Ακολουθία του Νυμφίου στον Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καρδίτσης

 Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος κ. Τιμόθεος,  το εσπέρας της Μεγάλης Δευτέρας 14 Απριλίου, χοροστάτησε στην ακολουθία του Νυμφίου στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Καρδίτσης.
   Κατά την ομιλία του, ο Σεβασμιώτατος ανέλυσε με θεολογικό βάθος το νόημα της αποψινής Ακολουθίας, αναφέροντας χαρακτηριστικά:
   «Η αποψινή μας Ακολουθία, όπως γνωρίζουμε όλοι μας, είναι ο Όρθρος της Αγίας και Μεγάλης Τρίτης. Είναι η τελευταία ημέρα που ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, ανεβαίνει στα Ιεροσόλυμα και στον Ναό του Σολομώντος. Μετά από τη Ανάσταση του Λαζάρου, τη θριαμβευτική είσοδο Του στα Ιεροσόλυμα, την υποδοχή Του, την εκδίωξη των εμπόρων από τον Ναό και την πρώτη διδασκαλία, επιστρέφει στη Βηθανία μέσω του Χειμάρρου των Κέδρων, μένει εκεί, εισέρχεται την Δευτέρα, όπου ψάλλαμε χθες το βράδυ την Ακολουθία με την ξηρανθείσα συκή, και τις υπόλοιπες διδασκαλίες Του και σήμερα, κατά την αποψινή Ακολουθία μας ξανά τον Όρθρο της Αγίας και Μεγάλης Τρίτης, πάλι, παραμένει στη Βηθανία, γιατί οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι προσπαθούσαν να βρουν τρόπους για να τον συλλάβουν και να τον θανατώσουν και έρχεται για τελευταία φορά, στο Ναό του Σολομώντος, τη Μεγάλη Τρίτη δηλαδή, για να διδάξει τους ανθρώπους. 
   Είναι η τελευταία διδασκαλία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επί της γης. Είναι η τελευταία παρουσία Του στον Ναό, όπου δι’ αυτού του τρόπου, με όλα αυτά τα οποία ήδη ακούσαμε κατά την ανάγνωση του Ευαγγελίου, αλλά και όσο θα ακούσουμε αύριο το πρωί κατά την Ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων εις το Ευαγγελικό ανάγνωσμα, θα περατώσει θα λέγαμε, τη διδασκαλία Του ενώπιον των μαθητών και ενώπιον των ακροατών. 
   Εισέρχεται στον Ναό του Σολομώντος και βέβαια εκεί, οι ομάδες των Ιουδαίων, οι Ηρωδιανοί, οι Γραμματείς, οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι προσπαθούν να Τον παγιδεύσουν με λόγο, για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να συλληφθεί και να τον οδηγήσουν στο θάνατο. Προσέρχονται λοιπόν πρώτα οι Ηρωδιανοί, οι οποίοι παίρνουν το όνομά τους από τον Ηρώδη, ο οποίος κι εκείνος υποτίθεται ότι είχε ένα κομμάτι της εξουσίας την εποχή εκείνη στα Ιεροσόλυμα στους Ιουδαίους,  προσέρχονται λοιπόν αυτοί και προσπαθούν να Τον παγιδεύσουν με έναν απλούστατο λόγο. Ο λόγος στον οποίο επικαλέστηκαν, ήταν σχετικά με την απόδοση των φόρων. Εάν οι Ιουδαίοι πρέπει να αποδίδουν τον φόρο στους Ρωμαίους κατακτητές. Και βέβαια, η προσπάθειά τους για να Τον παγιδεύσουν ήταν, είτε με τη μία απάντηση που θα τους έδινε είτε με την άλλη. Εάν τους έλεγε ότι πρέπει να αποδίδεται ο φόρος, πράγμα το οποίο είχε κάνει και ο ίδιος, είχε αποδώσει φόρο σε μία περίπτωση που Του το ζήτησαν και μάλιστα έτσι με θαυμαστό τρόπο, είπε στον Πέτρο, εκεί