Η ζωή και το έργο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη – Η Ελληνική Επανάσταση 1821

Toy Αιδεσιμόλ. Δημητρίου Λυμπεροπούλου, Εφημερίου Ι. Ναού Προφήτου Ηλιού Τριπόλεως

Το έναυσμα να αδράξω την πέν(ν)α ανά χείρας για να συντάξω το παρόν κείμενον, μου το δίδει η τέλεσις του Ιερού Μνημόσυνου εις τον Περικαλλή Μητροπολιτικόν Ιερόν Ναόν Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως, την 8ην Φεβρουαρίου 2020, πρωτοβουλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. Αλεξάνδρου, εις μνήμην του Αρχιστράτηγου και ελευθερωτού του Γένους Θεόδωρου Κολοκοτρώνη για τα 177 χρόνια από την κοίμησί του.

Μέσα στο προχώρημα του αείρροου χρόνου και δη κατά την περίοδον της Τουρκοκρατίας στα 400 χρόνια πικρής δουλείας, θλίψεων και οδύνης του Ελληνικού Γένους, υπό των Αγαρηνών και τούτο μόνο στο σώμα, όχι όμως και στην ψυχή του, Έλληνος ραγιά, δεν κατέστη ικανή η αχλύς του αέναου αδησώπητου χρόνου να σκεπάση ιστορικά και Εκκλησιαστικά γεγονότα, που πλέκουν το αιματοβαμμένο στεφάνι της ενδόξου Πατρίδος μας, τότε που «τ’ άσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά».

Προοιμιακώς οφείλω να γυρίσω τη μηχανή του χρόνου δυο περίπου εκατονταετίες πριν.

Έτος 1688. Ο Μέγας και μελίρρυτος Εκκλησιαστικός ρήτωρ Ηλίας Μηνιάτης μιλώντας από του άμβωνος του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία στις 25 Μαρτίου ημέρα του Ευαγγελισμού,απευθύνει συντετριμμένη τη καρδία ικετήριον λόγον προς την εορτάζουσα Υπέρμαχον Στρατηγόν.

«Κεχαρητωμένη Παρθένε… πίπτοντας εις τους πανάχραντους Σου πόδας, άλλο δεν επιθυμώ από Εσέ παρά την αμαχόν Σου προστασίαν προς βοήθειαν και συντήρησιν του φιλοχρίστου Στρατού, προς διωγμόν και εξολόθρευσιν του αντιθέου τυράννου. »

Έως  πότε πανακήρατε κόρη, το τρισάθλιον Γένος των Ελλήνων έχει να ευρίσκεται εις τα δεσμά μιας ανυποφόρου δουλείας;

Ας σε παρακινήσουσιν αι φωναί και αι παρακάλεσες των Αγίων σου, όπου ακαταπαύστως φωνάζουσιν από όλα τα μέρη της τρισαθλίου Ελλάδος……

Και δείχνοντας του την σκληροτάτην τυραννίαν των αθέων Αγαρηνών, ελπίζουσιν από την άκρα σου ευσπλαχνίαν του Ελληνικού Γένους την απολύτρωσιν.

Τα κηρύγματα του Ηλία Μηνιάτη,του Κοσμά του Αιτωλού και άλλων λογίων Κληρικών, έφθασαν στις ακοές των απλών ανθρώπων του λαού μας όταν σήκωσαν τα όπλα για την ελευθερία της Πατρίδος.

Είναι ιστορικώς και αδηρίτως αποδεδειγμένο ότι μετά την Άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως το 1453, η Εκκλησία ήταν εκείνη που στάθηκε από την πρώτη στιγμή δίπλα στον σκλαβωμένο ραγιά, που μαζί με την βοήθειαν της Παναγιάς υπήρξε ο «εύδιος λιμήν» των χειμαζομένων.

Πεφωτισμένος Ιεράρχης μας λέγει: « η φιλτάτη ημών Πατρίς δεν δύναται να παρομοιασθή με οιανδήποτε άλλην χώραν, διότι ιστορικώς διήλθεν από βάναυσον δουλείαν και κατοχή τεσσάρων αιώνων και επεβίωσε ως Έθνος, ένεκεν της Κιβωτού του Γένους Εκκλησίας».

Το δια της Εκκλησίας εσώθημεν θα παραμείνη αναλλοίωτον και ακατάλυτον. Ο Ελληνισμός ανέζησε και διετηρήθη αειθαλής, εμβολιασθείς εις την καλλιέλαιον Εκκλησίαν και τούτο οφείλεται εις την Ορθόδοξον πίστιν.

Η Εκκλησία διεδραμάτισε σπουδαιότατον μέρος κατά τον μακραίωνα αγώνα της Παλιγγενεσίας, ένθεν μεν ποιμαίνουσα και διδάσκουσα, ένθεν δε ενεργώς μετέχουσα και εν πολλοίς ηγουμένη των Εθνικών εξεγέρσεων (Δ.Σ. Μπαλάνος) δίπτυχα του νεώτερου Ελληνισμού.

Τα τετρακόσια χρόνια της σκλαβιάς για την Εκκλησία που μέσα της κρύβει και θάλπει το Έθνος, είναι χρόνια μαρτυρικά.

«Η φιλογενεστάτη ημών Πατρίς βλέπουσα την κίνησιν των ομοπίστων ομογενών, εις το να αποσείση τον ασεβή και τυραννικόν ζυγόν ύψωσε την σημαίαν τη Ελευθερίας του Γένους- Άνδρες θείοι μεσίται Θεού και ανθρώπων γένηται τώρα συνελευθερωταί». (Επαναστατική προκήρυξις των τριών νήσων Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών, 1821)

Δυο σημαντικοί σταθμοί που επέχουν θέσι στο παρόν κείμενον είναι: η ζωή και το έργο του λεοντόκαρδου Γέρου τοῦ Μοριά Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και η Ελληνική Επανάστασις 1821 που έχουν αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους και κοσμούν τους δέλτους της νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας.

Ο Σεβασμιώτατος δεινός μελετητής και βαθύς γνώστης της Νεοελληνικής Ιστορίας, βασισμένος στα θεμελιώδη λόγια του πατέρα της Ιστορίας. Ηροδότου 485-421 π.Χ.

«Όλβιος εστίν, όστις έσχεν της Ιστορίης μάθησιν», μέσα από τα αξιόλογα πονήματα του δίδει το νόημα και τον ορισμόν της Ιστορίας».

«Η ιστορία παντός Έθνους,είναι το μνημείον επί του οποίου κεχαραγμένα υπάρχουσι τα κατορθώματα, τα πλημμελήματα και η αρετή των προγόνων του».

Είναι κάτοπτρον εις ο ενοπτριζόμενοι οι μεταγενέστεροι τα μεν καλά οφείλουσι να μιμώνται και προάγωσιν αποφεύγωσι δεν τα εναντία.

Η Ιστορία κάθε Έθνους εξεικονίζει αυτήν ταύτην την υπαρξιακή του πορεία, στην αέναη ροή του χρόνου.

