«Η Αναστάσιμη ανακαίνιση της ανθρώπινης φύσεως»

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ

Την ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου ο «Δεσπότης της Κτίσεως» καταπαύει, ως προς το ανθρώπινο σώμα Του, στον επίγειο τάφο Του. Το Μεγάλο Σάββατο αποτελεί την επανάληψη της έβδομης «ημέρας» της Δημιουργίας, όπου ο Θεός αναπαύθηκε αφού είχε δημιουργήσει τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση δική Του. Το Μεγάλο Σάββατο αποτελεί την ημέρα της καταπαύσεως του Θεανθρώπου, ο Οποίος έχοντας ολοκληρώσει την επίγεια πορεία Του, συναντά στον Άδη τον Αδάμ, τις μεγάλες μορφές της Παλαιάς Διαθήκης και πλήθος άλλων ψυχών, οι οποίες μέσω του κηρύγματος του Τιμίου Προδρόμου, έχουν πιστέψει σε Αυτόν πριν την έλευσή Του. Το Μεγάλο Σάββατο αποτελεί και για εμάς τον «πρόδρομο» της δική μας καταπαύσεως από την επίγεια πορεία μας, με άλλα λόγια αποτελεί την δική μας «έβδομη ημέρα», η οποία δεν είναι άλλη από την στιγμή της σωματικής κοιμήσεώς μας. Επομένως, η ανθρώπινη «έβδομη ημέρα» αποτελεί τόσο την παράδοση του σώματος στην φθορά του θανάτου, με συνυφασμένη παράλληλα την προσδοκία της «όγδοης ημέρας», δηλαδή την προσδοκώμενη κοινή Ανάστασή μας κατά την Δεύτερη Έλευση του Ιησού Χριστού στην γη.

Η προσδοκία της Ανάστασης του Κυρίου αποτυπώθηκε στο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου όταν παρέμεινε έξω από τον τάφο του Υιού και Λόγου του Θεού, αναμένοντας την θριαμβευτική έγερση του Λυτρωτή. Όπως είναι γνωστό, η εκδικητική μανία των «θεοκτόνων» ιερατικών τάξεων, είχε εξαναγκάσει τον Πιλάτο να διατάξει την εγκατάσταση ρωμαϊκής φρουράς έξωθεν του τάφου με σκοπό να αποτραπεί η πιθανότητα κλοπής του σώματος του Κυρίου από τους Αποστόλους. Μάλιστα, η αιτιολόγηση του αιτήματος αυτού εδράσθηκε στον φόβο ότι «μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης». Την ίδια στιγμή, εντός του Παναγίου Τάφου υπήρχε το τυλιγμένο στην σινδόνη Σώμα του Ιησού Χριστού. Η ψυχή Του, περιβεβλημένη από την θεότητά Του, βάδιζε στον Άδη για να κηρύξει και να ελευθερώσει τους απ’ αιώνος νεκρούς. Η μοναχή Κασσιανή υμνογραφεί με σαφήνεια ότι «Μία ὑπῆρχεν, ἡ ἐν τῷ ᾍδῃ ἀχώριστος, καὶ ἐν τάφῳ, καὶ ἐν τῇ Ἐδέμ, Θεότης Χριστοῦ, σὺν Πατρὶ καὶ Πνεύματι, εἰς σωτηρίαν ἡμῶν τῶν μελωδούντων· Λυτρωτά, ὁ Θεὸς εὐλογητὸς εἶ – Μία και αχώριστη μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα υπήρχε η Θεότητα του Ιησού Χριστού τόσο στον τάφο όσο και στην Εδέμ, με σκοπό να πιστοποιήσει την σωτηρία εμάς οι οποίοι μελωδούμε∙ Λυτρωτή, εσύ που είσαι ο Θεός μας, ας Είσαι ευλογημένος». Ο Θεάνθρωπος συναντά στον Άδη τις ψυχές των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, οι οποίες έχοντας αναζητήσει κατά την επίγεια πορεία τους την απόκτηση γνώσης περί Αυτού, αλλά και έχοντας ακούσει στον Άδη το κήρυγμα του Βαπτιστού Ιωάννου περί Αυτού, συναντούν τον αληθινό Θεό και πορεύονται μαζί Του στην δική τους «όγδοη ημέρα».

