Η θεολογική κλιμάκωση της Μ. Τεσσαρακοστής και ο υμνολογικός στοχασμός

Του Κωνσταντίνου Δ. Παπακωνσταντίνου, Δικηγόρου

Διαβαίνοντας τις ημέρες που οδηγούν σταδιακά προς την υποδοχή του Θείου Πάθους, καθίσταται ιδιαιτέρως άξια προσοχής η τρέχουσα εβδομάδα, η οποία διακρίνεται από έναν έξοχο συνδυασμό μοναδικού θεολογικού βάθους και υμνολογικής προσέγγισης.

Στην (προσφάτως παρελθούσα) Δ΄ Κυριακή των Νηστειών, τιμάται κατά την Ορθόδοξη Παράδοση και Λατρεία, η μνήμη του Αγίου Ιωάννου, Συγγραφέως της Κλίμακος. Κατά τον Μέγα Συναξαριστή, «ζήσας ο Άγιος θεαρέστως…. προσηύχετο ακαταπαύστως, με δάκρυα πάντοτε εις τους οφθαλμούς…συνέγραψε πολλούς θαυμασίους λόγους εξ ων θαυμασιώτεροι είναι οι περί μοναχικής πολιτείας και αρετής τριάκοντα λόγοι….έκαστος των οποίων περιλαμβάνει ανά μίαν αρετήν… αναβιβάζει τον άνθρωπον, ως δια βαθμίδων τινών εις ουράνιον ύψος. Δια την αιτίαν ταύτην και το σύγγραμμα τούτο ονομάζεται Κλίμαξ των Αρετών….»

Στον Α΄ Λόγο «περί Αποταγής» που εμπεριέχεται εις το σύγγραμμα της Κλίμακος, δίδεται μία λιτή αλλά ουσιωδώς περιεκτική ερμηνεία του τι είναι Χριστιανός. Χριστιανός, λοιπόν, κατά τον συγγραφέα της Κλίμακος, είναι «η απομίμησις του Χριστού», δηλαδή η πιστή Αυτού αναπαράσταση, κατά την απόδοση της λέξεως «απομίμησις» εκ της αρχαίας ελληνικής άλλως εκ της λόγιας ελληνικής.

Η πιστή αυτή αναπαράσταση Του Χριστού που συνιστά την ουσία του Χριστιανού (ήτοι το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση), επιβεβαιώθηκε από το Δοξαστικό των Αίνων εις τον Όρθρο της Δ΄ Κυριακής των Νηστειών, που μας κάλεσε να εργαστούμε στον μυστικό αμπελώνα, τρυγώντας τους κοπιώδεις καρπούς των αρετών: «Δεῦτε ἐργασώμεθα ἐν τῷ μυστικῷ ἀμπελῶνι καρποὺς μετανοίας, ἐν τούτῳ ποιούμενοι οὐκ ἐν βρώμασι καὶ πόμασι κοπιῶντες, ἀλλ’ ἐν προσευχαῖς καὶ νηστείαις τάς ἀρετὰς κατορθοῦντες, τούτοις ἀρεσκόμενος, ὁ Κύριος τοῦ ἔργου δηνάριον παρέχει, δι’ οὗ ψυχὰς λυτροῦται, χρέους ἁμαρτίας, ὁ μόνος πολυέλεος»

Και επαναλήφθηκαν, όχι τυχαία, το βράδυ της ίδιας Κυριακής στην Ακολουθία του Κατανυκτικού Εσπερινού, τόσο η λέξη «αμπελώνας» όσο και το κάλεσμα για τον διά νηστείας αγώνα καθώς και η πρόσκληση για την απολαβή επουρανίου μισθού, διότι κατά το πρώτο ιδιόμελο που εψάλη: «Ὁ τὸν ἀμπελῶνα φυτεύσας, καὶ τοὺς ἐργάτας καλέσας, ἐγγὺς ὑπάρχει Σωτήρ, δεῦτε οἱ τῆς Νηστείας ἀγωνισταί, μισθὸν ἀπολαύσωμεν, ὅτι πλούσιος ὑπάρχει, ὁ δοτήρ καὶ ἐλεήμων, μικρὸν ἐργασάμενοι, κομισώμεθα, τὸ τῆς ψυχῆς ἔλεος.»

Μεταβαίνοντας από το χθες που μετουσιώνεται στο σήμερα και που με την σειρά του μεταβάλλεται στο αύριο, η Κλίμαξ των Αρετών, παραδίδει την θεολογική σκυτάλη (δια της κλιμάκωσης της εσωτερικής συντριβής και της μετάβασης από την προπατορική πτώση στην ελπίδα της Ανάστασης), εις τον Μεγάλο Κανόνα που θα ψαλλεί πλήρης την εβδομάδα αυτή, «…τον μέγιστον όντως τούτον και κατανυκτικώτατον απάντων των Κανόνων…» που συνέθεσε και συνέγραψε ο Άγιος Ανδρέας, Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, ο και Ιεροσολυμίτης καλούμενος, «….συναθροίζοντας όλας τας ιστορίας της Παλαιάς και Νέας Διαθήκης, αρχίζων από του Αδάμ, έως εις αυτήν την Ανάληψιν του Χριστού και μέχρι του Αποστολικού κηρύγματος…» σύμφωνα με τον Μέγα Συναξαριστή.