Δια να ειναι δε η Ιστορία όσον ένεστιν αλάνθαστος κανών και ασφαλής οδηγός της Εθνικής πορείας πρέπει να περιέχη αλήθειας, να περιγράφη τα πράγματα τοιαύτα οία γεγόνασιν ἀπαθῶς και απροσωπολήπτως.

Η Ιστορία του Έθνους μας είναι πρωταρχικό και αναπόσπαστον στοιχείο της Εθνικής μας υπάρξεως και σηματοδοτεί ευκρινώς την περαιτέρω Εθνική μας πορεία» ως προς την τελευταίαν πηγήν της ιστορικής ύλης τας αλληλογραφίας δηλαδή και τα λοιπά έγγραφα, άλλη δεν ηδύνατο να υπάρξη τελειοτέρα της του αοιδίμου Γέροντος Θεοδώρου Κολοκοτρώνη προς ον όντα γενικόν αρχηγόν απευθύνοντο πανταχόθεν, εκ των πεδίων των μαχών αναφοραί και εκδόσεις παντοίαι. Ηθικόν το χρέος, απότησις τιμής και μνήμης αλλά επιτακτικόν και αναγκαίον το καθήκον μου επιτάσσουν να παραθέσω αυτούσια και αλώβητα, τα λόγια του Γέρου του Μοριά και τ΄απομνημονεύματα υπέρ της ανεξαρτησίας του μεγάλου Αγώνος, όπως αυτά αποτυπώθηκαν από αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες.

(Φωτάκος-Φώτιος Χρυσανθακόπουλος, Θεόδωρος Ρηγόπουλος γραμματείς του Κολοκοτρώνη)

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γυιος του Καπετάν Κωνσταντή Κολοκοτρώνη της μεγάλης εκείνης φαμίλιας των Κολοκοτρωναίων και της Ζαμπέτας το γένος Κοτσάκη εξ΄Αλωνισταίνης, πρωτοκορυφαίος και μέγιστος της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας εγεννήθη στο Ραμοβούνι της Μεσσηνίας την 3ην Απριλίου του 1770.

Η γέννησίς του  με την Ανάστασιν του Χριστού προοιώνιζε την Ανάστασιν του Γένους μας. Ο Θεοδωράκης έμεινεν ορφανός από πατέρα σε ηλικία 10 ετών, όταν ο πατέρας του καπετάν Κωνσταντής και τρεις αδελφοί του έπεσαν μαχόμενοι εις την (Καστάνιαν Λακεδάιμονος) κατά την ηρωικήν έξοδον όπου επολιορκούντο επί δεκαήμερον την 10ην Ιουλίου του 1780 από τους Τούρκους.

Η καπετάνισσα όταν ηρέμησαν τα πράγματα η χαροκαμένη σύζυγος και μάν(ν)α, παίρνει τα όρφανά της μαζί με την βοήθεια των συγγενών της και μετά από πολυήμερο κουραστικό ταξίδι, μέσα από κακοτράχαλες ρεματιές, ελατόφυτα δάση και γιδόστρτες φθάνει στην ένδοξη Αλωνίσταινα, κοντά στους συγγενείς της τους Κοτσακαίους. Έκεί αρχίζει ο μεγάλος αγώνας για την επιβίωση.

Η μάν(ν)α γίνεται και πατέρας. Για να τα βγάλει πέρα αρχίζει να ξενοδουλεύει. Με άλλες συμπατριώτισες έφθαναν την εποχή του θερισμού στα εξοχώραφα της Νεμνίτσας (Σημερινό Μεθύδριο). Ο Θοδωράκης από μικρός βοηθούσε την μητέρα του στις εξωδουλειές.

Τα πέτρινα εκείνα χρόνια ξυλοκόποι από το χωριό και από το χρυσοβίτσι, έκοβαν ελατοκορμούς τους φόρτωναν στα μουλάρια και τα άλογα, δυο ή τρεις φορές την εβδομάδα και μετά από κοπιαστικό ταξίδι 7 ωρών έφθαναν στην Τριπολιτσά, μετά τα μεσάνυχτα και τα πουλούσαν στους ξυλόφουρνους.

Ο μικρός Θοδωράκης έγινε και αυτός ξυλοκόπος. Φόρτωνε το γαϊδουράκι του ελατόκλαρες και μαζί με τους άλλους τα πήγαινε στην Τριπολιτσά.

Μια φορά ένα καλοκαιρινό αποσήμερο φθάνοντας στην Τριπολιτσά πέρασε με το γαϊδουράκι του από ένα χωματένιο σοκάκι.

Απ΄έξω από τον καφενέ τρεις Τούρκοι σ΄ένα μεταλικό στρογγυλό τραπεζάκι έπιναν το καφέ τους και κάπνιζαν τον ναργιλέ τους.

Σε μια στιγμή το γαϊδουράκι πατά σε κάτι λασπόνερα και λέρωσαν τα παπούτσια ενός Τούρκου.

Εξαγριωμένος ο Τούρκος σηκώνεται και δίνει ένα δυνατό σκαμπίλι στο μικρό Θοδωράκη.

Ο Θοδωράκης θύμωσε πάρα πολύ… Πούλησε τα ξύλα και γυρίζοντας στο χωριό εξομολογήθηκε στη μητέρα του κλαίγοντας το περιστατικό, αφού ορκίσθηκε να εκδικηθή τον τύραννο κατακτητή.

Έφτιαξε ένα ξύλινο ντουφέκι και ανέβαινε στα κορφοβούνια της Αλωνίσταινας και φώναξε:

Όταν μεγαλώσω θα σκοτώσω τους Τούρκους που σκότωσαν το πατέρα μου.

Η γενιά των Κολοκοτρωναίων σκληροτράχηλοι και τούτο από την απελευθερωτική διάθεσι που τους διακατείχε κυνηγήθηκε στο έπακρον από τους Τούρκους, αλλά δυστυχώς και από Έλληνες προεστούς.

Έτσι αναγκάζονταν να μετακινούνται και να κρύβονται σε δύσβατα και απρόσιτα κομμάτια γης σαν άγρια θεριά.

Ο Γενάρχης των Κολοκοτρωναίων Τριανταφυλλάκος Τσεργίνης ήταν ο πρώτος που εγκατεστάθη στο ερειπωμένο σήμερα Λυμποβίσι, εκεί που τώρα δεσπόζει το αναπαλαιομένο σπίτι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη ως μουσείο των αντικειμένων και πολεμικών του κειμηλίων, υπό την ευγενικήν δωρεάν του Παναγιώτου Αγγελόπουλου.

Το Λυμποβίσι είναι γνωστόν ως το χωριό των Κολοκοτρωναίων με σημαντικώτατη ιστορία με ακτινοβόλο συμβολή και συμμετοχή στον πολύδακρυ αγώνα. Ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι την περίοδον από το 1762 μέχρι το 1806 έπεσαν από το χατζάρι του τυράννου κατακτητού περίπου 40 Κολοκοτρωναίοι Αγωνιστές. Ο Θοδωράκης εδιδάχθη τα πρώτα του γράμματα από τον Ιερομόναχο. (Νεόφυτο Φωτεινόπουλο) από το Ζυγοβίστι Γορτυνίας ει το ταπεινό μοναστηράκι των Αγίων Θεοδώρων πλησίον στο χωριό Πυργάκι Γορτυνίας, μέσα στο πυκνό δασάκι. Εκεί θα μάθη την αλφαβήτα και την Ιερά Κατήχησι.

