Ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Πολύκαρπος Συνοδινός

Μια απροσδόκητη ιστορία “Αλληλεγγύης” και “συναντίληψης”

Του Γιάννη Πλεμμένου

Ερευνητή στο Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας  της Ακαδημίας Αθηνών

Τι σχέση μπορεί να έχει ο Γεώργιος Παπανδρέου ο πρεσβύτερος με τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας Πολύκαρπο Συνοδινό; Με ποιο τρόπο το Κόμμα των Φιλελευθέρων αναμίχθηκε στο θέμα της διαδοχής του Μελετίου Σακελλαρόπουλου στην Καλαμάτα του 1933;  Και πώς ο Γέρος της Δημοκρατίας συνδέεται με το «Μητροπολιτικό» ζήτημα που συντάραξε τη Μεσσηνία τέτοια εποχή πριν από 84 χρόνια;

Σε παλαιότερο δημοσίευμα της «Ελευθερίας» (5/8/2015), ο Πολύκαρπος Συνοδινός σκιαγραφήθηκε ως ιεράρχης με φιλελεύθερες ιδέες και αποστροφή προς τον εναγκαλισμό εκκλησίας και κράτους. Ως τεκμήριο μάλιστα παρουσιάστηκε μια επιστολή του προς την Ιερά Σύνοδο, στην οποία καταφερόταν εναντίον της «τυραννικής» κυβέρνησης Μεταξά και των εορτασμών της 4ης Αυγούστου.

Αυτό όμως που δεν υποδείχτηκε από τον συντάκτη του δημοσιεύματος ήταν η ημερομηνία της επιστολής (3 Σεπτεμβρίου 1941), όταν η χώρα βρισκόταν ήδη υπό γερμανική κατοχή, ο δε Μεταξάς είχε αποβιώσει από τον Ιανουάριο του ίδιου έτους. Τι νόημα είχε λοιπόν αυτή η «εκπρόθεσμη» καταγγελία;

Το «Μητροπολιτικό ζήτημα»

Ολα άρχισαν την επομένη της εκδημίας του Μελετίου Σακελλαρόπουλου (17/6/1933), όταν προτάθηκε στον Καλαματιανό Μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ, που είχε έρθει για να παραστεί στην κηδεία, να υποβάλει υποψηφιότητα για τη Μητρόπολη Μεσσηνίας. Ο Ιεζεκιήλ αρνήθηκε κατηγορηματικά, δηλώνοντας ότι δεν προτίθεται να εγκαταλείψει το ποίμνιο που του εμπιστεύτηκε η εκκλησία.

Μετά την άρνηση του Ιεζεκιήλ, η κοινή γνώμη στράφηκε στον αρχιμανδρίτη Πολύκαρπο Ανδρώνη, που υπηρετούσε ως ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Μεσσηνίας και είχε οριστεί τοποτηρητής. Η υποψηφιότητα αυτή σκόνταφτε όμως στον τότε ισχύοντα καταστατικό χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, που προέβλεπε την πλήρωση της συγκεκριμένης θέσης διά μεταθέσεως εν ενεργεία μητροπολίτη.

Σχηματίστηκε αμέσως «πολυμελεστάτη επιτροπή» από εκπροσώπους πολλών σωματείων της Καλαμάτας, η οποία ζήτησε από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο και τον πρωθυπουργό Παναγ. Τσαλδάρη την τροποποίηση του νόμου («Σημαία» 20/6/1933). Οργανώθηκαν επίσης «ογκώδη» συλλαλητήρια σε Καλαμάτα και Μεσσήνη, που διατράνωσαν την υποστήριξη του λαού προς τον Ανδρώνη.

Την υποψηφιότητα Ανδρώνη υποστήριξαν αρκετές προσωπικότητες, με πρώτον τον Μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος. Υπέρ αυτού και κατά του μεταθετού των επισκόπων τάχθηκε ο Καλαματιανός καθηγητής του Κανονικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημ. Πετρακάκος. Την «πλήρη» του ευαρέσκεια είχε εκφράσει και ο εκλιπών Μητροπολίτης στην αποχαιρετιστήρια επιστολή του («Σημαία» 18/6/1933).

Ομως, άλλες οι βουλές του λαού και άλλα η… σύνοδος κελεύει. Δυο μέρες αργότερα, ανακοινωνόταν ότι «η δια Λαϊκών τηλεγραφημάτων κίνησις υπέρ εκλογής του τοποτηρητού αρχιμανδρίτου Πολυκάρπου Ανδρώνη δεν εγκρίνεται υπό της Ιεράς Συνόδου» («Σημαία» 27/6/1933). Ως υποψήφιοι με «περισσοτέρας πιθανότητας» κατονομάζονταν οι Μητροπολίτες Γόρτυνος και Καλαβρύτων.

Η εκλογή Συνοδινού

Τελικά, ο ίδιος ο Ανδρώνης έδωσε τη λύση στο πρόβλημα, ανακοινώνοντας δημόσια τη μετακίνησή του σε άλλη μητρόπολη και αφήνοντας «εντελώς ελεύθερον το πεδίον εις πάντα φιλοδοξούντα» («Σημαία» 17/9/1933). Ο τοπικός τύπος έκανε αμέσως λόγο για «διωγμό» του λαοφιλούς αρχιμανδρίτη, τον οποίον η σύνοδος αποφάσισε να «εκσφενδονίση» στη Μακεδονία (συγκεκριμένα στη Βέροια).

Με λυμένα τα χέρια, η Ι. Σύνοδος αποφάσισε να μεταθέσει στη Μητρόπολη Μεσσηνίας τον Μητροπολίτη Γόρτυνος Πολύκαρπο Συνοδινό, ο οποίος απέσπασε 8 ψήφους (έναντι 4 του Μητροπολίτη Καλαβρύτων και μίας λευκής). Ας σημειωθεί ότι η Μητρόπολη Μεσσηνίας εθεωρείτο τότε «ως δευτερεύουσα Μητρόπολις του Κράτους μετά την Μητρόπολιν Αθηνών» (εφημ. «Σίφνος» 1/10/1933).

Η αιφνίδια απόφαση της συνόδου πυροδότησε έντονες αντιδράσεις. Ο υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Θεόδ. Τουρκοβασίλης «απεδοκίμασε την ληφθείσαν απόφασιν της Συνόδου», δηλώνοντας ότι «αρνείται να προκαλέσει το προεδρικόν διάταγμα της μεταθέσεως» («Σημαία» 1/10/1933). Ας σημειωθεί ότι η εκλογή υπεγράφη από τον κρατικό επίτροπο της συνόδου Θεοδ. Σπεράντζα.

Αλγεινή εντύπωση δημιούργησε η είδηση ότι ο νέος μητροπολίτης «άμα τη εκλογή του έσπευσε τηλεγραφικώς ν’ απαλλάξη τον Ιεροκήρυκα Μεσσηνίας κ. Πολύκαρπον των καθηκόντων του Τοποτηρητού και να διορίση τοιούτον τον οικονόμον κ. Ι. Κωστόπουλον» («Σημαία» 23/9/1933). Ταυτόχρονα, ο μεγαλόθυμος Ανδρώνης καλούσε τον λαό να σεβαστεί την απόφαση της συνόδου.

Κυκλοφορούσε επίσης η φήμη ότι η μετάθεση του Μητροπολίτη Γόρτυνος «οφείλεται εις επεμβάσεις ανθρώπων της Λέσχης των Φιλελευθέρων και δη του Κυβερνητικού επιτρόπου κ. Σπεράντζα με τον οποίον συνδέεται διά φιλίας ο πολιτευτής Μυτιλήνης κ. Παπανδρέου» («Σημαία» 25/9/1933). Η Λέσχη των Φιλελευθέρων αποτελούσε τη «δεξαμενή σκέψης» των Βενιζελικών, ο δε Γ. Παπανδρέου εκλεγόταν προπολεμικά στη Μυτιλήνη όπου είχε διατελέσει και νομάρχης.

