Ο Μητροπολίτης Μαρωνείας για την αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας στην έρευνα μνημείων και κειμηλίων

Τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 22ας Μαΐου 2025, στήν αἴθουσα τῆς Δημοτικῆς Βιβλιοθήκης Κομοτηνῆς, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων παρουσίασε, μεταξύ ἄλλων ὁμιλητῶν, τὸ βιβλίο τοῦ Ἐλλογιμωτάτου Καθηγητοῦ κ. Γεωργίου Τσιγάρα, Προέδρου τοῦ Τμήματος Ἱστορίας καί Ἐθνολογίας τοῦ Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, , ὑπό τόν τίτλον: «Η αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών στην έρευνα των βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων και κειμηλίων» τῇ ἐπιμελείᾳ τοῦ μεταδιδακτορικοῦ ἐρευνητὴ τοῦ Ἐργαστηρίου κ. Δημητρίου Καλπάκη καὶ τοῦ κ. Διονυσίου Τσεντικόπουλου, μέλους ΕΔΙΠ τοῦ Ἐργαστηρίου τοῦ Τμήματος.

            Ὁ Σεβασμιώτατος εὐχαριστῶντας τόν Ἐλλογιμώτατο κ. Τσιγάρα γιά τήν εὐγενική του πρόσκληση στήν ἐκδήλωση αὐτή, ἀνέφερε ὃτι χάρη στίς ψηφιακὲς τεχνολογίες ὁ ἐπισκέπτης ἑνὸς βυζαντινοῦ Ναοῦ ἢ ἑνὸς Ἐκκλησιαστικοῦ Μουσείου μπορεῖ νὰ βλέπει μιὰ εἰκονικὴ ἀναπαράσταση τῶν μνημείων, τῶν Ἱ. Μονῶν καὶ Ναῶν, τὴν ὥρα ποὺ περιηγεῖται στὸν χῶρο τους. Τόνισε δε,  ὃτι ἡ τεχνολογία ὅταν χρησιμοποιεῖται σωστά, ὅταν γίνεται δεξιὰ χρῆσις, ὅπως ἔλεγαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, μπορεῖ νὰ γίνει ὄχημα πολιτισμοῦ καὶ πίστης καί μπορεῖ νὰ γεφυρώσει τὸ χθὲς μὲ τὸ αὔριο, γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων. 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

τοῦ βιβλίου «Ἡ ἀξιοποίηση τῶν ψηφιακῶν τεχνολογιῶν στὴν ἔρευνα τῶν βυζαντινῶν καὶ μεταβυζαντινῶν μνημείων καὶ κειμηλίων»

XΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !

Εὐχαριστῶ τὸν Πρόεδρο τοῦ Τμήματος Ἱστορίας καὶ Ἐθνολογίας καὶ Διευθυντὴ τοῦ Ἐργαστηρίου Βυζαντινῶν καὶ Μεταβυζαντινῶν Ἐρευνῶν, Καθηγητὴ κ. Γεώργιο Τσιγάρα, γιὰ τὴν εὐγενικὴ πρόσκληση νὰ συμμετάσχω στὴν παρουσίαση τοῦ ἐνδιαφέροντος αὐτοῦ συλλογικοῦ τόμου σχετικοῦ μὲ τὴν ἀξιοποίηση τῶν ψηφιακῶν τεχνολογιῶν στὴν ἔρευνα τῶν βυζαντινῶν καὶ μεταβυζαντινῶν μνημείων καὶ κειμηλίων.

Ὡστόσο, ἴσως νὰ ἀναρωτιέστε ποιά εἶναι ἡ θέση ἑνὸς κληρικοῦ στὸ πάνελ αὐτό. Ποιό λόγο θὰ μποροῦσε νὰ διατυπώσει γιὰ τὸν ψηφιακὸ κόσμο καὶ μάλιστα γιὰ τὴν χρήση τῶν ψηφιακῶν τεχνολογιῶν στὴν ἔρευνα τῶν βυζαντινῶν μνημείων καὶ κειμηλίων.


