Ακραίοι Δικαιωματισμοί και η απάντηση της Εκκλησίας

Του Ιωάννου Π. Μπουγά – Θεολόγου


Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται το φαινόμενο τα ανθρώπινα δικαιώματα να μετατρέπονται σε δικαιωματισμό και μάλιστα πολλές φορές με ακραίες δικαιωματιστικές ενέργειες.


Είναι πλέον κοινός τόπος ότι οποιαδήποτε συλλογική κατάκτηση του ανθρώπου, όπως το δικαίωμα στην εργασία, στην υγεία, στην ελεύθερη έκφραση της πίστης και γενικά σε πολλά επιτεύγματα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στο διάβα των αιώνων, αποκτούν τον τελευταίο καιρό μία εγωϊστική έκφραση από κάποιες ομάδες συνανθρώπων μας ή και μεμονωμένα. Έκφραση που παρουσιάζεται στην κοινωνία με διαφόρους τρόπους όπως δημοσιεύσεις στο διαδίκτυο, πορείες, συναυλίες κ.α.

Αυτή η έκφραση των δικαιωμάτων πολλές φορές προέρχεται από ψυχαναγκαστική αντιπαλότητα εναντίον των άλλων των πολλών ή και των λίγων – αρκεί να έχουν αντίθετη άποψη- τους οποίους οι λεγόμενοι δικαιωματιστές θεωρούν ως αντιπάλους. Σε κάθε τους κίνηση και συμπεριφορά διατρανώνουν το δικαίωμα τους για κάθε τι, όχι επειδή το στερούνται τις περισσότερες φορές, αλλά επειδή είναι αντίθετο με τους άλλους. Έτσι διατρανώνουν συνεχώς το δικαίωμα τους στην ελεύθερη διάθεση της σεξουαλικότητάς και του σώματός τους, στο δικό τους τρόπο φαγητού, στην οποιαδήποτε και με οτιδήποτε συμβίωσή τους, στη μη χορήγηση φαρμάκων και εμβολίων και πολλά άλλα. Στους χώρους των δικαιωματιστών η διαφορετική άποψη αντιμετωπίζεται με φασιστικό τρόπο, που θα τον ζήλευαν οι διαφωτιστές του ναζισμού. Οι «ειδήμονες» διεκδικητές έχουν, όχι μόνο άποψη, αλλά εμμονική πεποίθηση και αιτήματα για όλα τα θέματα κοινωνικά, πολιτικά ιατρικά, θεολογικά, ιστορικά, αρχαιολογικά κ. α. Αυτή η εμμονή έχει ως αποτέλεσμα η κάθε διεκδίκηση να υποκαθιστά επιστημονικά δεδομένα, ερευνητικά αποτελέσματα και εμπειρία αιώνων. Προπάντων όμως να γίνεται τρόπος ζωής ο δικαιωματισμός των «δικαιοφόρων», αυτών δηλαδή που εμμένουν στο δίκιο τους, ανεξαρτήτως αν καταπιέζουν τους άλλους. Πολλοί μαχητές των δικαιωμάτων δεν διατυπώνουν απλά την άποψή τους για διάφορα δικά τους δικαιώματα, αλλά κάνουν πράξη με ακραίους τρόπους, σε αντίθεση με την ανθρώπινη κοινωνία, την εφαρμογή του δικού τους δικαιώματος σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Δηλαδή απαιτούν να γίνει αποδεκτό το δικαίωμά τους με το ζόρι. Διεκδίκηση, η οποία πολλές φορές λαμβάνει και κομματικό χαρακτήρα επειδή την χρησιμοποιούν ως δικό τους επίτευγμα διάφοροι ψηφοθηρούντες πολιτικοί.

Παραδείγματα ακραίων δικαιωματιστικών εκφράσεων είναι ενδεικτικά οι παρακάτω περιπτώσεις, οι οποίες και έχουν ήδη γίνει γνωστές στο διαδίκτυο, σε επιστημονικά περιοδικά και ενδεχομένως αποτελούν παραδείγματα για την πραγματοποίηση ίδιων η παρομοίων δικαιωματιστικών πράξεων. Ο Ολλανδός δημοσιογράφος της τηλεόρασης Emile Ratelband απαίτησε από ολλανδικό δικαστήριο να αλλάξει η κανονική ηλικία του 20 έτη και να κάνει δεκτό το κράτος το αίτημα του, ότι γεννήθηκε το 1969 και όχι το 1949, αφού ο ίδιος αισθάνεται νεώτερος, κάτι το οποίο βεβαιώνεται και με ιατρική βεβαίωση. Για το θέμα αυτό η διεθνής επιστημονική κοινότητα ασχολήθηκε με διάφορες προσεγγίσεις. Ο 27χρονος επιχειρηματίας από τη Βομβάη, Ραφαέλ Σάμουελ μήνυσε τους γονείς που τον γέννησαν επειδή τον γέννησαν χωρίς τη συγκατάθεσή του, τονίζοντας ότι δεν είναι δική μας απόφαση να γεννηθούμε και αφού δεν ζητήσαμε να γεννηθούμε, θα έπρεπε να πληρωνόμαστε για το υπόλοιπο της ζωής μας για να ζήσουμε. Μια 38χρονη γυναίκα από το Λίβερπουλ της Αγγλίας γιόρτασε την πρώτη επέτειο του γάμου της με ένα δέντρο. Η Kate Cunningham άλλαξε το επώνυμό της σε «Elder». Μετά την περίεργη ένωση, είπε ότι ήταν η καλύτερη απόφαση της ζωής της και δεν σκοπεύει να «χωρίσει» το σύντροφό της, μιμούμενη έτσι κάποιες δικαιωματίστριες ακτιβίστριες, που με τον τρόπο αυτό προσπαθούν αν ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη για την προστασία των δένδρων. (Περισσότερα για τα θέματα αυτά και γενικά περί της κατανοήσεως του δικαιωματισμού στο άρθρο του Βασίλη Ξυδιά, Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ, τεύχ. 262, σελ. 49-56).

Αυτά τα φαινόμενα είναι πλέον γνωστά και πολλές φορές και οι διεκδικητές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δικών τους πάντα ατομικών ή κατ’ επίφασιν ομαδικών, καταντούν και οι ίδιοι κοινότυποι αν όχι γραφικοί, με αποτέλεσμα να ετευλίζεται και η όποια κοινωνική-λαϊκή διεκδίκηση.
Για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων η Ορθόδοξη Εκκλησία κηρύττει ότι είναι θεμελιώδη για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, χωρίς όμως εξαιτίας της αλαζονείας και του ατομικισμού να κυριαρχούν στον άλλον άνθρωπο καταπιέζοντάς τον.

Στον άκρατο δικαιωματισμό και στις ψυχοπαθολογικές ενίοτε διεκδικήσεις του κατευθυνόμενου όχλου η Εκκλησία απαντά με τη συμμετοχή στην Θεία Ευχαριστία, την προσωπική δηλαδή σχέση με τον Χριστό και με τους Άλλους, σχέση που δεν έχει τέλος αλλά πορεύεται από και προς τα έσχατα πραγματώνοντας το: «Ευλογητός εί Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά Σου». Τα δικά σου δικαιώματα όχι τα δικά μου. Πραγματώνει δηλαδή ο κάθε άνθρωπος ότι κάνει τον αδελφό του χαρούμενο, χωρίς να διεκδικεί τίποτα για τον εαυτό του. Αυτή είναι η απάντηση στη σύγχρονη επεκτεινόμενη ανεξέλεγκτα μάστιγα του δικαιωματισμού.

Διαβάστε ακόμα