Αυτά ήταν τα μόνα και τα τελευταία γράμματα που έμαθε ο Κολοκοτρώνης και μ΄αυτά σαν μοναδικό εφόδιο ηγήθηκε του Αγώνα για την απελευθέρωση της Πατρίδας. Το επιβεβαιώνει ο ίδιος όταν διηγείται:

«Εις τον καιρόν της νεότητος μου, όπου μπορούσα να μάθω κάτι σχολεία, Ακαδημίαι δεν υπήρχαν. 

Το ψαλτήρι, το Κτοήχι, ο Μηναίος και αι Προφητείαι ήσαν τα βιβλία που ανέγνωσα».

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης σε ηλικία 18 ετών όπως μας πληροφορούν οι ερευνητές και οι Ιστορικοί, ήταν οπλαρχηγός του Λεονταρίου. Ήταν επίσης η μεγαλύτερη πολιτικοστρατιωτική φυσιογνωμία που ανέδειξε ποτέ η Ελλάδα μετά την πτώσιν του Βυζαντίου.

Σε ηλικία 20 ετών παντρεύετεαι στο Λεοντάρι τη Κατερίνα Καρούσου κόρη του Προεστού.

Ο ίδιος ήταν άνθρωπος με βαθύ θρησκευτικό συναίσθημα, διεπνέετο από βαθείαν πίστιν.

Διαρκώς προσηύχετο, νήστευε, εξομολογείτο και μετελάμβανε των αχράντων, μυστηρίων.

Τι το ευγενέστερον ν διαβάση κανείς τα στοχευμένα λόγια του; απλά, δροσερά, γεμάτα πόνο ελπίδες για μια ελεύθερη Ελλάδα. Αυθόρμητα καταγράφει τις σκέψεις του όσα γνωρίζει και όσα τον έχουν πληροφορήσει με συναισθηματική συγκίνηση.

Ο Γεώργιος Τερτσέτης αναφέρει ότι ο Κολοκοτρώνης σεβόταν πολύ το μυστήριον του βαπτίσματος, είχε βαπτίσει πολλά παιδάκια όλα με το όνομα Θοδωράκηδες και Θοδωρούλες, για να μην ξεχνάη πως τα λένε όπως έλεγε χαριτολογώντας ο ίδιος.

Εκοσμείτο από τις χριστιανικές αρετές της αγάπης της φιλαλληλίας, της μετανοίας, της ταπεινοφρούνης και της συγχωρήσεως.

Οι δυο άξονες που περιεστρέφετο ο Κολοκοτρώνης στη ζωή του και το έργο του ήταν το δίπολο πίστι στο  Θεό και αγάπη για την πατρίδα.

Όταν πήραμε τα όπλα είπαμε: Πρώτα για την πίστιν και μετά για το Γένος.

Πρώτο μέλλημα του Κολοκοτρώνη ήταν πως θα ξυπνούσε από το λήθαργο της σκλαβιάς την ταλαιπωρημένη Ελλάδα. Αρχίζει όπως αναφέρει ο ίδιος να καταστρώνη τα στρατηγικά του σχέδια.

Τα χωριά του τέως Δήμου Φαλάνθου κατά την διάρκειαν της Οθωμανικής τυραννίας ήσαν τα λημέρια της ατίθασης, αδάμαστης, σκληροτράχηλης, απροσκύνητης, κλεφτουριάς.

Αλωνίσταινα, Χρυσοβίτσι και Πιάνα στα υπερήφανα ελατοσκεπή βουνού του Μαιναλίου όρους, που έχουν στεφανωθή από δόξες και τιμές και έχουν ποτισθεί με το αίμα τόσων και τόσων παλληκαριών.

Εκεί πέταξαν οι σταυραετοί του αγώνα, βρόντηξαν τα καριοφίλια και άστραψαν οι ασημένιες πάλες.

Έχουν περάσει δυο περίπου αιώνες και κανείς δεν κατάφερε παρά τις λυσσώδης προσπάθειες να γκρεμίση κάτω από τα γιγάντια βάθρα τους μορφές περήφανες και ηγετικές που ξαναζωντάνεψαν τους θρύλους από τα Ὁμηρικά έπη.

Εκεί που οι άλλοι με την τόλμη τους και την ανδρεία τους και άλλοι με τα πλούτη τους και τις περιουσίες τους, έγιναν οι προπομποί και προτέτιοι της Ελληνικής Παλιγγενεσίας.

Κολοκοτρωναίοι, Πλαπουταίοι, Δεληγιανναίοι και πάνω απ΄όλους ο ένας και μοναδικός ήρωας των ηρώων ο λεοντόκαρδος, ο Αρχιστράτηγος και ελευθερωτής τους Γένους μας Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Το έτος 1818 μυείται στη Φιλική Εταιρία από τον Φιλικό Νικόλαο Πάγκαλο και στο εκκλησάκι του Αγ. Γεωργίου (Μπόχαλης) ενώπιον του Ιερέως Ανθίμου Αργυροπούλου δίδει τον φοβερόν εκείνον όρκον.

Ο Ακαδημαϊκός Σπύρος Μελάς στο έργο του ο Γέρος του Μοριά μας δίδη την ακόλουθον γραφυράν περιγραφή:

Φως άστραφτε μέσα του. Η ιδέα μιας πανελλήνιας συνομωσίας που να ενώνει πολιτικούς και Ιερωμένους, εμπόρους και ναυτικούς, οπλαρχηγούς και προεστούς, μιας συνομωσίας που θα χτυπούσε απ΄ολούθε τον τύραννο με δυνάμεις Ελληνικές, χωρίς την ελπίδα ξένης βοήθειας. Είδε μπροστά του το δρόμο του Λυτρωμού.

«Γύρισε στη στιγμή να ορκισθή. Απάνω σ΄ένα παλιό σκεβρωμένο εικονισματάκι έβαλε το πλατύ μεγάλο χέρι του ο Ελευθερωτής των ραγιάδων να δώση τον όρκον.

Είναι γονατιστός, σκυμμένος μπροστά στο μεγαλείο της ιδέας. Το μισόφωτο της Εκκλησίας εξαϋλώνει τις μορφές. Κορμιά δεν υπάρχουν, ψυχές λειτουργάνε….»

Την Άνοιξιν του 1819 μετέβη στην Κέρκυρα. Εκεί συνηντήθη με τον Ιωάννην Καποδίστριαν Υπουργόν των Εξωτερικών τότε της Τσαρικής Ρωσίας, με τον οποίο είχε μακράς συζητήσεις επί του επικειμένου Εθνικού Αγώνος.