που βρίσκεται στην Γαλιλαία, να ρίξει ένα αγκίστρι και έπιασε ένα μεγάλο ψάρι που μέσα είχε 2 δίδραχμα. Και Του είπε του Πέτρου, «Δώσε του ένα για σένα και το ένα για μένα, ώστε να αποδώσουμε τον κεφαλικό φόρο στους Ρωμαίους κατακτητές». Προσπάθησαν λοιπόν να Τον παγιδεύσουν ρωτώντας για την απόδοση του κεφαλικού φόρου και εκείνος απήντησε ότι, «για να σας απαντήσω, φέρτε μου το νόμισμα», τι έχει πάνω το νόμισμα. Επάνω λοιπόν ήταν το κεφάλι του Καίσαρα και η επιγραφή του Καίσαρα. Γι’ αυτό και τους είπε ότι «Αποδώσατε τὰ τοῦ Καίσαρος, Καίσαρι, καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀποδώσατε τῷ Θεῷ.». Δηλαδή, η σχέση και η κοινωνία που πρέπει να έχει ο άνθρωπος με τον Θεό, αδερφοί μου, δεν περνάει μέσα από τις ανθρώπινες ιδιοτέλειες και τους ανθρώπινους νόμους, διότι ο Θεός υπέρκειται αυτής της καταστάσεως. Εάν τους απαντούσε ότι θα πρέπει να δοθεί ο φόρος, εύκολα θα μπορούσαν να Τον κατηγορήσουν ότι είναι υπέρ των Ρωμαίων. Εάν τους απαντούσε ότι δεν έπρεπε να αποδίδεται ο φόρος, εύκολα θα Τον κατηγορούσαν στους ρωμαίους ότι ξεσηκώνει τον λαό για επανάσταση. Κατηγορίες δηλαδή, που εύκολα και οι δύο θα μπορούσαν να ισχύσουν, να επικρατήσουν για να κατηγορηθεί ο Κύριός μας. Και εκείνος βέβαια με πολύ ξεχωριστό τρόπο, τους ξεκαθαρίζει ποια είναι τα πράγματα του κόσμου και ποια είναι τα πράγματα του Θεού. 
   Και βέβαια αυτό συνεχίζεται και στην επόμενη προσπάθεια, όταν ήρθαν οι Σαδδουκαίοι, οι οποίοι ήταν οι ελίτ, οι φιλόσοφοι των Ιουδαίων και μάλιστα ήταν επηρεασμένοι πολύ από την Αριστοτελική και την Πλατωνική φιλοσοφία. Και ενώ ήταν τυπικοί στη λατρεία του ζώντος Θεού, δεν πίστευαν στην Ανάσταση. Γι’ αυτό – ήταν οι ληστές, είχαν υλιστικό φρόνημα – γι’ αυτό και προσπάθησαν να Τον παγιδεύσουν ρωτώντας Τον και φέρνοντας μπροστά τους το γεγονός του Λεβιρατικού γάμου ίπως λέγεται. Ο Μωυσής είχε θεσπίσει, επειδή υπήρχαν τότε οι φυλές και για να μην εκλείψουν οι φυλές, οι γάμοι να γίνονται μεταξύ των ανθρώπων της κάθε φυλής. Γι’ αυτό και ερωτούν τον Κύριό μας, εάν και σύμφωνα με τη νομοθεσία που έχει ορίσει ο Μωυσής, εάν ένας πέθαινε και δεν άφηνε παιδί στη σύζυγό του, ήταν υποχρεωμένος ο αδελφός του κεκοιμημένου, να συνάψει γάμο με τη σύζυγο του αδελφού, ώστε να αναστήσει σπέρμα τω αδελφώ αυτού. Και εκεί τοποθετούν ότι υπήρχαν 7 αδελφοί, οι οποίοι είχαν σχέση με μία γυναίκα κατά σειρά και στο τέλος λέγει ότι κανείς δεν άφησε σπέρμα σε αυτή τη γυναίκα ώστε να γεννήσει και Τον ερωτούν: «Ἐν τῇ ἀναστάσει, τίνος ἔσται γυνή;» Και βέβαια, εκείνος τους απαντά περί διδασκαλίας της Εκκλησίας, της συνάψεως της πραγματικής σχέσης μέσα στην Εκκλησία, ότι ο αναστημένος άνθρωπος, εις το όνομα του Θεού του ζώντος, που είναι η πηγή της σοφίας, που είναι η πηγή της ζωής και της αναστάσεως, δεν έχει τέτοιες σχέσεις, αλλά δημιουργεί προϋποθέσεις ώστε το αναστημένο σώμα να είναι θεωμένο σώμα, να επιβεβαιώνει δηλαδή τη σχέση του με τον ζώντα και αληθινό Θεό. 
