Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Τιμόθεος, το εσπέρας Μεγάλης Τετάρτης 16 Απριλίου, χοροστάτησε στην ακολουθία του Νιπτήρος στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Καρδίτσης.
Με αφορμή τον Όρθρο της Αγίας και Μεγάλης Πέμπτης, ο Σεπτός Ποιμενάρχης μας παρουσίασε με βαθειά θεολογική ευαισθησία και πνευματική ενάργεια τα τέσσερα ιερά γεγονότα που μνημονεύει το Συναξάριο και ερμηνεύει το Ιερό Ευαγγέλιο της ημέρας: τον Ιερό Νιπτήρα, τον Μυστικό Δείπνο, την Υπερφυά Προσευχή και την Προδοσία του Ιούδα.
Ο Ιερός Νιπτήρ, τόνισε, δεν αποτελεί απλώς μια πράξη συμβολική, αλλά φανερώνει την «ἄκρα ταπείνωσιν» του Θεού· την επιλογή του Χριστού να σκύψει και να πλύνει τα πόδια των μαθητών Του, ακόμη και του Ιούδα. Πρόκειται για «ύψος ποδιών» που οδηγεί στην καθαρότητα της ψυχής, στην προετοιμασία για το Μυστήριο του Βαπτίσματος. Όπως χαρακτηριστικά είπε: «Η άκρα ταπείνωση του Θεού δεν είναι ο σταυρός – ο σταυρός είναι ο θρόνος του Θεού. Η άκρα ταπείνωση είναι ο Θεός να πλένει τα πόδια των ανθρώπων».
Ο Μυστικός Δείπνος, συνέχισε, δεν ήταν ένα τυπικό πασχαλινό εβραϊκό δείπνο· έγινε μία μέρα νωρίτερα, την Πέμπτη, γιατί ο Χριστός ήθελε να είναι με τους μαθητές Του, να τους παραδώσει τα Μυστήρια, να εγκαινιάσει τη Θεία Ευχαριστία. Εκεί, ο Χριστός προσφέρει τον αγιασμό της ύλης – το ψωμί και το κρασί – τα οποία γίνονται το ίδιο Του το Σώμα και το Αίμα. «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» – η εντολή Του είναι σαφής: η Εκκλησία πλέον πορεύεται ενωμένη με τον Χριστό μέσα από τη Θεία Κοινωνία.
Η Υπερφυά Προσευχή, προσευχή γεμάτη αγωνία, φανερώνει τη διπλή φύση του Χριστού· είναι ταυτόχρονα Θεός – ο πανίσχυρος Ηγούμενος – αλλά και άνθρωπος, ο οποίος «ιδρώτα ως θρόμβους αίματος» χύνει στον κήπο της Γεθσημανή. Η ψυχή Του «περίλυπος έως θανάτου» ζει την αγωνία της προσφοράς Του. Πρόκειται για βαθύ ανθρώπινο πόνο, που αποκαλύπτει την ελεύθερη παράδοση στον Θείο Σκοπό.
Η Προδοσία του Ιούδα επισφραγίζει την τραγωδία της ανθρώπινης πτώσης. Ο Ιούδας αποχωρεί από τον Σύλλογο των Αποστόλων, από την κοινότητα της σωτηρίας, και γίνεται σημείο προς αποφυγήν. Ακόμη κι εκείνη τη νύχτα, ο Χριστός του πλένει τα πόδια, του προσφέρει το τίμιο κομμάτι του άρτου βουτηγμένο στο ζωμό, όπως έκαναν οι οικοδεσπότες προς τιμήν αγαπημένων προσκεκλημένων – μια τελευταία ευκαιρία μετάνοιας, που ο Ιούδας απορρίπτει. Το φίλημα, πράξη τρυφερότητας και αγάπης, μετατρέπεται σε όργανο προδοσίας. «Έκπτωση της ανθρώπινης ζωής», είπε με συγκίνηση ο Σεβασμιώτατος.
Μετά την αποχώρηση του Ιούδα, ο Χριστός παραδίδει τη Νέα Εντολή της Αγάπης. «Νυν εδοξάσθη ο Υιός του ανθρώπου» λέγει· η δόξα Του είναι ο Σταυρός. Και έτσι αρχίζει η αληθινή ζωή της πρώτης Εκκλησίας – η κοινωνία των προσώπων, των βαπτισμένων εις το Όνομα Του, που πλέον πορεύονται εν Χριστώ.
Αναφέρθηκε ακόμη στις πρακτικές της πρώτης Εκκλησίας: τα κατηχούμενα και τα φωτιζόμενα, την προετοιμασία για το Βάπτισμα κατά την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, αλλά και τον τρόπο συμμετοχής στη Θεία Λειτουργία. Η κοινωνία στο Σώμα και στο Αίμα του Χριστού, υπογράμμισε, δεν είναι προαιρετική· είναι η ζωή της Εκκλησίας. «Δεν νοείται Θεία Λειτουργία χωρίς τη Θεία Μετάληψη», επεσήμανε με έμφαση.
Τέλος, κάλεσε όλους τους πιστούς σε διαρκή νίψη και μετάνοια – δύο αρετές που πάντοτε συμπορεύονται και μας οδηγούν στην ανακαίνιση και τη σωτηρία. Το Βάπτισμα, η καθαρότητα, η ταπείνωση, η εγκράτεια και η υπομονή γίνονται οι προϋποθέσεις της μετοχής μας στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Εκεί βρίσκεται η ουσία της Εκκλησίας, η λύτρωση και η ελπίδα της αιώνιας Βασιλείας.
«Μηδεὶς ἀποθῇ πεινῶν ἀπὸ τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως», είπε συγκινημένος, με μία πατερική έκφραση που διαπερνά τους αιώνες. Όλοι είμαστε καλεσμένοι να γευθούμε την αιώνια ζωή, εφόσον έχουμε ανακαινιστεί «ἐκ τοῦ ὕδατος καὶ τοῦ Πνεύματος», εφόσον ζούμε την παρουσία του Χριστού μέσα στην Εκκλησία Του.
Κλείνοντας την ομιλία του, ο Σεβασμιώτατος ευχήθηκε πατρικώς σε όλους τους πιστούς να αξιωθούν να βιώσουν με καθαρότητα καρδίας και μετάνοια τις Άγιες Ημέρες του Θείου Πάθους, να σταθούν «προσοχή και δέος» ενώπιον του Εσταυρωμένου, και να φθάσουν με χαρά και ειρήνη στην Ανάσταση του Κυρίου. Ευχήθηκε ολόψυχα η αγάπη του Χριστού να φωτίζει τις καρδιές, να ειρηνεύει τις οικογένειες, να αγιάζει την κοινωνία μας και να γίνεται οδηγός και ελπίδα στον καθημερινό αγώνα του κάθε ανθρώπου.