Ο Υιός και Λόγος του Θεού εντός του «ὀλβίου τάφου» προετοιμάζει την ανακαίνιση της ανθρώπινης φύσεως και με την Ανάστασή Του αποδεικνύει έμπρακτα, κατά τον Κύριλλο Αλεξανδρείας, ότι «έλυσε την παλαιά εκείνη και πολύχρονη εξουσία του θανάτου και υποσχέθηκε την αφθαρσία σε όσους είχαν παραδοθεί στην φθορά του θανάτου. Μάλιστα, κατέστησε πραγματικότητα την υπόσχεσή Του καθώς ανοικοδόμησε τον λυθέντα ναό, δηλαδή το Σώμα Του, και ανέστησε όσους νεκρούς αποδέχθηκαν την επερχόμενη Ανάστασή Του. Όπως ακριβώς η δανεική από εμάς ανθρώπινη φύση, ενωμένη και ενοικισμένη από  την θεότητα, έτυχε της Αναστάσεως (όπως επίσης) και της μετουσίωσης της φθαρτότητας και των ανθρωπίνων παθών στην αφθαρσία και την αθανασία∙ με τον ίδιο τρόπο και εμείς θα απαλλαγούμε από την δυσχερή δουλεία του θανάτου και, αφού απαλλαγούμε από την φθορά και τις επιθυμίες, θα ενδυθούμε την αναστάσιμη απάθεια». Έχοντας ολοκληρώσει την διδασκαλία Του στον Άδη, ο Ιησούς Χριστός πορεύεται στην Ανάστασή Του ως νικητής, εγκαινιάζοντας την νέα πραγματικότητα την οποία βιώνει έως σήμερα η ανθρωπότητα, δηλαδή την ελευθερία από την αμαρτία και τον θάνατο. Ο Ήλιος της Δικαιοσύνης πορεύεται στην Ανάστασή Του και στην δική Του «όγδοη» ημέρα με σκοπό να αποκαταστήσει τόσο τον Αδάμ, όσο και ολόκληρη την ανθρωπότητα, στο «αρχαίο αξίωμα» της αθανασίας και να δώσει ένα τέλος στην κυριαρχία του Διαβόλου επί των ανθρώπων.

Ο Επιφάνιος Κύπρου μας προτρέπει να βιώσουμε με απόλυτη συνείδηση ότι «αυτή η εορτή είναι για τα εγκαίνια για την ανακαίνιση και την σωτηρία ολόκληρου του κόσμου. Αυτή η εορτή είναι η κορυφή όλων των εορτών∙ αυτή είναι η ημέρα την οποία ευλόγησε και αγίασε ο Θεός επειδή εντός αυτής της ημέρας κατέπαυσε από όλα τα έργα Του με σκοπό να επιτύχει την σωτηρία των ανθρώπων, ζώντων και κεκοιμημένων. Εντός αυτής της εορτής ο Θεός εξάλειψε την δύναμη του Διαβόλου και τους πανηγυρισμούς των δαιμόνων επειδή εκπλήρωσε με την θυσία Του όλες τις προφητείες περί Αυτού. Κατά το δικό μας Πάσχα, το αληθινό Πάσχα, ο Χριστός θυσιάστηκε ώστε η κτίση, η πίστη, οι νόμοι και ο λαός του Θεού να ανακαινισθούν∙ ο παλαιός Ισραήλ ανακαινίζεται και μέσα από την μετοχή στην αναίμακτη θυσία, επισφραγίζεται η νέα διαθήκη του Θεού με τον άνθρωπο». Ο υμνογράφος άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, αποτυπώνοντας στην λειτουργική πράξη την γραφίδα του Επιφανίου Κύπρου, θριαμβευτικά μας προσκαλεί όπως «Δεῦτε τοῦ καινοῦ τῆς ἀμπέλου γεννήματος τῆς θείας εὐφροσύνης, ἐν τῇ εὐσήμῳ ἡμέρᾳ τῆς ἐγέρσεως, βασιλείας τε Χριστοῦ κοινωνήσωμεν, ὑμνοῦντες αὐτόν, ὡς Θεόν εἰς τοὺς αἰῶνας – Ας κοινωνήσουμε από το νέο γέννημα της αμπέλου το οποίο είναι η θεία ευφροσύνη, την οποία αισθανόμαστε κατά την εύσημη ημέρα της Αναστάσεως όπου και γινόμαστε μέτοχοι της Βασιλείας του Θεού, μέσα από την υμνωδία προς Αυτόν, επειδή είναι ο αιώνιος Θεός».

