Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ
Την Αγία και Μεγάλη Τετάρτη η Εκκλησία προβάλλει μία ανώνυμη πόρνη γυναίκα, η οποία συναισθανόμενη το βάρος το οποίο είχε προσθέσει στην ψυχή της εξαιτίας του πλήθους των αμαρτημάτων τις οποίες είχε διαπράξει, πληροφορήθηκε ότι ο Κύριος ήταν προσκεκλημένος σε δείπνο στην οικία του Σίμωνα του (πρώην) λεπρού και έσπευσε με τόλμη να Τον συναντήσει. Πράγματι, η γυναίκα πλησίασε τον Δεσπότη Χριστό και πραγματοποίησε όσα δεν είχε πράξει ο ίδιος ο οικοδεσπότης· δηλαδή, έπλυνε τα πόδια του Κυρίου, κατά την εβραϊκή διάταξη περί φιλοξενίας, και ασπάσθηκε τον φιλοξενούμενο, κάτι το οποίο δεν είχε πράξει ο οικοδεσπότης. Τέτοια ήταν η θέρμη της γυναίκας να συναντήσει τον Ιησού Χριστό και να ζητήσει την άφεση των αμαρτημάτων ώστε δεν δίστασε να ξοδέψει ένα σεβαστό ποσό για τα οικονομικά δεδομένα της εποχής (τριακόσια δηνάρια) προκειμένου να αγοράσει ένα μύρο και να το προσφέρει στο Θεό.
Η πόρνη γυναίκα, της οποίας το όνομα δεν είναι γνωστό και είναι τουλάχιστον αφελές έως και εκ του πονηρού να την ταυτίζουμε με την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή ή με την αγία υμνογράφο Κασσιανή, έλουσε τον Κύριο με το μύρο της από την κεφαλή έως τα πόδια, με τα δάκρυά της έπλυνε τα πόδια του και με τα μαλλιά της σκούπισε τα πόδια Του· με άλλα λόγια, η γυναίκα αυτή μύρωσε τον Θεάνθρωπο Κύριο προτού Αυτός εκουσίως να παραδοθεί στο Σταυρό και την Ταφή. Η γυναίκα αυτή τόλμησε με θάρρος να συντρίψει την «πολιτική ορθότητα» της εποχής σχετικά με τη θεώρηση της γυναίκας ως ενός «αντικειμένου προς χρήση», άρα και ως μη έχων προσωπική υπόσταση, όπως επίσης πέτυχε να αναδείξει στο μέγιστο βαθμό την υποκρισία των παρισταμένων στην τράπεζα της οικίας εκείνης.
Ο υμνογράφος της ημέρας, από κοινού με τον άγιο Ανδρέα, αρχιεπίσκοπο Κρήτης, μας διδάσκουν και τοποθετούν τα πράγματα στη διάσταση ότι με τις πράξεις μας μάλλον καλλιεργούμε την υποκρισία παρά την ειλικρινή ταπείνωση ενώπιον του Θεού. Ο ανώνυμος υμνογράφος των Αίνων του Όρθρου της ημέρας αντιπαραβάλλει το μεγαλείο της μετάνοιας της ανώνυμης γυναίκας με την αθλιότητα του Ιούδα και την απόφασή του να προδώσει τον Λυτρωτή. Η Εκκλησία, επιλέγοντας το θριαμβευτικό ύφος του Πρώτου ήχου, προτρέπει το σύνολο των μελών του σώματος της Εκκλησίας, κληρικούς και λαϊκούς, να σταθούμε ενώπιον του Θεού χωρίς ντροπή αλλά ομολογώντας με γενναιότητα πως είμαστε υποκριτές και αναζητούμε ευκαιρίες να εξουδετερώσουμε πνευματικά, ηθικά, κοινωνικά και με κάθε δυνατό κόστος όποιον άνθρωπο μας φαίνεται στα μάτια μας ότι είναι κατώτερος από εμάς.
