«Η παρέλευση του Θανάτου»

Του Παντελεήμονα Λεβάκου, υπ. Δρ., Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ

Ο Ιησούς Χριστός, έχοντας ως κίνητρο την υπέρτατη αγάπη Του για τον άνθρωπο, βρίσκεται επάνω στον Τίμιο Σταυρό με σκοπό, αφού παραδώσει το Πνεύμα Του στα «χέρια» του Θεού – Πατέρα Του, να κατεβεί στον κόσμο των νεκρών. Πράγματι, ο Κύριος πεθαίνει (ως προς την ανθρώπινη φύση Του) και η διαβάση από τον Θάνατο στην Ζωή ξεκινά. Ο Θεός κατεβαίνει στον Άδη μέσα από την εθελούσια θυσία Του ώστε να συναντήσει τον Αδάμ και να οδηγήσει τον άνθρωπο στην αρχική του θέση, στον Παράδεισο. Ενώ ο Σωτήρας, με την ψυχή Του έχει κατεβεί και συντρίβει τις πύλες του Άδου, επάνω στην γη ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία ζητά από τον Πιλάτο να κηδεύσει το σώμα του Λυτρωτού. Ο Ιωσήφ τυλίγει σε καθαρό σεντόνι «τὴν τῶν ἁπάντων ζωήν» και γεμάτος από χαρά και φόβο συνάμα, δοξολογεί την συγκατάβαση του φιλανθρώπου Θεού. Ο Αριμαθαίας κηδεύει τον Χριστό και οι Αγγελικές δυνάμεις φρίττουν με την άπειρη μακροθυμία του Θεού. Ο «εὐσχήμων Ἰωσήφ» τοποθετεί το Σώμα του Ζωοδότου στο κενό μνημείο και οι Μυροφόρες σπεύδουν να αλείψουν με μύρα το Σώμα του Δεσπότου της κτίσεως.

Όταν το Σώμα του Λυτρωτού τοποθετήθηκε στον κενό τάφο, την ίδια στιγμή ο Άδης αντίκρυσε τον Θεό να έρχεται προς αυτόν συνοδευόμενος από πλήθος Αγγέλων. Οι πύλες του Άδου διαλύθηκαν, τα δεσμά της ανθρώπινης αμαρτίας και του πνευματικού θανάτου έπαυσαν να υφίστανται, τα μνημεία άνοιξαν και οι νεκροί εξήλθαν από αυτά. Ο Υιός και Λόγος του Θεού εισέρχεται στον Άδη νικώντας κάθε αντίσταση των σκοτεινών και πονηρών πνευμάτων· εισέρχεται νικητής και τροπαιούχος για να συναντήσει και να ελευθερώσει τον Αδάμ. Ο Πρωτόπλαστος, με απερίγραπτη χαρά αισθάνεται τον βηματισμό του Δημιουργού του, όπως τις όμορφες ημέρες της κοινωνίας με Αυτόν στον κήπο της Εδέμ, να έρχεται σε αυτόν και ο Υιός του Ανθρώπου ελευθερώνει το πλάσμα Του. Η κατάβαση του Ιησού Χριστού στον Άδη κατά το ιουδαϊκό Σάββατο σημαίνει, ταυτόχρονα, και τον καθαγιασμό της τελευταίας ημέρας της εβδομάδος. Η ημέρα αυτή νοηματοδοτείται ως «ἡ τῆς καταπαύσεως ἡμέρα» και ουσιαστικά ενώνει την Μεγάλη Παρασκευή με την Κυριακή του Πάσχα. Η ένωση αυτή πηγάζει από το ότι κατά το Μεγάλο Σάββατο η λύπη της Σταυρώσεως μετατρέπεται σε χαρά για την επερχόμενη Ανάσταση με ενδιάμεσο «σταθμό» τον θάνατο του ιδίου του θανάτου.

Κατά το «εὐλογημένον Σάββατον» ο «Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ» ξεκουράζεται από την πορεία Του στην γη μέσα από την «κατὰ τὸν θάνατον οἰκονομίαν», μέσα δηλαδή από την νίκη Του επί του Διαβόλου. Κατά το «εὐλογημένον Σάββατον» ο «Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ» συντρίβει την εξουσία του Θανάτου και προετοιμάζει την Έγερσή Του. Επιπλέον, ο «Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ» εξουδετερώνει την «ηθική ρίζα του θανάτου», με άλλα λόγια ο θάνατος του Χριστού σημαίνει την κατάργηση της αμαρτίας και της παρακοής του Αδάμ. Με την ημέρα του Σαββάτου ολοκληρώνεται η ιστορία της σωτηρίας και ετοιμάζεται η νέα πραγματικότητα της Αναστάσεως. Η νέα αυτή πραγματικότητα είναι η ατράνταχη απόδειξη ότι ακολουθεί η κοινή Ανάσταση όλων μας καθώς ο Κύριος είναι Θεός ζωντανών και όχι νεκρών.

