Η Αγία Τράπεζα ως Τόπος Μαρτυρίου

Του Πρωτοπρ. Νεκταρίου Μαρκάκη, Δρ. Θεολογίας – Δντή Στρατιωτικών Ιερέων ΓΕΣ

Το κεντρικό σημείο του Ιερού Ναού και της Θείας Λατρείας στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Αγία Τράπεζα. Όλα τα τελούμενα, όλη η ορθόδοξη λατρευτική ζωή και πράξη, επικεντρώνονται στην Αγία Τράπεζα. Συνέπεια αυτού είναι ότι όλα τα γεγονότα της καθημερινής ζωής είναι προέκταση της Αγίας Τραπέζης ή τουλάχιστον οφείλουν να είναι. Η ονομασία της ως «Τράπεζας», δημιουργεί στους αμύητους την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα ειδικά διαμορφωμένο και ευτρεπισμένο τραπέζι για την εξυπηρέτηση των τελουμένων. Είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς ότι το σχήμα της είναι τέτοιο ώστε να είναι πρωτίστως, όχι τραπέζι ή τράπεζα, αλλά κάτι τελείως διαφορετικό, να είναι τάφος. Αυτό αποτυπώνει η Αγία Τράπεζα, τον τάφο του Χριστού, «Τόν τάφον καί τό μνῆμα ἡ ἱερά εἰκονίζει τράπεζα»2. Ενδεχομένως αυτός να είναι και ο λόγος όπου, ενώ παλαιότερα ήταν εμφανή τα στηρίγματα, τα κιονίδια, τα πόδια στα οποία στηριζόταν η Αγία Τράπεζα (άλλοτε ένα κεντρικό3, άλλοτε τέσσερα ή και πέντε) στη συνέχεια καλύφθηκε ολόκληρη με υφάσματα, με καλύμματα, ώστε να αποτυπώνει το σχήμα της, όχι τόσο μια τράπεζα, αλλά περισσότερο έναν τάφο, ο οποίος δεν θα κρύβει απλά εντός του κάτι, αλλά θα φανερώνει μια συνεχή και αδιάκοπη θυσία. 

       Σε κάποια παλαιά θρησκεύματα τελούσαν θυσίες. Υπήρξαν αρχαίες θρησκείες οι οποίες έφταναν μέχρι και σε ανθρωποθυσίες. Ο Θεός, με την θυσία του Αβραάμ, καταργεί και αποτρέπει τις ανθρωποθυσίες4. Ο ψαλμωδός φτάνει στο σημείο να πει ότι, πραγματική θυσία δεν είναι το σφάξιμο των ζωντανών, αλλά «θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην…»5. Η πραγματική θυσία είναι η ταπείνωση και η συντριβή, με την θεολογική έννοια του όρου, της κατανικήσεως της επάρσεώς μας και του εγώ μας. Αυτό είναι η πραγματική θυσία, η αποδεκτή από το Θεό. 

       Ο Χριστός δεν έρχεται «ἴνα θύση καί ἀπολέσει». Δεν έρχεται για να τελέσει θυσίες όπως στα θρησκεύματα. Έρχεται ως καλός Ποιμήν, αλλά και ως Αμνός που θυσιάζεται «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας». Ο ποιμήν που αναζητά το πρόβατο το χαμένο, το απολωλός6, και αφιερώνει την ζωή του για την ποίμνη του. «ὁ ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων»7. Ο Χριστός δίνει στον κόσμο κάτι τελείως διαφορετικό και καινούριο, κάτι που δεν υπήρξε ποτέ στα θρησκεύματα του κόσμου8. Δεν ζητάει να προσφέρουμε το θύμα της θυσίας, αλλά γίνεται ο Ίδιος το θύμα και προσφέρεται. Στον Χριστό συνυπάρχουν και ο θύτης και το θύμα. Είναι «ὁ προσφέρων καί προσφερόμενος»9. Είναι ο Αρχιερεύς που τελεί τη θυσία, αλλά ποιά θυσία; Του ίδιου του Εαυτού του. Για την Εκκλησία «ἑαυτόν παρέδωκεν ὑπέρ αὐτῆς, ἵνα αὐτῆν ἁγιάσει»10. Η παρουσία του Χριστού στον κόσμο ως σωστική και αγιαστική, πραγματώνεται και ολοκληρώνεται με τη θυσία και το μαρτύριο. Ο Χριστός σώζει τον άνθρωπο και τον κόσμο με τη θυσία του, με το μαρτύριό του. Ακόμη και μετά την Ανάσταση, με το αναστημένο σώμα Του, ακόμη και τότε και με αυτό το σώμα, φέρει τα σημάδια του πάθους, του μαρτυρίου. Αυτό βεβαιώνει ο Θωμάς: «βάλω τόν δάκτυλόν μου εἰς τόν τύπον τῶν ἥλων, καί βάλω τήν χεῖρά μου εἰς τήν πλευράν αὐτοῦ»11, στις πληγές από τα καρφιά και στη λογχευθείσα πλευρά. 

