Ο Πουτινισμός ως αλλοίωση της Εκκλησίας

Του Αρχιμ. Τιμοθέου Γεωργίου, Προϊσταμένου του Ι. Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Χαροκόπου Καλλιθέας Αττικής

Αν ως ορθόδοξοι θέσουμε έντιμα το ερώτημα: «Ο πόλεμος του «ορθοδόξου» Πούτιν θα μπορούσε να οδηγήσει στην απαξίωση και αποδοκιμασία της Ορθοδοξίας, ποια θα ήταν η απάντηση; Ο Πούτιν αναζητoύσε και συνάντησε την «πνευματική» νομιμοποίηση, για να διαπράττει ωμότητες κάτω από θρησκευτικό μανδύα. Ο επικεφαλής της ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας «πατριάρχης» Κύριλλος, μακροχρόνιος σύμμαχός του με τα «κηρύγματα» της 27ης Φεβρουαρίου και της 6ης Μαρτίου, λύνει επιτέλους την ένοχη σιωπή του, χωρίς ωστόσο να αποτολμάει να θέτει το ερώτημα : «Πως ο ηγέτης του λαού, του οποίου έχει κληθεί από το Θεό να είναι Διάκονος, θέτει σε κίνηση μια επιθετική πολεμική μηχανή εναντίον ενός αδελφού λαού; Στο απλοϊκό αφήγημά του έχουμε από τη μία την παραστρατημένη και αμαρτωλή Δύση και από την άλλη την Αγία Ρωσία, θεματοφύλακα της ορθής πίστης και της ορθής σεξουαλικής ηθικής. Στιγματίζεται ως αιρετικός ο κατάπτυστος «δυτικός» και δαιμονοποιείται ο «εκδυτικισμένος» ουκρανός.

Σε παρελθοντικό χρόνο και σε «μεταφυσικό» παρόν, λειτουργεί το δυναστικό θρησκευτικό κατεστημένο της «ρωσικής» ορθοδοξίας που εμπνέει την διατήρηση εθνικής ρωσικής ταυτότητας,ως αναπόσπαστο μέρος της θρησκευτικής ταυτότητας και συντηρεί διακρίσεις.

Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά του ελεύθερου έθνους της Ουκρανίας λαμβάνει διαστάσεις αγώνα μεταφυσικής σπουδαιότητας, προκειμένου η «άπιστη» ανθρωπότητα να ακολουθήσει στανικά τους νόμους του θεού. «Μιλάμε για την ανθρώπινη σωτηρία», ισχυρίστηκε ο πνευματικός «αναγεννητής» -δίνοντας σταυροφορική διάσταση στο ρόλο της «μεγάλης Ρωσίας», ως τάχα υπερασπιστή του σκοπού που αγιάζει τα μέσα, με κόστος που μεταφράζεται σε απώλεια ανθρώπινων ζωών, στην παραφροσύνη της αιματοχυσίας, στην επικίνδυνη απειλή ενός πυρηνικού ολέθρου, σε συλλήψεις, σε φυλακίσεις και σε σκληρή δοκιμασία. Οι «πουτινικοί» ακόλουθοι δεν τιμούν το έθνος, το ειδωλοποϊούν και ξεχνούν σε ποιο μελλοντικό Γένος ανήκουν, σε ποια Μέλλουσα Πόλη.

Άνθρωποι που εκπληρώνουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, προσεύχονται και εξομολογούνται, καταλήγουν να είναι υπερασπιστές του μεσσιανισμού μιας αλαζονικής ιμπεριαλιστικής πίστης που εξαντλείται στον γλυκύτατο πειρασμό του κύρους και της εξουσίας που ποτέ δεν έφυγε «εις χώραν μακράν», αλλά αυτοσυστήθηκε ως καταξίωση. Στον ψίθυρο ότι ταιριάζουν, θαμπώθηκαν από την εφήμερη γοητεία, ξεχνώντας ότι το αποτύπωμα της Εκκλησίας δεν περιλαμβάνει την εγκόλπωση εξουσιών κοσμικού τύπου. Λησμόνησαν ότι ο θρησκευτικός μεγαλοϊδεατισμός πολιτικοποιεί άστοχα τον λόγο της Εκκλησίας και στρατιωτικοποιούν την ήδη ποινικοποιημένη πνευματική ζωή, συγκαλύπτουν τη μισαλλοδοξία τους με «ιερό» ζήλο, αφού έχει προηγηθεί  ειδική επιχείρηση επιβολής φονταμενταλιστικής «πίστης» που δεν αντέχει να αποκαλύπτεται ως επιθετική «εισβολή» της εθνικοφροσύνης στα ιερά της ιστορίας. Πρόκειται για εμπορεύσιμη ιδεολογία, η «πίστη» που συναλλάσσεται με την κοσμική ισχύ, όταν χρησιμοποιεί την θρησκευτικότητα των πολιτών και την συγκαταβατικότητα συναλληλίας που διαχρονικά ωφέλησε την πολιτική και ζημίωσε την Εκκλησία. Βρισκόμαστε στο πεδίο μιας «εκκλησιαστικής» ηγεσίας που ερωτοτροπεί με τον Καίσαρα, υποστηρίζει το όραμά του για μια πνευματική ρωσική αυτοκρατορία με μια θρησκειοποιημένη «εκκλησία» ως δεκανίκι του κράτους, για να διασώσει προνόμια που την αφορούν ως θεσμό αλλά δεν την σέβονται ως Μυστήριο. Έχοντας γίνει «άλας άναλον» μια στρεβλωμένη «εκκλησία» που δεν τολμά να βρεθεί απέναντι από το σκοτάδι της θηριωδίας, που φοβάται να δει και να βιώσει ως προνόμιό της να γίνει η φωνή όσων εσταυρωμένων ζητούν ειρήνη και ελευθερία.