Η κρυμμένη αλήθεια 

Τι συνέβη στην πραγματικότητα; Η απάντηση εντοπίζεται στην παλιά και βαθιά σχέση των τριών ανδρών, Συνοδινού, Σπεράντζα και Παπανδρέου. Βασίζεται μάλιστα σε παλαιότερο άρθρο του γνωστού θεολόγου και εκπαιδευτικού Αριστ. Πανώτη, με τίτλο «Η οικογένεια Παπανδρέου και η Εκκλησία» (δημοσιευμένο το 2011 στην Πύλη Εκκλησιαστικών Ειδήσεων «Αμήν»).

Ολα ξεκινούν στην Πάτρα των αρχών του 20ού αιώνα. Ο Πολύκαρπος Συνοδινός, νεαρός κληρικός από τη Σίφνο, είχε διοριστεί ιεροκήρυκας από τον Αρχιεπίσκοπο Πατρών Ιερόθεο. Ο Συνοδινός κάλεσε κοντά του έναν ανιψιό του από τη Σίφνο, ονόματι Θεοδόση Σπεράντζα, για να τελειώσει το σχολαρχείο της Πάτρας. Μαζί με τον ανιψιό του, έθεσε υπό την προστασία του και έναν άλλο νεαρό, ονόματι Γιώργο Σταυρόπουλο, γιο του παπα-Ανδρέα, αγρότη ιερέα από το Καλέντζι Αχαΐας.

Οι δύο νεαροί, εκτός από συμμαθητές, έγιναν αδελφικοί φίλοι. Στο μεταξύ, ο Συνοδινός μετέθετε τον παπά-Ανδρέα σε καλή ενορία στην Πάτρα, για να είναι κοντά στον γιο του. Ετσι, μετά το σχολαρχείο, ο μεν παπα-Ανδρέας κατάφερνε να βοηθήσει τον Γιώργο να περάσει στη Νομική Σχολή, ο δε Πολύκαρπος επιτύγχανε να στείλει τον Θεοδόση στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Οι δύο συμφοιτητές συγκατοικούν και πάλι στην Αθήνα, με τη διαφορά ότι ο Γιώργος αποφασίζει να αλλάξει το επώνυμό του από Σταυρόπουλος σε Παπανδρέου, προς τιμήν του ιερέα πατέρα του. Ο Γεώργιος Παπανδρέου μεταβαίνει αργότερα στη Γερμανία για ανώτερες σπουδές και στη συνέχεια πολιτεύεται με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Στο ίδιο κόμμα εντάσσεται από νωρίς και ο Σπεράντζας, διοριζόμενος σε διάφορες διοικητικές θέσεις των κυβερνήσεων Βενιζέλου.

Το 1930 ο Γ. Παπανδρέου αναλαμβάνει από τον Βενιζέλο το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων και διορίζει τον Θεοδόση Σπεράντζα Επίτροπο Επικρατείας στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ο Σπεράντζας θα παραμείνει και μετά το 1933, όταν την εξουσία ανέλαβε η δεξιά κυβέρνηση του Τσαλδάρη. Εκεί λοιπόν θα ξαναβρεθεί με τον θείο και ευεργέτη του Πολύκαρπο Συνοδινό.

Η ιδεολογία του Συνοδινού

Ο Πολύκαρπος Συνοδινός είχε γίνει μέλος του «Ελληνισμού», ενός σωματείου της ριζοσπαστικής δεξιάς, που απέβλεπε στην ενίσχυση του εθνικού φρονήματος. Ισόβιος πρόεδρος του σωματείου ήταν ο καθηγητής και πολιτικός Ν. Καζάζης, ενώ μέλος του ΔΣ ήταν ο γνωστός ιστορικός Π. Καρολίδης. Καθώς ο Συνοδινός ήταν πολυγραφότατος, μπορούμε να ψηλαφίσουμε τις κοινωνικές και πολιτικές του ιδέες.

