Ο Εορτασμός του Αγίου Σάββα εν Καλύμνω στο νησί της Σύμης

Σήμερα 18η Ἀπριλίου 2021, Ε΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μας κ. Χρυσόστομος χοροστάτησε στόν Ὄρθρο καί τέλεσε τήν Θεία Λειτουργία στήν Ἐνορία τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Σύμης, ὅπου σεμνοπρεπῶς ἑορτάστηκε καί ἡ ἱερά μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρός ἡμῶν Σάββα τοῦ ἐν Καλύμνῳ. Ἀναφέρεται δέ, ὅτι στό κτιριακό συγκρότημα τοῦ μεγαλοπρεποῦς αὐτοῦ Ναοῦ, τιμᾶται ἐπ’ ὀνόματι τοῦ συγκεκριμένου Ἁγίου περικαλλές Παρεκκλήσιον, ὅπου πρός ἁγιασμόν τῶν πιστῶν φυλάσσεται ὡς μέγας πνευματικός θησαυρός ἡ ἱ. Εἰκόνα τοῦ Ὁσίου, εὐλογία τῆς Ἱ. Μονῆς Ἁγίων Πάντων τῆς Καλύμνου, ἔνθα ὁ Ἅγιος ἐγκαταβίωσε καί θεοφιλῶς ἀσκήτευσε.

Ὁ Σεβασμιώτατος συλλειτούργησε μετά τοῦ Ἐφημερίου τοῦ Ἱ. Ναοῦ, Οἰκονόμου π. Ἐλευθερίου Ὀθίτη καί τοῦ Διακόνου του π. Γεωργίου Κακακιοῦ, ψαλλόντων τῶν κ. Γεωργίου Μοσκιοῦ, Ἐμμανουήλ Κυπριώτη καί Μερκουρίου γιανναρᾶ, ἐνῶ κατά τήν διακονία τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, ἀνεφέρθη στήν σημερινή περικοπή, κατά τήν διήγηση τῆς ὁποίας ὁ Κύριος πορεύεται μὲ τοὺς δώδεκα μαθητὲς Του πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα, προλέγοντας σ’ αὐτοὺς τὸ ἐπικείμενο Πάθος του. Οἱ δυὸ ἐξ αὐτῶν, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης πού, ὅπως καὶ οἱ λοιποί, στεροῦνται ἀκόμα τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀπευθύνουν πρὸς τὸν Διδάσκαλό τους τὸ ἀκόλουθο αἴτημα: «Διδάσκαλε, θέλουμε νὰ μᾶς κάνεις τὴ χάρη ποὺ θὰ σοῦ ζητήσουμε. Ὅταν θὰ ἐγκαθιδρύσεις τὴν Βασιλεία σου, βάλε μας νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας στὰ δεξιά σου κι ὁ ἄλλος στὰ ἀριστερά σου».

Ἐκεῖνος δὲν ἀγανακτεῖ γιὰ τὸ παράλογο αὐτὸ αἴτημα, ἀλλὰ ἀφοῦ προηγουμένως τοὺς δείχνει τὸ δρόμο τοῦ πάθους καὶ τῆς θυσίας χρησιμοποιεῖ τὴν κατάλληλη αὐτὴ εὐκαιρία γιὰ νὰ ἀπευθύνει σ’ ὅλους τους μαθητὲς Του τὰ ἀκόλουθα βαρυσήμαντα λόγια ποὺ συνιστοῦν καὶ τὸ κέντρο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς:

«Ξέρετε ὅτι αὐτοὶ ποὺ θεωροῦνται ἡγέτες τῶν ἐθνῶν ἀσκοῦν ἀπόλυτη ἐξουσία πάνω τους, καὶ οἱ ἄρχοντές τους τὰ καταδυναστεύουν. Σ’ ἐσᾶς ὅμως δὲν πρέπει νὰ συμβαίνει αὐτό, ἀλλὰ ὅποιος θέλει νὰ γίνει μεγάλος ἀνάμεσά σας πρέπει νὰ γίνει ὑπηρέτης σας, καὶ ὅποιος ἀπό ἐσᾶς θέλει νὰ εἶναι πρῶτος πρέπει νὰ γίνει δοῦλος ὅλων. Γιατί καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου δὲν ἦρθε γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετήσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπηρετήσει καὶ νὰ προσφέρει τὴ ζωὴ Του λύτρο γιὰ ὅλους».

