«Η επιστροφή του Ασώτου – ανθρώπου στον Θεό – Πατέρα»

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ

Είναι γεγονός ότι έχουμε εκκλησιαστικά εισέλθει στην ιδιαίτερα κατανυκτική και συνάμα διδακτική περίοδο του Τριωδίου. Κατά την περίοδο αυτή προετοιμαζόμαστε πνευματικά για να αντικρύσουμε τον Κύριο Ιησού Χριστό επάνω στον Τίμιο Σταυρό και επακόλουθα να γίνουμε μέτοχοι της Αναστάσεώς Του. Η προηγούμενη Κυριακή, δηλαδή η Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου, μας δίδαξε τον τρόπο με τον οποίο η ταπείνωση μαζί με την μετάνοια, βοηθούν μια ταλαιπωρημένη ψυχή (όπως αυτή του Τελώνη) να βιώσει την παρουσία και το έλεος του Θεού.

Η Κυριακή αυτή, κατά την οποία θα ακούσουμε από το ιερό Ευαγγέλιο την σχετική παραβολή, προβάλει αρχικά την μορφή ενός εγωπαθούς υιού, ο οποίος ζητάει από τον πατέρα του το μερίδιο από την περιουσία με σκοπό να το σπαταλήσει και να ζήσει απολαύσεις κάθε είδους. Στη συνέχεια, αφού ο υιός έχει σπαταλήσει όλα του τα χρήματα, έχει βιώσει την απόρριψη από όσους συναναστρεφόταν και έχει καταντήσει να ανταγωνίζεται με τους χοίρους για την εύρεση τροφής, αποφασίζει να γυρίσει μετανιωμένος στον πατέρα του. Ο πατέρας του «Ασώτου», περιμένει την επιστροφή του υιού του και όταν τον βλέπει να εμφανίζεται ταλαιπωρημένος, αποφασίζει να τον αποδεχθεί γιατί το παιδί του ήταν «νεκρό και αναστήθηκε». Ο αδελφός του «Ασώτου», ένας άνθρωπος εργατικός, πιστός και αφοσιωμένος στον πατέρα του, θυμώνει με την χαρά που βιώνει το σπίτι για την επιστροφή του αδελφού του και εναντιώνεται στον πατέρα του. Η απάντηση του πατέρα προς τον «αγανακτισμένο» υιό είναι να μετάσχει στην χαρά που έχει το σπίτι καθώς ο χαμένος αδελφός επέστρεψε. 

Η παραβολή αυτή δεν είναι μια ιστορία του παρελθόντος η οποία μπορεί και να επισφραγίζεται από κάποιο ηθικό δίδαγμα. Η παραβολή αυτή αποτελεί την ιστορία της ανθρωπότητας και επακόλουθα και την δική μας ατομική ιστορία. Σκοπός της ύπαρξής μας είναι η βίωση μιας πορείας γεμάτης από αγώνα πνευματικό, θλίψεις και δοκιμασίες με σκοπό την επιστροφή (συλλογικά ως άνθρωποι αλλά και ατομικά) στον Παράδεισο, από τον οποίο και έχουμε «εξοριστεί» λόγω του εγωισμού μας. Ο υμνογράφος, στο Κοντάκιο της ημέρας σημειώνει: «Εγώ (όπως και ο Άσωτος) αποσκίρτησα χωρίς να έχω σύνεση από την πατρική Σου δόξα, και σε κακές πράξεις σκόρπισα τον (πνευματικό) πλούτο (τον πλούτο δηλαδή της ψυχής) που μου παρέδωσες· για τον λόγο αυτό λοιπόν κραυγάζω προς Εσένα με φωνή αντίστοιχη με αυτήν του Ασώτου· Αμάρτησα ενώπιόν σου φιλεύσπλαχνε Πατέρα, (σε παρακαλώ) να δεχθείς την μετάνοιά μου και να με δεχθείς σαν έναν από τους δούλους σου».

Ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά, έχει να προβάλλει την δική του «διαδρομή» για την επιστροφή του στον Παράδεισο. Ο κάθε άνθρωπος, σε πνευματικό επίπεδο, μπορεί να ταυτιστεί με τον «Άσωτο» της παραβολής. Ο Θεός έχει προικίσει τον κάθε έναν από εμάς με χαρίσματα πνευματικά και αυτά (τα χαρίσματα) είναι και ο δικός μας πλούτος, το δικό μας μερίδιο από την «περιουσία» του Θεού – Πατέρα μας. Εμείς, μέσα από τον τρόπο ζωής μας και από την προθυμία που δείχνουμε να ανταποκρινόμαστε σε κάθε τι που δεν έχει σχέση με τον Θεό, αμελούμε να αξιοποιήσουμε τα χαρίσματα της ψυχής μας. Επιλέγουμε να «ξοδευόμαστε» σε πράγματα που δεν έχουν καμία σχέση με την ωφέλεια της ψυχής με σκοπό να γίνουμε αρεστοί σε κύκλους ανθρώπων οι οποίοι (ως όργανα του Διαβόλου) καθιστούν τους εαυτούς τους «είδωλα» και «πρότυπα» για να τους ακολουθούν όλοι οι υπόλοιποι. Εμείς, από την πλευρά μας, τους ακολουθούμε (όπως ο Άσωτος) και αφού εκείνοι μας χρησιμοποιήσουν και μας αφαιρέσουν ότι καλό έχουμε μέσα μας (η απώλεια του πνευματικού μας πλούτου), μας αφήνουν μόνους και χωρίς καμία συμπαράσταση (όπως τον Άσωτο). Έχοντας μείνει μόνοι και αβοήθητοι, έχοντας ταλαιπωρηθεί από κάποιες απόπειρες παρηγοριάς της πνευματικής μας «πείνας», όπως και ο Άσωτος, αποφασίζουμε να στραφούμε προς τον Πατέρα μας, καθώς γνωρίζουμε ότι Εκείνος θα μας αγκαλιάσει και θα μας αποδεχθεί. Ο υμνογράφος, στον Οίκο της εορτής, μας προτρέπει να μιμηθούμε τον Άσωτο ως προς την καλή του μετάνοια και με όλη μας την καρδιά, μυστικά ο καθένας, να φωνάξουμε προς τον Πατέρα να μας σπλαχνισθεί και να μας ονομάσει «παιδιά» Του όπως και πριν την πτώση μας.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, θέλοντας να τονίσει την αποδοχή του αμαρτωλού ανθρώπου (όπως και του Ασώτου) από τον Θεό, σημειώνει ότι ο Πατέρας θα δώσει στον μετανοημένο άνθρωπο την στολή η οποία έχει φτιαχτεί από Αυτόν και είναι γεμάτη από την φλόγα της Θεότητας, την στολή η οποία έχει υφανθεί από τα ύδατα της κολυμβήθρας του πνευματικού βαπτίσματος. Ταυτόχρονα, ο Θεός – Πατέρας προτρέπει τους δούλους Του να ντύσουν τον νέο άνθρωπο τον οποίο ο διάβολος γύμνωσε. Προτρέπει τους δούλους Του να καλλωπίσουν τα μέλη του σώματος του νέου Αδάμ και παράλληλα να του φορέσουν ως δακτυλίδι τον αρραβώνα του Πνεύματος. Μάλιστα, ο νέος άνθρωπος θα χρησιμοποιεί την σφραγίδα του δακτυλιδιού (όλοι οι άρχοντες εκείνης της εποχής έφεραν ως σκάλισμα στο δακτυλίδι τους μια σφραγίδα) για να νικάει τους εχθρούς του και να φαίνεται ότι είναι όντως υιός του Θεού. Ο Θεός – Πατέρας διατάζει τους δούλους να δώσουν στον νέο άνθρωπο υποδήματα ώστε ο Διάβολος (όπως αντίστοιχα το φίδι στην περίπτωση των Πρωτοπλάστων) να μην ανακαλύψει κάποιο απροστάτευτο σημείο για να επιτεθεί – ο άνθρωπος με τα υποδήματα αυτά πρέπει να πατήσει την αμαρτία και να πορεύεται τον δρόμο του Θεού.

Επιστρέφοντας στην παραβολή, βλέπουμε τον αδελφό του «Ασώτου» να διαμαρτύρεται για το γλέντι το οποίο ο πατέρας διοργάνωσε για την επιστροφή του χαμένου αδελφού. Η οργή του αδελφού είναι σημάδι ότι έγινε δούλος της ζήλειας του. Ο αδελφός, ο οποίος ποτέ του δεν επεδίωξε να φύγει από την πατρική στέγη, έγινε δούλος του φθόνου για τον χαμένο αδελφό του. Η απάντηση του Πατέρα, ότι δηλαδή ο χαμένος υιός βρέθηκε και ότι ο θεωρούμενος ως νεκρός αναστήθηκε, δείχνει ότι ο Πανάγαθος Θεός δέχεται όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τις αμαρτίες που έχουν διαπράξει. Βασική προϋπόθεση για την αποδοχή από τον Πατέρα είναι η ταπείνωση του «εγώ» και η μετάνοια.

Έχοντας ως σκοπό να αγωνιστούμε πνευματικά και να βιώσουμε με κατάνυξη την φετινή περίοδο του Τριωδίου, ας ταπεινώσουμε τον εαυτό μας. Ας κατανοήσουμε ότι δεν πρέπει να δαπανάμε αλόγιστα τα πνευματικά μας χαρίσματα σε ανθρώπους και καταστάσεις ζημιογόνες για την πνευματική μας πορεία. Ας μιμηθούμε την ταπείνωση του «Ασώτου» όσες φορές πέφτουμε σε σφάλματα και ας διδαχθούμε από την χαρά και την στοργή του Θεού – Πατέρα ώστε να μπορούμε και εμείς με την δική μας σειρά να συγχωρούμε και να δεχόμαστε τον κάθε αδελφό μας που μετανοεί. Τέλος, στρεφόμενοι στην ψυχή μας και διαπιστώνοντας τις δικές μας πνευματικές «ασωτίες», ας παρακαλέσουμε τον Θεό – Πατέρα να μας ανοίξει τις «πατρικές αγκάλες» Του για να συναντηθούμε στην Βασιλεία Του, Αμήν!

Διαβάστε ακόμα