       Το σταυρικό μαρτύριο του Χριστού παρατείνεται στους αιώνες με τη Θεία Ευχαριστία. Η Θεία Λειτουργία είναι η ζωντανή παρουσία του Χριστού στον κόσμο, δηλαδή είναι η μαρτυρία και παράλληλα το μαρτύριο και η θυσία. Ο άρτος του Χριστού είναι μαρτύριο12. Η Θεία Λειτουργία εμπεριέχει τα λόγια του θείου Πάθους, τα λόγια του Μαρτυρίου. Επιτελείται έτσι η θυσία του Χριστού. Γι αυτό και ο χώρος που τελείται το μαρτύριο της Θείας Ευχαριστίας, η Αγία Τράπεζα, είναι τόπος μαρτυρίας και μαρτυρίου. Η μαρτυρία ως ομολογία και παρουσία του Χριστού στον κόσμο και ως θυσία, ως μαρτύριο. Επάνω στην Αγία Τράπεζα, το Ευαγγέλιο είναι η μαρτυρία ως κείμενο. Γι αυτό υπάρχουν οι απεικονίσεις των τεσσάρων Ευαγγελιστών στην Αγία Τράπεζα13, κάτω από το ύφασμα των εγκαινίων, το λεγόμενο κατασάρκιο. Επάνω εκεί επιτελείται το μαρτύριο της θυσίας του Χριστού, τελείται η ανάμνηση των θείων Παθών του Χριστού. Η Θεία Λειτουργία ως θυσία απαντά σε αναρίθμητα κείμενα και παραπομπές, είναι το μαρτύριο. Παράλληλα είναι η μαρτυρία της παρουσίας του Χριστού στη γη. 

       Η Θεία Ευχαριστία ως μαρτύριο διακρίνεται ήδη από την προετοιμασία της, από την ακολουθία της Προσκομιδής. Ο λειτουργός επεύχεται λέγοντας μυστικώς το τροπάριο των αχράντων παθών: «…τῷ σταυρῷ προσηλωθείς, καί τῇ λόγχῃ κεντηθείς»14. Το τεμάχιο του άρτου το οποίο κομίζεται από την αγία Πρόθεση στην Αγία Τράπεζα, ετοιμάσθηκε με τα λόγια του μαρτυρίου: «Ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη. Καί ὡς ἀμνός ἄμωμος, ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτόν ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τό στόμα αὐτοῦ»15. Ο λειτουργός τοποθετώντας ύπτια τον άρτο, χαράσσει με την αγία λόγχη σταυροειδώς, λέγοντας: «Θύεται ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ…» και συνεχίζεται η προσκομιδή με τη λόγχευση: «… λόγχῃ τήν πλευράν αὐτοῦ ἔνυξε». Όλα αυτά πραγματοποιούνται επάνω στο άγιο Δισκάριο, στο ίδιο που τοποθετούνται τα ιερά λείψανα αγίων Μαρτύρων κατά την τελετή εγκαινίων Αγίας Τραπέζης. Το άγιο Δισκάριο είναι χώρος μαρτυρίου16. Ευχόμαστε να αξιωθούμε να προσφέρουμε τη Θεία Λειτουργία «ἐν καθαρῷ τῷ μαρτυρίῳ τῆς συνειδήσεως ἡμῶν»17. Η είσοδος των δώρων και η εναπόθεσή τους επάνω στην Αγία Τράπεζα είναι ανάμνηση της αναβάσεως του Χριστού στο Γολγοθά και στο Σταυρό18. Έτσι η Αγία Τράπεζα επέχει θέση Γολγοθά και γίνεται ανάμνηση «τοῦ σταυροῦ, τοῦ τάφου»19, ανάμνηση του μαρτυρίου του Χριστού. Ο Χριστός με το μαρτύριό του εκπλήρωσε κάθε σωτήρια αποστολή, «πᾶσαν τήν ὑπέρ ἡμῶν οἰκονομίαν πληρώσας… ἑαυτόν παρεδίδου ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς»20.  Ο Χριστός θυσιάζεται, «μελίζεται καί διαμερίζεται, ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ μελιζόμενος καί μή διαιρούμενος»21. Επάνω στο άγιο Δισκάριο είναι ο Χριστός θυσιαζόμενος. Ο τεμαχισμός του αγίου Άρτου δηλώνει την σφαγή του Χριστού, «Ἡ κλάσις τοῦ ἄρτου τοῦ τιμίου, τήν σφαγήν δηλοῖ»22. Ο Χριστός θύεται για να δηλωθεί η Σταύρωση, όπως στον τόπο του Κρανίου, στο Γολγοθά23.