   Εκείνοι θεωρούσαν ότι χάνονταν  τα πάντα, αφού δεν πίστευαν στην ανάσταση, όπως καταλαβαίνετε, ενώ ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, τους υπενθύμισε ότι «Εσείς λέτε ότι είστε λαός που πιστεύετε στον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ. Αφού πιστεύετε σε αυτούς, σημαίνει ότι αυτοί είναι ζώντες και δεν είναι πεθαμένοι! Και ο Θεός που πίστεψαν αυτοί είναι Θεός ζων και όχι Θεός, ο οποίος χάνεται, γιατί είναι δημιούργημα ανθρώπινο μέσα στη ζωή και στη σχέση των ανθρώπων. Κατά τρόπους λοιπόν, με αυτόν τον τρόπο και τους Σαδδουκαίους, για να τους υποδείξει ότι, ο Χριστός έρχεται στον κόσμο, για να έχουν ζωή οι άνθρωποι και μάλιστα περισσότερο ζωής, αιωνιότητα δηλαδή μέσα στη Βασιλεία του Θεού, μέσα στη Βασιλεία του Ουρανίου Πατρός. Γι’  αυτό και έρχονται οι Φαρισαίοι με έναν νόμο – διδάσκαλο για να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν πρόβλημα στον Κύριό μας ώστε να μην απαντήσει, πειράζοντάς Τον και ρωτώντας, ο νομικός – αυτός ερμήνευε τον νόμο – αυτό σημαίνει νομικός της εποχής εκείνης. Ερμήνευε τον νόμο του Μωϊσαίως, δεν είναι με την επιστημονική ορολογία την οποία χρησιμοποιούμε σήμερα, ο νομικός, ο δικηγόρος, ο οποίος έχει σπουδάσει. Αυτοί ήταν ερμηνευτές του νόμου και δυστυχώς, ερμήνευαν τον νόμο κατά το δοκούν και όπως εκείνοι πίστευαν για το συμφέρον τους. 
   Και Τον ρωτούν: «Ποιά είναι η μεγαλύτερη εντολή που θα πρέπει ο άνθρωπος να έχει στη ζωή του;» Και βέβαια, είχαν μπροστά τους τον σαρκωμένο Λόγο του Θεού, οποίος ήρθε να τους αποκαλύψει τον ουράνιο πατέρα και να τους πει ότι πρέπει να αγαπούν τον ουράνιο Θεό. Γι’ αυτό και τους λέει: «Ὅτι ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεὸν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου. Καὶ τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν.»  Αυτές, λέει, είναι οι μεγαλύτερες εντολές στον νόμο του Θεού. Η αγαπητική σχέση του ανθρώπου προς τον Θεό, αφού ήδη υπάρχει η αγαπητική σχέση του Θεού προς τον άνθρωπο.  Και παρουσιάζεται από την δημιουργία, από την ζώσα, παρουσία του Θεού στη ζωή των ανθρώπων και από την ένσαρκη παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Γιατί η κένωσις του Θεού Λόγου, η Γέννησίς Του, είναι έκφραση της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο. Προσλαμβάνει η ανθρώπινη φύση ο Υιός και Λόγος του Θεού. Για να θεώσει τον άνθρωπο και όχι μόνον αυτό, αλλά εκουσίως πάσχει και ανεβαίνει επάνω στον Σταυρό για να ξεπλύνει τις αμαρτίες μας. Με το τίμιο αίμα του, για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους. 
Μέχρι εδώ, ο Κύριος προσπαθούσε να αμυνθεί στις προκλήσεις και στους λόγους των Γραμματέων και των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων και των Ηρωδιανών. 
