Η σιγή και η προσμονή της εκπλήρωσης του λόγου της Ενανθρώπησης του Κυρίου

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ

«Κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης». Με τους λόγους αυτούς οι πονηροί Αρχιερείς του λαού ζήτησαν από τον Πόντιο Πιλάτο, πάντοτε προς «όφελος» του λαού, να ασφαλισθεί ο λίθος του τάφου του Κυρίου ώστε να μην κλαπεί το Σώμα Του και επιβεβαιωθεί, μέσω αυτής της «απάτης», ο λόγος της Σάρκωσης του Ιησού Χριστού, δηλαδή η Ανάσταση και η νίκη του θανάτου. Ομολογουμένως, το όνομα του Θεανθρώπου προκαλούσε φόβο στους Αρχιερείς επειδή ακριβώς ο Κύριος μιλούσε με ειλικρίνεια και απλότητα στο λαό, χωρίς σκοπιμότητες και χωρίς βλέψεις αρέσκειας στις ρωμαϊκές αρχές. Η προσπάθεια των Αρχιερέων, ή του Διαβόλου, να εξολοθρεύσουν τον Υιό και Λόγο του Θεού, ενώ φαινομενικά πέτυχαν, στην πράξη απέτυχαν επειδή από κοινού δεν αντιλήφθηκαν το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού. Σύμφωνα με ένα από τα τροπάρια των Εγκωμίων, «Κατέβηκες στη γη Δέσποτα για να σώσεις τον Αδάμ, και επειδή δεν τον βρήκες στη γη, κατέβηκες στον Άδη αναζητώντας τον»· με άλλα λόγια, ο Θεός πορεύεται στον Άδη προκειμένου όχι μόνο να κηρύξει στους νεκρούς, αλλά και να σώσει τους Πρωτοπλάστους Αδάμ και Εύα, οι οποίοι είχαν εκβληθεί από τον Παράδεισο.

Η Μεγάλη Παρασκευή ολοκληρώθηκε με την εκπνοή του Κυρίου στον Τίμιο Σταυρό, μετά από μία σειρά γεγονότων τα οποία έως σήμερα προκαλούν όχι μόνο ρίγος, αλλά και αποστροφή για την κακότητα της ανθρώπινης διάνοιας ως προέκταση της δεδομένης αδυναμίας της. Κατά τη Μεγάλη Παρασκευή εκπληρώθηκαν οι Γραφές περί της θυσίας του Θεανθρώπου, όπως επίσης και η ανακαίνιση του κόσμου διά του Αίματός Του. Κατά το Μεγάλο Σάββατο, ωστόσο, το πένθιμο κλίμα και η θλίψη για τα δεινά του Σταυρωθέντος Ιησού Χριστού μεταβάλλονται σε προσμονή και αναμονή. Προσμονή για την επικείμενη νίκη της ζωής επί του θανάτου και αναμονή για την εκπλήρωση του λόγου της Ενανθρώπησης, δηλαδή για την Ανάσταση και την παροχή της πρόγευσης της δικής μας Αναστάσεως. «Και ευλόγησε ο Θεός την έβδομη ημέρα επειδή αυτή είναι η ημέρα της παύσης από όλα τα έργα» ψάλλουμε στον Όρθρο του Μεγάλου Σαββάτου και στον Εσπερινό της Αναστάσεως προκειμένου να συνειδητοποιήσουμε ότι και για εμάς θα έρθει η προσωπική «έβδομη ημέρα», όταν και δεν θα είμαστε σε θέση να εκπληρώνουμε τα ανθρώπινα και τα επίγεια.