Την 6ην Ιανουαρίου 1821 ημέρα των Θεοφανείων απεβιβάσθη στην Καρδαμύλη της Μάνης, μετά από δεκαπενταετή παραμονή του εις την Ζάκυνθον, εκεί όπου υπηρέτησε στο Ελληνικό Στρατιωτικό σώμα του Αγγλικού Στρατού και εξοπλίσθη με σπουδαίες πολεμικές εμπειρίες.

Ήτο πλέον πανέτοιμος για την Εθνική αποστολή του. Την 23ην Μαρτίου, ο Πετρομπέης Μαυρομιχάλης επί κεφαλής 2.000 Μανιατών και οιο Κολοκοτρώνης, Παπαφλέσσας, Νικηταράς και Μούρτζινος, εισέρχοντας αμαχητί κατόπιν τεχνάσματος και καταλαμβάνουν την Καλαμάτα.

Οι Αρκάδιοι Έλληνες έτοιμοι δια τον Αγώνα. «Αδελφοί κάτοικοι Αρκαδίας. Η ώρα έφθασε το στάδιον της δόξης και της Ελευθερίας ηνοίχθη, τα πάντα εδικά μας και ο Θεός του παντός μεθ΄ημών έσεται, μη πτοηθήτε εις το παραμικρόν. Σεις είσθε ατρόμητοι και των προγόνων μας απόγονοι.

Γενικώς οπλισθήτε μ΄ ανοιχτά μπαϊράκια και τρέξατε εναντίον των εχθρών της Πίστεως και της Πατρίδας. Εντός ολίγων ημερών φθάνομεν και ημείς με 10.000 στρατεύματα.

Εν Σκάλα την 23ην Μαρτίου 1821

1ον  έτος της Ελευθερίας

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Γρ. Δικαίος (Παπαφλέσσας)

Τα Καλάβρυτα και η Πάτρα επολιορκούντο από τους Έλληνες.

Με την βοήθειαν της Υπερμάχου Στρατηγού έφθασε η πολυπόθητη ημέρα της ενάρξεως του Μεγάλου υπέρ της ανεξαρτησίας Αγώνος.

Την 25ην Μαρτίου 1821 στην Ιεράν Μονήν της Αγίας Λαύρας, ο Δημητσανίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει το λάβαρο της Επαναστάσεως, ορκίζει τους προσελθόντες οπλαρχηγούς και ευλογεί τα όπλα των Αγωνιστών. Είναι το πρώτο φως της Λευτεριάς.

«Ο καθορισμός της 25ης Μαρτίου δεν είχε προφανώς ιστορικόν αλλά συμβολικόν χαρακτήρα και προσφυέστατα εζητήθη δι΄αυτού, να συμβολισθή ότι και το Έθνος ημέραν του Ευαγγελισμού του εορτάζει την ημέραν την οποίαν εορτάζει και η Εκκλησία, τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου και ούτω να διατρανωθή ότι Εκκλησία και Έθνος… Σταυρός και Ελλάς είναι διφυής λατρεία του Αναστάντος Γένους». (Δ.Σ Μπαλάνος)

Γενικός ξεσηκωμός. Οι μπαρουτόμυλοι της Ιστορικής Δημητσάνας εργάζονται νυχθημερόν και εφοδιάζουν με μπαρούτια και βόλια τους Αγωνιστές.

Όλος ο Μοριάς φλέγεται. Ξεσπούν δαφνοστεφανωμένες νίκες. Ακολουθεί η Ρούμελη. Οι καπεταναίοι της Κλεφτουριάς ο Οδυσσεύς Ανδρούτσος, ο Αθανάσιος Διάκος, Πανουργιάς με τα παλληκάρια τους ρίχνονται σαν λέοντες στη μάχη.

Η λαϊκή μούσα τραγουδάει

«Του Ανδρούτσου η μάννα χαίρεται

του Διάκου καμαρώνει

π΄όχουν παιδιά στην κλεφτουριά

παιδιά καπεταναίους

Ανδρούτσος φιλάει τη Γραβιά 

Διάκος την Αλαμάνα».

Από την άλλη πλευρά οι θαλασσομάχοι και οι πυρποληταί: Κανάρης,Μιαούλης, Πιπίνος, πυρπολούν, την Τουρκινήν ναυαρχίδα.

Δεν έλειψαν όμως ηρωϊδες Ελληνίδες γυναίκες, που διακρίθηκαν στα πεδία των μαχών:

Μόσχω Τζαβέλα, Δέσπω μπότσαρη…κάνει πόλεμο με νύφες και μ΄ἀγγόνια…

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. Ἡρωίς του 1821 ἡ ἀδάμαστη, μπαρουτοκαπνισμένη, ἀγέρωχη, λεβεντογυναίκα.

Κατα την Ἐπανάστασιν με 3 πλοῖα της μετέσχεν εἰς πολλας ναυμαχίας.

Μαντώ Μαυρογένους Ήρωϊς του 1821 εξωπλήσασα 2 πλοία της και μετασχούσα εις επίθεσιν Τούρκων εν Καρύστω. Της απενεμήθη ο βαθμός του Αντιστρατήγου. Ἀπέθανον και οἱ δυό τους πάμφτωχες.

Στις 6 Απριλίου του 1821 στο ιστορικό χωριό Πάπαρι αρχαίον Ορέστασιον, γενέτειρα του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας, κ.κ. Αλεξάνδρου συγκεντρώθηκαν υπό του Αρχιστράτηγου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη οι Αρχιερείς, οι Πρόκριτοι και οι οπλαρχηγοί και προέβησαν εις την σύστασιν του πρώτου οργανωμένου Ελληνικού Στρατοπέδου. Εκεί που σήμερον αγναντεύουμε το Παλαιόκαστρον της Αρχαίας Ασέας και τα ερείπια της πόλεως Ευταίας. Στο αρχαίο (Ορεστάσιον ανεπτύχθησαν οι αρχές της ευγενούς άμιλλας και του «ευ αγωνίζεσθαι», από τους Ολυμπιονίκες Τέλλοντα Ορεστάσιο και τον Σωσιγένη Ασεάτη.

Σκοπός του Στρατοπέδου ήταν η αρτιώτερη εκπαίδευσιςτων Αγωνιστών για να επιφέρουν το καίριο χτύπημα για την Άλωσιν (απελευθέρωσιν της Τριπολιτσάς) που ήταν η έδρα του Πασά.

Ένας σημαντικός σταθμός και μια ἐξόχως συμβολική στιγμή εις το ηρωϊκό Χρυσοβίτσι όπου στις 28 Απριλίου 1821 υπεγράφη η περίφημος εκείνη πράξις, όπου ηγέται της Γορτυνιακής γης και ο υπερήφανος μαχόμενος λαός ανεκύρηξαν τον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην Αρχιστράτηγον.

«Την σήμερον όλο το Γένος της επαρχίας Καρυταίνης αυτοθελήτωςς διορίζει Αρχιστράτηγον και κεφαλήν των στρατευμάτων μας τον γενναιότατον υπέρμαχον του Γένους καπετάν Θεοδωράκην Κολοκοτρώνην, εις του οποίου τας οδηγίας και προσταγάς είμεθα εις χρέος να υπακούωμεν. Και αν κανένας είτε από τους στρατιώτας ατακτήση, έχει την πληρεξουσιότητα να τον παιδεύση κατά το σφάλμα του και κατά τους νόμους της Πατρίδος ακωλύτως και ελευθέρως».

Χρυσοβίτσι το α΄έτος της Ελευθερίας 1821 Απριλίου 28.

Κανέλλος Δεληγιάννης, Ανδρ.Παπαδιαμαντόπουλος, Κων. Αλεξανδρόπουλος, Λάμπρος Ροϊλόπουλος, Παν. Λαλόπουλος, Θεόδωρος Λιαρόπουλος, Νικ. Μπούκουρας, Αναγν. Ζαφειρόπουλος, Δημήτριος Πλαπούτας».

Δυνάμει δε του ανωτέρω διορισμού του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, διορίσθηκε αυθημερόν αρχηγός του εν Πιάνει στρατοπέδου ο Δημητράκης Πλαπούτας ως εξής:

«Στρατιώται αδελφοί, όπου ευρίσκεσθε εις το στρατόπεδον Πιάν/νας δια του παρόντος μας σας γνωστοποιούμεν, ότι την έλλειψίν μας θέλετε γνωρίζει Αρχηγό σας τον καπετάν Δημητράκην Πλαπούταν, του οποίου τας οδηγίας και όρδινα ν΄ακούητε ευπειθώς, διότι ύστερον παιδεύεσθε χωρίς έλεος από τους νόμους της Πατρίδος και προσέξατε καλώς.» 

Ως σπουδαίο γεγονός χαρακτηρίζεται η μάχη του Βαλτετσίου στις 12 και 13 Μαϊου 1821 η πρώτη βάσις της Ελληνικής Επαναστάσεως.

Εις Βαλτέτσιον ήσαν εστρατοπαιδευμένοι ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης και ο Ιωάννης Μαυρομιχάλης.

Η όλη δύναμις των Ελλήνων συνεποσούτο εις 1000 περίπου άνδρας. Αλλά οι εν Βαλτετσίω Έλληνες αν και πανταχόθεν περικυκλωθέντες αντέστησαν γενναίως επί δυο ημέρας και μια νύχτα μέχρις ου έφθασεν εις αυτούς βοήθεια Γορτυνίων ανδρών υπό τον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην. Τότε δε, οἱ εχθροί προσβληθέντες ετράπησαν εις φυγήν, καταλιπόντες άπαντα τα πυροβόλα αυτών και τας αποσκευάς, και καταδιωχθέντες υπό των Ελλήνων μέχρι σχεδόν της Τριπόλεως.

Ο γραμματικός του Κολοκοτρώνη Φωτάκος ως αυτόπτης μάρτυς γράφει: «Αφού εγλυτώσαμεν από τον πόλεμον ηύραμεν τους σκοτωμένους χριστιανούς και δεν εζυγώναμεν κανένας μας… εκιτρινίσαμεν από τον φόβο μας, διότι δια πρώτην φοράν είδαμεν ανθρώπους σκοτωμένους. Ο δε Κολοκοτρώνης δια να μας ενθαρρύνη εμάζωνε τα κομμάτια του καθενός, τα εφίλει και έλεγεν εις τους τριγύρω στρατιώτες, ότι αυτοί εἶναι άγιοι και ότι θά υπάγουν εις τον Παράδεισον ωσάν μάρτυρες…. και τότε εζυγώναμεν και τους εθάψαμεν». (Αρχείον Σπύρου Δημητρακόπουλου εξ΄Αλωνισταίνης).

Γράφει ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης για την περίφανη νίκη του Βαλτετσίου: «Εκείνος ο πόλεμος εστάθη η ευτυχία της Πατρίδος …. Επειδή εκείνην την ημέραν ήτο Παρασκευή έβαλα λόγον ότι πρέπει να νηστεύσωμεν όλοι δια δοξολογίαν εκείνης της ημέρας και να δοξάζεται εις αιώνας αιώνων έως ου στέκει το Έθνος, ότι ήτον η Ελευθερία της Πατρίδος». Και συνεχίζει: Αν εχαλιώμεθα εκινδυνεύαμεν να μην κάνωμε ορδί πλέον. Ο Γέρος του Μωριά δια την νίκην της μάχης του Βαλτετσίου αναφέρει:

Εγώ εκοιμόμουν εις το Βαλτέτσι, εγευμάτιζα εις την Πιάνα, και εδείπναγα εις το Χρυσοβίτσι. Η νικηφόρος μάχη στα Δερβενάκια την 26ην Ιουλίου του 1822 κατά των ορδών του Δράμαλη εορτή της Οσιοπαρθενομάρτυρος Αγίας Παρασκευής είναι επίτευγμα της στρατιωτικής οξυδέρκειας και του περίτεχνου τρόπου του Γέρου του Μοριά.

Τις παραμονές της μάχης έφθασε εις την Αλωνίσταινα και ολονυχτίς προσευχήθη γονυπετής εις την Ιεράν εικόνα της Αγίας Παρασκευής εις τον μικρόν τότε και απέριτον, ναϊσκον της Αγίας. Παρεκάλεσε και με συντετριμμένην καρδίαν είπε:

«Άγια μου Παρασκευούλα βόηθαμε να νικήσω τους Τούρκους που τόσα κακά μας κάνουν και από τα λάφυρα που θα πάρω θα μεγαλώσω το σπίτι σου. Η προσευχή του εισακούστηκε και κέρδισε τη μάχη. Το τάμα του το εξεπλήρωσε».

Για να πνεύση έκτοτε απ΄άκρου εις άκρον ζωογόνος άνεμος ελευθερίας.

«Το Ελληνικόν Έθνος δια να αποφύγη το άτιμον της δουλείας και δια να απολαύση τον έπαινον των ελευθέρων ανδρών εμβήκε εις τον πολύδακρυν Αγώνα» .

Η Ελληνική γη είχε γίνει ξένη, πάγξενη δια τα τέκνα της. Πως να δοξολογήσωμεν τον Ύψιστον! Πως να στήσωμεν τρόπαια αρετης εις γην δουλοσύνης!Πως άσωμεν την ωδήν του Κυρίου επί γης αλλοτρίας». Θρηνολογούσαν εις την δουλείαν οι λύρες των Ελλήνων.

«Το έτος 1821 συγκέντρωσε, συμπύκνωσε την σύμπραξιν, πάτριον κτίριον οικοδομήθη, ερίχθησαν τα θεμέλια».

Ο Κολοκοτρώνης μας δίδει το βαθύ νόημα της Επαναστάσεως:

«Μιαν φορά όταν επήραμε το Ναύπλιο ήρθε ο Άγγλος ναύαρχος Άμιλτον (Hamilton) να με ιδή και μου είπε: ότι οι Έλληνες πρέπει ν ζητήσουν συμβιβασμό και η Αγγλία να μεσιτεύση». Εγώ του αποκρίθηκα ότι αυτό δεν γίνεται ποτέ. «Ελευθερία ή θάνατος». Εμείς καπιτά Άμιλτον ποτέ συμβιβασμό δεν εκάμαμε με τους Τούρκους.

