«Η έλευση του Νυμφίου» του θεολόγου Παντελεήμονα Λεβάκου

Tου Παντελεήμονα Λεβάκου, θεολόγου ΜΑ Ιστορικής Θεολογίας – Εκκλησιαστικής Ιστορίας ΕΚΠΑ

Αφού έκθαμβοι αντικρίσαμε την μεγαλοσύνη του «Παγκάλου» Ιωσήφ και είδαμε τον Κύριό μας να καυτηριάζει την πνευματική ακαρπία μας ξηραίνοντας την άκαρπη συκιά, στην κλιμακούμενη αυτή πορεία προς τον Σταυρό και την Ανάσταση, ήρθε η στιγμή να γίνουμε ακροατές δύο παραβολών με ιδιαίτερο νόημα. Η πρώτη παραβολή αφορά έναν γάμο και η δεύτερη αφορά τον μερισμό ορισμένων ταλάντων. Στην γαμήλια τελετή που ο Χριστός περιγράφει, δέκα Παρθένες ετοιμάζονται να υποδεχθούν έναν Νυμφίο. Ο Νυμφίος καθυστερεί για κάποιο λόγο και εκείνες νυστάζουν και επακόλουθα κοιμούνται. Από τις δέκα Παρθένες, οι πέντε είχαν προνοήσει και είχαν ετοιμάσει τα λυχνάρια τους ενώ οι άλλες πέντε πίστευαν ότι δεν ήταν απαραίτητη αυτή η ενέργεια. Κάποια στιγμή, ακούστηκε μια φωνή ότι ο Νυμφίος έρχεται και εκείνες έπρεπε να τον υποδεχθούν. Οι πέντε φρόνιμες Παρθένες ετοίμασαν τα λυχνάρια τους. Οι άλλες πέντε βρέθηκαν απροετοίμαστες και ζήτησαν βοήθεια από τις φρόνιμες. Οι φρόνιμες αρνήθηκαν να προσφέρουν λάδι και οι ράθυμες Παρθένες έφυγαν από τον γάμο για να πάνε να αγοράσουν. Κατά την απουσία τους, ήλθε ο Νυμφίος, και όλοι μαζί μπήκαν στον γάμο. Όταν οι ράθυμες Παρθένες κατέφθασαν, ζήτησαν να μπουν και αυτές στον γάμο αλλά ο Νυμφίος τους αρνήθηκε την είσοδο λέγοντας «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς».

Στην δεύτερη παραβολή, ένας άνθρωπος επρόκειτο να φύγει για μια μακρινή χώρα. Προτού αναχωρήσει για το ταξίδι, φώναξε τους τρεις δούλους του και τους μοίρασε ορισμένα τάλαντα. Στον πρώτο δούλο έδωσε πέντε τάλαντα, στον δεύτερο έδωσε δύο τάλαντα και στον τρίτο ένα τάλαντο. Όταν γύρισε ο άνθρωπος αυτός, μια από τις ενέργειές του ήταν να ζητήσει από τους τρεις δούλους να αποδώσουν λόγο για τα τάλαντα που τους μοίρασε. Ο πρώτος του απέδωσε δέκα τάλαντα, ο δεύτερος του απέδωσε τέσσερα τάλαντα και ο τρίτος όχι μόνο δεν απέδωσε δύο τάλαντα έστω, αλλά τόλμησε να επιτιμήσει τον κύριό του για την εξουσία που ασκούσε επάνω τους. Το αποτέλεσμα αυτού του «ελέγχου», ήταν οι δύο πρώτοι δούλοι να ανταμειφθούν για τον κόπο τους ενώ ο τρίτος να βληθεί στο «σκότος τό ἐξώτερον».

