Η νίκη της Ζωής μέσα από την «οπτική» του Θανάτου

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Μ.Δ.Ε. Θεολογικής σχολής ΕΚΠΑ

Αφού ήδη αναπέμψαμε «ἐ­ξό­δι­ον ὕ­μνον καὶ ἐ­πι­τά­φι­ον» προς τον Κύριο των Δυνάμεων και Βασιλέα της Δόξης, αφού μαζί με τον Ιωσήφ, τις Μυροφόρες, τον Νικόδημο και την Υπεραγία Θεοτόκο θαρρώντες και προσμένοντες μεγαλύναμε την Ανάσταση, η Εκκλησία μας αποφασίζει να παραχωρήσει λόγο στον μεγάλο ηττημένο της Δεσποτικής αυτής πανηγύρεως. Σε αυτόν που αποτελεί το ακατάλυτο, το μέγιστο, το αιώνιο και το άλυτο πρόβλημα του ανθρώπου, στον θάνατο. Ο Χριστός κατεβαίνει μετά πάσης Δυνάμεως και Εξουσίας στον Άδη, κατέρχεται ώστε να συγκαταλεχθεί με τους νεκρούς, κατέρχεται ώστε να κηρύξει την Αλήθεια στους προσμένοντες Δικαίους της Παλαιάς Διαθήκης. Ο άγιος Επιφάνιος αποτυπώνει το μέγεθος της ταπείνωσης του Κυρίου μας λέγοντας: «Μετὰ τῶν δούλων ὁ ∆εσπότης· μετὰ τῶν νεκρῶν ὁ Θεός· μετὰ τῶν θνητῶν ἡ ζωή· μετὰ τῶν ὑπευθύνων ὁ ἀνεύθυνος· μετὰ τῶν ἐν σκότει τὸ ἀνέσπερον φῶς· μετὰ τῶν αἰχμαλώτων ὁ ἐλευθερωτής· καὶ μετὰ τῶν κατωτάτω ὁ ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν» («Μαζί με τους δούλους ο Δεσπότης· μαζί με τους νεκρούς ο Θεός· μεταξύ των θνητών η Ζωή· μαζί με τους υπεύθυνους (για τα ίδια αμαρτήματα) Αυτός που δεν διέπραξε αμάρτημα· μαζί με όσους βρίσκονται στο σκοτάδι (του θανάτου και της αμαρτίας) το Φως που δεν επιδέχεται δύση· μαζί με τους αιχμάλωτους αυτός που είναι Ελευθερωτής· μαζί με αυτούς που βρίσκονται στα κατώτατα μέρη Αυτός που βρίσκεται πάνω από τους ουρανούς»).

Η Εκκλησία, στον αναστάσιμο εσπερινό της Κυριακής του Πάσχα, αποφασίζει να μας δείξει την πραγματοποίηση των παραπάνω. Αποφασίζει να μας τα προβάλλει μέσα από τα «μάτια» του Άδου, μέσα από τα «μάτια» αυτού που εισήλθε στην ανθρώπινη ζωή λόγω της πτώσεως των Πρωτοπλάστων, μέσα από την «οπτική» αυτής της κατάστασης που είναι αναπόφευκτο να διέλθουμε ώστε «Δεσποτικής χαράς αξιωθωμεν». Ο υμνογράφος εμφανίζει τον Άδη να κάνει τον «απολογισμό» της ελεύσεως του Θεανθρώπου σε αυτόν μέσα από τρία τροπάρια. Τονισμένα με βάση τον αφηγηματικό χαρακτήρα του Πλαγίου Τετάρτου ήχου, ο Άδης στενάζοντας αφηγείται «Συνέφερέ μοι, εἰ τὸν ἐκ Μαρίας γεννηθέντα, μὴ ὑπεδεξάμην· ἐλθὼν γὰρ ἐπ’ ἐμέ, τὸ κράτος μου ἔλυσε, πύλας χαλκᾶς συνέτριψε, ψυχάς ἃς κατεῖχον τὸ πρίν, Θεὸς ὢν ἀνέστησε » («Ήταν προς όφελός μου να μην δεχθώ Εκείνον που γεννήθηκε από την Μαρία· (γιατί) ερχόμενος σε εμένα μου διέλυσε την εξουσία, συνέτριψε τις πύλες μου και τις ψυχές που είχα φυλακισμένες, ως Θεός τις ανέστησε»). Ο υμνογράφος μάλιστα ολοκληρώνοντας την πρώτη «αποτίμηση» της καθόδου του Ιησού στα καταχθόνια αναφωνεί (όπως και στις άλλες δύο «αποτιμήσεις») «Δόξα Κύριε τῷ Σταυρῷ σου, καὶ τῇ Ἀναστάσει σου».