Τὰ λόγια αὐτά μᾶς δίνουν τὸ πραγματικὸ νόημα καὶ περιεχόμενο τῆς ἡγεσίας, εἴτε γενικὰ στὴν κοινωνία, εἴτε εἰδικότερα μέσα στὴν Ἐκκλησία. Τὸ νόημα αὐτὸ μπορεῖ νὰ συνοψισθεῖ στὴ φράση ὅτι ἡ ἡγεσία εἶναι ταπείνωση καὶ διακονία. Οἱ ἄρχοντες καὶ ἡγέτες τῶν ἐθνῶν καταδυναστεύουν καὶ κατεξουσιάζουν τοὺς ὑπηκόους τους, κάνοντας ὄχι ἁπλῶς χρήση ἀλλὰ καὶ κατάχρηση τῆς ἐξουσίας, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ σύνθετα ρήματα μὲ τὸ «κατά» ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος. Τὸ μεγαλεῖο ὅμως τοῦ χριστιανοῦ ἡγέτη δὲν βρίσκεται στὴν ἐξουσία καὶ στὸν πειρασμὸ ποὺ ἐμφωλεύει σ’ αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει, ἀλλὰ στὴ διακονία, στὴν προσφορὰ τοῦ ἑαυτοῦ του γιὰ τοὺς ἄλλους. Οἱ λέξεις «διάκονος» καὶ «δοῦλος» ποὺ χρησιμοποιοῦνται ἀπὸ τὸν Χριστό, ἀποκαλύπτουν καὶ ὑπογραμμίζουν τὴν ἀποστολὴ τοῦ ἡγέτη, μέσα στὸν κόσμο. Δὲν εἶναι πηγὴ δυνάμεως ἡ ἐξουσία καὶ τὸ ἀξίωμα ποὺ ἔχει κανείς, ἀλλὰ ἀφορμὴ καὶ μέσο διακονίας. Ἡ ἀποστολὴ αὐτὴ ἀπορρέει ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ ἴδιου του θεμελιωτῆ τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ δὲν ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ διακονηθεῖ ἀλλὰ γιὰ νὰ διακονήσει καὶ νὰ προσφέρει τὴ ζωὴ Του λύτρο γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα.

Τὰ λόγια αὐτὰ λέγονται ἀπὸ τὸν Χριστὸ στοὺς μαθητὲς Του λίγο ἀκριβῶς πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος Του καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ὅρισε τὴν ἀνάγνωση τῆς σχετικῆς περικοπῆς μία ἑβδομάδα πρὶν ἀπὸ τὴν ἑβδομάδα τοῦ Πάθους, γιὰ νὰ ὑπενθυμίσει στὸν κάθε χριστιανὸ ποὺ ἔχει κάποια ἐξουσία στὰ χέρια του, εἴτε μικρὴ εἴτε μεγάλη, ὅτι ἡ σκέψη του πρέπει νὰ εἶναι στραμμένη στὴ διακονία καὶ στὸ πάθος, ἂν θέλει νὰ εἶναι πραγματικὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ.

Ἕνας τέτοιος αὐθεντικός διάκονος τοῦ κυριακοῦ ἀμπελῶνος, ἀνεδείχθη καί ὁ σήμερον τιμώμενος Ἅγιος Σάββας ὁ ὁποῖος μέ τήν κατά Θεόν βιωτή του, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τήν καλλιέργεια μεγάλης καί μέχρι σήμερα ζώσης πνευματικότητος στήν εὐλογημένη Νῆσο τῆς Καλύμνου καί ἐν γένει στά Δωδεκάνησα.

Βιογραφία

Ὁ θεόφρων πατὴρ ἡμῶν Σάββας ὁ νέος ὁ ἐν Καλύμνῳ, γεννήθηκε τὸ ἔτος 1862 στὴν Ἡρακλείτσα τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης ἀπὸ πτωχοὺς γονεῖς, τὸν Κωνσταντῖνο, ποὺ ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ μικροπωλητοῦ καὶ τὴν Σμαραγδή. Ἦταν μοναχοπαίδι καὶ κατὰ τὸ βάπτισμα ἔλαβε τὸ ὄνομα Βασίλειος. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἦταν πιστὸς καὶ εὐσεβής. Ἀφοῦ τελείωσε τό Δημοτικό σχολεῖο δὲν συνέχισε τὶς σπουδὲς του στὸ γυμνάσιο καί ὁ πατέρας του, τοῦ ἄνοιξε ἕνα μαγαζί. Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν Χριστὸ μεγάλωνε καὶ ἐνῶ μόλις βρισκόταν στὴν ἐφηβική ἡλικία, εἶχε κατασταλάξει, ὅτι ἡ καρδιά του ποθοῦσε τὴν μοναχικὴ πολιτεία.

Μόλις σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν, ὁ νεαρὸς Βασίλειος ἄφησε τὴν δουλειὰ του καί ἔφυγε, διότι ἡ ψυχὴ του ποθοῦσε κάτι ἄλλο, μία ἄλλη, διαφορετικὴ ζωή. Κατευθύνεται στὸ Ἅγιον Ὅρος, στὴν Ἱερὰ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, ὅπου ἐπὶ δώδεκα ἔτη ζεῖ πλέον μὲ προσευχὴ καὶ αὐστηρὴ ἄσκηση. Στήν συνέχεια φτάνει προσκυνητής τοῦ Παναγίου Τάφου τοῦ Χριστοῦ στά Ἱεροσόλυμα.

