«Φέροντας τον ύμνο ως μύρο στις Μυροφόρες» του θεολόγου Παντελή Λεβάκου

Του Παντελή Λεβάκου, υπ. Μ.Δ.Ε. Θεολογικής σχολής ΕΚΠΑ

Επιθυμώντας ο «ἄ­ρι­στος ποι­μὴν Θεσ­σα­λο­νί­κης» Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς να λαμπρύνει, εκτός από την τέλεση της ευχαριστιακής σύναξης κατά την εορτή των Μυροφόρων και έχοντας «δι­ά­νοι­αν ὄν­τως θεί­αν καