Η προεκλογική «φούσκα» περί συμφωνίας Εκκλησίας – Πολιτείας

Δρος Ιωάννου Μπουγά – Θεολόγου

   Το σχέδιο υλοποίησης της Συμφωνίας Πολιτείας – Εκκλησίας, το οποίο δόθηκε από την σημερινή κυβέρνηση στην δημοσιότητα αποτελεί μια προεκλογική φούσκα προς άγραν κάποιων ψήφων, γεγονός το οποίο δεν τιμά πολιτικούς που σέβονται πρωτίστως την δημοκρατία και δευτερευόντως την προσφορά της Εκκλησίας στο γένος.

   Αρχικά πρέπει να τονιστεί ότι πρόκειται για ένα απλό σημείωμα και όχι για σχέδιο νόμου ή για πρόταση νόμου.

   Στο σημείωμα αναφέρεται και μάλιστα πολλές φορές το ρήμα διασφαλίζεται. Από ποιούς διασφαλίζεται; Από το ελληνικό κράτος.; Μα ποιος έχει εμπιστοσύνη στους διοικούντες το κράτος αυτό; εκτός εάν είναι αφελής. Διασφαλίζεται άραγε από την Ιεραρχία της Εκκλησίας; Μα η Ιεραρχία δεν διοικεί το κράτος και βεβαίως με την επερχόμενη συνταγματική αναθεώρηση η Εκκλησία σε ένα ουδετερόθρησκο κράτος δεν θα υπολογίζεται καθόλου από τους κυβερνώντες, αφού δεν θα έχει συνταγματική κατοχύρωση.

   Στην συνέχεια αναφέρεται ότι διασφαλίζεται η μισθοδοσία με πόρους που θα λαμβάνει από την πολιτεία ως αφηρημένη αποζημίωση. Αν η πολιτεία κάποτε δεν δώσει αυτούς τους πόρους είτε γιατί δεν θέλει, είτε γιατί δεν έχει, ποιος την ελέγχει ή ποιος την δεσμεύει; Απλώς οι κληρικοί αν θελήσει η πολιτεία δεν θα πληρωθούν.

   Συμφώνως με το σημείωμα οι θέσεις των κληρικών νομοθετούνται ως οργανικές της Εκκλησίας της Ελλάδος. Άλλη παγίδα, δηλαδή οργανικές θέσεις όχι του ελληνικού κράτους, αλλά της Εκκλησίας, δηλαδή μετά από λίγα ή ελάχιστα χρόνια το κράτος θα πει ότι οι θέσεις αυτές είναι δικές σας κάντε τες ότι θέλετε, εμείς δεν σας καλύπτουμε μισθολογικά.

   Αναφέρεται στο σημείωμα ότι η μισθοδοσία από το κράτος είναι ανταπόδοση της πλημμελώς αποζημιωθείσης  εκκλησιαστικώς περιουσίας. Οι απαλλοτριώσεις τις πλείστες φορές δεν ήταν πλημμελείς, αλλά δεν υπήρξαν καθόλου. Επίσης ποτέ η πολιτεία δεν αποτίμησε το κόστος αυτής της κλαπείσας περιουσίας.

   Στο παρόν σημείωμα δεν αναφέρεται ο τρόπος διοικήσεως του υπό ίδρυση Ταμείου Μισθοδοσίας και προβλέπεται πρόσθετη δυνατότητα μισθοδοσίας περαιτέρω αριθμού κληρικών με δαπάνες της Εκκλησίας Άραγε οι επιπλέον κληρικοί θα μισθοδοτούνται από την Εκκλησία ή από αυτό το Ταμείο με χρήματα, τα οποία θα καταθέτει η Εκκλησία ως κεντρική διοίκηση ή οι Μητροπόλεις; Και τι θα συμβεί με τους ιερείς των δικαιοδοσιών του Οικουμενικού Πατριαρχείου; Επίσης αναφέρεται ότι τα χρήματα θα κατατίθενται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Δεν είναι λίγες οι φορές που τα τελευταία έτη η Τράπεζα της Ελλάδος ευρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση μη έχοντας τα απαραίτητα χρήματα προς διάθεση.

