Οσία Μαρία η Αιγυπτία: Περιγραφές απ΄ το χθες, διαδαχές για το σήμερα!

Του Νεκταρίου Ρένου Παυλάκη

“ Φωτισθεῖσα ἐνθέως Σταυροῦ τὴ χάριτι, τῆς μετανοίας ἐδείχθης φωτοφανῆς λαμπηδών, τῶν παθῶν τὸν σκοτασμὸν λιποῦσα πάνσεμνε, ὅθεν ὡς ἄγγελος Θεοῦ, Ζωσιμᾶ τῷ ἱερῷ, ὠράθης ἐν τὴ ἐρήμω, Μαρία «Ὅσιε Μῆτερ» μεθ’ οὐ δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἠμῶν”. (Ἀπολυτίκιο τῆς Ἁγίας).

Ἐγγιζούσης τῆς ἑορτῆς τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ἀς δοῦμε κάποια στοιχεῖα τοῦ βίου της καί τό παράδειγμά της γιά ἐμᾶς σήμερα. Ἡ ἱστορία μας ἀρχίζει στά μέσα τοῦ 6ου αἰ. μ.χ. Ἐκεῖ στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη ὅπου βρισκόταν ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς. Ὁ Γέροντας αὐτός μολονότι διέθετε πολλά χαρίσματα καί μεγάλη διάκριση καί ἀρετή, αἰσθανόταν ὁλένα καί περισσότερο τήν ἀνάγκη νά ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό καί νά τελειοποιηθεῖ μέσα ἀπό τήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Γι΄αὐτό λοιπόν, κάνοντας πράξη ζωῆς τήν ταπείνωση, μετέβη στὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ στὸν ποταμὸ Ἰορδάνη. Αν ἀναλογισθοῦμε ὅτι ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς (ποὺ εἶχε φθάσει σὲ ὗψος ἀρετῆς), αἰσθανόταν τήν ἀνάγκη πνευματικῆς διδαχῆς καὶ περαιτέρω ἀσκήσεως, τότε πῶς πρέπει νὰ αἰσθανόμαστε ἐμεῖς, οἱ Χριστιανοὶ τῆς σημερινῆς ἐποχῆς, οἱ ὁποῖοι συνεχῶς πέφτουμε καί σηκωνόμαστε ἀπό τίς ἁμαρτίες καί ὅταν αἰσθανόμαστε κάποια ὑποτιθέμενη πνευματική πληρότητα, θεωροῦμε ὅτι εἴμεθα Κριτές ἀλλά καί Διδάσκαλοι τῶν πάντων.

Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς στὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, βίωσε νέες πρακτικές ἄσκησης. Μία ἀπό αὐτές, (ἡ ἀσκητική συνήθεια), στὴν ἀρχὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς νὰ φεύγουν οἱ Πατέρες ἀπὸ τὸ Μοναστήρι καὶ νὰ ζοῦν στὴν ἔρημο μὲ ἀπομόνωση, δίχως συναναστροφές, μόνο προσευχόμενοι καὶ νηστεύοντες. Οἱ ἀσκητὲς ἐκεῖνοι ζοῦσαν ὅλη τὴν Ἁγία Τεσσαρακοστὴ σὲ ἀπόλυτη ἡσυχία, δηλαδή χωρίς περισπασμούς.

Γιά ἐμᾶς πού ζοῦμε στό κόσμο, δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ μεταβοῦμε στὴν ἔρημο. Μποροῦμε νὰ ἔχουμε αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν ἡσυχία ὅταν κλειστοῦμε στὸ δωμάτιό μας ἤ σέ ἕναν ἰδιαίτερο χῶρο νὰ προσευχηθοῦμε, μόνοι ἤ μέ τήν οἰκογένειά μας. Ἀφήνοντας ἔξω ἀπό τήν ζωή μας τηλεοράσεις, ὑπολογιστές, διαδίκτυο, κινητά, κατακρίσεις καί κουτσομπολιά καί νά ἀφιερωθοῦμε τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς στή κοινωνία μετά τοῦ Θεοῦ.