       Η θυσία επιτελείται με την κλάση, με τον τεμαχισμό του αγίου Άρτου, αφού ο Χριστός είναι ο άρτος της ζωής. «Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τόν αἰῶνα»24. Ο άρτος και ο οίνος της Θείας Ευχαριστίας είναι ο θυσιαζόμενος Χριστός. Διασώζονται μαρτυρίες οι οποίες υποστηρίζουν ότι επάνω στην Αγία Τράπεζα, κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας, φανερώθηκε σώμα σαρκικό και αίμα βιολογικό. Έχει γίνει πολύς λόγος περί «μεταβολής» και «μετουσιώσεως» στη Θεία Ευχαριστία25. Παρόλο που τους τελευταίους αιώνες επέδρασε στην ορθόδοξη Θεολογία ο όρος της «μετουσιώσεως» για λόγους αποκρούσεως προτεσταντικών κακοδοξιών, δεν διαφοροποιήθηκε όμως η αντίληψη. Η «μετουσίωση» δεν προσδιορίζει τη σύσταση της ύλης, αφού ο άρτος και ο οίνος της Θείας Ευχαριστίας είναι πραγματικό σώμα και αίμα του Χριστού, χωρίς να αλλοιωθεί η ύλη26. Το μαρτύριο των Αγίων κατανοείται ως μια Ευχαριστία, ως μια θυσία άρτου προσφερόμενη στο Θεό. Ο άγιος Πολύκαρπος όταν καιγόταν στο μαρτύριο από τους διώκτες του, δεν μύριζε καμένη σάρκα, αλλά ευωδίαζε ως άρτος27. Αυτό που επισημαίνει η Θεία Λειτουργία είναι η έννοια της «μεταβολής»  του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού, με τη φράση του λειτουργού:«Μεταβαλών τό Πνεύματί σου τῷ ἁγίῳ»28

       Επάνω στην Αγία Τράπεζα αποκαλύπτεται ο ίδιος ο Χριστός. Η αποκάλυψη αυτή μαρτυρείται από το Άγιον Πνεύμα, τον Παράκλητο Αγαθό. Στη Θεία Λειτουργία, ο λειτουργός απευθύνει επίκληση στον Θεό Πατέρα να καταπέμψει το Άγιον Πνεύμα για την μεταβολή των προσφερομένων δώρων σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Στη Θεία Λειτουργία εκφράζεται η Τριαδολογία. Σε κάθε Θεία Λειτουργία πραγματοποιείται η κάθοδος του Παναγίου Πνεύματος και έρχεται για να μαρτυρήσει περί του Χριστού29, «ὅταν δέ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὅν ἐγώ πέμψω ὑμῖν παρά τοῦ πατρός, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας ὅ παρά τοῦ πατρός ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περί ἐμοῦ· καί ὑμεῖς δέ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ’ ἀρχῆς μετ’ ἐμοῦ ἐστε»30. Η Θεία Λειτουργία είναι μαρτυρία του Παρακλήτου περί του Χριστού κι εμείς μαρτυρούμε ότι είμαστε μαζί με τον Χριστό με τη μνημόνευση και τη συνύπαρξη των πιστών επάνω στο άγιο Δισκάριο, αντάμα με τον Χριστό. Το άγιο Δισκάριο είναι αποτύπωση της Εκκλησίας, όλων των μελών της. Στη Θεία Ευχαριστία, το Άγιον Πνεύμα μαρτυρεί περί του Χριστού, εμείς μαρτυρούμε ότι είμαστε με τον Χριστό και ο Χριστός μαρτυρεί ως θυσιαζόμενος Αμνός. 