Στο άρθρο του «Η κατάστασις του ελληνισμού και τα μέσα της ανορθώσεως» (περιοδ. «Ελληνισμός», 1900), ο νεαρός τότε αρχιμανδρίτης σημειώνει με νόημα ότι «τα έθνη δεν προοδεύουσι διά των εξωτερικών τύπων τοιούτου ή τοιούτου πολιτεύματος αλλά διά της αληθούς ανακαινίσεως». Ως πρότυπο δε «ανακαινισμένης» χώρας προβάλει τη Γερμανική Αυτοκρατορία του Γουλιέλμου Β’ (Δεύτερο Ράιχ), την πρόοδο της οποίας αποδίδει «εις την αληθή παίδευσιν» των κατοίκων της.

Σε άρθρο του για τις σχέσεις εκκλησίας και πολιτείας (περιοδ. «Θεολογία», 1925), ο ήδη Μητροπολίτης Γόρτυνος Πολύκαρπος Συνοδινός τονίζει ότι «οφείλει άρα ο χριστιανός να υποτάσσεται τη κοσμική αρχή και εξουσία υφ’ οιανδήποτε μορφήν και αν εκδηλούται». Φθάνει δε μέχρι του να δεχθεί ότι οι πιστοί «δέον να υποτάσσωνται και εις τας αρχάς εκείνας, αίτινες ήκιστα [=ελάχιστα] είνε νόμιμαι, εις τας τυραννίδας, ως κατά παραχώρησιν Θεού κατεχούσας την εξουσίαν».

Σε άλλο σημείο του ίδιου άρθρου γράφει: «δεν φρονούμεν ότι η Δημοκρατία είναι η πανάκεια της σωτηρίας του Εθνους και της ανυψώσεως αυτού». Το δε επιχείρημά του είναι η έλλειψη πνευματικής καλλιέργειας του ελληνικού λαού: «Εθαυματούργησε το δημοκρατικόν πολίτευμα εν Ελβετία ή αλλαχού, αλλά δι’ αυτό τούτο δεν είνε η πανάκεια εις άλλους λαούς αμορφώτους και ουχί ηθικούς».

Ελλάς Ελλήνων… Αντικομμουνιστών

Εκεί όμως όπου εκδηλώνεται ανοιχτά είναι απέναντι στον κομμουνισμό. Στη μεταθανάτια έκδοση της μελέτης του Δέκα Ομιλίαι προς την ελληνικήν νεότητα (1950) σημειώνει απερίφραστα ότι «Υπάρχουν ατυχώς κακοδιδάσκαλοι, ως οι Κομμουνισταί, διδάσκοντες την αναρχίαν, την παρακοήν εις τας νομίμους αρχάς. Οι Κομμουνισταί είναι οι άγριοι του πολιτισμού. Φεύγετε απ’ αυτών, ω νέοι».

Ακόμα και στο τελευταίο εν ζωή έργο του, Λόγοι επί των Κυριακών Ευαγγελίων (1947), ο ηλικιωμένος ιεράρχης σημείωνε ότι «ανεπτύχθησαν εκ του σκότους σκοτειναί δοξασίαι και μωραί του Κομμουνισμού υπό των οποίων παρεσύρθησαν και αγαθοί Χριστιανοί και Ελληνες. Εκ τούτων επήλθον εξεγέρσεις επαναστατικαί … Περιεπέσαμεν εις κατάστασιν απολύτου ελευθερίας και ανομίας».

Για να γίνει κατανοητή η ειδοποιός διαφορά μεταξύ του Συνοδινού και του προκατόχου του, Μελετίου Σακελλαρόπουλου, αρκεί ένα απόσπασμα από την αποχαιρετιστήρια επιστολή του τελευταίου: «Εις τους ολίγους Κομμουνιστάς να συμπεριφέρεσθε ουχί με βίαια μέσα, αλλά διά της πειθούς και της παροχής των υλικών μέσων προς διατροφήν των διά να επαναφέρητε αυτούς εις την ευθείαν οδόν».

