«Αναπέμποντας ύμνο και χαιρετισμό στην έξοδο της Παρθένου» του θεολόγου Παντ. Λεβάκου

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Μ.Δ.Ε. Θεολογικής σχολής ΕΚΠΑ

Ευρισκόμενοι οι Απόστολοι στην οικία του ευαγγελιστή Ιωάννη όπου η Θεοτόκος διέμενε μετά το Πάθος και την Αναστάση του Υιού της και έχοντας κυκλώσει το νεκρικό της κρεβάτι, γίνονται «μάρτυρες» ενός θαυμαστού γεγονότος. Γίνονται «μάρτυρες» μιας απόδειξης αγάπης. Είναι εκείνη η αγάπη του Κυρίου Ιησού Χριστού προς την Μητέρα Του. Είναι η απόδειξη της αγάπης του Θεού προς εκείνο το πλάσμα Του, το οποίο πρόθυμα δάνεισε το σώμα της ώστε Εκείνος να γίνει άνθρωπος. Είναι η αγάπη όλων εκείνων που επικαλούνται τις πρεσβείες της Θεοτόκου γνωρίζοντας ότι, αν και κοιμήθηκε, εντούτοις δεν εγκατέλειψε τον κόσμο. Πώς, λοιπόν, οι Απόστολοι έγιναν «μάρτυρες» αυτού του θαυμαστού γεγονότος;

Σύμφωνα με τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Ιωάννη Α΄, πρώτος από τους Αποστόλους έφθασε ο ευαγγελιστής Ιωάννης από τις Σάρδεις όπου κήρυττε το μήνυμα του Ευαγγελίου. Την επόμενη ημέρα έφθασαν επάνω σε σύννεφα (νεφέλες) οι υπόλοιποι απόστολοι, περιστατικό το οποίο περιγράφει αναλυτικά το δοξαστικό «Θεαρχίω νεύματι» του εσπερινού της εορτής. Την ημέρα της Κοίμησης είχε έλθει η στιγμή όπου η μεν Θεοτόκος θα συναντούσε τον Υιό της, οι δε απόστολοι θα συναντούσαν τον Διδάσκαλό τους μετά από έντεκα χρόνια. Κατά την τρίτη ώρα της ημέρας (9 το πρωί με τα δικά μας δεδομένα) ακούστηκε βροντή από τον ουρανό που συνοδεύτηκε από θεϊκή ευωδία. Ήταν το σημάδι ότι ο Κύριος κατέφθανε καθισμένος επάνω στα σύννεφα συνοδευόμενος από πλήθος αγίων Αγγέλων ώστε να παραλάβει την ψυχή της «Πλατυτέρας των Ουρανών». Οι Άγγελοι με ύμνους περιμένουν τον Δίκαιο Κριτή έξω από την οικία ενώ Εκείνος συναντά τους μαθητές Του στο εσωτερικό της. Αφού ασπάζεται την μητέρα Του και αυτούς παραλαμβάνει την ψυχή της μητέρας Του. Η ψυχή της Παναγίας περιγράφεται ως «επτά φορές λευκότερη από τον ήλιο». Έπειτα ο Κύριος υποδεικνύει στον Πέτρο και τους άλλους μαθητές να ενταφιάσουν στη Γεθσημανή το σώμα και να μεριμνήσουν για την ασφάλειά του. Το σώμα αναφωνεί στον Κύριο το «μνήσθητί μου» και Εκείνος υποσχόμενος να μην το εγκαταλείψει, εξαφανίζεται.