Δευτερώνοντας ο υμνογράφος την «προσλαλιά» του ηττημένου «πικρού καὶ ἀκορέστου θανάτου», τον παρουσιάζει έντρομος να περιγράφει: «Κατελύθη μου η εξουσία· εδεξάμην θνητόν, ώσπερ ένα των θανέντων, τοῦτον δὲ κατέχειν ὅλως οὐκ ἰσχύω, ἀλλ’ ἀπολῶ μετὰ τούτου, ὧν ἐβασίλευον· ἐγὼ εἶχον τοὺς νεκροὺς ἀπ’ αἰῶνας, ἀλλὰ οὗτος ἰδοὺ πάντας ἐγείρει» («Καταλύθηκε η εξουσία μου· δέχθηκα ένα θνητό όπως ακριβώς έναν νεκρό, αλλά αυτόν δεν μπορώ να τον υποτάξω ολοκληρωτικά, αντίθετα μαζί με την αδυναμία να υπερισχύσω σε αυτόν έχασα την εξουσία και επάνω σε αυτούς τους οποίους βασίλευα· εγώ εξουσίαζα τους νεκρούς σε όλους τους αιώνες αλλά αυτός όλους τους ανασταίνει»).

Στην τρίτη «αποτίμηση» του «τό κοσμοδόχον κήτος τοῦ ᾅδου» ως άλλος μαινόμενος Φαραώ που διαπίστωνε την έλλειψη της εξουσίας του επί των Ισραηλιτών αναφωνεί: «Κατεπόθη μου τὸ κράτος, ὁ Ποιμὴν ἐσταυρώθη, καὶ τὸν Ἀδὰμ ἀνέστησεν· ὧν περ ἐβασίλευον ἐστέρημαι, καὶ οὓς κατέπιον ἰσχύσας, πάντας ἐξήμεσα, ἐκένωσε τοὺς τάφους ὁ σταυρωθείς, οὐκ ἰσχύει τοῦ θανάτου τὸ κράτος» («Καταστράφηκε το βασίλειο μου, ο Ποιμένας σταυρώθηκε και ανέστησε τον Αδάμ· στερούμαι αυτά τα οποία βασίλευσα, και αυτούς τους οποίους  είχα καταπιεί όλους τους εξέβαλα από μέσα μου, αυτός που σταυρώθηκε άδειασε τους τάφους επειδή κατήργησε την εξουσία του θανάτου»).

Τα παραπάνω περνούν από την υμνολογία στην πατερική γραμματεία και δραματοποιούνται στην διήγηση του Επιφανίου Κύπρου σχετικά με την κάθοδο του Ιησού Χριστού στον Άδη. Ο άγιος Επιφάνιος στο κείμενο της διήγησης παρουσιάζει όλους τους Προπάτορες από τον πρωτόπλαστο Αδάμ έως και τον Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη που ως κήρυκας ζώντων και νεκρών ανέμενε την έλευση του Κυρίου Του, να περιμένουν Αυτόν που «έδησε την όψιν του τυράννου». Ο Χριστός, με βάση τον εικοστό δεύτερο ψαλμό, κατεβαίνει στον Άδη ως Βασιλεύς της Δόξης. Οι αρχιστράτηγοι Μιχαήλ και Γαβριήλ αναφωνούν «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν· καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι». Το αγγελικό τάγμα των Δυνάμεων συμπληρώνει «Ἀπόστητε, πυλωροὶ οἱ παράνομοι» και οι Εξουσίες συμπληρώνουν «Συντρίβητε, αἱ ἁλύσεις αἱ ἄλυτοι· Αἰσχύνθητε, ἐναντίοι πολέμιοι· Φοβήθητε, τύραννοι οἱ παράνομοι». Ο Χριστός εισέρχεται στον Άδη συνοδευόμενος από τα αγγελικά τάγματα όπως ένας τροπαιούχος στρατός μετά από την ολοκλήρωση μιας νικηφόρας εκστρατείας. Εισέρχεται στον Άδη και τα θεμέλια του «δεσμωτηρίου» των ανθρωπίνων ψυχών διαλύθηκαν και οι «δεσμοφύλακες τράπηκαν σε φυγή».