Ομού μετά του συγκλονιστικού αυτού κειμένου, ψάλλεται ένας θαυμάσιος ύμνος, ένας εσωτερικός μονόλογος, ο οποίος περιγράφει ως εξής την τραγική αγωνία για την αποφυγή του αιωνίου θανάτου: «Ψυχή μου, Ψυχή μου, ανάστα τι καθεύδεις; Το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι, ανάνηψον ουν, ίνα φείσηται σου Χριστός ο Θεός, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών».

Αυτός ο μονόλογος, αποτελεί θα λέγαμε, ένα πρόδρομο υμνολογικό αντίφωνο ενός άλλου μονολόγου, του μονολόγου Του Κυρίου, που ενώ σαρκώθηκε για την σωτηρία του ανθρώπινου γένους, έλαβε αντί του μάννα χολή και σταυρωθείς υπό την άκρα ταπείνωση, λέγει: «Ἐξέδυσάν με τὰ ἱμάτιά μου καὶ ἐνέδυσάν με χλαμύδα κοκκίνην, ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου, στέφανον ἐξ ἀκανθῶν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν μου χείρα, ἔδωκαν κάλαμον, ἵνα συντρίψω αὐτοὺς, ὡς σκεύη κεραμέως», για να ολοκληρώσει τον μονόλογο αυτόν αναφωνώντας: «Τὸν νῶτόν μου ἔδωκα εἰς μαστίγωσιν, τὸ δὲ πρόσωπόν μου οὐκ ἀπεστράφη ἀπὸ αισχύνης ἐμπτυσμάτων, βήματι Πιλάτου παρέστην, καὶ σταυρὸν ὑπέμεινα, διὰ τὴν τοῦ κόσμου σωτηρίαν»(ως τα άνω ψάλλονται εις το «δόξα…..και νυν…..» των Αίνων του Όρθρου Μεγάλης Παρασκευής).

Υπό αυτήν την παλλόμενη εναλλαγή των συναισθημάτων που κατακλύζουν την ψυχή και δημιουργούν την αδήριτη ανάγκη για την ελπίδα πως αυτή δεν θα λησμονηθεί την ώρα του τέλους και δεν θα χαθεί στο σκοτάδι, η Μεσιτεύουσα Θεοτόκος προς τον Υιό της, τον Ζωοδότη Χριστό, δια της επερχόμενης Ακολουθίας του Ακαθίστου Ύμνου, μας δίδει την δυνατότητα να θυμηθούμε ότι Εκείνη είναι «τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις» και «τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις». Είναι «τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον» και «τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον». Είναι η κλίμαξ η επουράνιος «δι ‘ ἧς κατέβη ὁ Θεός» αλλά και «η γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν».

Ο Ακάθιστος Ύμνος λειτουργεί ως o προμαχώνας της εντατικότερης προετοιμασίας του ανθρώπου για την Σταύρωση Του Κυρίου και εν τέλει για την Ανάστασή Του. Η Θεοτόκος η οποία εξυμνείται δι’ αυτού του Ύμνου, είναι η Μητέρα όλων μας, που πρεσβεύει διηνεκώς στον Υιό Της, ώστε Εκείνος, να μας συναριθμήσει μεταξύ των δικαίων μελών της Θριαμβεύουσας Εκκλησίας Του και για να μας ενθυμηθεί στην Μέλλουσα Ζωή, όπως τον ευγνώμονα ληστή στον Σταυρό.

Στην κορύφωση αυτής της μυσταγωγικής εσωτερικής προετοιμασίας, ως ο πλέον αρμόζων λόγος-αντί επιλόγου-καθίσταται αυτός του Συναξαριστού, ο οποίος ομιλών δια την Παναγία, μας υπενθυμίζει να μην φανούμε αχάριστοι προς το πρόσωπό της και με ελπιδοφόρα προτροπή μας τονίζει: «να την ευχαριστώμεν δια τας τόσας ευεργεσίας…..και….εάν δείξωμεν την πρέπουσαν ευχαριστίαν, θέλομεν έχει και προς τα μέλλοντα μεγάλην παρρησίαν και θέλομεν επιτύχει, ταις ικεσίαις αυτής και της Βασιλείας των ουρανών».

Γένοιτο…

Διαβάστε ακόμα