       Η Αγία Τράπεζα ως τόπος μαρτυρίου, είναι άλλος ένας Γολγοθάς, ή μάλλον ο ίδιος ο Γολγοθάς. Κάθε Αγία Τράπεζα είναι ο Γολγοθάς και κάθε Θεία Λειτουργία είναι το σταυρικό Μαρτύριο, η σταυρική Θυσία του Χριστού31. Γι αυτό και πίσω, επάνω από κάθε Αγία Τράπεζα βρίσκεται ο εσταυρωμένος Χριστός, ο Τίμιος Σταυρός που φέρει τον Χριστό, αφού επάνω στην Αγία Τράπεζα επιτελείται η θυσία του Γολγοθά. Αν και έχει υποστηριχθεί ότι οι Σταυροί «τίθενται ἀντιπαραδοσιακά πίσω ἀπό τήν ἁγία τράπεζα»32, όμως ο Συμεών Θεσσαλονίκης είναι ξεκάθαρος και διασώζει την ύπαρξη Σταυρού πίσω από την Αγία Τράπεζα λέγοντας: «Διό καί ὄπισθεν τοῦ θυσιαστηρίου αὐτοῦ ἐξ ἀνατολῶν τό εὐλογημένον ὄργανον τῆς θυσίας ὁ θεῖος ἵσταται σταυρός»33. Η τοποθέτηση του σχήματος του Τιμίου Σταυρού ως κοσμητή επάνω στα παραπετάσματα της Αγίας Τραπέζης μαρτυρείται ήδη από τον Ζ΄ αιώνα34, για να μαρτυρεί ότι η Αγία Τράπεζα είναι ο χώρος του μαρτυρίου, είναι Γολγοθάς. Ενδεχομένως, η εμφανής απόσταση η οποία παρατηρείται σε κάποιους Ιερούς Ναούς μεταξύ Αγίας Τραπέζης και Τιμίου Σταυρού να μην εκφράζει την λειτουργική προοπτική. Ενδεχομένως να αντιλαμβανόμασταν ως ορθότερον το να εφάπτεται. Σταυρός και Αγία Τράπεζα, Γολγοθάς και πανάγιος Τάφος συνυπάρχουν. Στο Γολγοθά «ἐγγύς ἦν τό μνημεῖον»35.Το σημαντικό είναι ότι η συνύπαρξη Αγίας Τραπέζης και Τιμίου Σταυρού δηλώνουν τον τόπο μαρτυρίου, τον τόπο όπου επιτελείται η Θεία Ευχαριστία ως θυσία. Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός όταν κήρυττε, τοποθετούσε ένα μεγάλο Σταυρό και έμπροσθεν ένα σκαμνάκι όπου ανέβαινε36. Προφανώς αυτή η σκηνή υποδήλωνε την Αγία Τράπεζα με τον τίμιο Σταυρό, όπως εμφανίζεται στους Ιερούς Ναούς.   

       Ο Τίμιος Σταυρός παραμένει αιώνια. Ο Γρηγόριος Νύσσης διδάσκει ότι με τη φράση: «ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία»37 εννοείται ο Σταυρός. Το ιώτα είναι το κάθετο ξύλο και η κεραία το οριζόντιο38. Ο Σταυρός θα φανερωθεί στη Δευτέρα έλευση του Χριστού ως μαρτυρία για να Τον αναγνωρίσουμε, «καί τότε φανήσεται τό σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῷ οὐρανῷ, καί τότε κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς καί ὄψονται τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπί τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετά δυνάμεως καί δόξης πολλῆς»39. Γι αυτό, ο Σταυρός βρίσκεται επάνω στην Αγία Τράπεζα. Το Ευαγγέλιο σημειώνεται επάνω στην Αγία Τράπεζα σε σχήμα Σταυρού. Ο άγιος Άρτος επάνω στο δισκάριο μελίζεται σε σχήμα σταυρού.     

       Ο Σταυρός ο οποίος υψώνεται επάνω στην Αγία Τράπεζα υπενθυμίζει ότι, το ευρισκόμενο επάνω στην Αγία Τράπεζα Σώμα και Αίμα Χριστού, είναι το προϊόν της Σταυρικής Θυσίας, είναι ο καρπός του καινούριου ξύλου, του Σταυρού, είναι το μαρτύριο του Χριστού επί του Σταυρού. Η Αγία Τράπεζα είναι ο λινός, το πατητήρι του Κυρίου40 όπου ρέει άφθονο το τίμιο αίμα Του, το προϊόν του Σταυρού. Ο άγιος Νεκτάριος συνδέει το ποτήριο του Κυρίου με το ποτήριο του μαρτυρίου41 σύμφωνα με τον ιερομάρτυρα Κυπριανό. Αιτία της πτώσεως του ανθρώπου, της εξορίας από τον παράδεισο ήταν η ανυπακοή στην εντολή του Θεού με πράξη βρώσεως, της βρώσεως του καρπού του παλαιού ξύλου. Η σωτηρία επανέρχεται πάλι με πράξη βρώσεως, της βρώσεως του Τιμίου Σώματος και Αίματος του Χριστού, του καρπού του Νέου Ξύλου, του Σταυρού. 