Η ιστορία θα γράψει με μαύρα γράμματα όσους εκπροσώπους της «εκκλησίας» δεν επέλεξαν προσωπικά την σταυρική πλευρά του θύματος για να μην υπάρξουν άλλα θύματα αλλά επαναπαύτηκαν βολεματικά στην πλευρά των σταυρωτών, όσους εξοικειώνονται με την ωμή βία. Όσους έπαψαν να υπενθυμίζουν ότι η όποια σύμπραξη με τη βία βρίσκεται στον αντίποδα του Ευαγγελίου και χρησιμοποιώντας το άγιο λάδι της θρησκείας δυναμιτίζουν τυφλές συγκρούσεις, έχοντας ανταλλάξει την εξουσία της αγάπης με την αγάπη για εξουσία.Η όντως Εκκλησία δεν εκπίπτει σε μια επιπλέον κοσμική υπόθεση, δεν μένει αμέτοχη των παθών των λαών, ούτε παραμορφώνεται σε «κρατική» θρησκεία πειρασμικά αυτοπεριορισμένη σε σύστημα ηθικών αξιών, άσχετη με τις οντολογικές προϋποθέσεις του Χριστού. Δεν επιδιώκει μερίδιο κοσμικής εξουσίας ως συνιστώσα του κράτους, δεν αποβαίνει χωροφύλακας μιας ηθικής που δημιουργεί πειθήνια όργανα έτοιμα να επιτεθούν, δεν αφανίζει τη φιλανθρωπία του Θεού, δεν παραπλανάται ούτε παραπλανά ότι εκπληρώνει μεσσιανική αποστολή αντικαθιστώντας τον Θεό, δ ε ν αντλεί την ταυτότητά της από αυτή του έθνους στο οποίο παρεπιδημεί, δ ε ν γίνεται σχήμα του κόσμου. Προβάλλει  την «εξουσία» που πηγάζει μέσα από τον κενό Τάφο του Κυρίου και καταργεί το θάνατο και τη φθορά της αλαζονείας του υπερανθρώπου Πούτιν για τον οποίο η θρησκεία είναι επιθυμητή, στο βαθμό που δικαιολογεί τα απάνθρωπα πεπραγμένα του και δεν στέκεται εμπόδιο στον εθνικισμό του. Το ξανθό γένος συνεπές στο ιδεολόγημά που του πλασάρεται εδώ και πολλά χρόνια, βομβαρδίζει με «ορθόδοξες» πλην θερμοβαρικές βόμβες, εξολοθρεύοντας ομογενείς και ομοδόξους, προκαλώντας βλάσφημους θανάτους παιδιών, άδικους ξεριζωμούς, άγριους αποδεκατισμούς αμάχων και συντρίμμια ζωών και οικονομιών με μια παράνομη και άθλια εισβολή που αποσκοπεί στη σκέψη του «τσάρου» στην κατάκτηση γεωπολιτικής σημασίας στόχων μέσα από τη διατήρηση της «γνήσιας ορθόδοξης» ταυτότητας της «αγίας» Ρωσίας.

