Ελευθέριος: Ο ποιητής Άγιος

Χρόνος ορφανός, η πατρότητα ανέγνωρη

στον αστερισμό της απορείς, Ελευθέριε.

Άδολο βλέμμα φλογίζει έωλο

και άλυτος κόμπος στέκει

το μέγα αίνιγμα

της ζωής και του θανάτου.

Οι παιδικές πληγές, επιπλέουν

αθόρυβα.Αναξιοπαθούντες σωρό,

αρένες κρεμάμενες.Κι όλα τρεμοπαίζουν

μες στο χάος της εντροπίας.

Ώσπου κάποτε, νεύμα προαίρεσης καλεί

και πάλι πλάθονται καινά ξανά,παρθενικά.

Μοιάζει παράδοξο, μα να! Γίνεται

Αυτός ο μόνος πατέρας και το μόνο παρελθόν

και το μέλλον και το νόημα Αυτός

και ό,τι άλλο χρειαστεί

Αυτός… 

Ελευθερίου έλευση εφηβική

αλλοτινών καιρών,

Ιερατική.

Κει γίνεται μεγαλείο η σιωπή

και οι στιγμές θορώ 

στεντόρειες.

Πολλών πατέρας πλέον

για να μη μείνει κανείς πάλι ορφανός,

κανείς πια μόνος…

Κόπο πολιορκείς έμπονο,

πολύ όμως

με το άρμα της αυταπάρνησης.

Του Ιησού συνεπιβάτης.

Έτσι, ξεβολεύτηκες

και πρόστρεξες. Στερήθηκες ζωή

κι έδωσες περίσσια.

Στην ωμοφορική σου ερασμιότητα.

Άνοστο στο ανθρώπινο μόνο η κακία

όσο δεν εξημερώνεται. Γολγοθάς

τρυπά τα σωθικά σου

κι εσύ ν’ αντέχεις.

Τεράτων τεχνουργήματα τερατωδίας 

κι εσύ να συγχωρείς.

Την πίστη σου καταζητούν. Να Τον προ-δώσεις

πού ‘σβησε την ορφάνια σου;

Και πώς τα μητρικά διδάγματα ν’ αφήσεις;

Τα θαυμαστά σημεία;

Εργάτης της ζωής, μάρτυς  

και σύντροφος της Ζωής, ιερομάρτυς.

Άγιος. Ο άγιός μου,

με τη μητέρα Ανθία αντάμα σου.

Δεκαεννέα αιώνες προσκαλούν 

σαν μια μέρα. Δεκέμβρης δεκαπέντε,

το μόνο τής ελευθερίας σύμπαν.

Ελευθέριος Βάσσος

θεολόγος – φιλόλογος

Διαβάστε ακόμα