       Η μετοχή του πιστού στο προϊόν της μαρτυρικής Αγίας Τραπέζης προϋποθέτει ένα άλλο μαρτύριο, αυτό της βαπτίσεως42, το οποίο τελείται σε έναν άλλο μαρτυρικό χώρο, στην κολυμβήθρα. Ο άνθρωπος βαπτίζεται στην τριήμερη ταφή του Χριστού. Η κολυμβήθρα ως τάφος νεκρώνει τον παλαιό άνθρωπο και τον ανακαινίζει κάνοντάς τον καινούριο και αναγεννημένο. Μέσα από το μαρτύριο της κολυμβήθρας ο πιστός μπορεί πλέον να προσεγγίσει τον άλλο χώρο του μαρτυρίου, την Αγία Τράπεζα και να καταστεί έτσι κι εκείνος μάρτυρας της πίστεως, με το να μαρτυρεί συνεχώς και να ομολογεί την πίστη του στον Χριστό και στην Εκκλησία του. Για να κοινωνήσει τον θυσιαζόμενο Χριστό, πρώτα ενδύεται τον λευκό χιτώνα, την εμφώτιο εσθήτα, το αναβόλιον (τουλάχιστο αυτό τηρούσαν στους πρωτοχριστιανικούς αιώνες). Η ύπαρξή του κατοικεί, μένει στα λευκά, είναι λευχειμώνων. Οι νεοφώτιστοι των πρώτων χριστιανικών αιώνων, μαζί με την εμφώτιο αισθήτα, περιζώνονταν και ένα κορδόνιον ή μια υφασμάτινη λωρίδα η οποία ζωνόταν έμπροσθεν, συνέχιζε στα νώτα, στην πλάτη όπου σχημάτιζε σταυρό, περνούσε επάνω από τους ώμους και κατέληγε πάλιν έμπροσθεν όπου και πάλι δενόταν σταυρωτά43. Κάτι ανάλογο με το οποίο ενδύονται τα μικρά παιδιά τα οποία διακονούν το Ιερό Βήμα ή οι υποδιάκονοι παλαιότερα. Με αυτή την ζώνη, ο χριστιανός έφερε τον Σταυρό του Χριστού στους ώμους, όπως σήμερα φέρουμε τον σταυρό επί του στήθους, σύμφωνα με την προτροπή του Χριστού «ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι»44. Αφού ο άνθρωπος είχε θυσιάσει τον εαυτό του στην κολυμβήθρα και έφερε τον Σταυρό του Χριστού επάνω του, τότε μπορούσε να κοινωνήσει τον Χριστό, τον άρτο της Ζωής επάνω από την Αγία Τράπεζα που φέρει τον Σταυρό του Χριστού. Καθίσταται έτσι ο κάθε πιστός, μια Αγία Τράπεζα, ένας τόπος μαρτυρίου, ένας μάρτυρας της αληθούς πίστεως, φέροντας το Σταυρό του, όπως η κάθε Αγία Τράπεζα. Γι αυτό και αρχικά, όταν οι πιστοί κοινωνούσαν χωριστά το Σώμα του Χριστού από το Αίμα και ελάμβαναν στα χέρια τους το Τίμιο Σώμα, το δεχόταν με τις παλάμες σταυροειδώς45 σχηματισμένες, για να καταστήσουν την ύπαρξή τους ως μια Αγία Τράπεζα με τον Σταυρό. 