Μπορούμε να καταλάβουμε ότι το θρησκευτικό ζήτημα δεν είναι ήσσονος σημασίας, όταν ο Πούτιν είχε την πρόθεση να εργαλειοποϊήσει την Εκκλησία και ο Κύριλλος ανταποκρίθηκε ενισχύοντας τις «εθνικές» αξίες, μέσα από την αμφισβήτηση και τη σταθερή πολεμική τακτική απέναντι στον έχοντα την ευθύνη του Πρώτου Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, αμφισβητώντας ιστορικά πρωτεία Εκκλησιών, όρια Πατριαρχείων, μέσα από την οικονομική υπεροχή έναντι άλλων εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών. Η ίδια επεκτατική ιδεολογία σύμφωνα με την οποία πρόσφατα εισέβαλε η ρωσική «εκκλησία» στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας που ανακοίνωσε: “..τα όρια της κάθε αδελφής τοπικής εκκλησίας είναι σαφή, γεωγραφικά και χαρτογραφημένα υπό Οικουμενικών Συνόδων..”, και εξέφρασε την έντονη πικρία του για το γεγονός που όπως λέει: «..δέχεται “ανάδελφο κτύπημα υπό των ομοδόξων Ρώσων..”, αναφέροντας ότι η ρωσική «εκκλησία» με τις κινήσεις της προχωρά στη δημιουργία “καινοφανών εκκλησιαστικών μορφωμάτων εν Αφρική”.

Δεκαοκτώ μέρες αγωνίας μετά την εισβολή στην πορεία του προαιώνιου κακούτου πολέμου – τα σενάρια λογικής για εύκολη και άμεση παράδοση όχι μόνο δεν επιβεβαιώθηκαν αλλά η Ουκρανική αντίσταση κομίζει ελπίδα σε όσους δείχνουν την αντίθεσή τους στον παράλογο πόλεμο που έχει ήδη αναδείξει την Ουκρανία σε ένα πραγματικό έθνος με ρίζες και χιλιόχρονη ιστορία και δικαιούται να μην επιλέγει να ζήσει κάτω από τη ρωσική «αυτοκρατορία» και να μάχεται υπέρ βωμών και εστιών. Βέβαια τα έθνη δεν χτίζονται πάνω σε εύκολες, όσο σε κρίσιμες και οριακές καταστάσεις και κάθε μέρα αντοχής στο συνεχές σφυροκόπημα, προσθέτει μεν περισσότερη αγωνία αλλά και βιώματα ηρωϊσμού και ιστορίες γενναιότητας των Ουκρανών, που θα διηγούνται στα παιδιά και στα εγγόνια τους. Ο πρόεδρος Ζελένσκυ – ένας άνθρωπος του πολιτισμού, αρνήθηκε να παίξει ρόλο κομπάρσου, ούτε δέχθηκε να φυγαδευθεί ενώ θα μπορούσε, αναδεικνύοντας τον πατριωτισμό της πράξης, της ευθύνης.


Προσευχόμαστε σε Εκείνον που έθεσε το μέτρο της διακονίας πάνω από την δύναμη καταναγκασμού και προσκάλεσε ελεύθερα στο μακαρισμό των ειρηνοποϊών να ενισχύει την ελευθερία του ανθρωπίνου προσώπου, να μεταποιεί την έκπτωση και την ύβρησε φιλότιμο μετάνοιας, διότι με συνοχὴ καρδίας βιώνουμε όσα φοβερὰ συμβαίνουν στην ορθόδοξη Ουκρανία. Η εισβολή είναι ευθεία βολή στις αξίες του φιλόθεου Ουκρανικού λαού και δι΄ αυτού στην ανθρωπότητα που απειλείται από την οργή, αφήνει συντρίμμια, απώλειες, πρόσφυγες και χρόνια μίση.

Χριστιανικά δεν μπορούμε παρά να αγαπούμε και τους Ρώσους αδελφούς και το μεγαλείο του σπουδαίου τους πολιτισμού που δεν μπορεί να το αποκρύψει κανένας εθνικιστής ηγέτης. Συμμετέχουμε όμως στην αποδοκιμασία του πολέμου και δεν μένουμε αδρανείς, δεν συγκαλύπτουμε τη φρίκη, τον αφύσικο ξεριζωμό ενός ολόκληρου λαού που αντιστέκεται απέναντι στον εισβολέα, κάτω από αντίξοες συνθήκες. Τουλάχιστον στο όνομά της Ορθοδοξίας οι όποιες φωνές τα επιδοκιμάζουν είναι παρεκκλησιαστικές. «Συν ανθρώποις εργαζομένοις την ανομίαν, και ου μη συνδυάσω μετά των εκλεκτών αυτών”. Γονυκλινώς προσφέρουμε τη μετάνοιά μας στην Δέσποινα του κόσμου, όπως σπεύσει ως Υπέρμαχος Στρατηγός στην κατάπαυση του αδελφοκτόνου πολέμου, χαρίσει τοθείο δώρο της ειρήνης, για να επιδοθούν οι λαοί σε φωτεινά έργα ειρηνικής συνύπαρξης και να σταματήσει να βυθίζεται ο  κόσμος μας σε πέλαγος απελπισίας.

Διαβάστε ακόμα