“Οι δασκάλες στον Μακεδονικό Αγώνα” του Αρχιμ. Ιωακείμ Οικονομίκου

Του Αρχιμ. Ιωακείμ Οικονομίκου, Ιεροκήρυκα της Ι. Μ. Κίτρους

Ο Οκτώβριος για μας τους Μακεδόνες, είναι ένας μήνας συναισθηματικά φορτισμένος. Αυτόν τον μήνα, εκτός του επισήμου εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου, εορτάζουμε και τιμούμε τους ενδόξους Βαλκανικούς πολέμους 1912 – 1913, αλλά και τον Ένδόξο Μακεδονικό Αγώνα. Βέβαια αυτό ο αγώνας για τους κατοίκους της Παλαιάς Ελλάδος, είναι άγνωστος.  Ο αγώνας αυτός των Μακεδόνων, έφερε το δικό μας “’21” που είναι οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912 – 1913. Για τον λόγο αυτό μέσα από την φιλόξενη ιστοσελίδα, θα θέλαμε να παρουσιάσουμε την προσφορά δύο νεαρών Διδασκαλισσών, πού παρά το νεαρό της ηλικίας τους,  αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για να μείνει η Μακεδονία Ελληνική και Πατριαρχική. Επίσης μέσα από αυτό το άρθρο θα θέλαμε να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον των κατοίκων της Παλαιάς Ελλάδος, ώστε να ασχοληθούν για λίγο για το Ιστορικό αυτό γεγονός πού καθόρισε την πορεία του Βορείου Ελληνισμού.
Οι δύο Δασκάλες με τις οποίες θα ασχοληθούμε, είναι η Βελίκα Τράϊκου και η Αικατερίνα Χατζηγεωργίου.
Η Βελίκα Τράϊκου, γεννήθηκε το 1883 στο χωριό Πεντάλοφο της Θεσσαλονίκης. Σπούδασε στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο της Θεσσαλονίκης. Μετά την αποφοίτησή της, διορίζεται δασκάλα στο χωριό Καρατζόβα Εδέσσης. Αυτό έγινε το 1900 όπου το συγκεκριμένο χωριό αποτελούσε μια απο τις φωλιές και τα προπύργια των Βουλγάρων Κομιτατζήδων. Η καρδιά της Βελίκας πάλεται από Ορθοδοξία και Ελληνισμό – Ρωμηοσύνη. Φτάνοντας στο χωριό, η Βελίκα διαπιστώνει ότι τα ελληνόπουλα – ρωμηόπουλα βρίσκονται σε ένα πνευματικό σκοτάδι, και αυτό γιατί επικρατεί ο φόβος των Βουλγάρων Κομιτατζήδων.
Η μικρή Δασκάλα Βελίκα Τράϊκου δεν δειλιάζει. Αρχίζει αμέσως δουλειά. Διδάσκει ελληνικά στα παιδιά, τους μιλά για την ελληνικότητα της Μακεδονίας, τους εμπνέει την αγάπη για το αιματοποτισμένο  και μαρτυρικό Οικουμενικό Πατριαρχείο μας, και όχι για την “Βουλγαρική Εξαρχία”. Όπως ήταν φυσικό, η δράση της Βελίκας προκάλεσε την οργή των Κομιτατζήδων.
Τον Αύγουστο του 1901 στην Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, γίνεται μία συνάντηση πατριωτών για να συζητήσουν τα θέματα και τα προβλήματα πού αντιμετωπίζουν οι Έλληνες – Πατριαρχικοί Μακεδόνες από τους “Έξαρχικούς”. Η νεαρή Δασκαλά Βελίκα Τράϊκου είναι παρούσα. Ο ενθουσιασμός και η αγάπη της για την Πατρίδα και την Εκκλησία, την κάνουν τα πεί τα εξής: “Οπλίστε τους χωρικούς και όταν εμείς προετοιμάσουμε το έδαφος από παντού θα ανάψει ο αγώνας”. Όλοι θαύμασαν την πρόταση αλλά και την ελληνική ψυχή αυτής της μικρής δασκάλας.