       Οι πρώτοι χριστιανοί συνήθιζαν να τελούν την Θεία Ευχαριστία επάνω σε τάφους αγίων Μαρτύρων, στα λεγόμενα Μαρτύρια46. Την ίδια ονομασία έλαβε και ο Ναός ο οποίος οικοδομήθηκε στα Ιεροσόλυμα, στον Γολγοθά με εντολή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ονομάστηκε Μαρτύριον47, διότι εκεί μαρτύρησε ο Χριστός. Τι ενέπνευσε τους πρώτους Χριστιανούς να τελούν τη Θεία Λειτουργία στα Μαρτύρια; Το γεγονός ότι η Θεία Λειτουργία είναι μαρτύριο, ώθησε στην πρακτική τελέσεως επί των τάφων αγίων Μαρτύρων. Γι αυτό και σε μεταγενέστερη εποχή, σε κάθε Αγία Τράπεζα θεσμοθετήθηκε να τοποθετούνται λείψανα αγίων Μαρτύρων48 κατά τον εγκαινιασμό49, αφού δεν υπάρχει τίποτε πιο συγγενικό στα μυστήρια του Χριστού όσο τα άγια λείψανα των Μαρτύρων50. Ο εγκαινιασμός των Ιερών Ναών ως τελετή εμφανίζεται ήδη από τα τέλη του Γ΄ αιώνος, αρχές του Δ΄ αιώνος51. Αυτός ο λόγος οδήγησε στο να έχει επικρατήσει το έθος να μην τελείται ιερουργία δίχως ιερά λείψανα αγίων Μαρτύρων52. Με τα ιερά Εγκαίνια η Αγία Τράπεζα καθίσταται τόπος μαρτυρίου. Και ενώ πρώτα υπήρξε ο τάφος αγίου Μάρτυρος, το Μαρτύριο το οποίο εξελίχθηκε σε Ιερό Ναό53, στην πάροδο του χρόνου οι όροι αντεστράφησαν αφού ο ήδη υπάρχων Ιερός Ναός καταστάθηκε χώρος τάφου αγίου Μάρτυρος. Ένας λατρευτικός χώρος, χωρίς εγκαινιασμένη Αγία Τράπεζα δεν θεωρείται Ναός, αλλά οίκος προσευχής54. Η ύπαρξη τάφων εντός Ιερών Ναών δεν απέχει πολύ από την παράδοση να εγκαινιάζονται οι Άγιες Τράπεζες ως τάφοι Αγίων.

       Κατά την τελετή των εγκαινίων, αρχικά τα ιερά λείψανα των αγίων Μαρτύρων τοποθετούνται στο ίδιο δισκάριο που μαρτυρεί ο Χριστός55. Τα άγια λείψανα των αγίων Μαρτύρων είναι τα αληθινά κατοικητήρια και θυσιαστήρια του Θεού56. Στις χειροτονίες, που λιτανεύεται ο χειροτονούμενος πέριξ της Αγίας Τραπέζης, δηλώνεται ότι ο τόπος εκείνος είναι τόπος μαρτυρίου και τάφος Μαρτύρων με την ψαλμώδηση του τροπαρίου: «Ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ καλῶς ἀθλήσαντες καίστεφανωθέντες…»57.Στην ακολουθία των Εγκαινίων γίνεται συχνή αναφορά στη Σκηνή του Μαρτυρίου και στους αγίους Μάρτυρες. Αναφορά στη Σκηνή του Μαρτυρίου γίνεται στην πρώτη ευχή των εγκαινίων και στη δεύτερη πριν τους Αίνους και στην ευχή πριν την νίψη της Αγίας Τραπέζης. Μνεία στους αγίους Μάρτυρες και στα λείψανά τους γίνεται στη μικρή ακολουθία πριν τον Εσπερινό των εγκαινίων όπου ψάλλονται τροπάρια μαρτυρικά, στην τελετή στην δεύτερη ευχή όπου έπονται τα δύο μαρτυρικά τροπάρια: «Ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ καλῶς ἀθλήσαντες…» και «Δόξα σοι Χριστέ ὁ Θεός… Μαρτύρων ἀγαλλίαμα…», στην πρώτη ευχή μετά την τοποθέτηση των αγίων λειψάνων: «Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ καί ταύτην τήν δόξαν τοῖς ὑπέρ σοῦ ἀθλήσασιν ἁγίοις Μάρτυσι δωρησάμενος, τό σπείρεσθαι ἐν πάσῃ τῇ γῇ τά Λείψανα αὐτῶν…», στην εκφώνηση μετά τα ειρηνικά και στην ευχή επί καθιερώσει Αντιμηνσίων.   