Το Μεγάλο Σάββατο ολοκληρώνεται με την βεβαιότητα ότι ο Θεάνθρωπος έχει νικήσει τον Θάνατο και πορεύεται στην Ανάσταση Του. Η βεβαιότητα αυτή μας ενισχύει στην συνειδητοποίηση του δικού μας βιολογικού θανάτου αλλά και στην προσδοκία της Αναστάσεως. Το άλυτο πρόβλημα της ανθρωπότητας βρίσκει την λύση του στο πρόσωπο του Δημιουργού και όλοι μας αποκτούμε το δίκαιωμα της συμμετοχής μας στην αιώνια Ζωή. Η Ανάσταση του Ζωοδοότου είναι γεγονός όταν οι Μυροφόρες αντικρύζουν ένα κενό μνημείο και τον Άγγελο να λέει προς αυτές ότι ο Ιησούς ο Ναζαρηνός «ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὦδε». Η Ανάσταση του Θεανθρώπου είναι γεγονός όταν οι γυναίκες αντικρύζουν τον Αναστάντα Χριστό να χαιρετά αυτές λέγοντας το «Χαίρετε». Ο καιρός του θρήνου έχει παρέλθει και ξεκινά ο καιρός της δοξολογίας και της χαράς. Ο θρίαμβος της Ζωής επί του Θανάτου δοξολογείται από τα γλυκόηχα μελωδήματα της Εκκλησίας τα οποία συνθέτουν αριστοτεχνικά μία αοράτως νοουμένη πραγματικότητα· την πραγματικότητα της Αναστάσεως και της Βασιλείας του Θεού.

Οι υμνογράφοι της Εκκλησίας αξιοποίησαν στο έπακρο την συγγραφική τους δεινότητα ώστε να δοξολογήσουν την Ανάσταση του Κυρίου. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός συνθέτει τον Κανόνα της εορτής, ο οποίος όντας τονισμένος στον πανηγυρικό και συνάμα θριαμβευτικό Πρώτο ήχο της εκκλησιαστικής μελοποιίας, ξεδιπλώνει αριστοτεχνικά το τεράστιο θεολογικό πλούτο της ημέρας. Στην ενάτη ωδή του Κανόνα, ο άγιος μας προτρέπει να υμνήσουμε Εκείνον που με την θέλησή Του έπαθε, τάφηκε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα από τον τάφο Του. Ο Χριστός είναι όντως ο Ζωοδότης καθώς αναστήθηκε αν και παρέμεινε για τρεις ημέρες στον τάφο. Η νίκη αυτή της Ζωής δίνει το φως και την δόξα του Κύριου στην νέα και ανακαινισμένη (πνευματικά) Ιερουσαλήμ· περισσότερο πρέπει να χαίρεται η Θεοτόκος καθώς ο Υιός της αναστήθηκε χαρίζοντας την ελπίδα στον άνθρωπο. Ο Ιησούς Χριστός είναι το νέο περιεχόμενο το οποίο δίδεται στην εορτή του Πάσχα – είναι Εκείνος που ως «ζωόθυτον θῦμα» σηκώνει στις πλάτες Του την αμαρτία του κόσμου και με την θυσία του ανοίγει το πέρασμα του ανθρώπου από τον Θάνατο στην Ζωή. Απέναντι στο «πέρασμα Ζωής» το οποίο προσφέρει ο Χριστός οι πιστοί πρέπει να ομολογούν «μέχρι τερμάτων αἰῶνος» την Ανάσταση καθώς το γεγονός αυτό είναι η βάση της πίστεώς μας. Ο Άδης κατατροπώνεται και όλη η κτίση «ἀγάλλεται καὶ χαίρει» γιατί αναστήθηκε ο Χριστός. Η μετοχή στην Ανάσταση (και ως εκ τούτου στην Βασιλεία του Θεού) είναι το ποθούμενο για τον κάθε χριστιανό και μόνο διά μέσω του Υιού και Λόγου του Θεού ο άνθρωπος έχει την δυνατότητα να μετάσχει σε αυτήν. Η ωδή ολοκληρώνεται με την δοξολογία προς την Θεοτόκο καθώς ο Υιός της όντως αναστήθηκε τριήμερος από τον τάφο.

Κατά την Θεία Λειτουργία της Αναστάσεως, στην οποία μετέχουν με χαρά όσοι δεν απαρνούνται τον Αναστάντα Χριστό, ο Θεάνθρωπος προσφέρεται ως θυσία επάνω στην Αγία Τράπεζα ώστε οι πιστοί να ενωθούν μαζί Του. Το εορταστικό «δείπνο» το οποίο ο Κύριος προσφέρει στους πανηγυρίζοντες την Ανάστασή Του είναι το Σώμα και το Αίμα Του. Ακόμα και στο κλίμα ευφροσύνης και χαράς που επικρατεί, ο Υιός και Λόγος προσφέρεται θυσία στον Πατέρα Του με σκοπό εμείς να συμμετέχουμε στο «συμπόσιο της Πίστεως». Το βράδυ της Αναστάσεως έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για τον κάθε χριστιανό καθώς η ζωή μας αποκτά νέο περιεχόμενο – αποκτά την προοπτική της υπέρβασης του σωματικού θανάτου. Ο φόβος του θανάτου αποτελεί παρελθόν γιατί με την Ανάσταση του Χριστού κανένας νεκρός δεν είναι πλέον στο μνήμα του και κανένας (άνθρωπος) δεν είναι (πλέον) σκλαβωμένος στα δεσμά της αμαρτίας. Επομένως, ο Αναστημένος Χριστός μας καλεί να Τον υμνήσουμε και να Τον ευχαριστήσουμε καθώς μας χάρισε «τὴν αἰώνιον ζωὴν καὶ μέγα ἔλεος», αμήν!

Διαβάστε ακόμα