   Μεγάλη βαρύτητα  στο σημείωμα αυτό δίνεται στο ότι η σύμβαση, αν υπάρξει βεβαίως, θα κυρωθεί με νόμο. Όλοι στην Ελλάδα γνωρίζουμε ότι ένας νόμος καταργεί έναν άλλο νόμο. Καμμία διασφάλιση και εμπιστοσύνη δεν παρέχει η νομοθετική κύρωση, διότι οι πολιτικοί συνήθως άλλα λένε και άλλα κάνουν και άλλα ψηφίζουν. Αφού μέχρι και το Σύνταγμα αλλάζουν σε έναν νόμο θα κολλήσουν;

   Χειρότερο δε όλων είναι ότι η Εκκλησία παραιτείται, όπως αναφέρει το σημείωμα, από κάθε αξίωση σχετικά με τη συγκεκριμένη αποζημίωση. Άραγε οι σημερινοί εκπρόσωποι του εκκλησιαστικού σώματος που συμφώνησαν ή θα συμφωνήσουν με το παρόν σημείωμα, αν γίνει νόμος, θεωρούν ότι η περιουσία της Εκκλησίας είναι δική τους; Η Εκκλησία δεν πρέπει να παραιτηθεί από τις διεκδικήσεις της διότι έρχεται σε σύγκρουση με την βούληση των δωρητών ευσεβών χριστιανών, οι οποίοι δώρησαν την περιούσια τους στην Εκκλησία και όχι σε κάποιον κρατικό παραγοντίσκο η εκκλησιαστικό μανδαρίνο.

   Επίσης ο τρόπος παρουσιάσεως της υφισταμένης καταστάσεως δείχνει να έχει απειλητική χροιά υπονοώντας, ότι αν δεν αλλάξει η κατάσταση συμφώνως με το παρόν σχέδιο, τότε μπορεί να πάψει και η μισθοδοσία. Για μακροχρόνιο διάλογο καμμία αναφορά. Αντιθέτως η απειλή τεκμηριώνεται και με τις βιαστικές ανακοινώσεις περί 10.000 νέων προσλήψεων στις θύσεις των ιερέων και εδώ φαίνεται η ψηφοθηρική διάθεση των συντακτών του σχεδίου.

   Μετά από τις διάφορες θέσεις το σημείωμα αυτό καταλήγει στην αποτίμηση. Αποτίμηση γίνεται συνήθως όταν κάποιος εφαρμόσει τις θέσεις του και όχι όταν θεωρητικολογεί «πετώντας» ένα γραπτό σημείωμα

   Τα περί αλλαγής της μισθοδοσίας του κλήρου αποτελούν ένα ακόμη ιδεολόγημα, εδώ και πολλά έτη, κάποιων δήθεν προοδευτικών. Αν ήθελαν να βοηθήσουν τους ιερείς να έχουν μιαν αξιοπρεπή διαβίωση, θα ξεκινούσαν έναν διάλογο ειδικών για ρύθμιση όλων των εκκρεμών ζητημάτων και μετά από πολλά έτη θα κατέληγαν σε επωφελείς λύσεις για τους κληρικούς. Αλλά δυστυχώς είναι ηλίου φαεινότερον ότι αναζητούν ψήφους και αποπροσανατολισμό της κοινωνίας από τα ουσιαστικά προβλήματά της όπως η φτώχεια, η ανεργία, η καταπίεση των αδυνάτων, η άνοδος φασιστικών μορφωμάτων, η ρατσιστική αντιμετώπιση των αδελφών μας μεταναστών και τόσα αλλά.

   Για τους πιστούς της Εκκλησιαστικής κοινότητος ισχύει ότι δεν πρέπει να έχουν καμμία εμπιστοσύνη στους άρχοντες και επειδή οι πιστοί αυτοί ιερείς και λαϊκοί είναι και πολίτες μιας δημοκρατικής κοινωνίας ισχύει ότι στην Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα και όταν φαίνεται ότι υπάρχουν τότε η αλλαγή κυβερνώντων με την ψηφοφορία τα λύνει όλα.

Διαβάστε ακόμα