       Η τοποθέτηση ιερών λειψάνων στην Αγία Τράπεζα, επέδρασε και στη φορητή Αγία Τράπεζα, στο Αντιμήνσιο58, για να καταστούν κι εκείνα τάφος αγίου Μάρτυρος. Κατά την καθιέρωσή τους, τοποθετούνταν ρινίδια ή μικρό τεμάχιο ιερού λειψάνου αγίου Μάρτυρος, αφού δίχως λείψανα Μαρτύρων δεν μπορεί να τελεσθεί ιερουργία59. Το έθος να τελείται η Θεία Λειτουργία επάνω σε λείψανα Μαρτύρων συναντάται ήδη στα τέλη του Β΄ αιώνος60. Τα Αντιμήνσια εξυπηρετούν την ανάγκη να τελείται η Θεία Λειτουργία σε χώρους όπου δεν υπάρχει εγκαινιασμένη Αγία Τράπεζα61, μια πρακτική η οποία προήλθε από την ησυχαστική και στρατιωτική πρακτική όπου, για την ανάγκη αγιασμού και κοινωνίας των ασκητών εκτός μοναστηρίων και των στρατευμάτων στις εκστρατείες, τους δόθηκε «διά σανίδος, ἤ διά πανίου ἱερά Τράπεζα καθιερωμένη»62 για τις λατρευτικές ανάγκες. Στην παλαιότερη λειτουργική πρακτική, επάνω σε εγκαινιασμένες Αγίες Τράπεζες άπλωναν για τη Θεία Λειτουργία απλό ύφασμα, το Ειλητόν63. Μόνον σε χώρους όπου δεν υπήρχε εγκαινιασμένη Αγία Τράπεζα χρησιμοποιούσαν Αντιμήνσιο. Στην σημερινή πρακτική τα Ειλητά από τα Αντιμήνσια δεν είναι ευδιάκριτα. Γεγονός πάντως είναι ότι, η χρήση υφάσματος επάνω στην Αγία Τράπεζα αποτυπώνει τα σουδάρια του τάφου του Χριστού τα οποία μαρτυρούν την Ανάσταση64, «καταλιπών σου τά ἐντάφια εἰς μαρτύριον τῆς ἀληθοῦς τριημέρου ταφῆς σου»65. Η Αγία Τράπεζα μαρτυρεί την Ανάσταση. 

       Η Αγία Τράπεζα είναι το κεντρικότερο σημείο της Θείας Λατρείας, του Ιερού Ναού, της πίστεως και θεολογίας της ορθοδόξου Εκκλησίας. Είναι το θεμέλιο της Εκκλησίας το οποίο εδραιώνεται με το να ποτίζεται με το αίμα του Χριστού που προέρχεται από το Σταυρό και τη Θεία Ευχαριστία και το αίμα των Μαρτύρων66 των οποίων τα λείψανά τους βρίσκονται τεθησαυρισμένα στην Αγία Τράπεζα. Γι αυτό και όταν η Εκκλησία έπαψε να υποφέρει από συνεχείς διωγμούς, όμως δεν απέβαλε ποτέ την ιδέα του μαρτυρίου, αλλά πάντοτε διαισθάνεται μαρτυρική με επίκεντρο την Αγία Τράπεζα ως τόπο μαρτυρίας και μαρτυρίου.

Ελάχιστη συμβολή στο ζήτημα ύπαρξης του Εσταυρωμένου όπισθεν της Αγίας Τραπέζης. Αναδημοσίευση από το βιβλίο: «Χριστόν ἐνεδύσασθε» Βάπτισμα και Θεία Ευχαριστία, εκδ. Ostracon Publishing, Θεσσαλονίκη 2019 (σ. 93-108).

2 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 312.

3 Σύμφωνα με τον Συμεών Θεσσαλονίκης, το ένα στήριγμα, η μία κολώνα της Αγίας Τραπέζης συμβολίζει τον κάλαμον του μαρτυρίου που έδωσαν στον Χριστό. Συνεπώς αυτός ο συμβολισμός, ακόμη περισσότερο ενισχύει την άποψη ότι η Αγία Τράπεζα είναι τόπος μαρτυρίου. PG 155, 341.

4 Νικόλαος Ολυμπίου, Από τη Θυσία του Αβραάμ στην Ἁkedah Yitzhak, σ. 136.

5 Ψαλμ. 50, 19.

6 Ιωάν. 15, 3-7.

7 Ιωάν. 10, 11.

8 Βλ. Αυγουστίνος, Εξομολογήσεις, 7, 9.

9 Ευχή του Χερουβικού.

10 Εφεσ. 5, 25-26.

11 Ιωάν. 20, 25.

12 Ιγνάτιος Θεοφόρος, PG 5, 689. 