Ἐλπίζοντας πάντα στὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, εἰσέρχεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Χοζεβᾶ, ὅπου ἔπειτα ἀπὸ τριετῆ ἐνάρετο βίο κείρεται μοναχὸς τὸ 1890 καὶ ἀργότερα, τὸ ἔτος 1894, ἀποστέλλεται ἀπὸ τὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς, Καλλίνικο, στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, γιὰ νὰ ἀσκηθεῖ στὴν ἁγιογραφία.

Τὸ 1902 χειροτονεῖται διάκονος καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος πρεσβύτερος. Διακονεῖ μέχρι τὸ ἔτος 1906 ὡς ἐφημέριος της Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Τὸ 1916 ὕστερα ἀπὸ 26 χρόνια περίπου παραμονῆς στοὺς Ἁγίους Τόπους, ἐπέστρεψε στὴν Ἑλλάδα. Ἔτσι σφραγίζει μία ὡραῖα ἀσκητικὴ ζωή, πλήρη πνευματικῆς καρποφορίας. Ἔφυγε ἀπὸ τὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου καί μεταβαίνει στὴ νῆσο Πάτμο, ὅπου διαμένει δυὸ χρόνια καὶ ἱστορεῖ δυὸ εἰκόνες στὸ Καθολικό τῆς Μονῆς.

Ἔπειτα ἔρχεται στὴν Ἀθήνα, ὅπου πληροφορεῖται ὅτι τὸν ἀναζητεῖ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος. Μεταβαίνει στὴν Αἴγινα καὶ διακονεῖ τὸν Ἅγιο μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του. Ἡ συγκαταβίωση μὲ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο συνέβαλε πολύ στὴν πνευματική του πρόοδο. Ὅταν ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐκοιμήθη, ὁ Ὅσιος Σάββας ἔμεινε ἔγκλειστος στὸ κελλί του μέ προσευχή γιὰ σαράντα ἡμέρες, ἀγιογραφώντας τήν πρώτη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου.

Στὴν Αἴγινα παραμένει μέχρι τὸ ἔτος 1926. Ἀναχωρεῖ γιὰ τὴν Ἀθήνα, διότι στὴ Μονὴ προσέρχεται πολὺς κόσμος καὶ ὁ θόρυβος τὸν κουράζει. Στὴν Ἀθήνα συναντᾶ τὸν Καλύμνιο Γεράσιμο Ζερβό, ὁ ὁποῖος τὸν φιλοξενεῖ στὸ σπίτι του καὶ τὸν πείθει τελικὰ νὰ μεταβεῖ στὴν Κάλυμνο.
Μετὰ ἀπὸ θεία φώτιση, καταλήγει στὴν μονὴ τῶν Ἁγίων Πάντων, τήν ὁποία ἀνακαινίζει καί στὸν τόπο αὐτὸ ξεκινᾶ μία ἔντονη πνευματικὴ ζωὴ καὶ δραστηριότητα. Τὰ χαρίσματά του ἀρχίζουν νὰ ξεδιπλώνονται, ἀλλὰ καὶ νὰ αὐξάνονται.

Στήν Μονή τότε ζοῦσαν λίγες Μοναχές, τίς ὁποῖες ὁ Ἅγιος Σάββας διακονοῦσε μέ ταπείνωση ὡς Λειτουργός τῶν ἱ. Ἀκολουθιῶν καί Πνευματικός στό ἱ. Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως καί διαποιμάνσεως. Ὁ καθημερινός του μοναχικὸς βίος περιλαμβάνει τὴν ἁγιογραφία καὶ τὴν βυζαντινὴ μουσική, ποὺ γνώριζε καλά καί μάλιστα προσπάθησε νὰ μεταδώσει καὶ σὲ ἄλλους.

Ἐπίσης ἀγαποῦσε τὴν τέλεση τῶν Ἱ. Μυστηρίων καὶ κυρίως τὴν Θεία Εὐχαριστία, τὴν ὁποία φαίνεται ὅτι ἰδιαιτέρως ζοῦσε. Οἱ διηγήσεις περιγράφουν ὅτι συχνὰ συλλειτουργοῦσε μὲ ἁγίους καὶ ἀγγέλους. Ἀλλὰ καὶ τὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολόγησης ὑπηρετοῦσε μὲ φόβο Θεοῦ καὶ διάκριση μεγάλη. Ἦταν ἐπιεικὴς καὶ εὔσπλαχνος μὲ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων, δὲν ἀνεχόταν ὅμως τὴν βλασφημία καὶ τὴν κατάκριση.