Γράφοντας αὐτὸ τὸ κείμενο μὲ ἀπασχολοῦσε ἔντονα τὸ ἐρώτημα ποιά σχέση μπορεῖ νὰ ἔχει ἕνα ἱερὸ λατρευτικὸ ἀντικείμενο ἀπὸ τὴν βυζαντινὴ καὶ τὴν μεταβυζαντινὴ παράδοση, τὴν ἐκκλησιαστικὴ πολιτιστική μας παράδοση μὲ τὶς νέες τεχνολογίες. Εἶναι δυνατὴ ἡ συνεργασία τους;

Τὸ βιβλίο ποὺ παρουσιάζουμε σήμερα προσέφερε ἀπαντήσεις στὰ ἐρωτήματά μου, γιατὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν φοβᾶται τὴν ἐπιστημονικὴ καὶ τεχνολογικὴ πρόοδο, ἡ πίστη καὶ ἡ ἐπιστήμη δὲν εἶναι ἀντίθετες, δὲν συγκρούονται, γιατὶ ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχει δείξει ὅτι μποροῦν νὰ συνυπάρξουν ἀρμονικά, μὲ τὴν προϋπόθεση ὅμως ὅτι ἡ ἐπιστήμη ὑπηρετεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν πρόοδό του.

Εἶναι αὐτονόητο, ἀλλὰ θὰ τὸ τονίσω, ὅτι γιὰ τὴν Ἐκκλησία τὰ βυζαντινὰ καὶ μεταβυζαντινὰ μνημεῖα μας δὲν εἶναι ἁπλῶς καὶ μόνο πέτρες καὶ χρώματα ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὸ παρελθόν. Εἶναι ζωντανὲς μαρτυρίες τῆς πίστης, εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς πίστης καὶ τῆς ταυτότητας τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐπιπλέον εἶναι φορεῖς μνήμης τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἔργα τῶν χειρῶν τῶν πατέρων μας.

Θὰ ἀναφερθῶ ἐν συντομίᾳ στὶς σύγχρονες τεχνολογίες γιὰ νὰ ἀποτελέσουν τὴν ἀφετηρία τῶν σκέψεών μου ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν.

Οἱ νέες τεχνολογίες, ὅπως ἡ Τεχνητὴ Νοημοσύνη, ὁ «ἔξυπνος βοηθός», ὅπως ὀνομάστηκε, μπορεῖ νὰ ἀποκαταστήσει, ψηφιακὰ βέβαια, κατεστραμμένα μνημεῖα  καὶ φθαρμένα ἔργα τέχνης. Μὲ τὴν τεχνολογία αὐτὴ δὲν θὰ ἀλλοιωθεῖ τὸ πρωτότυπο ἔργο τέχνης καὶ ἐπιπροσθέτως μᾶς δίνεται ἡ δυνατότητα νὰ «δοῦμε», νὰ ἔχουμε μπροστά μας μιὰ εἰκόνα γιὰ παράδειγμα στὴν ἀρχική της μορφή.

Ἡ Ἐπαυξημένη Πραγματικότητα παρέχει ψηφιακὲς πληροφορίες μέσω φορητῶν συσκευῶν καὶ ὁ ἐπισκέπτης ἑνὸς βυζαντινοῦ ναοῦ ἢ ἑνὸς Ἐκκλησιαστικοῦ Μουσείου μπορεῖ νὰ βλέπει μιὰ εἰκονικὴ ἀναπαράσταση τοῦ μνημείου τὴν ὥρα ποὺ περιηγεῖται στὸν χῶρο του, καθὼς καὶ νὰ ἀναβιώνουν μπροστά του οἱ χαμένες καὶ φθαρμένες ἀπὸ τὸν χρόνο μορφὲς καὶ τὰ κατεστραμμένα σχήματα.

Ἡ Εἰκονικὴ Πραγματικότητα παρέχει τὴν δυνατότητα εἰκονικῶν περιηγήσεων σὲ βυζαντινὰ μνημεῖα, σὲ μοναστήρια καὶ ναοὺς, ὥστε νὰ γνωρίσουμε τὴν ἱστορία καὶ τὴν τέχνη τους. Εἶναι βέβαια αὐτονόητο ὅτι ἡ εἰκονικὴ πραγματικότητα δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκαταστήσει τὴν συμμετοχὴ στὴν λατρεία καὶ στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκαταστήσει τὴν ἐν Χριστῷ εὐχαριστιακὴ συνάντηση τῶν προσώπων.