Πώς συνδέονται αυτές οι παραβολές μεταξύ τους; Συνδέονται ως προς το ότι και οι δύο αφορούν την ψυχή μας και τις αδυναμίες της. «Τὴν ὥραν ψυχή, τοῦ τέλους ἐννοήσασα», σημειώνει ο συναξαριστής, θέλοντας να μας τονίσει ότι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως κάποια στιγμή θα τερματίσουμε την επίγεια πορεία μας. Ο τερματισμός αυτής της πορείας, σε αντιστοιχία με τις παραβολές, αφ’ ενός είναι η αναγγελία της έλευσης του Νυμφίου και αφ’ ετέρου η έλευση του κυρίου από την αποδημία του. Την στιγμή της εξόδου μας αναλογιζόμαστε τι έχουμε πράξει στον επίγειο βίο μας. Την κορυφαία εκείνη στιγμή δεν θα πρέπει να φοβηθούμε ότι είμαστε πνευματικά άκαρποι όπως η συκιά αλλά θα πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι «φιλοπόνως» εργαστήκαμε αξιοποιώντας το τάλαντο που μας δόθηκε. Για να φτάσουμε στη βεβαιότητα αυτή, σε κάθε στιγμή της πορείας αυτής, πρέπει να έχουμε ως πλοηγό τον σκοπό μας, δηλαδή, να «μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ».

Στον Οίκο της ημέρας, τα ερωτήματα που ο υμνογράφος απευθύνει στην ψυχή του, αρχικά, και στη συνέχεια στις δικές μας ψυχές, είναι αμείλικτα. «Γιατί βρίσκεσαι αθλία ψυχή μου σε ραθυμία; Γιατί καταπιάνεσαι με μέριμνες που είναι άκαιρες και ουδεμία ωφέλεια έχουν; Γιατί ασχολείσαι με τα παρόντα και φθαρτά αμελώντας τα άφθαρτα και αιώνια;». Ερωτήματα που αρχικά τρομάζουν, αλλά παράλληλα μας αφυπνίζουν. Ο υμνογράφος μας εφιστά την προσοχή καθώς «έφτασε η στιγμή που θα χωριστούμε από τα βιοτικά». Για να καταστούμε έτοιμοι για την ώρα αυτή, πρέπει «να αφυπνιστούμε και με φόβο να απευθυνθούμε προς τον Σωτήρα λέγοντας· Διέπραξα, όντως, αμαρτίες Σωτήρα μου. Σε παρακαλώ, μην με καταδικάσεις όπως την άκαρπη συκιά· αλλά, ως εύσπλαγχνος Χριστέ ελέησέ με, ώστε, να μην μείνω έξω από τον νυμφώνα Σου».

Η Εκκλησία αποφασίζει, χρησιμοποιώντας αυτές τις παραβολές, να μας θέσει ένα θεμελιώδες ερώτημα. Άραγε, έχουμε εγρήγορση στην ψυχή μας; Η πορεία προς την θέαση του Πάθους του Κυρίου μας θέτει το ίδιο ερώτημα, δίνοντάς μας παράλληλα το παράδειγμα που θα μας ενθαρρύνει στον πνευματικό μας αγώνα. Ο Κύριός Ιησούς Χριστός προσέρχεται με εγρήγορση πνευματική στον Σταυρό για να μας υπενθυμίσει ότι και εμείς πρέπει με την αυτή εγρήγορση να αγωνιζόμαστε στο στάδιο των πνευματικών αρετών. Σκοπός της επίγειας πορείας είναι, αφού έχουμε ο καθένας από εμάς λάβει από ένα τάλαντο – ένα χάρισμα, να το αξιοποιήσουμε με σύνεση. Κατά την έξοδό μας από τον κόσμο αυτό, όταν και θα παρουσιαστούμε ενώπιον του Κριτή, εκεί θα αποδώσουμε λόγο για το τάλαντο που λάβαμε. Σκοπός μας είναι, αφού όντως αξιοποιήσουμε σωστά το δώρο που μας δόθηκε, να συγκαταριθμηθούμε και εμείς μαζί με τις πέντε φρόνιμες Παρθένες, να υποδεχθούμε τον ερχόμενο Ουράνιο Νυμφίο και να εισέλθουμε μαζί Του στον «τίμιο γάμο». «Ἀλλ’ ὦ Νυμφίε Χριστέ, μετὰ τῶν φρονίμων ἡμᾶς συναρίθμησον Παρθένων, καὶ τῇ ἐκλεκτῇ σου σύνταξον ποίμνῃ, καὶ ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν».

Διαβάστε ακόμα