Η αληθινή βίωση της νέας πραγματικότητας, την οποία ο Κύριος Ιησούς Χριστός εγκαινιάζει με την Ανάστασή Του, αναμφίβολα επιτυγχάνεται με την ειλικρινή συμμετοχή στο Ποτήριο της Ζωής. Η αληθινή βίωση της Αναστάσεως επιτυγχάνεται με την απόδοση νέου περιεχομένου στις ζωές μας, δηλαδή μέσα από την προοπτική της προσδοκώμενης πραγμάτωσης της δικής μας «όγδοης» ημέρας. Η Εκκλησία επιχειρεί να αποτυπώσει την «ογδόη» ημέρα, δηλαδή την μετοχή μας στην Ουράνια Βασιλεία του Θεού, με την Διακαινήσιμο Εβδομάδα. Η εβδομάδα αυτή, κατά την διάρκεια της οποίας τελείται με όμοιο και απαράλλακτο τρόπο η Αναστάσιμη Ακολουθία, έχει ως σκοπό να μας αποδώσει την πρόγευση της κοινής Ανάστασης και της χαράς για την Ουράνια Βασιλεία. Εντός της δοκιμασίας την οποία διερχόμαστε, ο κάθε ένας καλείται να αναλογιστεί τον τρόπο με τον οποίο βίωνε, περισσότερο ή λιγότερο, την Ανάσταση του Θεανθρώπου τον προηγούμενο καιρό. Οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι αφού αναγκαστικά και ο ίδιος θα διέλθει την δική του «έβδομη» ημέρα, έχει την υποχρέωση να προετοιμασθεί για την δική του Ανάσταση. Η βίωση της Αναστάσεως δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στην απόλαυση κάθε είδους υλικού αγαθού, αλλά στην συνειδητοποίηση ότι η ταπείνωση και η απεριόριστη αγάπη του Θεού στον άνθρωπο, έγινε η αιτία του Σταυρού και της Αναστάσεως. Η βίωση της προσωπικής έβδομης ημέρας, κατά την οποία δεν θα υπερέχουμε, όπως θεωρούμε, του Θεού  και των ανθρώπων, αλλά θα αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες των πράξεών μας, πραγματικότητα την οποία αντιλαμβανόμαστε λίγο πριν την κοίμησή μας, θα πρέπει να γίνει το εφαλτήριο να αντιληφθούμε το μεγαλείο της Ανάστασης. Έχοντας ως οδοδείκτη την Ανάσταση του Κυρίου, ας ταπεινωθούμε ενώπιον του Θεού, ας συναισθανθούμε το μέγεθος της αγάπης Του, ας εννοήσουμε την ελαχιστότητά μας και ας μάθουμε να συγχωρούμε τους αδελφούς μας ώστε καρδιακά και με ειλικρινή διάθεση να ψάλλουμε το «Χριστός Ανέστη», Αμήν!

Διαβάστε ακόμα