Την ίδια χρονιά ο Πρόξενος της Ελλάδος στο Μοναστήρι των σημερινών Σκοπίων Ίων Δραγούμης, ζητά ένα έμπιστο πρόσωπο για να μεταφέρει τα μηνύματά του από το Μοναστήρι ή στην Καστοριά ή και στην Θεσσαλονίκη. Το πρόσωπο πού επελέγη ήταν της Δασκάλας Βελίκας Τράϊκου. Η Βελίκα γνωρίζοντας άριστα και την Τουρκική και την Βουλγαρική γλώσσα  μπιορούσε να περάσει ανάμεσα τους χωρίς να δώσει υποψίες. Ετσι πότε έκανε την τρελή Βουλγάρα αυγουλού, και πότε την Τουρκάλα ραδικού, μαθαίνοντας από τα παζάρια πληροφορίες, ενώ πολλές μέσα στα φορέματά της ή και στα πυκνά μαλλιά της ακόμα έκρυβε τα μηνύματα του Ίωνος Δραγούμη.
Το 1904 έρχεται στην Μακεδονία ο Παύλος Μέλας. Η Βελίκα πιστεύει ότι η ώρα της ελευθεριάς ήρθε. Άλλά η μοίρα της δεν ήταν τέτοια ώστε την ζήσει. Τον Αύγουστο του 1904, η Βελίκα αναγνωρίζεται από ένα Βούλγαρο στο παζάρι των Γιαννιτσών και συλλαμβάνεται. Οι Βούλγαροι την βασανίζουν σκληρά και απάνθρωπα, χωρίς εκείνη να μαρτυρήσει τίποτα από αυτά πού ήξερε. Για να κάνουν ακόμα πιο σκληρό το μαρτύριό της, την κόβουν και τους δύο τους μαστούς, αλλά και πάλι εκείνη αρνείται να ομολογήσει. Τελικά η μικρή αυτή αλλά ηρωΐδα Δασκάλα Βελίκα Τράϊκου πέθανε από ακατάσχετη αιμορραγία, ποτίζοντας το δέντρο της ελευθεριάς αλλά και αυτής της Μακεδονίας με το αίμα της. Κηδεύτηκε στην Θεσσαλονίκη μέσα σε μία λαοθάλασσα, η οποία θρήνησε την μικρή Δασκάλα Βελία Τράικου.
Από την άλλη έχουμε την Δασκάλα Αικατερίνη Χατζηγεωργίου. Η Αικατερίνα Χατζηγεωργίου γεννήθηκε στην ελληνική πόλη της Γευγελής το 1885. Σπούδασε και αυτή στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο της Θεσσαλονίκης. Είκοσι χρονών διορίζεται Δασκάλα στο χωριό Βογδάνιτσα κοντά στο Κιλκίς.
Παράλληλα με το έργο της, επιδόθηκε και σε μια πλούσια εθνική δράση. Γύριζε όλα τα γύρω χωριά εμψυχώνοντας τους κατοίκους, μεταστρέφοντας πολλούς από την “Εξαρχία”  στο Πατριαρχείο.
Οι ενέργειές της έγιναν γνωστές στους  Βουλγάρους, οι οποίοι την έχουν επικηρύξει. Στην αρχή την πλησιάζουν και της προσφέρουν χρήματα και δώρα. Εκείνη δεν πείθεται. Στην συνέχεια την απειλούν, αλλά και πάλι η Αικατερίνα Χατζηγεωργίου δεν δειλιά. Έτσι αποφασίζουν να την σκοτώσουν.