13 Βλ. Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 317.

14 Απολυτίκιο Όρθρου Μεγάλης Παρασκευής και στην Ακολουθία της Προσκομιδής.

15 Ακολουθία της Προσκομιδής.

16 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 320.

17 Ά Ευχή των Πιστών.

18 Γρηγόριος Ιερομόναχος, Η Θεία Λειτουργία, σ. 216-219. – Παύλος Ευδοκίμωφ, Η Προσευχή της Ανατολικής Εκκλησίας, σ. 176. 

19 Ευχή προ του Καθαγιασμού.

20 Ευχή κατά τον Επινίκιο Ύμνο.

21 Φράση κατά τον μελισμό του Αγίου Άρτου.

22 Ευτύχιος Κωνσταντινουπόλεως, PG 86, 2396.

23 Σωφρόνιος Ιεροσολύμων, PG 87 C, 3988.

24 Ιωάν. 6, 51.

25 Βλ. Νικόλαος Τζιράκης, Η Περί Μετουσιώσεως Ευχαριστιακή Έρις, Αθήνα 1997, όπου υπάρχει πλήθος πηγών και παραπομπών.

26 Άγιος Νεκτάριος, Μελέται περί των Θείων Μυστηρίων, σ. 66-75. Ο άγιος Νεκτάριος χρησιμοποιεί τους όρους «μεταβάλλεσθαι, μετουσιοῦσθαι, μεταποιεῖσθαι, μεταρρυθμίζεσθαι».

27 Μαρτύριον Πολυκάρπου XV.

28 Ευχή καθαγιασμού.

29 Βλ. Ιωάννης Μέγεντορφ, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σ. 119-120.

30 Ιωάν. 15, 26-27.

31 Παναγιώτης Σκαλτσής, Λειτουργικές Μελέτες ΙΙ, σ. 113.

32 Ιωάννης Φουντούλης, Λειτουργική Α΄, σ. 52-53.

33 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 341.

34 Σωφρόνιος Ιεροσολύμων, PG 87 C, 3984.

35 Ιωάν. 19, 42.

36 Νικόδημος Αγιορείτης, Νέον Μαρτυρολόγιον, σ. 231.

37 Ματθ. 5, 18.

38 Γρηγόριος Νύσσης , PG 46, 625.

39 Ματθ. 24, 30.

40 Γρηγόριος Θεολόγος, PG 36, 657.

41 Άγιος Νεκτάριος, Μελέται περί των Θείων Μυστηρίων, σ. 58.

42 Ευτύχιος Κωνσταντινουπόλεως, PG 86, 2397.

43 Αθανάσιος Αλεξανδρείας, PG 28, 1080.

44 Μάρκ. 8, 34.

45 Ιωάννης Δαμασκηνός, PG 94, 1149.

46 Βασίλειος Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 121. – Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία Α΄, σ. 286-287.

47 Αιθερίας, Οδοιπορικόν, ΚΖ΄, 3.

48 Βλ. Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 320 κ 329. – Βασίλειος Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 121.

49 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 332.

50 Νικόλαος Καβάσιλας, PG 150, 636.

51 Βασίλειος Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 122. – Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία Α΄, σ. 288.

52 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 332.

53 Βλ. Γεώργιος Αντουράκης, Χριστιανική Αρχαιολογία και Επιγραφική, σ. 167 κ 196. – Charles Delvoye, Βυζαντινή Τέχνη, σ. 62 κ. εξ. κ. 69 κ. εξ. – Βασίλειος Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 121. – Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία Α΄, σ. 924. 

54 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 305.

55 Βλ. Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 320.

56 Νικόλαος Καβάσιλας, PG 150, 636.

57 Βλ. Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 373.

58 Ή «Αντιμίνσιο». Βλ. Κωνσταντίνος Καλλίνικος, Ο Χριστιανικός Ναός.., σ. 172 κ. εξ.

59 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 332.

60 Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία Α΄, σ. 287. 

61 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 313.

62 Πατριαρχική Διάταξη Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νείλου (1379-1388), στο Μανουήλ Γεδεών, Κανονικαί Διατάξεις, τομ. 2, σ. 57-58.

63 Κωνσταντίνος Καλλίνικος, Ο Χριστιανικός Ναός.., σ. 167. – Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία Α΄, σ. 286. 

64 Συμεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 317.

65 Στιχηρό Αναστάσιμο των Αίνων, ήχου πλαγίου του Α΄.

66 Βλ. Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σ. 32-33.

Διαβάστε ακόμα