Ἡ προσευχή ἦταν καθημερινά τό κύριο πνευματικό του ἔργο. Συχνὰ δάκρυζε καὶ μὲ πόθο παρακαλοῦσε γιὰ τὴν μετάνοια τῶν πνευματικῶν τοῦ παιδιῶν. Διδάσκει μὲ τά λόγια, ἀλλά καὶ τὸ παράδειγμά του. Βοηθᾶ χῆρες, ὀρφανὰ καὶ φτωχούς, ἀπό τά ἔσοδα τῆς ἁγιογραφίας. Ζεῖ μὲ ταπείνωση, ἄσκηση, ἀφιλοχρηματία καὶ προσφορά, ὥστε τὸ ἀγγελικὸ παράδειγμά του νὰ ἐνθυμοῦνται μὲ δάκρυα καὶ συγκίνηση ὅλοι ὅσοι τὸν ἐγνώρισαν.

Ἐπίσης, ἔκανε ἰδιαίτερη προσευχή γιά τήν ἐλευθερία τῶν Δωδεκανήσων, τά ὁποῖα ἐκεῖνα τά χρόνια βρίσκονταν κάτω ἀπό ἰταλική κατοχή. Οἱ ἑτερόδοξοι κατακτητές, προσπαθοῦσαν νά ἀφελληνίσουν τά νησιά μας καί νά ἀποκόψουν τούς Ἕλληνες κατοίκους ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί τήν Ὀρθόδοξη πίστη, κλείνοντας τά ἑλληνικά σχολεῖα καί ἀποδυναμώνοντας τούς δεσμούς μέ τήν μητέρα Ἐκκλησία.

Ὁ Ἅγιος εἶχε μυστική, ἡσυχαστικὴ ζωή, γευόταν τὴν προσευχή, ὡς ἕνωση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Μέ τήν προσευχή του, πού ἔφτανε στόν Θρόνο τοῦ Θεοῦ, ἔσωζε καί σώζει πολλούς ἀνθρώπους ἀπό κινδύνους. Ἡ σκληρή του ἄσκηση τοῦ χάρισε τήν εὐωδία τοῦ σώματός του, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀσθένεια. Ἀξιώθηκε τῆς εὐωδίας τοῦ σώματός του ἐν ζωῇ, καθὼς καὶ τὸ πέρασμά του ἦταν εὐῶδες, εὐωδία ἡ ὁποία θὰ ἐξέλθει καὶ ἀπὸ τὸ μνῆμα του μετὰ τὴν ἐκταφή του.

Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο συμπλήρωσε τὶς ἡμέρες τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, μὲ ἄκρα περισυλλογὴ καὶ ἱερὰ κατάνυξη, ἐνῶ λίγο πρὶν τὸ τέλος ἡ τελευταία φράση του ἦταν «Ὁ Κύριος, ὁ Κύριος, ὁ Κύριος». Ἡ ὁμολογία αὐτὴ ἦταν ἡ βεβαίωση τῆς ἐν Χριστῷ πορείας του καί τελειώσεως.

Αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ φανέρωσε τὴν ἁγιότητα τοῦ Ὁσίου, ἦταν ἡ μυροβλυσία ἐκ τοῦ τάφου του. Ἦταν ἕνα πυκνὸ νέφος θείας εὐωδίας ποὺ κάλυψε ὁλόκληρη τὴν περιοχὴ τῆς Μονῆς καὶ τὸ θεϊκὸ αὐτὸ σημεῖο ἔγινε γνωστό σ’ ὅλο τό νησί. Ὅλοι αἰσθάνονταν τὴν εὐωδία τοῦ λειψάνου του χιλιόμετρα μακριά, καὶ ὅλοι ἔτρεχαν πρὸς τὸ μοναστήρι γιὰ νὰ τὸν δοῦν, νὰ τὸν προσκυνήσουν καὶ νὰ προσευχηθοῦν ἐνώπιόν του.

Μετὰ ἀπὸ 10 ἔτη, ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἁγίων λειψάνων του, στὶς 7 Ἀπριλίου 1957. Ἕνα πυκνὸ νέφος θείας εὐωδίας κάλυψε ὁλόκληρη τὴν περιοχὴ. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου μεταφέρθηκε σὲ λάρνακα, στὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ Ἠγιασμένου. Ἡ ἐπίσημη ἁγιοποίηση τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Σάββα τοῦ Νέου ἔγινε διὰ Πατριαρχικῆς καί Συνοδικῆς Πράξεως τήν 19η Φεβρουαρίου 1992.

Ἀκολουθεῖ φωτογραφικό λεύκωμα τῆς λειτουργικῆς συνάξεως.

Διαβάστε ακόμα