Το Ελληνικό Κομιτάτο αλλά και το Ελληνικό Προξενείο της Θεσσαλονίκης την μεταφέρουν στο χωριό Γρήτσιστα έξω απο την Γευγελή, θέτοντάς της κάτω από την προστασία του καπετάν Μανώλη Κατσίγαρη. Οι Βούλγαροι την ανακαλύπτουν. Στις 14 Οκτωβρίου του 1904, που ο καπετάν Μανώλης έλειπε, ο Βούλγαγος Αρχικομιτατζής Λιώνε, με τους άνδρες του περικυκλώνουν το σπίτι. Ο Λιώνε την κάλεσε να παραδωθεί, με την υπόσχεση ότι δεν θα πάθει κανένα κακό, εάν έδειχνε μεταμέλεια. Εκείνη ακούγοντας αυτά από τον Λιώνε τον απαντά: “Εγώ Ελληνίς εγεννήθην, βάρβαρε Σκύθα και Ελληνίς θα πεθάνω”. Την ίδια στιγμή με το πιστόλη της τραυματίζει βαριά ένα Βούλγαρο.
Η μάχη είναι σκληρή. Τέσσερις ώρες πολεμά μόνη της κρατώντας γενναία σε απόσταση τους Βουλγάρους. Μανιασμένος ο Λιώνε δίνει τις απάνθρωπες διαταγές του. “Βάλτε φωτιά στο σπίτι. Ψήστε την ζωντανή”.
Τεράστιες φλόγες ζώνουν το σπίτι. Μα η Αικατερίνα Χατζηγεωργίου μένει στις επάλξεις. Δεν παραδίδεται. Οι καπνοί την πνίγουν και εκείνη συνεχίζει να πολεμά.  Καίγεται σαν λαμπάδα χωρίς  να προδώσει τίποτα από τα ιδανικά της.
Το πρωί οι κάτοικοι του χωριού έντρομοι βγαίνουν από τα σπίτια τους και αντικρύζουν τα αποκαΐδια. Μέσα σε αυτά βλέπουν ένα καμμένο κορμί. Είναι της Δασκάλας Αικατερίνας Χατζηγεωργίου. Στο καπνισμένο χέρι της κρατά ακόμα το πιστόλι.
Αυτή είναι η θυσία δύο μόνο από τις πιο ηρωϊκές μορφές των Δασκάλων στα ένδοξα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνος. Οι Μακεδόνες αγωνίστηκαν για να μείνουν Έλληνες – Ρωμηοί και Πατριαρχικοί. Οι Μακεδόνες αγωνίστηκαν μόνοι τους χωρίς καμιά βοήθεια. Αυτό πού είχαν μέσα τους ήταν η αγάπη και η πίστη στον Θεό, στην Πατρίδα και στην Εκκλησία – Πατριαρχείο.
Γι’  αυτό και όποιος έρχεται στην Μακεδονία, ας μην μείνει απλός θεατής των τοπίων, των βουνών, των χωριών και των πόλεων. Ας σκύψει και ας φιλήσει το χώμα της, πού είναι ποτισμένο με αίμα αγίων και ηρώων. Όποιος έρχεται στην Μακεδονία, καλό θα είναι να αφουγκραστεί τα βουνά, τα λαγκάδια, τις πόλεις και τα χωριά, πού κάτι θα έχουν να τον πούν.
Όποιος έρχεται στην Μακεδονία, καλό θα είναι να γνωρίζει την ιστορία της, τα κατορθώματά της, τις θυσίες της, τους ήρωές της, τα πάθη και τα βάσανά της. Η Μακεδονία είναι ο τόπος της θυσίας, της προσφοράς, του αίματος. Η Μακεδονία, είναι η δόξα του Ελληνισμού – Ρωμηοσύνης, το κλέος της ιστορίας, και το καύχημα της Εκκλησίας – Πατριαρχείο.
Η Μακεδονία είναι εδώ. Άς μάθουμε επιτέλους και την ιστορία αυτού του τόπου. Γιατί δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να την ξεχάσουμε και να την αμπεμπολήσουμε. Γιατί τότε θα έρθει ο Κωστής Παλαμάς να μας πει:

“…..χρωστάτε
και σ’ όσους πέρασαν, θα ρθούνε, θα περάσουν
κριτές θα μας δικάσουν
οι αγέννητοι οι νεκροί”.

Διαβάστε ακόμα