Κάπως ἔτσι λοιπόν ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς συνάντησε τὴν Ἁγία Μαρία την Αἰγυπτία στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη. Τὴν εἶδε νὰ προσεύχεται καὶ νὰ ὑπερίπταται ἕναν πῆχυ ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἔδαφος! Ἡ Ἁγία στράφηκε πρός αὐτόν καί μολονότι δέν τόν γνώριζε τὸν ἀποκάλεσε μὲ τὸ ὄνομά του! Ὁ ταπεινός Ἀββᾶς ἐκτίμησε τήν ἁγιότητά της, γονάτισε καὶ ζήτησε τὴν εὐχή της. Ταυτόχρονα ὅμως καὶ ἡ Ὁσία γονάτισε ζητῶντας τὴν εὐλογία τοῦ Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ὁ ὁποῖος ἔφερε καὶ τὴν Ἱερωσύνη. Παρέμειναν καὶ οἱ δύο γονυκλινεῖς «ἕκαστος ἐξαιτῶν εὐλογῆσαι τὸν ἕτερον». Μποροῦμε νά φαντασθοῦμε τήν σκηνή αὐτή; Μόνον ἡ σκέψη της προκαλεῖ δέος. Ἡ ἀπόλυτη διδαχή τῆς ταπεινώσεως γιά τοὺς μὲν λαϊκοὺς νὰ σέβονται τὴν Ἱερωσύνη, γιά τούς δὲ Κληρικοὺς νὰ δεικνύουν καὶ ἐκεῖνοι σεβασμὸ στούς ἐνάρετους λαϊκούς.

Ἡ Ἁγία Μαρία, κατόπιν ὅλων αὐτῶν τῶν χρόνων παραμονῆς της στήν ἔρημο, ἐνδιαφέρθηκε καί ρώτησε τὸν Ἀββᾶ, τί γίνεται στό κόσμο, πῶς ζοῦσαν οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, πῶς ζοῦσαν οἱ Ἄρχοντες καί πῶς ἦταν ἡ Ἐκκλησία. Ὁ Ὅσιος μέ ταπείνωση ἀρκέσθηκε νὰ πεῖ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶχε χαρίσει σὲ ὅλους εἰρήνη καὶ ζήτησε ἀπὸ τὴν Ὁσία νὰ κάνει προσευχὴ τόσο γιὰ ἐκεῖνον ὅσο καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ἐκείνη ἡ ἐποχὴ ἦταν τὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ἰουστινιανοῦ. Ὁ Αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός καὶ ἡ συζυγός του ἡ Θεοδώρα προκαλουσαν πολλές φορές μέ τούς λόγους τους καί τίς πράξεις τους στό δημόσιο βίο. Ἐνδεχομένως ἡ ζωή τους θά μποροῦσε νὰ δώσει πλούσιο ὑλικό σέ περιοδικά ἤ site τῆς ἐποχῆς μας. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ζωὴ πολλῶν Χριστιανῶν τῆς ἐποχῆς. Ὁ Ἀββᾶς δέν ἀσχολήθηκε μέ περιττούς καί χωρίς οὐσία λόγους. Δέν κατέκρινε κανέναν καί κυρίως δέν σπατάλησε τήν μοναδικότητα τῆς συνάντησής του μέ τήν Ἁγία Μαρία γιά νά πραγματευθεῖ ἀλλότρια ἀπό τήν πνευματική ζωή θέματα.