   Τώρα λοιπόν, ο Χριστός αντεπιτίθεται. Όχι όπως εμείς θα κάναμε! Νευριασμένα και να προσπαθήσουμε να συγκεντρωθούμε έτσι πολλές σκέψεις για να μπορέσουμε να καθυποβάλλουμε τον άλλον και να τον ταπεινώσουμε. Επιτίθεται λοιπόν και τους λέει: «τί υμείν δοκί περί του Χριστού;» Τι νομίζετε, τους λέγει; Τι θεωρείτε, τι πιστεύετε για τον Χριστό; Ποιανού είναι γιος; Και εκείνοι του απαντούν ότι είναι υιός του Δαβίδ, γιατί όντως ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, είναι πρόγονος του Δαβίδ, ο Δαβίδ ήταν προπάτοράς του. Το ακούμε κατά την εορτή των Χριστουγέννων ότι εγεννήθη στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, εξ οίκου και πατριάς Δαβίδ. Όμως, Εκείνος τους φέρνει μπροστά τους, τους  χριστολογικούς ψαλμούς του Δαβίδ και τους λέγει πολύ ωραία. «Ο Χριστός λέγει είναι υιός του Δαβίδ». Γιατί λέγει; Ο Δαβίδ, εκεί στους ψαλμούς, είπε: «Ο Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν σου, ἄχρις ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου». Πώς ο Δαβίδ λέγει τον Κύριο ως Θεό του και ως δυνατό και ισχυρό και εξουσιαστή;  Και αυτό βέβαια το κάνει ο Κύριός μας, για να αποκαλύψει το πρόσωπό Του σε αυτούς, έστω και την τελευταία στιγμή, για να καταλάβουν ότι είναι ο Χριστός Κυρίου, ο απεσταλμένος Σωτήρας και Μεσσίας, που ενώ οι προφήτες, όπως θα ακούσουμε στη συνέχεια, μίλησαν περί του Ιησού Χριστού, και όχι μόνο μίλησαν, «ἐν ἐσοπτρῷ καὶ ἐν αἰνίγματι», αλλά ξεκάθαρα εν Αγίω Πνεύματι μίλησαν περί της Σαρκώσεως του Θεού Λόγου, περί του χρόνου της Γεννήσεως, ο Δανιήλ, ο Ησαΐας, περί του πάθους ο Ιεζεκιήλ και οι άλλοι προφήτες και λέει: «Αυτούς τους φονεύσατε, αυτούς τους φονεύσατε, έστειλε ο Θεός δικαίους και σας μίλησαν περί της Σαρκώσεως του Θεού Λόγου, έστειλε προφήτες και σας δίδαξαν και σας οδήγησαν στη Θεογνωσία. Γιατί πράγματι οι προφήτες οδηγούσαν το λαό στη Θεογνωσία και εσείς, λέγει, τι κάνατε; Τους σκοτώσατε, τους φονεύσατε, αχάριστοι όντες. Και αρχίζει εκεί λοιπόν, στη συνέχεια, ότι εκαθίσατε λέει στην Καθέδρα του Μωυσή, στο θρόνο του Μωυσή και γίνατε λέει κριτές. Και προσπαθήσατε να επιβάλλετε στους ανθρώπους τυπικές διατάξεις, οι οποίες επέφεραν δυσβάσταχτα βάρη στη ζωή τους, περί του θυσιαστηρίου, περί του δώρου του θυσιαστηρίου, περί όλων αυτών των δοξασιών, οι οποίες ήταν τελείως τυπικές, ανούσιες και δεν προσέφεραν απολύτως τίποτα. Και εξαιτίας αυτού του λόγου, γίνεστε λέει χειρότεροι από τους προγόνους σας, από τους πατέρες σας! Διότι ενώ έχετε ενώπιόν σας, σεσαρκωμένο τον Θεό, γιατί οι προφήτες ομίλησαν και μας είπαν ότι από την πόλη Βηθλεέμ της Ιουδαίας θα γεννηθεί ο Θεός Λόγος, ο Σαρκωμένος Θεός, ο οποίος θα κάνει θαύματα, θα βλέπετε λέει χολούς να περπατούν, τυφλούς να ανοίγουν τα μάτια τους, νεκρούς να ανασταίνονται, εσείς θα παραμείνετε πορωμένοι. Εσείς θα παραμένετε στις δοξασίες και σε αυτά που σας συμφέρουν, όπως κάνουν όλοι οι άνθρωποι και ενώ έχετε τον ζώντα και αληθινό Θεό μπροστά σας, δεν βλέπετε πράγματι την ένσαρκη παρουσία Του, αλλά και την θεϊκή Του υπόσταση και τη δύναμη Του για τη σωτηρία των ανθρώπων. 