Αφού έγιναν «μάρτυρες» οι Απόστολοι αυτών των γεγονότων, μπροστά στο σκήνωμα της Παναγίας, αποφασίζουν να εκφωνήσουν λόγους και να ψάλουν εξόδιους ύμνους. Θέλοντας ο υμνογράφος να αποτυπώσει την έκπληξη των Αποστόλων μπροστά στο μέγεθος της αγάπης και της τιμής που είδαν ο Θεός να αποδίδει στο κοιμώμενο πλάσμα Του, προβαίνει στη σύνθεση του εξής ύμνου: «Σὲ τὴν ἀ­γνῶς δε­ξα­μέ­νην, τὸν Ποι­η­τὴν τῆς κτί­σε­ως, Γεθ­ση­μα­νὴ ἀ­θροι­σθέν­τες ἀ­πὸ πε­ρά­των οἱ Μα­θη­ταὶ, καὶ θε­ω­ρή­σαν­τές Σὲ νε­κράν, ἄ­τα­φον, εὐ­συμ­πά­θη­τον θρῆ­νον ἀ­να­λα­βόν­τες, ὀ­δυ­ρό­με­νοι ἔ­λε­γον· Οἶ­μοι Θε­ο­νυμ­φε Μα­ρι­ὰμ! ἣν πρὸ μι­κροῦ ὀ­ρῶν­τες Σὲ ἐν κό­σμω πε­ρι­οῦ­σαν, ἐ­δο­κοῦμεν τὸν Σὸν Υἱ­ὸν σαρ­κί κα­θο­ρᾶν, καὶ τὴ γῆ κή­ρυγ­μα ἠ­μῶν δι­ὰ σου ἐ­τρα­νοῦμεν, ἐ­πὶ σοῖ πα­ρα­μυ­θούμε­νοι· ἀλλ’ ἰ­δοὺ νῦν βλέ­πο­μεν, τοῖς θε­σμοῖς καὶ σὲ τῆς φύ­σε­ως ὑ­πο­κύ­πτου­σαν· πῶς σὲ κη­δεύ­σω­μεν Κό­ρη; ἢ πῶς ἐν τά­φω Σὲ θῶ­μεν; ποί­αις χερ­σὶ δὲ προσ­ψα­ύ­ειν τὸ Σὸν ἀ­κή­ρα­τον σῶ­μα; ἢ ποί­α ἄ­σμα­τα μέλ­πειν τῆ σὴ ἐ­ξό­δω Παρ­θέ­νε; Με­γα­λύ­νο­μεν τὴν δό­ξαν σου, ὑ­μνο­λο­γοῦ­μεν τὴν τα­φήν σου, σὺν τῆ με­τα­στά­σει βο­ῶ­μεν· πρόστη­θι τοῖς δού­λοις σου». «Όταν οι Μαθητές, που κατέφθασαν στη Γεθσημανή από τα πέρατα του κόσμου, είδαν Εσένα που με αγνότητα δέχθηκες να κυοφορήσεις Αυτόν που έφτιαξε την κτίση, (Σε είδαν) να είσαι νεκρή και άταφη, ξεκίνησαν θρήνο γεμάτο πόνο και κλαίοντας έλεγαν· Αλλοίμονο σε εμάς Θεόνυμφε Μαριάμ! Πρίν από λίγο (εμείς) βλέπαμε Εσένα να κινείσαι επάνω στον κόσμο προσμένοντες την σάρκωση του Υιού σου, και με τις δικές σου πρεσβείες μεταφέρουμε στα έθνη το κήρυγμα, βρίσκοντας καταφύγιο σε Εσένα. Αλλά τώρα σε βλέπουμε να υποκύπτεις και εσύ στους νόμους της φύσεως. Με ποιο θάρρος να σε κηδεύσουμε Κόρη; Ή πώς να σε αποθέσουμε στον τάφο; Με ποια χέρια να ακουμπήσουμε το αγνό σώμα σου; Με ποιους ύμνους να ψάλλουμε την έξοδό σου Παρθένε; Δοξολογούμε την δόξα σου, εγκωμιάζω με ύμνους την ταφή σου, μαζί με την Μετάστασή (σου) κραυγάζουμε· προστάτευσε τους δούλους σου».

Μπορεί ο ύμνος αυτός να αποτελεί μια διασκευή του αντίστοιχου ύμνου του εσπερινού του Μεγάλου Σαββάτου, ωστόσο μας βοηθά να κατανοήσουμε το μέγεθος και την σημασία των γεγονότων που εκτυλίσσονταν. Οι Απόστολοι συγκλονισμένοι βλέπουν αυτήν που κυοφόρησε τον Θεό να υποκύπτει, έστω και προσωρινά, στον νόμο της φύσης. Βλέπουν, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, αυτήν που ο Ύψιστος χρησιμοποίησε ως κλίμακα για να κατέβει από τον ουρανό και να γίνει όμοιος με το πλάσμα Του, να ανεβαίνει εκείνη πλέον στον ουρανό. Βλέπουν, σύμφωνα με τον βυζαντινό αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ τον Σοφό, «να συνομιλεί με τον θάνατο εκείνη που παραχώρησε την ευκαιρία στην ανθρωπότητα να απαλλαγεί από την φρικτή ομιλία του θανάτου». Επομένως, εύλογα διερωτόνται (οι Απόστολοι) πώς θα μπορέσουν να αποθέσουν στον τάφο ή να ακουμπήσουν τα χέρια τους επάνω σε εκείνη που σύμφωνα με τον άγιο Ανδρέα επίσκοπο Κρήτης, «ο τάφος δεν μπορεί να την κρατήσει»; Επόμενο ερώτημα των Αποστόλων είναι τι είδους ύμνων ή χαιρετισμών να ψάλλουν στην Παναγία ώστε να την τιμήσουν;