Ἡ Ὁσία τότε ἐξομολογήθηκε στὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ. Δια αὐτοῦ τοῦ τρόπου μᾶς παιδαγωγεῖ καί μᾶς διδάσκει ὅτι ἀκόμη καὶ ἂν εἶχε διανύσει σχεδόν 50 χρόνια στὴν ἔρημο μὲ ἄσκηση, ἀκόμη καὶ ἂν εἶχε φθάσει σὲ τέτοια ἐπίπεδα πνευματικῆς ζωῆς, ὥστε νὰ ὑπέρκειται τῶν φυσικῶν νόμων καί νά ὑπερίπταται τοῦ ἐδάφους ὅταν προσευχόταν ἤ νὰ βαδίζει στὸν ποταμό Ἰορδάνη σὰν νὰ βαδίζει σὲ κανονικό ἔδαφος, ἐν τούτοις ἔνοιωθε τήν ἀπόλυτη ἀνάγκη τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως. Ἐμεῖς ἔχουμε τόσο μεγάλο ἐγωϊσμό πού ἄλλοτε παραγνωρίζουμε τήν ἀνάγκη αὐτή καί ἄλλοτε προσερχόμεθα στό μυστήριο αὐτό χωρίς τήν ἀναγκαια ταπείνωση καί συντριβή. Ἐνίοτε ἀκούγεται ἀπό τά χείλη κάποιων, «μπορεῖ νά ἐξομολογηθεῖ κάποιος μπροστά στό εἰκόνισμα ἤ νά τά πεῖ στό Θεό στή προσευχή του, δέν εἶναι ἀνάγκη νά πάει στάν Ἱερέα». Ἡ ἀπόλυτη προβολή τοῦ ἀνθρώπινου ἐγωισμοῦ. Μά τό ἴδιο λένε καί οἱ Προτεστάντες καί ἄλλοι αἰρετικοί Ἔτσι ἀποπέμπουμε καί χλευάζουμε ἐνσυνείδητα τό σωστικό αὐτό μυστήριο, τό ὁποῖο ἐν τινι μέτρω εἶναι προαπαιτούμενο γιά τήν θεία μετάληψη καθώς καί γιά τήν σωτηριολογική μας προοπτική.

Ἡ Ὁσία ἀφοῦ ἐξομολογήθηκε, διηγήθηκε στόν Ἀββα τὸ θαῦμα, τὸ ὁποῖο τὴν μετέστρεψε καί τήν ὁδήγησε ἀπὸ τὴν ἔκλυτη ζωὴ σὲ μία πλήρη μεταστροφή τῆς καρδίας καί τοῦ νοός. Περιγράφει τήν ἀπό περιέργεια ἐπίσκεψή της στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἀναστάσεως στά Ἱεροσόλυμα ὅταν ἕνας ἀόρατος τοῖχος τήν ἐμπόδιζε νὰ εἰσέλθει ἐντός τοῦ Ναοῦ. Ὅταν μετενόησε καί συνετρίβη, τότε ἔφυγε τὸ ἀόρατο ἐμπόδιο εἰσῆλθε στὸ Ναό, προσκύνησε τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ τὸν Πανάγιο Τάφο. Κατόπιν μετουσίωσε τήν μετάνοια στόν εἰλικρινή ἀναχωρητισμό. Ἐμεῖς σήμερα ἔχουμε πολλά δαιμόνια νά ἀντιμετωπίσουμε, τά ὁποια μᾶς καθιστοῦν ἐγωϊστές καί ἀλλοζόνες καί μᾶς ἐμποδίζουν νά συνοδοιπορήσουμε μέ τόν Χριστό μας στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ἡ αἴσθηση τοῦ ἀόρατου τοιχου δέν ἀποτελεῖ ἐμπόδιο γιατί ἔχουμε φτιάξει ἕναν μικρό Θεό πού κατοικεῖ μέσα μας. Ἡ ἐκ Θεοῦ ἐλεύθερη βούληση πού διαθέτουμε μᾶς ὁδηγεῖ στή γιγάντωση τοῦ ΕΓΩ. Όμως ἡ ἐσχατολογική μας προοπτική διέρχεται ἀπό τήν δική μας ἐλεύθερη βούληση νά δείξουμε εἰλικρινῆ μετάνοια καὶ τότε μόνον τὰ ἐμπόδια θὰ ἐξαφανιστοῦν.