   Γι’ αυτό λοιπόν τους λέγει, τελειώνοντας, ότι εξαιτίας όλης αυτής της συμπεριφοράς σας και όλων αυτών που κάνετε, μετά από 37 χρόνια θα γίνει η κατάληψη της Ιερουσαλήμ. Δε θα μείνει λίθος επί λίθου επί Τίτου ο οποίος θα την καταστρέψει, ακόμη και ο ναός του Σολομώντος θα καταστραφεί. Και μάλιστα έχουμε μαρτυρίες ότι το 71, όργωναν εκεί που ήταν ανηγερμένος ο ναός, και όπου μέχρι σήμερα, όποιος πάει στα Ιεροσόλυμα και μπει εκεί από την πύλη της Ιεριχούς και δει εκεί αριστερά που ήταν ο Ναός του Σολομώντος, δεν υπάρχει τίποτα. Δεν έχει ανορθωθεί δηλαδή εκεί ακόμα αυτός ο ναός. Μέσα λοιπόν σε αυτή την κατάσταση που εσείς, λέει, λιθοβολήσατε και φονεύσατε τους προφήτες, για αυτό τον λόγο, εγώ προσπάθησα να έρθω ανάμεσά σας, να σας επιστηρίξω πνευματικά, άπλωσα, λέει,  φτερά μου, όπως η όρνις για να καλύψει τα νοσσία της, τα πουλάκια της και να τα προστατεύσει. Όμως εσείς δεν δεχθήκατε αυτή την προστασία. Γι’ αυτό και από σήμερα, αφήνεται ο οίκος ημών έρημος, φεύγω από ανάμεσά σας και δεν πρόκειται, λέει, να με συναντήσετε ξανά ποτέ, εάν δεν πείτε: «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». 
   Ο Θεός δηλαδή, φεύγει από τη ζωή των ανθρώπων, όταν οι άνθρωποι απομακρύνονται από τη χάρη του Θεού, όταν οι άνθρωποι δημιουργούν καταστάσεις οι οποίες δεν είναι θεϊκές και θεοειδείς στη ζωή τους. Γι’ αυτό και στη συνέχεια, που θα το ακούσουμε αύριο το πρωί στην Ευαγγελική περικοπή, κάνει τρεις διδασκαλίες που είναι και οι τελευταίες. Επισφραγίζει με αυτό τους λόγους του, τα ακούσαμε το θέμα των διδασκαλιών, τους ακούσαμε από τα καθίσματα απόψε, από τον Κανόνα και από τους Ύμνους και τα απόστιχα που ψάλαμε. Η πρώτη διδασκαλία είναι για τον πονηρό δούλο, που είμαστε όλοι μας και όταν λείπει ο Κύριός μας, δεν εργαζόμαστε αυτό που πρέπει να εργαστούμε. Και τι σημαίνει εδώ δεν εργαζόμαστε; Δεν εργαζόμαστε τις εντολές του Θεού. Όταν μας βλέπουν οι άλλοι, κάνουμε μετάνοιες, κάνουμε νηστείες, κάνουμε αγαθοεργίες. Όταν είμαστε μέσα στο ταμείο μας, το κελί μας, βγάζουμε ολόκληρο τον κακό εαυτό μας, ως κακοί δούλοι. Γιατί; Δεν έχουμε φόβο Θεού, γιατί δεν έχουμε ζώσα την παρουσία του Θεού στην καρδιά μας. Και αυτό, ξέρετε, πρέπει μόνοι μας να αγωνιστούμε να το πραγματώσουμε. Μόνοι μας να ζητήσουμε την παρουσία του Θεού εις τη ζωή μας, για να μπορεί ο Θεός να είναι μέσα μας και να είναι παρόν στη ζωή μας και στην ιστορία μας. Γι’ αυτό και συμπεριφερόμαστε όπως ο κακός δούλος, που αναφέρει ο Κύριος στην πρώτη του διδασκαλία.