Έχοντας διαλύσει κάθε είδους αντίσταση από τις εχθρικές δυνάμεις προς την θέωση του ανθρώπου, ο Χριστός κινείται για την επίτευξη της υπόσχεσης προς τον Πρωτόπλαστο Αδάμ, την πραγμάτωση της ελευθερίας του. Η συνάντηση του Υιού και Λόγου με τον Πρωτόπλαστο είναι ιδιαίτερα συγκινητική καθώς «ο Αδάμ που κτίστηκε και πλάστηκε πρώτος από όλους τους ανθρώπους και πέθανε πρώτος (από όλους) βρισκόταν στο βαθύτερο σημείο, με πολλή ασφάλεια μάλιστα δεμένος, όταν άκουσε τον ήχο από τα πόδια του Δεσπότη που εισέρχονταν στο σημείο που βρισκόταν εκείνος, γνωρίζοντας την φωνή Αυτού καθώς Εκείνος περπατούσε στη φυλακή, στράφηκε προς όλους όσους ήταν μαζί του δέσμιοι από ετών αμέτρητων λέγοντας· Ακούω τον ήχο από τα πόδια κάποιου να έρχονται προς εμάς · και εάν είναι Εκείνος και έρχεται, εμείς από τα δεσμά μας θα ελευθερωθούμε · εάν δούμε Εκείνον μαζί μας, εμείς θα ελευθερωθούμε από τον Άδη. Αυτά και άλλα παρόμοια έλεγε ο Αδάμ στους συγκατοίκους του όταν εισήλθε ο Δεσπότης σε αυτούς κρατώντας το όπλο της νίκης δηλαδή τον Σταυρό. Όταν τον είδε ο Αδάμ ο πρωτόπλαστος και χτυπώντας από έκπληξη το στήθος του φώναξε σε όλους και είπε · Ο Κύριος μου μαζί μου σε όποιον τόπο βρίσκομαι. Και απάντησε ο Χριστός λέγοντας στον Αδάμ · Και μαζί με το πνεύμα σου (όπου αυτό βρίσκεται)· και αφού κράτησε το χέρι του, τον σήκωσε λέγοντας του · Ξύπνα, εσύ που κοιμάσαι και σήκω εσύ που είσαι με τους νεκρούς και θα σε αναπαύσει ο Χριστός. Εγώ (είμαι) ο Θεός σου, αυτός που για εσένα έγινα υιός σου, αυτός που για εσένα και από εσένα, τώρα σου λέω ότι έχω εξουσία σε όσους βρίσκονται σε αυτά τα δεσμά (του θανάτου) ».

Αναλογιζόμενοι το μεγαλείο της αγάπης του Θεού, μένοντας έκθαμβοι από την γλυκύτητα της συνάντησης με τον πεπτωκότα Προπάτορα και παράλληλα προσμένοντας να εορτάσουμε ακόμα μια φορά την Ανάσταση του Λυτρωτή μας, έχοντας καθαρή την καρδιά και τη συνείδηση μας μέσα από την συμμετοχή μας στο Ποτήριο της Ζωής κατά τον Εσπερινό της «ἑ­ορ­τῆς τῶν ἑ­ορ­τῶν καὶ τῆς πα­νή­γυ­ρις τῶν πα­νη­γύ­ρε­ων» ας αναφωνήσουμε με το γλυκύ ύφος του Βαρέως ήχου «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι», Αμήν!

Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα, τ. Α΄ – Ζ΄, Αθήνα, (2)2009.

Η Καινή Διαθήκη, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος (εκδ.), Αθήνα, 2007.

Η Παλαιά Διαθήκη,  Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος (εκδ.), Αθήνα, (3)2012.

Migne J. P. (εκδ.), Patrologiae Graecae Cursus Completus, Paris, 1857- 66.

Θεοδώρου, Προς το Εκούσιον Πάθος: Ανδρέα Θεοδώρου, Προς το Εκούσιον Πάθος, Ερμηνευτικό σχόλιο στην υμνογραφία της Μεγάλης Εβδομάδος, Αθήνα, 1998.

Θεοδωροπούλου, Περίοδος Τριωδίου: Αρχιμ. Επιφανίου Ι. Θεοδωροπούλου, Το εκκλησιαστικόν έτος, 1, Περίοδος Τριωδίου, Αθήνα, (9)2012.

Σμέμαν, Μεγάλη Εβδομάδα: π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Μικρό Οδοιπορικό της Μεγάλης Εβδομάδας, Αθήνα, 2006.

Χρυσάνθου, Θεωρητικόν: Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, Θεωρητικόν Μέγα της Μουσικής, (κριτική έκδοση Γεώργιος Ν. Κωνσταντίνου), Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, 2007.

Διαβάστε ακόμα