Θὰ πρέπει ὅμως νὰ ἐπισημάνω ὅτι οἱ ψηφιακὲς αὐτὲς τεχνολογίες ἔχουν τὴν ἀρχή τους στὴν ψηφιοποίηση καὶ τὴν τεκμηρίωση, αὐτὴ εἶναι ἡ βάση τους. Ἡ ψηφιοποίηση ἔχει μεγάλη σημασία γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν παραπάνω μεθόδων, γιατί, ἐνῶ διασώζουν, καταγράφουν καὶ τεκμηριώνουν τὰ μνημεῖα καὶ τὰ κειμήλια, παρέχουν τὶς ἀπαραίτητες πληροφορίες γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῶν παραπάνω τεχνολογιῶν.

Εἶναι, λοιπόν, προφανὲς ὅτι μὲ τὶς ψηφιακὲς τεχνολογίες ὠφελεῖται ὄχι μόνο ὁ ἐπιστήμονας καὶ ὁ εἰδικός, ἀλλὰ καὶ τὸ εὐρὺ κοινό. Ἡ τεχνολογία εἶναι ἀκόμη στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου, γίνεται ἡ γέφυρα μὲ τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος, ὁ περιηγητής, ὁ μαθητὴς καὶ ὁ φοιτητὴς μεταβαίνει στὴν γνώση. Γνωρίζει μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὰ κειμήλια τῆς πίστης καὶ τῆς ἱστορίας.

Οἱ ψηφιακὲς αὐτὲς τεχνολογίες εἶναι ἕνα εἶδος «κιβωτοῦ» τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς, ἀκριβῶς γιατὶ διασώζουν τὰ κειμήλιά μας ἀπὸ τὴν φθορὰ τοῦ χρόνου καὶ τῆς καθημερινῆς τους χρήσης καὶ φέρνουν τὴν γνώση πιὸ κοντὰ στὸν ἄνθρωπο. Τολμῶ νὰ πῶ ὅτι ἡ τεχνολογία λειτουργεῖ, ἢ γιὰ νὰ τὸ διατυπώσω ἀκριβέστερα, μπορεῖ νὰ λειτουργήσει ὅπως τὸ βιβλίο, ὅταν μὲ τὴν ἀνακάλυψη τῆς τυπογραφίας ἀπὸ τὸν Γουτεμβέργιο τὸν 16ο αἰώνα ἐπῆλθε μιὰ ἐπανάσταση. Μὲ τὴν τυπογραφία περάσαμε ἀπὸ τὸ ἀκριβὸ καὶ γιὰ λίγους χειρόγραφο, στὸ φθηνότερο καὶ γιὰ περισσότερους βιβλίο. Τότε, ἕνα εὐρύτερο κοινὸ ἀπέκτησε πλέον πρόσβαση στὴν γνώση. Ἔχω τὴν ἐντύπωση ὅτι κάπως ἔτσι μπορεῖ νὰ λειτουργήσει καὶ ἡ ψηφιακὴ τεχνολογία. Εἶναι μιὰ τομὴ στὴν πολιτιστικὴ ἱστορία, εἶναι μιὰ τομὴ ποὺ μπορεῖ νὰ λειτουργήσει ὑποστηρικτικὰ καὶ βοηθητικὰ στὴν πραγματικὴ ζωὴ καὶ στὸν πραγματικὸ κόσμο.

Ὅμως εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ ὑπενθυμίσω ὅτι πρέπει πάντοτε νὰ ἔχουμε κατὰ νοῦν ὅτι ἡ ψηφιακὴ τεχνολογία εἶναι μιὰ πρόκληση μὲ τὴν ὁποία θὰ ἀναμετρηθοῦμε μὲ διάλογο καὶ καλὴ πίστη, μὲ βάση ὅμως τὶς, κατὰ τὴν γνώμη μου, παρακάτω διαπιστώσεις καὶ προϋποθέσεις:

Πρῶτον: Ἡ τεχνολογία εἶναι ἕνα ἐργαλεῖο στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν εἶναι αὐτοσκοπός. Εἶχε παλαιότερα γράψει ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ὅτι «δὲν ὑπάρχει τίποτα πιὸ ἱερὸ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, μὲ τὸν ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μοιράστηκε τὴ φύση του». Συνεπῶς πρέπει νὰ διαφυλάξουμε αὐτὴ τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, νὰ διαφυλάξουμε τὴν ἀνεξαρτησία του, νὰ προστατεύσουμε τὴν ἐλευθερία του, πνευματικὴ καὶ σωματική. Τίποτε καὶ κανένα «ρομπὸτ» δὲν χρειάζεται καὶ δὲν πρέπει νὰ ὑποκαταστήσει τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἐπιστήμη πρέπει νὰ παραμείνει ἀνθρωποκεντρικὴ καὶ νὰ ἐξελίσσεται μὲ σεβασμὸ στὴν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια.

Δεύτερον: Στὴν ἀνεξέλεκτη ἐξέλιξη τῆς ψηφιακῆς τεχνολογίας ἐνυπάρχει ὁ κίνδυνος μιᾶς ἐπιφανειακῆς καὶ θὰ ἔλεγα ρηχῆς σχέσης τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν πολιτιστική μας κληρονομιά. Εἶναι ἀνάγκη σήμερα νὰ προβληματιστοῦμε γιὰ τὴν γνωσιολογικὴ βαρύτητα μιᾶς εἰκονικῆς θέασης τῶν μνημείων καὶ τῶν κειμηλίων. Μήπως ἡ εἰκονικὴ πραγματικότητα μᾶς προσφέρει μιὰ ψευδαίσθηση γνώσης σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν βιωματικὴ θέα, τὴν ψηλάφηση, τῶν ἱερῶν ἀντικειμένων; Μήπως πρέπει νὰ ἐνθαρρύνουμε τὴν βιωματικὴ ἐμπειρία πέρα ἀπὸ τὴν εἰκονικὴ πραγματικότητα;

Τρίτον: Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶχαν ὡς τρόπο τῆς ζωῆς τους τὸ μέτρον. «Μέτρον ἄριστον», ἔλεγε ὁ Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἔκδηλη ἡ ἀνησυχία στοὺς πνευματικοὺς ἀνθρώπους ὅτι ἡ χωρὶς μέτρο χρήση τῶν ψηφιακῶν τεχνολογιῶν, ἰδιαίτερα ἀπὸ τοὺς νέους, θὰ ἀπομονώσει τοὺς ἀνθρώπους. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἡ πολιτιστική μας κληρονομιὰ βιώνεται συλλογικά, βιώνεται μέσα ἀπὸ τὴν κοινότητα καὶ τὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων, μέσα ἀπὸ τὸ προσκύνημα, κυρίως ὅμως μέσα ἀπὸ τὴ συμμετοχὴ στὸ κοινὸν ποτήριον, στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

Τέταρτον: Ἡ πολιτιστικὴ κληρονομιὰ τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχει καὶ μιὰ ἱερή, λατρευτικὴ διάσταση. Τὰ μνημεῖα μας, οἱ ναοὶ καὶ τὰ κειμήλια, εἶναι πολιτιστικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ εἶναι καὶ φορεῖς τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, γιατὶ εἶναι πρωτίστως λατρευτικὰ ἀντικείμενα. Πιστεύω καὶ προτρέπεω τοὺς ἐργαζομένους στὶς ψηφιακὲς τεχνολογίες ἐπιστήμονες, σὲ συνεργασία μὲ πνευματικοὺς ἀνθρώπους καὶ κληρικοὺς νὰ προβληματιστοῦν καὶ νὰ προτείνουν λύσεις, ὥστε μὲ τὴ χρήση τῆς ψηφιακῆς τεχνολογίας τὰ μνημεῖα καὶ τὰ κειμήλια νὰ μὴν ἐκκοσμικευτοῦν, νὰ μὴν χάσουν τὴν ἱερότητά τους καὶ νὰ διασφαλίσουμε ὅτι ὁ ψηφιακὸς κόσμος εἶναι μὲν ἀναγκαῖος καὶ παίζει θετικὸ ρόλο στὴν διάσωση καὶ προβολή τοῦ πολιτισμοῦ μας, ὅμως εἶναι ἐξίσου σημαντικὸ νὰ διασφαλίσουμε ὅτι ὁ ψηφιακὸς χῶρος θὰ χρησιμοποιεῖ τὶς πολιτισμικὲς αὐτὲς ἐκφράσεις τῆς πίστεώς μας μὲ σεβασμὸ χωρὶς νὰ ἐξαλείψει τὴν ἱερότητά τους καὶ γενικότερα χωρὶς νὰ ἐξελείψει τὸ μυστήριο στὴν ζωή μας.