Παρά την υπόμνηση της Εκκλησίας ότι η «έβδομη ημέρα» είναι η παύση όλων των μεριμνών και των έργων, εντούτοις, προβάλλεται η αναγκαιότητα αυτής της συνθήκης. «Γιατί, αυτό είναι το ευλογημένο Σάββατο, αυτή είναι η ημέρα της καταπαύσεως, στην οποία ο Μονογενής Υιός του Θεού κατέπαυσε από κάθε έργο Του και, μέσα από την οικονομία του θανάτου, σαββάτισε τη σάρκα»· ο Υιός και Λόγος του Θεού κείτεται νεκρός ως προς την ανθρωπότητα προκειμένου να αναπλάσει την ανθρώπινη σάρκα και να της δώσει νέα μορφή, μία άυλη μορφή, δηλαδή το αναστημένο Σώμα Του. Ακόμα και σε αυτό το σημείο, δηλαδή της απόλυτης σιγής, ο λόγος της κατάβασης του Θεού στον κόσμο είναι εμφατικά παρών και δεν έχει ανάγκη τα συναισθηματικής φύσεως λόγια τα οποία ειπώνονται με ταχύτητα φωτός και στοχεύουν στο να προκαλέσουν συναισθηματική φόρτιση για τα γεγονότα των Παθών· η Ανάσταση είναι ο λόγος της θυσίας του Θεανθρώπου και η νίκη του θανάτου ώστε ο άνθρωπος να αποκτήσει ελπίδα. Όσα ωραία λόγια και να ειπωθούν, όσες συναισθηματικά φορτισμένες εικόνες και να προκύψουν, όσες χαριτωμένες δημοσιεύσεις και αν αναρτηθούν περί του Τιμίου Σταυρού, δεν θα δώσουν την ελπίδα για τη λύση του «προβλήματος» του θανάτου. Η λύση έρχεται από τον Ιησού Χριστό και η Εκκλησία το δηλώνει ξεκάθαρα και χωρίς περιστροφές ή στρογγυλεμένες εκφράσεις· «και διά της Αναστάσεως θα επανέλθει (ο Μονογενής Υιός του Θεού) ώστε να δωρίσει την αιώνια ζωή επειδή είναι ο μόνος αγαθός και φιλάνθρωπος».

Ο θάνατος συνιστά το αναγκαίο πέρασμα του ανθρώπου στην πρόγευση της Ουράνιας Βασιλείας, αλλά η πρόγευση αυτής θεμελιώθηκε από τη συντριβή του Άδη. Η ελπίδα για την επανάκτηση του Παραδείσου θεμελιώθηκε όταν ο Κύριος, κατά τον άγιο Επιφάνιο Κύπρου, εισήλθε θριαμβευτικά στον Άδη, συνάντησε τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, τους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και ελευθέρωσε τον Αδάμ ο οποίος ήταν στη σκοτεινότερη φυλακή και δεμένος με πολλές αλυσίδες. Αυτή η ανθρωπομορφική παράσταση, η οποία δεν είναι φιλική και προσαρμόσιμη στα χαριτωμένα και ενίοτε αφελή λόγια των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αντανακλά τη δική μας «υποδούλωση» σε μέριμνες όχι μόνο βιωτικές αλλά και επιζήμιες για τον εαυτό μας και για τους διπλανούς μας. Ο Αδάμ προκάλεσε την πτώση του επειδή απέτυχε στην πρώτη πνευματική δοκιμασία, εμείς προκαλούμε τη θανάτωση όχι μόνο της δικής μας συνείδησης, αλλά και των χαρακτήρων ή των προσωπικοτήτων των συνανθρώπων μας.

Επομένως, ο Ιησούς Χριστός κατεβαίνει σήμερα στον Άδη προκειμένου όχι μόνο να δηλώσει με σαφή τρόπο ότι ο λόγος της Ενανθρωπήσεώς Του είναι η σωτηρία μας, αλλά και για να μας δώσει ελπίδα και λύση στο άλυτο πρόβλημα του θανάτου. Κατά το Μεγάλο Σάββατο εμείς χαιρόμαστε για την προσμονή της Αναστάσεως, ενώ ο ανθρωπομορφικός Άδης ή ο Διάβολος τρέμουν στην απώλεια της κυριαρχίας τους στον άνθρωπο. Το μήνυμα της καθόδου του Κυρίου στον Άδη είναι μήνυμα ελπίδας και όχι θρήνου, παρηγοριάς και όχι υποκριτικής κατήφειας ή συναισθηματικής φόρτισης. Ασφαλώς ο εσωτερικός μας κόσμος κλονίζεται ενώπιον του μεγέθους της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο, το εγώ μας διαλύεται όταν ακούμε πως «δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη αγάπης από τη θυσία ενός ανθρώπου για τους φίλους του», ταραζόμαστε στη θέα της Παναγίας Μητέρας μας να θρηνεί το παιδί της (όπως και κάθε μάνα θα έπραττε), αλλά ελπίζουμε και προσμένουμε στη νίκη του θανάτου ψέλνοντας «Δόξα Κύριε τῷ Σταυρῷ σου, καὶ τῇ Ἀναστάσει σου», Αμήν!

Διαβάστε ακόμα