Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ
«Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, εσύ που μακροθυμείς για τα δικά μας πλημμελήματα και μέχρι την παρούσα χρονική στιγμή κυβερνάς τον κόσμο, εσύ που όταν κρεμάστηκες στο ξύλο το οποίο χαρίζει τη ζωή άνοιξες την είσοδο του Παραδείσου στον ευγνώμονα ληστή και κατέλυσες το θάνατο μέσω του θανάτου, συγχώρεσε και εμάς τους ταπεινούς και αμαρτωλούς και αναξίους δούλους σου». Η έναρξη της ευχής της ενάτης Ώρας αποδίδει με σαφή τρόπο το λόγο για τον οποίο ο Ιησούς Χριστός έλαβε πλήρη την ανθρώπινη φύση· ο λόγος αυτός δεν ήταν άλλος από τη σωτηρία του ανθρώπου και το μέσο για τη σωτηρία ήταν η μετατροπή ενός οργάνου ατιμωτικής θανάτωσης σε όργανο σωτηρίας και ζωής για τον άνθρωπο. Η είσοδος του Ληστή στον Παράδεισο συνιστά το εμφατικό προμήνυμα ότι είναι δυνατή και η δική μας είσοδος στην Ουράνια Βασιλεία υπό την προϋπόθεση της ύπαρξης ειλικρινούς μετάνοιας και αλλαγής, όχι μόνο σκέψεως αλλά και τρόπου ζωής.
Κατά τη Μεγάλη Πέμπτη προβλήθηκε η Θεία Ευχαριστία ως ένα από τα απαραίτητα εφόδια για την είσοδο στην Ουράνια Βασιλεία, υπό την προϋπόθεση της ειλικρινούς συμμετοχής. Κατά τη Μεγάλη Παρασκευή, ο Δεσπότης Χριστός προβάλλει τον Τίμιο Σταυρό ως την απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση του λόγου της Ενανθρωπήσεώς Του. Επομένως, η ανάβαση στο Γολγοθά, η Σταύρωση και τα όσα ακολούθησαν το θάνατο της ανθρώπινης φύσεως του Κυρίου έχουν ως σκοπό να καταστεί σαφές ότι η ανακαίνιση του κόσμου έπρεπε να διέλθει από το γεγονός αυτό. Η τάση να προβληθεί ο Τίμιος Σταυρός ως ο λόγος της Σαρκώσεως και όχι η Ανάσταση, όπως επίσης και να μην επισημαίνεται η γενόμενη ανακαίνιση του κόσμου προς χάριν «εύπεπτων» μηνυμάτων, καταρρίπτεται από τον Υιό και Λόγο του Θεού κατά την Αρχιερατική Προσευχή στον κήπο της Προδοσίας. Η σαρκική αδυναμία των τριών Μαθητών να παραμείνουν άγρυπνοι και να προσεύχονται με τον Λυτρωτή, υπερκαλύπτεται από τα φοβερά νοήματα της προσλαλιάς και της προσευχής του Υιού προς τον Πατέρα.
«Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱὸς σου δοξάσῃ σέ». Μέσω του Τιμίου Σταυρού ο Υιός δοξάζει τον Πατέρα και αποδεικνύει ότι είναι ο μοναδικός και απόλυτος Κύριος της ζωής και του θανάτου. «Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσιν σὲ τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν. ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελειώσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω». Επάνω στον Τίμιο Σταυρό ολοκληρώνεται ο λόγος της Σαρκώσεως, ο οποίος ήταν η γνωριμία του ανθρώπου με τον αληθινό Θεό και με τις ευεργεσίες Του. Δεν ήταν η Σταύρωση ο λόγος της Ενανθρώπησης, ούτε πρέπει αφελώς να προβάλλουμε περισσότερο το Σταυρό και να λησμονούμε τη σπουδαιότητα της Αναστάσεως. «Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου […] καὶ αὐτοὶ ἔλαβον καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας». Επάνω στον Τίμιο Σταυρό ο Ζωοδότης ανακεφαλαιώνει τη φανέρωση του ονόματος του Θεού στον άνθρωπο και από τα όσα ακολούθησαν την εκπνοή του Κυρίου, ο εκατόνταρχος (μετέπειτα άγιος Λογγίνος) και οι στρατιώτες ομολογούν ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν, είναι και παραμένει αληθινά ο Υιός και Λόγος του Θεού.
«Ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα […] νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὑτοῖς». Στο σημείο αυτό της Αρχιερατικής Προσευχής με σαφή τρόπο ο Κύριος επισημαίνει ότι ένας από τους λόγους της Ενανθρωπήσεως ήταν η προστασία του κόσμου από την αμαρτία και η μετάδοση της χαράς της αέναης κοινωνίας με το Θεό. Η Σταύρωση του Κυρίου ήλθε να συμπληρώσει αυτόν το λόγο της Ενανθρωπήσεως· ο Δεσπότης Χριστός χάρισε στον άνθρωπο το «όπλο» της ειρήνης, δηλαδή τον Τίμιο Σταυρό, ώστε στην παρουσία Του να παύουν οι πειρασμοί. Το άνοιγμα των χειρών του Κυρίου στο Σταυρό αποτυπώνει την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο και την πρόσκληση του Σωτήρα να συναχθεί ο κόσμος εντός της δικής Του αγκαλιάς και συγχωρητικότητας. Μάλιστα, εφόσον η Σταύρωση προϋποθέτει την Ανάσταση στην περίπτωση του Ιησού Χριστού, στην περίπτωση των ανθρώπων συνιστά το νόημα της πνευματικής ζωής· εάν δεν διέλθει ο άνθρωπος από το Σταυρό των δοκιμασιών των επιγείων μεριμνών, δεν θα ανέλθει στον Ουρανό και στη μακαριότητα της κοινωνίας με το Θεό.
Τα γεγονότα της Μεγάλης Παρασκευής και συνολικά της Μεγάλης Εβδομάδος, αν και «οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου», εντούτοις ξεδιπλώνουν το σύνολο των μορφών της ανθρώπινης αδυναμίας. Οι μορφές του προδότη Ιούδα, των πονηρών Αρχιερέων, του χειραγωγούμενου (από τις ιερατικές τάξεις) όχλου, του Ποντίου Πιλάτου ο οποίος προτίμησε να διαφυλάξει τα κεκτημένα του απέναντι στον αυτοκράτορα Τιβέριο, των Μαθητών οι οποίοι εξαφανίστηκαν ώστε να γλιτώσουν τη σύλληψή τους, των ατρόμητων γυναικών οι οποίες έως τη θριαμβευτική κραυγή «Τετέλεσται» ήταν δίπλα Του, του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου ο οποίος βίωσε το προσωπικό του μαρτύριο εκείνες τις στιγμές, της Παναγίας Μητέρας μας και οπωσδήποτε του ευγνώμονος ληστή συναποτελούν τη φύση του ανθρώπου, η οποία αποκτά νέο νόημα και σκοπό χάρη στη θυσία του Θεανθρώπου.
Ο λόγος της Σταυρώσεως ήταν και είναι αποκλειστικά η συντριβή της αμαρτίας, όπως επίσης η χορήγηση ενός τρόπου ζωής ο οποίος ενώνει τη γη με τον Ουρανό. Ο Τίμιος Σταυρός χορηγεί στον άνθρωπο τον αγιασμό, επιβεβαιώνει την αλήθεια του Ευαγγελίου, και ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό. Ο Κύριος υψώθηκε από τη γη στον Ουρανό ώστε να μας ανεβάσει στον Πατέρα Του και Θεό μας και να μας ενώσει μαζί Του. Ο Σταυρός του Κυρίου γίνεται ο ακλόνητος μάρτυρας της δόξας του Θεού, ενώ παράλληλα γίνεται ένας από τους τρόπους της γνωριμίας του Θεού με τον άνθρωπο. Ας προσκυνήσουμε τον Εσταυρωμένο Κύριο με συντριβή καρδιάς και όχι με υποκρισία, ας γονατίσουμε ενώπιόν Του ώστε να μείνουμε έκθαμβοι στο μέγεθος της αγάπης Του για εμάς και ας ψάλλουμε «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς, ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου, τῷ τιμίῳ σου Αἵματι, τῷ σταυρῷ προσηλωθείς, καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθείς, τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις. Σωτὴρ ἡμῶν δόξα σοι», Αμήν!