Ἂς περάσουμε ὅμως στὸ βιβλίο ποὺ παρουσιάζουμε ἀπόψε. Στὶς ὀκτὼ περιεκτικὲς καὶ πυκνὲς μελέτες του ἀναδεικνύεται ἡ χρησιμότητα τῆς ψηφιακῆς τεχνολογίας στὴν ἔρευνα τῶν βυζαντινῶν καὶ μεταβυζαντινῶν μνημείων καὶ κειμηλίων.

Εἶναι μιὰ ἀκόμη ἔκδοση τῶν χωρὶς τυμπανοκρουσίες ἐργαζομένων Μελῶν τοῦ Ἐργαστηρίου Βυζαντινῶν καὶ Μεταβυζαντινῶν Ἐρευνῶν τοῦ Τμήματος Ἱστορίας καὶ Ἐθνολογίας τοῦ Πανεπιστημίου μας, μὲ τὴν ὁποία παρουσιάζεται τὸ θέμα τῆς σχέσης τῆς ψηφιακῆς τεχνολογίας μὲ τὰ βυζαντινὰ καὶ μεταβυζαντινὰ μνημεῖα καὶ κειμήλια καὶ τοποθετεῖται ἐπάνω σὲ ἕνα εὐρὺ ἐπιστημονικὸ φάσμα. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀναγκαῖες δύο πρῶτες θεωρητικὲς μελέτες γιὰ τὴν ψηφιακὴ τεχνολογία τῶν κυρίων Γεωργίου Παυλίδη καὶ Κυριάκου Σγουρόπουλου, διαβάζουμε τὶς μελέτες τοῦ καθηγητῆ Βασίλη Τσιούκα γιὰ τὴν διαχείριση τῶν βυζαντινῶν καὶ μεταβυζαντινῶν μνημείων μὲ μεθόδους τριαδιάστατης ἀποτύπωσης, τοῦ μεταδιδακτορικοῦ ἐρευντῆ καὶ ἀρχαιολόγου Δημήτρη Καλπάκη γιὰ τὴν χαρτογραφικὴ ἀπεικόνιση τῶν μνημείων καὶ τὴν πολιτισμική τους διαχείριση, καὶ τὴν ψηφιακὴ ἀξιοποίηση τῶν βυζαντινῶν καὶ μεταβυζαντινῶν μνημείων τῶν Ἰωαννίνων ἀπὸ τὶς ἀρχαιολόγους κυρίες Βασιλικὴ Γιαννάκη καὶ Ἀθηνᾶ Ζωγάκη. Στὴ συνέχεια, ἡ ἀρχαιολόγος κυρία Ἀναστασία Λίνδα μελετᾶ τὴν σύζευξη παρεθόντος καὶ παρόντος μέσῳ τῆς τεχνολογίας, ἐνῶ ὁ μεταδιδακτορικὸς ἐρευνητὴς καὶ συνεργάτης τῆς Μητροπόλεώς μας κ. Κωνσταντῖνος Σεραφειμίδης συνδυάζει στὴν μελέτη του τὰ μεθοδολογικὰ προβλήματα ποὺ παρουσιάζουν τὰ βυζαντινὰ καὶ μεταβυζαντινὰ μνημεῖα τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας καὶ Θράκης μὲ τὴν ψηφιακὴ ἀξιοποίησή τους.