Από την άλλη, οι ιδέες του Συνοδινού συμπλέουν με αυτές του παιδικού του φίλου και συνοδοιπόρου, Γεωργίου Παπανδρέου, όπως συμπυκνώνονται στην περίφημη εγκύκλιό του προς τους επιθεωρητές Μέσης Εκπαιδεύσεως (1965), όπου μεταξύ άλλων τόνιζε: «Ο Κομμουνισμός είναι εχθρός και του Εθνους και της Δημοκρατίας … Τα δικά μας ιδανικά είναι τα ιδανικά του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού».

Ο Συνοδινός και η «Ζωή»

Στο προαναφερθέν δημοσίευμα της «Ελευθερίας» (5/8/2015), ο Συνοδινός τοποθετήθηκε τεχνηέντως απέναντι από την αδελφότητα θεολόγων «Η Ζωή». Σύμφωνα όμως με τις διαθέσιμες μαρτυρίες, ο από Γόρτυνος Μητροπολίτης Μεσσηνίας διέκειτο ευνοϊκά προς τα ιστορικά μέλη της «Ζωής», ενώ συνέπλεε με τις βασικές αρχές της αδελφότητας (που είχαν αρχίσει να διαδίδονται στον κλήρο και τον λαό).

Σε άρθρο του για τους ιεροκήρυκες της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο περιοδικό «Θεολογία» (1933), ο Συνοδινός συμπεριλαμβάνει σε ένα μακρύ κατάλογο κληρικών που «εκήρυττον ευδοκίμως τον λόγον του Θεού», τον «ενάρετον» Ευσέβιο Ματθιόπουλο, ιδρυτή της «Ζωής», καθώς και τον «ζηλωτήν και ικανόν» Διονύσιο Φαραζουλή, συνεργάτη του Ματθιόπουλου.

Η «Ζωή» επικρίθηκε και για την προώθηση του ελληνοχριστιανικού ιδεώδους στην ελληνική κοινωνία της εποχής. Εντούτοις, στις Δέκα Ομιλίες ο Συνοδινός φαίνεται να προωθεί αυτές ακριβώς τις ιδέες: «Θρησκεία, Πατρίς, Γλώσσα, Ιεραί παραδόσεις … είνε τα αιώνια ιδανικά». Γι’ αυτό και συστήνει στους νέους να ακολουθούν «τον αληθή Ελληνικόν και Χριστιανικόν πολιτισμόν».

Το ιδεώδες του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού διαπνέει όλα τα έργα του Συνοδινού. Για παράδειγμα, στους Λόγους των Κυριακών σημειώνει: «Χριστιανική άρα θρησκεία και Ελληνισμός … συμφωνούν και είνε στενώς συνυφασμέναι [sic], πηγάσασαι εκ της αυτής θείας προνοίας … κατατείνουσαι προς τον αυτόν σκοπόν, συμπληρούσαι αλλήλας και αποτελούσαι έν όλον αδιαίρετον και αδιάσπαστον».

Συνοδινός και Μεταξάς

Μ’ όλα αυτά, παραμένει ακόμα ανοιχτό το ερώτημα της σκοπιμότητας της επιστολής του Συνοδινού κατά του Μεταξά τον Σεπτέμβριο του 1941. Το ερώτημα γίνεται αμείλικτο αν τοποθετηθεί στα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Δυο μήνες πριν τη σύνταξη της επιστολής, στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο των Αθηνών ανέβαινε ο Δαμασκηνός, ο οποίος, αν και εκλεγμένος από το 1938, είχε τελικά αντικατασταθεί από τον Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο, με παρέμβαση του καθεστώτος Μεταξά.