   Η δεύτερη διδασκαλία είναι η γνωστή περικοπή περί των 10 παρθένων. Των 5 συνετών και φρονίμων και των 5 ασύνετων. Προσέξτε, και οι 10 παρθένες και οι 10 αγνές στη ζωή τους, όχι όμως αγνές στην ψυχή τους. Ασύνετες και πονηρές. Και αυτό είναι όλεθρος, αυτή είναι η πνευματική μας καταστροφή, διότι οι 5 μωρές ήταν ράθυμες. Οι 5 μωρές ήταν παρθένες, αδιάφορες. Και ο Θεός αυτή την ραθυμία και την αδιαφορία μας θα κρίνει, διότι δεν εργαζόμαστε φιλοπόνως και φιλοτίμως για τη σωτηρία μας. Αυτό είναι το πρόβλημά μας, διότι οι εγωπαθείς καταστάσεις μας και ο φρενοβλαβής εαυτός μας δεν μας αφήνουν πράγματι να γίνουμε και εμείς στη ζωή μας τί; Να έχουμε ἔλαιον, σαν αυτό το λάδι που πήραν οι 5 φρόνιμες παρθένες και το είχαν πλούσιο στη ζωή τους. Αυτό ζήτησε ο Κύριος. «Ἔλεος θέλω καὶ οὐ θυσίαν». Δεν θέλουν, λέει, να θυσιάζονται όπως θυσίαζαν οι πρόγονοί σας! Ελεημοσύνη και φιλανθρωπία και αγάπη και αναζήτηση της παρουσίας του Θεού εις τη ζωή σας. Έναντι λοιπόν της γραφημίας και της αδιαφορίας και της νοσταλγίας, που πολλές φορές έχουμε, γιατί μας πιάνουν και αυτές οι πνευματικές καταστάσεις και αναζητήσεις, ενώ δεν έχουμε τίποτα, νοσταλγούμε να έχουμε, μα δεν εργαζόμαστε να έχουμε. Δεν εργαζόμαστε να έχουμε! Και αυτό είναι ο όλεθρός μας.
Γι’ αυτό και το πρώτο που ζητάει ο Χριστός από εμάς είναι η εγρήγορση. Ο πονηρός δούλος δεν είχε εγρήγορση, δεν ήξερε πότε θα έρθει ο Κύριός του και ήθελε σημεία. Μα ο Κύριος, εντός ημών εστί είναι μέσα μας, ο Θεός, και δεν χρειαζόμαστε σημεία για να το δούμε, γιατί βιώνουμε την παρουσία του Θεού όταν εμείς θέλουμε να έχουμε το Θεό στη ζωή μας. Οι 5 παρθένες, αυτό που ζήτησε ο Κύριος ήταν να αγρυπνούν, να αγρυπνούν και να περιμένουν τον Νυμφίο των καρδιών τους. Αυτός ο οποίος θα ερχόταν μέσω της νύχτας και το σκοτάδι τους θα το έκανε φως και θα άλλαζε την καρδιά τους και το είναι τους και την παρουσία του Θεού με την παρουσία του Θεού εις τη ζωή τους. Να λοιπόν, πόσα πράγματα εύκολα μπορούμε να έχουμε στη ζωή μας και δεν τα πραγματοποιούμε. 
   Και η τελευταία  διδασκαλία του Κυρίου, η 3η,  είναι μία πολύ ωραία εικόνα. Θα την ακούσουμε και αυτή. Η τρίτη είναι εσχατολογικό γεγονός, μας ομιλεί περί της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου και της Κρίσεώς Του. Μας ομιλεί περί του χωρισμού των ανθρώπων σε εκ δεξιών και εξ ευωνύμων, αυτούς οι οποίοι τηρούν τον λόγο του Θεού και ποιούν το θέλημα του Θεού και αυτούς οι οποίοι δεν τηρούν τον λόγο και το θέλημα του Θεού, με μέτρο όμως την αγάπη, με μέτρο τον άλλον άνθρωπο. Διότι ο Θεός παρουσιάζεται στους πεινώντας, στους διψώντας, στους γυμνούς, στους αναγκεμένους ανθρώπους, και όταν εμείς αυτούς μπορέσουμε και κατορθώσουμε να τους ταΐσουμε και να τους ποτίσουμε και να τους ενδύσουμε, εκεί θα δούμε τον ζώντα Θεό. Εκεί θα δούμε τον εξανθρωπίσαντα Κύριό μας Ιησού Χριστό. Στους ελαχίστους αδελφούς. Στους εσχάτους. Σε αυτούς οι οποίοι είναι εγκαταλελειμμένοι, απεριμένοι και αμφισβητούμενοι από τους ανθρώπους. Και για αυτούς τους οποίους εμείς, υποτίθεται, κάνουμε πράγματα για να έχουμε ένα καλό έργο στη ζωή μας. Είναι κι αυτός ένας πειρασμός που έχουμε. Γιατί; Γιατί εξιδανικεύουμε τις καταστάσεις, οι οποίες όμως δεν είναι οντολογικές καταστάσεις. Δεν προέρχονται από μέσα μας, δεν πηγάζουν από μέσα μας. Γιατί; Γιατί είμαστε τεμπέληδες, γιατί είμαστε ράθυμοι. Γιατί δεν έχουμε νίψη και εγρήγορση στη ζωή μας. Γιατί δεν έχουμε τα πνευματικά εφόδια που ο Χριστός μάς δίνει. Και μας έχει εγκαταλείπει. Και ο οίκος της ψυχής μας είναι έρημος. Γιατί προσποιούμαστε και δεν είμαστε αυτό που πρέπει να είμαστε.