Εἶναι, κατὰ τὴν προσωπική μου ἄποψη φανερό, ὅτι στὸν τόμο αὐτὸ οἱ μελέτες διακρίνονται ἀπὸ τὶς θεωρητικὲς ἀρχὲς ποὺ ἀνέφερα προηγουμένως καὶ ὁ ἄξονας ποὺ τὶς διαπερνᾶ εἶναι ἑνιαῖος, παρὰ τὶς θεματικὲς ἰδιαιτερότητες τῶν ὀκτὼ μελετῶν. Στὸν τόμο αὐτὸ τὰ βυζαντινὰ καὶ μεταβυζαντινὰ μνημεῖα καὶ κειμήλια ἀντιμετωπίζονται μὲ τὸν σεβασμὸ ποὺ ἀπαιτεῖ ἡ ἱερότητά τους, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν σεβασμὸ ποὺ ἀπαιτοῦν ὡς μνημεῖα τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς καὶ τῆς συλλογικῆς μας μνήμης. Εἶναι ἐμφανὲς στὸ βιβλίο αὐτὸ ὅτι τὰ κειμήλια ἀντιμετωπίζονται ἀνθρωποκεντρικὰ καὶ ταυτόχρονα ἀναδεικνύεται ὁ λατρευτικός τους χαρακτήρας.

Ὀφείλω νὰ συγχαρῶ τὸν Πρόεδρο τοῦ Τμήματος Ἱστορίας καὶ Ἐθνολογίας καὶ Διευθυντὴ τοῦ Ἐργαστηρίου, ἀλλὰ καὶ στενὸ συνεργάτη τῆς Μητροπόλεώς μας, Καθηγητὴ κ. Γεώργιο Τσιγάρα, γιὰ τὴν ἐκδοτικὴ αὐτὴ πρωτοβουλία καὶ γιὰ τὴν ἐπιλογὴ αὐτῆς τῆς ἐνδιαφέρουσας θεματολογίας. Νὰ συγχαρῶ ἐπίσης τοὺς συνεπιμελητὲς τοῦ τόμου, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν κ. Τσιγάρα, τὸν μεταδιδακτορικὸ ἐρευνητὴ τοῦ Ἐργαστηρίου κ. Δημήτριο Καλπάκη καὶ τὸν κ. Διονύσιο Τσεντικόπουλο, μέλος ΕΔΙΠ τοῦ Ἐργαστηρίου τοῦ Τμήματος.

Ἰδιαίτερες εἶναι οἱ συγχαρητήριες προσρήσεις στὸν ἐκδότη κ. Ἀντώνη Σταμούλη ποὺ ἀνέλαβε τὴν ἔκδοση, ποὺ πάντα καὶ μὲ ἰδιαίτερη προθυμία στηρίζει τὶς ἐκδοτικὲς δραστηριότητες τοῦ Τμήματος Ἱστορίας καὶ Ἐθνολογίας καὶ βεβαίως τὸν «Παρατηρητὴ τῆς Θράκης» καὶ τὴν κυρία Τζένη Κατσαρῆ γιὰ τὴν στήριξη καὶ προβολὴ τῆς ἐπιστημονικῆς αὐτῆς προσπάθειας, καθὼς καὶ γενικότερα γιὰ τὴν συμβολή της στὴν προβολὴ τοῦ πολιτισμοῦ στὴν περιοχή μας.

Ὁλοκληρώνοντας τὴν σύντομη αὐτὴ εἰσήγηση, θεωρῶ ὅτι οἱ ψηφιακὲς τεχνολογίες συγκλίνουν, ἢ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ συγκλίνουν, σὲ ἕναν δημιουργικὸ διάλογο μεταξὺ πίστης καὶ ἐπιστήμης, γιατὶ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία οἱ νέες τεχνολογίες, ὅταν χρησιμοποιοῦνται σωστά, ὅταν γίνεται δεξιὰ χρῆσις, ὅπως ἔλεγαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, μποροῦν νὰ γίνουν ὄχημα πολιτισμοῦ καὶ πίστης, μποροῦν νὰ γεφυρώσουν τὸ χθὲς μὲ τὸ αὔριο γιὰ τὸ καλὸ τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ θὰ τολμήσω νὰ πῶ ὅτι τὰ καλὰ ἔργα τῶν χειρῶν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἡ τεχνολογία, μποροῦν νὰ βοηθήσουν τὸν ἄνθρωπο στὴν πορεία του πρὸς τὴν σωτηρία, στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Σᾶς εὐχαριστῶ

Διαβάστε ακόμα