Και συνεχίζει αγέρωχος μέσα από τη λιονταρίσια του ψυχή. Η εδική μας Επανάστασις δεν ομοιάζει με καμίαν απ΄ όσες γίνονται την σήμερον εις την Ευρώπη.

Της Ευρώπης αι επαναστάσεις εναντίον των διοικήσεών των είναι εμφύλος πόλεμος. Ο εδικός μας πόλεμος ήταν ο πλέον δίκαιος, ήταν έθνος με άλλο έθνος, ήταν με ένα λαόν όπου ποτέ δεν ηθέλησε να αναγνωρισθή ως τοιούτος, ούτε να ορκισθή παρά μόνο ότι έκαμνε η βία. Ούτε ο Σουλτάνος ηθέλησε ποτέ να θεωρήση τον Ελληνικόν λαόν ως λαόν αλλά ως σκλάβους.

Δυο υπέροχες φράσεις του Γέρου του Μοριά συμβολίζουν Πατρίδα και Θρησκεία, ενωμένες θα μείνουν ες αεί ιστορικές. Η πρώτη είναι:

«Ο Θεός έδωσε την υπογραφή του δια την ελευθερία της Ελλάδος δεν την παίρνει οπίσω».

Και η δεύτερη μιλώντας πάνω στην Πνύκα του Ιερού βράχου της Ακροπόλεως στους μαθητές του Α΄Γυμνασίου της Αθήνας στα 1838: «Πρέπει να φυλάξετε παιδιά μου την πίστι σας και να την στερεώσετε, διότι όταν επιάσαμε τα άρματα είπαμε: «Πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος». Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση δεν εσυλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ως οι Τούρκοι βαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μα είπε: «που πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα (βατσέλα) αλλού ως μια βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας και όλοι και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση».

Το ίδιον έτος εξεδώθη το Διάταγμα του Βασιλέως Όθωνος την 15ην Μαρτίου.

«Θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25ης Μαρτίου λαμπρά καθ΄εαυτήν εις πάντα Έλληνα, δια την αυτήν τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος και δια κατ΄αυτήν την ημέραν έναρξιν του υπέρ ανεξαρτησίας Αγώνος του Ελληνικού Έθνους, καθιερούμεν την ημέραν ταύτην εις το διηνεκές ως ημέραν Εθνικής εορτής».

Στοχαστικά τα λόγια του Φιλικού και σπουδαιότερου Αγωνιστού πεζογράφου του 1821, Ιωάννη Μακρυγιάννη. (1797-1864)

«Πατρίς, να μακαρίζης γενικώς όλους τους Έλληνες ότι εθυσιάσθηκαν δια σένα να σ΄αναστήσουνε, να ξαναειπωθείς άλλη μια φορά ελεύθερη Πατρίδα, όπου ήσουνα χαμένη και σβυσμένη από τον κατάλογο των Εθνών. Όλους αυτούς να τους μακαρίζης. 

Όμως να θυμάσαι και να λαμπρύνης εκείνους όπου πρωτοθυσιάσθηκαν εις την Αλαμάνα, κι εκείνους όπου αποφασίσθηκαν και κλείσθηκαν σε μια μαντρούλα με πλίθες αδύνατοι εις το χάνι της Γραβιάς. Αυτοίνοι σε ανάστησαν». (Ελληνική Γενική Ανθολογία σελίς 183)

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ.κ. Αλέξανδρος εις το νεοεκδοθέν αξιόλογο πόνημά του με τίτλον:

«Απ΄το Ορεστάσιον στο Πάπαρι», μέσα στα δέκα κεφάλαια με γλαφυρότητα λόγου κάμνει τη ζεύξι του χθες με το σήμερα του παλιού με του νέου, του παρελθόντος με το παρόν και αναφέρει:

«Λαοί χωρίς μνήμη δεν έχουν μέλλον και για να συνεχίσουμε στο μέλλον πρέπει να κοιτάξουμε στο παρελθόν».

Στον επίλογο του πονήματος καταλήγει με την ένοια τι είναι Πατρίδα:

«Πατρίδα είναι ο τόπος που γεννηθήκαμε, που μεγαλώσαμε και ανδρωθήκαμε, που πάντοτε θα θυμώμαστε όσο μακριά και να βρισκόμαστε και πάντοτε θα επιστρέφουμε γιατί εδώ βρίσκονται οι ρίζες μας, το σπίτι μας το πατρικό, οι γονείς, και όλοι οι πρόγονοί μας που αναπαύονται στο μικρό και ταπεινό κοιμητήριο του Αγ. Γιώργη».

Έθνη τα οποία απεκόπησαν από τις ρίζες τους έχουν όλα εκλείψει το Έθνος των Ελλήνων συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων με την πλέον μακραίωνη ιστορία. Ο Χρυσόροας Ιερός Χρυσόστομος το βεβαιώνει:

«Ουδέν Πατρίδος γλυκύτερον»

 

Σημαντικός ο Θούριος του ποιητού Αντωνίου Μαρτελάου

Μπρος παιδιά! Ας πολεμούμε!

Μπρος παιδιά! Μπρος παιδιά της πατρίδος.

Τα όπλα ας λάβωμεν 

άγωμεν πατριώτες άγωμεν.

Ας τρέξει και αθώο αίμα για τη Λευτεριά!

Για να λάμπη η ελευθερία και ο Σταυρός να υψωθή!
Παιδιά, γέροντες, παπάδες και γυναίκες!

Ούλοι, ούλοι στο ντουφέκι με καρδιά.

Όθεν είσθε των Ελλήνων παλαιά ανδρειωμένα κόκκαλα, 

εσκορπισμένα τώρα λάβετε πνοήν.

Το αρχαίον απόφδεγμα πάντοτε διαχρονικό:

«Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων

απάντων τιμιώτερον εστίν η Πατρίς».

 

Μεγάλοι μύσται του Γένους, ηρωϊκές μορφές της

Ελληνοχριστιανικής παιδείας, φεύγοντας το χατζάρι του

πορθητή, πήραν το δρόμο προς τη Δύση για να κρατήσουν αναμμένη τη λαμπάδα της ελπίδας και του φωτισμού.

Αδαμάντιος Κοραής (1748- 1833)

Πρωτεργάτης και ακοίμητος φρουρός της Ελληνικής Ελευθερίας, με οξύτητα πνεύματος με βαθειά σοφία και Εθνικό παλμό γράφει: «τίποτε δεν εκατορθώσετε αφήνοντες κληρονομίαν εις τα παιδιά σας την πατρικήν γην ελευθέραν από τυράννους, αν δεν φροντίσετε να φυτέψετε εις τας νεαράς αυτάς ψυχάς, μίσος άσπονδον κατά πάσης αδικίας.