Ο όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης δίνει την απάντηση στην απορία των Αποστόλων μέσα από την αλληλουχία δώδεκα χαιρετισμών. Οι χαιρετισμοί αυτοί κατά σειρά είναι οι εξής: α) Χαίρε εσύ που έγινες η κλίμακα που, όπως είδε στο όραμά του ο πατριάρχης Ιακώβ, ήταν στηριγμένη στον ουρανό και με την οποία ο Κύριος κατέβηκε σε εμάς και εμείς ανεβήκαμε σε Αυτόν, β) Χαίρε εσύ που έγινες η δεύτερη φλεγόμενη αλλά μη καιόμενη βάτος από το φως του αρχαγγέλου Γαβριήλ, γ) Χαίρε εσύ που δέχθηκες τον θεϊκό τοκετό και που έγινες η λεκάνη που αναβλύζει το θεϊκό νερό σύμφωνα με τον Γεδεών, δ) Χαίρε εσύ που έγινες πόλη στην οποία κατοικεί ο Μεγάλος Βασιλέας και που οι υπόλοιποι βασιλιάδες την δοξάζουν όπως ο Δαυίδ που έγραψε τους ψαλμούς, ε) Χαίρε εσύ που είσαι η νοητή Βηθλεέμ, ο οίκος του Εφραθά από τον οποίο, κατά τον προφήτη Μιχαία, θα προέλθει ο Βασιλέας της Δόξης του οποίου η εξουσία ξεκινά από την δημιουργία του κόσμου, στ) Χαίρε εσύ που είσαι, σύμφωνα με τον «θεοβόητο» Αββακούμ, το Όρος εκείνο που είναι γεμάτο σκιά από τα παρθένα δάση και από το οποίο θα προέλθει ο Βασιλιάς του Ισραήλ, ζ)  Χαίρε εσύ που ο «θεσπέσιος» Ζαχαρίας ονόμασε χρυσό λυχνάρι γεμάτο από το Φως της Θεότητας το οποίο θα φωτίσει εκείνους που βρίσκονται αιχμάλωτοι για αιώνες στην εξουσία του Άδη, η) Χαίρε εσύ που είσαι το καταφύγιο στο οποίο οι πιστοί, σε παγκόσμια κλίμακα, καταφεύγουν για να λυτρωθούν από τις αμαρτίες τους και που έχεις γίνει η αιτία, κατά τον «αγιώτατο» Μαλαχία, να δοξάζεται το όνομα του Θεού σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, θ) Χαίρε εσύ που, όπως αναφωνεί ο «ιεροφωνότατος» Ησαϊας, είσαι η νεφέλη που κάθησε επάνω σε εσένα ο Κύριος, ι) Χαίρε εσύ που ο συγγραφέας των «Θρήνων» Ιερεμίας  αποκαλεί «ιερό βιβλίο» στο οποίο ο Κύριος καταγράφει τις εντολές Του και μέσα από εσένα γίνονται γνωστές στους ανθρώπους, ια) Χαίρε εσύ που είσαι, σύμφωνα με τον Ιεζεκιήλ ο οποίος είδε τη δόξα του Θεού, πύλη που θα διαβεί ο Θεός του Ισραήλ ώστε να εισέλθει και να εξέλθει από τον Κόσμο, ιβ) Χαίρε εσύ που με βάση τον θεολογικότατο λόγο του Δανιήλ ονομάστηκες υψηλότατο και αλάξευτο όρος και που από εσένα προήλθε ο ακρογωνιαίος λίθος του νέου Ισραήλ.

Με αφορμή το μεγαλείο των χαιρετισμών προς την «Μητέρα της Ζωής» και έχοντας προ των οφθαλμών μας την εορτή της Κοίμησης και της Μετάστασης της Θεοτόκου, ας αναλογιστούμε τη σημασία του γεγονότος. Με ασφαλή οδηγό τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά που μας εξηγεί ότι μόνη η Θεοτόκος, πριν από τη Δευτέρα Παρουσία, βρίσκεται με το «θεοδόξαστο» σώμα της μαζί με τον Υιό της στον ουράνιο Παράδεισο διότι, δεν μπορούσαν να κρατήσουν παντοτινά η γη, ο τάφος και ο θάνατος το σώμα εκείνο που έγινε δοχείο του Θεού και πηγή της Ζωής, ας υμνήσουμε την απόδειξη της αγάπης του Θεού προς την Μητέρα Του. Με γνώμονα την πνευματική μας ωφέλεια ας καταστήσουμε εντονότερη την δική μας «αγάπη» στην «Θεοτόκο και Μητέρα του Φωτός» ώστε με τις πρεσβείες Της να λυτρωθούμε από τα δεσμά της αμαρτίας και του πνευματικού (μας) θανάτου, Αμήν!

Διαβάστε ακόμα