Ουσιαστικά, τα όσα λεχθέντα ο υμνογράφος τοποθετεί στο στόμα της γυναίκας, δηλαδή «όπως εγώ έλυσα τα μαλλιά μου, με τον ίδιο τρόπο Εσύ να διαλύσεις το χρέος των αμαρτιών μου· όπως εγώ Σε αγάπησα, αντίστοιχα και Εσύ να αγαπήσεις τη γυναίκα η οποία δίκαια έχει συγκεντρώσει το μίσος των ανθρώπων» αποτελούν το υπόδειγμα και το παράδειγμα για την ομολογία της δική μας αδυναμίας, κακίας και αθλιότητας ενώπιον του Θεού. Ο Κύριος δεν επιβραβεύει την ομολογία της γυναίκας ότι είναι αμαρτωλή, αλλά επιβραβεύει και επαινεί την αληθινή μετάνοιά της· «η Πόρνη, φιλώντας τα άχραντα πόδια Σου προσέφερε το ακριβό, το οποίο είχε ανακατέψει με τα δάκρυά της· όπως εκείνη αμέσως τη δικαίωσες, με τον ίδιο τρόπο να χαρίσεις σε εμάς τη συγχώρηση των αμαρτημάτων μας».
Το μεγαλείο της μετάνοιας της γυναίκας και της γενναίας παραδοχής της αμαρτωλότητάς της αντιπαρατίθεται με την αθλιότητα του Ιούδα και την υποκρισία των λοιπών μετεχόντων στο δείπνο. Ο σκανδαλισμός των παρισταμένων, ο οποίος ομοιάζει με την απροθυμία μας να δεχθούμε ότι υπάρχουν και άνθρωποι οι οποίοι μετανοούν ειλικρινά και όχι υποκριτικά, καυτηριάζεται από τον Κύριο, ο Οποίος δηλώνει ότι το παράδειγμα της γυναίκας αυτής θα μνημονεύεται και θα διδάσκεται αιώνια και σε όποιο σημείο του κόσμου φτάσει το κήρυγμα του Ευαγγελίου.
Ο υμνογράφος, στο πρόσωπο του Ιούδα, ξεκάθαρα πλήττει την «ευαισθησία» μας και τη σπουδή μας να εξαφανίσουμε τους αληθινά ταπεινούς ανθρώπους· «Ω! Πόση είναι η αθλιότητα του Ιούδα! Ενώ έβλεπε την Πόρνη να φιλάει τα πόδια του Κυρίου, την ίδια στιγμή σκεφτόταν ότι με φίλημα θα προδώσει τον Κύριο. Ενώ εκείνη έλυσε τα μαλλιά της, εκείνος έγινε δέσμιος του θυμού του και αντί να προσκομίσει μύρο στον Κύριο, έφερε τη δυσώδη κακία του· ο Ιούδας προτίμησε το ατομικό συμφέρον εξαιτίας του φθόνου». Η δικαίωση της αμαρτωλής γυναίκας λαμβάνει χώρα στο πρόσωπο του Κυρίου, ο Οποίος είναι ο «λιμένας τῆς σωτηρίας». Η δικαίωση της αμαρτωλής γυναίκας έρχεται μέσα από τα δάκρυα τα οποία πέφτουν στα πόδια του Σωτήρα από κοινού με το μύρο. Στον αντίποδα ο Ιούδας, «ως αγνώμων μαθητής απορρίπτει τη σχέση του με τον Χριστό και συμφώνησε την προδοσία μαζί με τη σπείρα των ανόμων».
Η Μεγάλη Τετάρτη ολοκληρώνεται με «το πονηρό βουλευτήριο να συγκαλείται προκειμένου να οδηγήσει τον Κριτή και Κύριο των πάντων σε κρίση. Συναθροίζεται τώρα μαζί με τον Πιλάτο, τον Ηρώδη, τον Άννα και τον Καϊάφα προκειμένου να καταδικάσει τον μόνο μακρόθυμο».
Η Εκκλησία παρουσιάζει την Πόρνη γυναίκα και τη μετάνοιά της προκειμένου να ενθαρρύνει τη δική μας αλλαγή τρόπου ζωής. Ταυτόχρονα, η θέαση του Ιούδα να σκανδαλίζεται από τη δαπάνη των χρημάτων για το μύρο και έπειτα να συμφωνεί την προδοσία μας διδάσκει ότι δεν πρέπει να είμαστε υποκριτικά σκανδαλιζόμενοι με τα όσα αντιλαμβανόμαστε ή υποκριτικά να προβάλλουμε το προσωπείο της ευσέβειας, αλλά με ταπείνωση να εξετάζουμε την καρδιά μας και να αποβάλλουμε τους βλαβερούς λογισμούς μας. Έχοντας ως παράδειγμα τη μετάνοια της Πόρνης ας ετοιμασθούμε καρδιακά και όχι υποκριτικά για να κοινωνήσουμε το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μαζί με τους Αποστόλους στο Μυστικό Δείπνο, Αμήν!