Η Επανασταστική Συνέλευσι των Ελλήνων,Εν Τροιζήνι τη 9ην Απριλίου 1827 αναγνώρισε τις μεγάλες Εθνικές υπηρεσίες του Κοραή.Τον χαρακτηρίζει «άξιο της Πατρίδος».Είθε να ζης υγιαίνων σεβασμιώτατε γέρον, της ελευθερίας υπέρμαχος.

Μεγάλοι Δάσκαλοι του Γένους δούλεψαν να κρατήσουν το Έθνος στη ζωή, στην τιμή και την υπόληψιν των λαών για να γίνουν προσάναμα για τη μεγάλη φλόγα της λευτεριάς: Μανουήλ Χρυσορολάς, Γεώργιος Πλήθων, (Γεμιστός)  Ιωάννης Λάσκαρης, Γεώργιος Τραπεζούντιος, Θεόδωρος Γαζής, Ευγένιος Βούλγαρης, Νικηφόρος Θεοτόκης, Δανιήλ Κεραμέως, και Λάμπρος Φωτιάδης.

Μεγάλη η συμβολή και η συμμετοχή των Κληρικών που έλαβαν μέρος στον Ιερόν Αγώνα του 1821.Με την έναρξιν της Επαναστάσεως «δράξαντες τα όπλα και τον Σταυρόν  εις χείρας, έδραμον εις διάφορους μάχας». Συγκρότησαν στις ενορίες τους ένοπλα σώματα διέθεταν εξ΄ιδίων χρήματα για πολεμοφόδια και τροφές, ετέθησαν επί κεφαλής των και βρέθηκαν στη πρώτη γραμμή και παρέμειναν αγωνιζόμενοι μέχρι το τέλος του Αγώνος. Μακρύς ο κατάλογος των Κληρικών που άφησαν την τελευταία τους πνοή στα πεδία των μαχών. Πρωτομάστορας της Λευτεριάς  ο Κληρικός, τρέχει παντού πρώτος και διδάσκει με το παραδειγμά του.

Όταν το έτος 1825, ο Ιμπραήμ  αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο, η Ελληνική Κυβέρνησις στις δύσκολες αυτές στιγμές στον Κλήρο προέτρεξε. (Ο Κλήρος στην Εθνεγερσία του 1821 Δημητρίου Γ΄ Πανοπούλου σελίς 588)

Μέσα στα μαύρα χρόνια της δουλείας και τη δνοφώδη περίοδο του Εθνικού μας βίου, η Εκκλησία υπήρξε η κιβωτός και το στήριγμα της σωτηρίας του Έθνους μας. Τα μοναστήρια θα προσφέρουν τις μεγάλες και ανεκτίμητες ηπηρεσίες τους. Απετέλεσαν τους ισχυρούς προμαχώνες υπεράσπισης της Ορθοδοξίας απέναντι στον Ισλαμισμό. Υπήρξαν μια ανοιχτή αγκαλιά για τον βασανισμένο και ταλαιπωρημένο ραγιά. Λειτούργησαν ως άτυπα σχολεία, τα λεγόμενα κρυφά σχολειά: Μονή Φιλοσόφου στη Δημητσάνα, στην Ιερά Μονή Καλτεζών, εις το ταπεινό Ιερό εξωκκλήσι Αγίου Ευθυμίου του χωριού Θάνα και αλλαχού.

Τα μοναστήρια ανέπτυξαν μεγάλη φιλανθρωπική και κοινωνική δράση. Έδειξαν έμπρακτη αγάπη, στον άρρωστο, στη χήρα, στο ορφανό, στον φτωχό και στον ξένο. Λειτούργησαν ως γηροκομεία, ορφανοτροφεία, και ξενώνες, για τους περαστικούς. Απετέλεσαν τους τόπους όπου γίνονταν τα μυστικά συμβούλια των Καπεταναίων, των Προκρίτων και των Κληρικών.

Εις την Ιεράν Μονήν Αγίου Νικολάου Καλτεζών συγκεντρώθηκαν τον Μάϊον του 1821 οι Πρόκριτοι της Πελοποννήσου και προχώρησαν στην συγκρότησι της Πελοποννησιακής Γερουσίας της Πρώτης Κυβέρνησης της Επαναστατημένης Ελλάδος. Τα Ιερά Μοναστήρια στα χρόνια της Επανάστασης είναι οι σταθμοί ανεφοδιασμού που προσφέρουν τα αναγκαία τρόφιμα, χρήματα και πολεμοφόδια.

Αξιόλογη ἡ προσφορά της γνωστής Μονής του Οσίου Λουκά της Βοιωτίας, η οποία βοήθησε τον Αγώνα με πολλούς τρόπους και κυρίως με την παροχήν μεγάλης υλικής βοήθειας, όπως γράφει σε σχετική μελέτη του  (ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ Ιερώνυμος Β΄).Διέτρεφε  η Μονή τους αρχηγούς, υπαρχηγούς το προσωπικό τους και τα άλογα.Χορηγούσε χρήματα στη Διοίκησι και άθφονες τροφές στα στρατεύματα που διέρχονταν απ΄αυτήν ή στρατοπαίδευαν στον Παρνασό και στον Ελικώνα.

Μεγάλη προσφορά σε χιλιάδες γρόσια, οκάδες λάδι, σιτάρι, κριθάρι, τυρί, ελιές, ξύδι, άρτον, χιλιάδες αίγες, και πρόβατα, όπως αναφέρουν τα κατάστιχα της εποχής εκείνης. Συγκλονιστικά διαχρονική η περίφημος πρόταση του α Μινίστορος της θρησκείας της προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος υπόδειγμα του Έλληνα πατριώτη και αληθινού ποιμένος Επισκόπου Ανδρούσης Ιωσήφ, «Προς τον Εκλαμπρότατον Πρόεδρον του Εκτελεστικού». «..Επειδή το Έθνος ει μεν έχει τώρα παρά ποτέ την μεγίστην ανάγκην και δείται χρημάτων όσων εις απάντησιν των δεινών και δεν υπάρχουν, άλλοθεν δανεισταί, κρίνω συμφέρον και αναγκαίον και όσιον το να εξαργυρωθώσιν εκ των ιερών σκευών μερικά».

Η πρότασις του εγένετο αποδεκτή. Εκκλησίαι και Ιεραί Μοναί συγκέντρωσαν προθύμως περίπου 800 οκάδες αργυρού και χρυσού, όπως μεταβληθῶσιν εις νομίσματα δια να επαρκέσωσιν εις τας μέγιστας της Πατρίδος χρείας.

( Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου Β’

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΣΤΑ ΜΥΘΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ

ΑΝΤΙΚΛΗΡΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΛΑΙΚΙΣΜΟΥ)

 

Η μεγάλη εποποιῒα του αθάνατου 1821 στο Μοριά είναι στενώς συνυφασμένη με την παρουσία και τη δράσι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη , τέκνου εκλεκτού της Αρκαδίας και πρωτοκορυφαίου στρατιωτικού ηγέτη Οὗτος εκοσμείτο υπό των αρετών εκείνων, οι οποίες κατά τον Ξενοφώντα κοσμούν τον «ευστρατηγούντα».

