Ὁ λίθος

Τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’

Ἔλεγαν μεταξύ τους οἱ Μυροφόρες: «Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τόν λίθον;» (Μάρκ. 16,3). Καί προχωροῦσαν μ’ αὐτό τό σκεπτικό, ἐκεῖνο τό πρωϊνό, «λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων» (Μάρκ. 16,2). Ποιός θά μᾶς ἀποκυλίσει τόν μεγάλο λίθο, πού βρίσκεται στήν εἴσοδο τοῦ μνημείου, ἐκεῖ ὅπου εἶχε ταφεῖ ὁ Χριστός μέ τήν μέριμνα τοῦ Ἰωσήφ Ἀριμαθαίας καί τοῦ Νικοδήμου; Ἡ συγκεκριμένη εὐαγγελική περικοπή πληροφορεῖ ὅτι ὁ λίθος «ἦν γάρ μέγας σφόδρα» (Μάρκ. 16,4). Ποιός θά τόν σηκώσει καί θά ἀνοιχθεῖ ἡ θύρα, θά ἀρθεῖ τό ἐμπόδιο αὐτό γιά τήν εἴσοδο στό μνημεῖο, στόν Πανάγιο Τάφο;

*

Ὡστόσο, αὐτό τό ἐρώτημα «τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τόν λίθον;» εἶναι καί τοῦ καθενός μας ἐρώτημα. Ἕνας προβληματισμός. Ποιός καί μέ ποιό τρόπο θά μετακινήσουμε τόν «λίθον» τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου, τόν ὀγκόλιθο τῆς καρδιᾶς μας.

*

Τό ζήτημα σήμερα, εἶναι αὐτός, ἐπακριβῶς, ὁ λίθινος τρόπος ζωῆς, ὁ λίθινος πολιτισμός, τό πέτρινο ἦθος, τό ἀπάνθρωπο χαρακτηριστικό τῆς κοινωνίας μας. Στέρεψε τό δάκρυ τῶν ὀφθαλμῶν. Σβήστηκε ἡ συστολή. Χάθηκε ἡ αἰδώς καί ἡ ἐρυθρίαση τῶν παρειῶν. Ἐξαφανίστηκαν τά συναισθήματα. Σκλήρυνε ἡ καρδιά. Κατέστη «καρδία λιθίνη». Ἀφήσαμε, ἡ μηχανή, ἡ τεχνητή νοημοσύνη, τά κουμπιά νά διαφεντεύουν τήν ζωή μας. Ἀνατράπηκε ἡ ἰσορροπία πνευματικοῦ καί τεχνικοῦ πολιτισμοῦ. Ὁ ἕνας ἄνθρωπος κοιτάζει τόν ἄλλο παράξενα, ὑλιστικά, συμφεροντολογικά, διεκδικητικά, ἀπαξιωτικά. Πώς θά καταγγείλουμε καί θά καταθέσουμε ἔστω καί ἀβάσιμη μήνυση, πώς θά ἐκφράσουμε τήν κακία καί ἀπανθρωπία μας. Ἀλλά κατήντησε ἔτσι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος τοῦ λίθινου πολιτισμοῦ, ἄδικος, ἐμπαθής, φιλάρεσκος, ἀνελεύθερος καί ἐν τέλει ἀσεβής. Μ’ αὐτή τήν ὑπαρξιακή κατάσταση, ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἤ ἀπάνθρωπος ἤ ὑπεράνθρωπος. Πάντως παύει νἆναι ἄνθρωπος, «ὡς χαρίεν ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ» (Μένανδρος), μέ ὃ,τι αὐτό συνεπάγεται.

*

Ὅμως, ὑπάρχει στήν εὐαγγελική διήγηση καί μία συνέχεια. Στό ἐρώτημα τῶν Μυροφόρων: «Τίς ἀποκυλίσει ὑμῖν τόν λίθον», ἀπαντᾶ ὁ ὑπαρκτός οὐράνιος πνευματικός κόσμος: «Ἄγγελος Κυρίου ἐξ οὐρανοῦ προσελθών ἀπεκύλισε τόν λίθον ἀπό τῆς θύρας» (Ματθ. 28,2). Τό πρόβλημα καί ἡ δυσκολία πού τούς ἐμφανίστηκε, προκειμένου νά ἐκφράσουν τήν ἀφοσίωσή τους στόν Κύριο, ἀντιμετωπίστηκε μέ τήν πανταχοῦ παρουσία τοῦ Θεοῦ, μέ τήν θεϊκή ἄμεση ἐπέμβαση.

Τόν παγερό λίθο, ἔλιωσε ἡ φλογερή ἀγαπῶσα τόν Χριστό, καρδία τους. Καί ὁ προφήτης τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μεγ. Σαββάτου θά τό πεῖ διαφορετικά: «Λέγει Κύριος ὁ Θεός… δώσω ὑμῖν καρδίαν καινήν καί πνεῦμα καινόν δώσω ἐν ὑμῖν καί ἀφελῶ τήν καρδίαν τήν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκός ὑμῶν καί δώσω ὑμῖν καρδίαν σαρκίνην… καί τό πνεῦμα μου δώσω ἐν ὑμῖν ἵνα ἑαυτοῖς δικαιώμασί μου πορεύησθε» (Ἰεζεκιήλ, 36, 26-27).

Μήπως ἦλθε καιρός ν’ ἀφαιρέσουμε καί μεῖς τόν λίθον ἀπό τήν καρδιά μας; Ὁ Ἀναστημένος Χριστός περιμένει._

Διαβάστε ακόμα