Αυτό όμως που δεν είναι τόσο γνωστό, είναι ότι στην επαναληπτική εκλογή Αρχιεπισκόπου του 1938 (μετά την ακύρωση της εκλογής Δαμασκηνού από το ΣτΕ), ένας από τους τέσσερις υποψηφίους ήταν ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Πολύκαρπος Συνοδινός (μαζί με τους Μητροπολίτες Λήμνου και Δράμας). Στο τριπρόσωπο όμως ενεγράφησαν τελικά ο Χρύσανθος με τους δύο άλλους μητροπολίτες, καθώς ο Συνοδινός ήταν νεότερος στα πρεσβεία αρχιερωσύνης.

Με άλλα λόγια, ο Συνοδινός συμμετέσχε ως υποψήφιος στην παράνομη εκλογή αρχιεπισκόπου που οργάνωσε το καθεστώς Μεταξά, μετά από έκδοση αναγκαστικού νόμου, σύμφωνα με τον οποίο η αρμοδιότητα εκλογής μεταβιβαζόταν από την Ιεραρχία στη Διαρκή Ι. Σύνοδο και η επιλογή του νέου αρχιεπισκόπου έπρεπε να γίνει από τον βασιλιά μεταξύ των τριών πλειοψηφούντων.

Πρέπει να θεωρηθεί ως ειρωνεία της τύχης το ότι ο αποπεμφθείς Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός αποκαταστάθηκε 2 ½ χρόνια αργότερα από την κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου (μετά από σύγκληση Μείζονος Συνόδου). Μήπως λοιπόν ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας, συντάσσοντας και αποστέλλοντας την επιστολή με την οποία «θάβει» τον Μεταξά, έσπευδε να εξευμενίσει τον νέο αρχιεπίσκοπο;

Οι νεκροί είναι ακίνδυνοι!

Σε μια επιστολή του δικηγόρου Μιχ. Παναγιωτόπουλου στην εφημ. «Αρκαδικός Τύπος» (26/11/1933) βρίσκουμε και κάποιες νύξεις για την ψυχοσύνθεση του Συνοδινού. Ο Παναγιωτόπουλος καταγγέλλει τον μητροπολίτη ότι επετέθη κατά του ακαδημαϊκού Δ. Παπούλια μετά θάνατον (κατηγορώντας τον για μασόνο). Ο Δημητσανίτης δικηγόρος αποκαλεί τον Συνοδινό «δειλό» και ανίερο», καθώς «ανέμενεν ευκαιρίαν να ψέξη μετά θάνατον τον Δ. Παπούλιαν δι’ όσα εν ζωή εγνώριζεν».

Ο Συνοδινός φαίνεται ότι ακολούθησε την ίδια τακτική και με τον Μεταξά, καθώς αποστέλλει την επιστολή του μετά τον θάνατο του τελευταίου, τον οποίον όσο ζούσε φρόντιζε να λιβανίζει. Για παράδειγμα, στους εορτασμούς της δεύτερης επετείου του καθεστώτος, διαβάζουμε ότι «Ο Σεβασμιώτατος κ. Πολύκαρπος ωμίλησε προς το εκκλησίασμα διά την σημασίαν της επετείου της 4ης Αυγούστου, εξάρας δι’ ωραίων λόγων το έργον του πρωθυπουργού κ. Μεταξά» («Σημαία» 5/8/1938).

Επιπλέον, όταν ο πρωθυπουργός Ι. Μεταξάς ανέλαβε και το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων (διευκολύνοντας έτσι την εκλογή του Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου), ο Πολύκαρπος Συνοδινός έσπευσε να αποστείλει το εξής συγχαρητήριο τηλεγράφημα: «Επί αναλήψει υπουργείου Θρησκευμάτων και Παιδείας συγχαίροντες ευχόμεθα όπως Κύριος ενισχύη ανύψωσιν Εκκλησίας και Παιδείας, δι’ ων αναγεννάται έθνος, προοδεύει ηθικώς και εθνικώς» (εφημ. «Πρωία» 15/12/1938).

 

eleftheriaonline.gr

Διαβάστε ακόμα