Ἡ Ἁγία διηγήθηκε πῶς κατόπιν τῆς μεταστροφῆς της, μετέβη στήν ἔρημο μὲ τήν παραίνεση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, χωρίς νά σκεφθεῖ πού θά κοιμηθεῖ, πῶς θά τραφεῖ καί πῶς θὰ διαβιεῖ ἐκεῖ. Πολύ ἀπλα ἔδειξε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Ζῶντας στὴν ἔρημο βίωσε πειρασμούς καί πολεμήθηκε ἀπὸ τοὺς λογισμούς. Μνήμες, πειρασμοί καί σκιές τοῦ παρελθόντος, τήν ἀπέτρεπαν νά ζήσει κατά Θεόν. Αὐτή όμως παρέμεινε σταθερὴ στό νά παραμείνει κοντά στόν Θεό. Κατόπιν αὐτῶν ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ νὰ ἔλθει ἐκ νέου τὸ ἑπόμενο ἔτος, μεταφέροντας τὴν Θεία Κοινωνία, προκειμένου νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ζήτησε νά μεταλάβει ὄχι ἀμέσως ἀλλὰ ἔπειτα ἀπὸ ἕναν ὁλόκληρο χρόνο. Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς τὸ ἑπόμενο ἔτος μετέβη στὸν Ἰορδάνη, ἔχοντας μαζί τὸ Ἅγιο Ποτήριο καὶ κοινώνησε τὴν Ἁγία. Ἔδωσαν ραντεβοῦ γιά τόν επόμενο χρόνο. Ὅμως ἡ Ὁσία τὴν ἴδια ἡμέρα παρέδωσε τὴν ψυχή της στὸν Κύριο. Ἔγινε ἕνα σῶμα μέ τόν Χριστό, ἔγινε συγκληρονόμος τῆς Βασιλείας του καί ἐμεῖς διδασκόμεθα ἐκ τῆς ταπείνωσής της καί τῆς ἁγίας ἀσκητικῆς ζωῆς της. Ἄλλωστε ἡ Ἐκκλησία μας τήν θεωρεῖ ὡς προστάτιδα τῶν μετανοούντων καί πεπτωκότων γυναικῶν.
Χαρακτηριστικό εἶναι ἕνα περιστατικό πού μοῦ διηγήθηκε προσωπικῶς ὁ μακαριστός πρ. Μητροπολίτης Παραμυθίας, κυρός Τίτος Ματθαιάκης. Ἦταν ἐφημέριος στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Καρύτση στήν Ἀθήνα, ὅταν ἕνα ἀπόγευμα προσήλθε γιά ἐξομολόγηση μία γυναίκα κλαίουσα. Ἡ γυναίκα αὐτή ζουσε ἔκλυτο βίο καί στήν ἀρχή τῆς ἐξομολόγησης ἀνέφερε ὅτι τήν ἐπισκέφθηκε κατά τόν ὕπνο της μία μορφή σκελετωμένης γυναίκας φορωντας ἕνα κουρελιασμένο μαύρο ἔνδυμα. Τῆς συστήθηκε ὡς Μαρία ἀπό τήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου καί ἀφοῦ τῆς μίλησε γιά τήν ζωή της, τῆς ζήτησε νά μετανοήσει. Κατόπιν αὐτοῦ ἡ γυναίκα αὐτή ἔζησε ἐξομολογούμενη κοντά στήν ἐκκλησία, συμμετείχε στά μυστήρια καί πραγματοποιήσε ἕνα εὐλογημένο καί καρποφόρο γάμο. Ἡ γυναίκα αὐτή μέ τήν εὐλογία τῆς Ἁγίας Μαρίας, πραγματοποίησε καί σπουδαῖο ἱεραποστολικό ἔργο σέ πολλές γυναίκες.

Oἱ Ἅγιοί μας θαυματουργοῦν Ἑορτάζει τήν 1η Ἀπριλίου τήν 5η Κυριακή τῶν Νηστειῶν.

Εἴθε διὰ πρεσβειῶν τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας ἀλλὰ καὶ τοῦ Ὁσίου Ζωσιμᾶ, νὰ ἀποκρούουμε τούς πειρασμούς, να στερεώσουμε τήν πίστη μας καί νά εἴμεθα χαριτωμένοι ἐν παντί.

Διαβάστε ακόμα