ὁ νέος «κοινωνικός» προορισμός εἶναι πού δίδει καί στίς λεγόμενες κοινωνικές ἀξίες, στό χῶρο τῆς πατερικῆς γραμματείας, διαχρονικά ἕνα ἄλλο νόημα, περισσότερο ἀνοικτό, εὐρύ καί δυναμικό, ἐπειδή δέν τίς περιορίζει στά στενά ὅρια ἕνας ἀξιακοῦ συστήματος ἠθι­κῆς καί συμπεριφορᾶς, ἀλλά τίς προσδίδει ἕνα ὑπαρξιακό καί ὀντολογικό περιεχόμενο καί τίς συσχετίζει μέ τήν ἴδια τήν ζωή καί τόν προορισμό αὐτῆς τῆς ζωῆς.

Ἡ ἀξία λοιπόν, ἀκόμη καί ὡς κοινωνική, στήν πατερική σκέψη, προσδιορίζεται ὄχι ἀπό μία χρηστική λειτουργικότητα, ἡ ὁποία κινεῖται στά ὅρια τοῦ συμφέροντος, ὅπου ὑποκρύπτει καί μία ὠφελιμι­στική ἰδιοτέλεια καί εὐδαιμονιστική ἐπιδίωξη, ἀλλά καθορίζε­ται ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀναφορικότητας. Ἔχει δηλαδή μία λειτουργικό­τητα σχε­σια­κή, ἀφοῦ περιγράφεται καί συγχρόνως ὁριοθετεῖται ἀπό τή σχέση τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλον, γεγονός τό ὁποῖο συνεπάγεται, ὅτι ὁ ἄλλος καί ὄχι ἐγώ μόνος καί ἀποκλειστικά ἀποτελεῖ τό ἀξιακό μου κριτήριο γιά τό σκοπό καί τή σημασία τῆς ζωῆς καί τόν προορισμό τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας.

  1. Ἡ ἀνατρεπτική αὐτή θεώρηση καί λειτουργικότητα τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν, θεμελιώνεται στή βιβλική θεώρηση τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ὅπου οἱ διακρίσεις δέν χωροῦν καί ἡ κοινω­νι­κή διάσπαση περιθωριοποιεῖται. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὅμως ὅλες οἱ κοινωνικές ἀξίες διαφοροποιοῦνται τόσο στό χῶρο, ὅσο καί στό χρόνο, ἀφοῦ ἡ συλλογικότητα ἐκτοπίζει τόν ἀτομισμό καί ἡ κοινωνικότητα διαφοροποιεῖται ἀπό κάθε μορφή κοινωνικοῦ ἀπομονωτισμοῦ. Αὐτό ση­μαί­νει ὅτι οἱ κοινωνικές ἀξίες ἀποκτοῦν μία ἄλλη δυναμική καί ἕνα ἄλλο περιεχόμενο, ἐνῶ ἡ ἀναγωγή τους στό ἐπίπεδο τῆς θρησκευτι­κό­τη­τας τούς δίνει τή δυνατότητα νά κινοῦνται μέσα στό πνεῦμα τῆς φιλάνθρωπης ἀλληλεγγύης, τῆς ἰσότητας καί τῆς ἰσοτιμίας, καί πάντο­τε ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀνταποδοτικότητας.

Γιά νά γίνει κατανοητή αὐτή ἡ διαφοροποίηση τῶν κοι­νω­νι­κῶν ἀξιῶν στό χῶρο τῆς θρησκευτικότητας θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά χρησιμοποιήσω δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα, ἕνα ἀπό τό χῶ­ρον τοῦ βουδδισμοῦ καί τό ἄλλο ἀπό τά ἀρχαῖα κινεζικά θρησκεύματα, προ­κει­μένου στή συνέχεια νά καταστῇ ἐμφανής καί ἡ συμβολή τῆς χριστια­νῆς θεώρησης τῶν ἀξιῶν αὐτῶν, ὄχι τόσο στό ἐπίπεδο τῆς ἀντιθετικότητας ἤ τῆς ἀπολογητικῆς, ὅσο κυρίως στό ἐπίπεδο τῆς  διαφορετικῆς νοηματο­δό­τη­σης καί κατανόησης τῆς λειτουργικότητας τῶν κοινωνικῶν αὐτῶν ἀξιῶν.

Στό βουδδισμό γιά παράδειγμα ἡ ἰδέα τῆς φιλανθρωπίας, συσχετίζεται ἄμεσα πρός τήν ἰδέα τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀρετῆς, ὡς γνωρίσματα ὅμως μόνον τῶν τελείων καί ὁλοκληρωμένων ἀνθρώπων. Ὑπ’ αὐτή τήν προο­πτι­κή ἡ ἀγάπη στό βουδδισμό λαμβάνει ἔντονο ἀρνητικό, παθητι­κό καί στάσιμο χαρακτῆρα, ἐνῶ χρησιμεύει ὡς συνετό μέσο πρός διατήρη­ση τῆς ψυχικῆς ἠρεμίας καί ἐπιβεβαίωσης τῆς τελειότητας.

Διαβάστε ολόκληρη την Ομιλία εδώ…

Διαβάστε ακόμα