   Τούτο μόνο θα πω και θα τελειώσω. Επειδή, όλοι σας θεωρώ ότι αυτές τις ημέρες έχετε δει τη σειρά με τον Άγιο Παΐσιο. Ο Άγιος έλεγε το εξής: Κατηγορούμε τους ανθρώπους που είναι φονιάδες, που έχουν σκοτώσει ανθρώπους, που έχουν βιαιοπραγήσει, που έχουν δημιουργήσει προβλήματα. Αυτοί όμως – λέει – ανδρώθηκαν  σε ένα τέτοιο περιβάλλον και μπορεί κάποια στιγμή να έκαναν έναν αγώνα και αντί να κάνουν 20 φόνους, έκαναν 10. Εμείς όμως, που ανδρωθήκαμε μέσα στο περιβάλλον της Εκκλησίας και είμαστε, υποτίθεται, άνθρωποι του Θεού, αντί να κάνουμε 20 θαύματα, κάναμε 10! Ξέρετε, λέει ο Άγιος, ότι εκείνος ο φονιάς με τους 10 φόνους θα να είναι στον Παράδεισο, κι εμείς με τα 10 θαύματα να είμαστε απ’ έξω; Γιατί; Γιατί η κρίση του Θεού είναι αυστηρότερη όχι μόνο για τις αμαρτίες μας, αλλά και για όσα έπρεπε να κάνουμε και δεν τα πραγματοποιήσαμε στη ζωή μας. Γιατί είμαστε ράθυμοι. Γιατί είμαστε αναίσθητοι. Γιατί δεν έχουμε μέσα μας αυτό που ήρθε ο Χριστός και μάς χάρισε και εμείς δεν το αγκαλιάσαμε, δεν το πραγματώσαμε στη ζωή μας.
   Γι’ αυτό, αδελφοί, ας αγωνιστούμε όλοι μας πνευματικά. Ο οίκος της ψυχής μας να μη μείνει έρημος από τη ζώσα παρουσία του ζώντος και αληθινού Θεού. Να Τον ακολουθήσουμε στην πορεία Του προς τον Γολγοθά. Να ανεβούμε κι εμείς τον δικό μας Γολγοθά. Να σταυρώσουμε τα πάθη μας και τις επιθυμίες μας. Να Τον κάνουμε Νυμφίο των καρδιών μας· να μας φωτίζει και να λαμπρύνει την ψυχή μας.
   Και πράγματι, να αναδειχθούμε κι εμείς όπως οι πέντε συνετές παρθένες. Μπορεί να έχουμε άσκηση στη ζωή μας – υποτιθέμενη – αλλά δεν είχαμε τη σύνεση, εξαιτίας της ραθυμίας και της αδιαφορίας μας. Να μείνουμε προσκολλημένοι στον Κύριο της δόξης. Και να έρθει, να αλλάξει τη ζωή και το είναι μας. Και να μας καταστήσει Υιούς Θεού και θυγατέρες κατά χάριν, μέτοχοι της δόξης και της δωρεάς του Θεού».

Διαβάστε ακόμα