Οι πράξεις και οι λόγοι του είχαν Πανελλήνια απήχησι.

Επίστευεν απολύτως εις την αναγέννησιν του Έθνους και την τελική νίκη.

Αγωνίσθηκε με όλες τις δυνάμεις του για την ενότητα των Ελλήνων. Δυστυχώς επί αντιβασιλείας του Όθωνος, ΑΡΜΑΝΣΠΕΡΓ, Πρόεδρος ΜΑΟΥΡΕΡ ΕΪΔΕΚ ο Κολοκοτρώνης με τον Δημητράκην Πλαπούταν κατηγορούνται ως δήθεν υποκινηταί της συνομωσίας δια την ανατροπήν της αντιβασιλείας και ως υποκινηταί εμφυλίου πολέμου αν είναι δυνατόν και τους καταδικάζουν με την ποινή του θανάτου.

Ο Θεός και η επίκλησις του Γέρου του Μοριά εις την Παναγία, που δόξαξε πριν και στο τέλος κάθε νικηφόρας μάχης στάθηκαν και πάλι κοντά του.

Δύο προσωπικότητες ο Δικαστής και Πρόεδρος  του Δικαστηρίου Αναστάσιος ΠολυζωΪδης εκ των κυριωτέρων Συνταχτών του Συντάγματος της Εθνοσυνελεύσεως Επιδαύρου και ο Δικαστής  Γεώργιος Τερτσέτης εκ των πρώτων Ελλήνων Δικαστών, πάλαι ποτέ Δικαστής στην Τρίπολι  δεν υπέγραψαν τη θανατική ποινή.

Οι δύο μεγάλοι ογκόλιθοι της Δικαιοσύνης, όχι μόνον αρνήθηκαν να υπογράψουν την καταδίκη του Κολοκοτρώνη και του Δημητράκη Πλαπούτα σε θάνατο, μα και δεν ανέβηκαν στην έδρα κατά την στιγμήν της απαγγελίας της, παρά με λόγχες και τις κοντακιές των στρατιωτών.

Ο Τερτσέτης φώναξε μπροστά στο ακρωατήριο μέσα από την γρανιτένια καρδιά του.

«Το σώμα μου μπορείτε να το κάμετε όπως θέλετε, μα το στοχασμό μου, τη συνειδησί μου, ποτέ δεν θα μπορέσετε να την παραβιάσετε».

Την άλλη μέρα βούΪξε τ΄Ανάπλι. Τα μπαρουτοκαπνισμένα περήφανα κεφάλια των Αγωνιστών, των Πορθητών της Τρίπολης, της Κορίνθου, τ΄Αναπλιού. Των Δερβενακιῶν έσκυβαν και του φιλούσαν το χέρι.

«Προσκυνώ και δοξάζω το χέρι σου γιατί δεν το΄βαψες σε αίμα αθώων».

Δυστυχώς ο Γέρος του Μοριά φυλακίζεται εις το Παλαμίδι τ΄Αναπλιού σ΄ένα μικρό και ανήλιαγο υγρό κελακι που μόλις τον χωρούσε. Με την ενηλικίωσι του Όθωνα ο Κολοκοτρώνης παίρνει χάρι και αποφυλακίζεται τον Μάρτιον του 1835.

Εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του στην Αθήνα, με τιμές από τον βασιλέα Όθωνα.

Ονομάσθηκε Στρατηγός και έλαβε το αξίωμα του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Εις τας διώξεις του ο Κολοκοτρώνης παρέμεινεν στωϊκός και γενναιόφρων. Ποτέ δεν κράτησε κακία σε όσους κατά καιρούς τον κατασυκοφάντησαν και τον έκλεισαν στη φυλακή και πάντα τα ξεχνούσε όλα για το καλό της Πατρίδας.

«Έλληνες πριν βγω στ΄Ανάπλι έριξα στη θάλασσα τα πικρά τα περασμένα, κάντε και σεις το ίδιο» είπε στους τρομαγμένους από τον Ιμπραήμ πατριώτες του Μοραϊτες για να τους ενθαρρύνη και να πιάσουν τα τουφέκια.

Θεωρείται ως ο μέγας στρατηγικός και αγχίνους νους και μοναδικός πολέμαρχος του Μοριά, απερίσπαστος στα καθαρώς στρατιωτικα του καθήκοντα.

Χριστιανικά υπήρξαν και τα τέλη της ζωής του.

Προαισθάνθηκε το θανατό του και κατέβηκε στο Μοριά. Πήγε στα αγαπημένα του λημέρια, αποχαιρέτησε και φίλισε εχθρούς και φίλους και γύρισε στην Αθήνα.

Την πρωϊαν της 3ης Φεβρουαρίου του 1843 ο γεροπλάτανος έπεσε γαλήνιος και ήσυχος, για την επουράνιαν Βασιλείαν του Δημιουργού, αφού ευτύχησε να ιδή την Πατρίδα ελευθέρα.

Θοδωρή Κολοκοτρώνη σε έχουμε συνέχεια μπροστά στα μάτια μας, καβάλα στο αλογό σου να δείχνης με το στιβαρό σου χέρι το δρόμο της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας, της δικαιοσύνης, της ευλάβειας, της σύνεσης, του σεβασμού της φιλοπατρίας.

Ιδιαιτέρως σήμερα, όπου η Ιστορία μας παραχαράσσεται, η θρησκεία μας υπονομεύεται, η γλώσσα μας εκβαρβαρίζεται και απεμπολείται, τα θεμέλια της Ελληνικής οικογένειας κλονίζονται και η νεολαία μας βάλλεται υπό διαρκούς και μεθοδευμένης προπαγάνδας αφελληνισμού της.

Ιδίως στο πρόσφατο παρελθόν ουτιδανοί και κνώδαλοι, μεμφιστοφελής και αριβίσται, νεογενίτσαροι ψευτοκουλτουριάρηδες  ανιστόριτοι

Ιστορικοί και πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και ψευτοδιανοούμενοι δημοσιογράφοι, προσεπάθησαν ὃλως αναισχύντως με τις κακεντρεχείς συμπεριφορές τους και τις ποταπές ανοίκειες και έωλες φράσεις τους, να πετάξουν λεκέδες στο «λευκό χιτώνα του Αρχιστράτηγου Θεοδώρου Κολοκοτρώνη και ενίων Συμπολεμιστών του».

Κατακλείοντας, διαχρονικά τα λόγια του μεγάλου ποιητού Κωστή Παλαμά.

«Τούτο το λόγο θα σας πω

δεν έχω άλλον κανένα

μεθύστε με τ΄αθάνατο

κρασί του Εικοσιένα.»

 

Ζήτω το ηρωϊκό 1821

Ζήτω ο ελευθερωτής του Γένους

Αρχιστράτηγος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Ζήτω η αιώνια Ελλάς.

Διαβάστε ακόμα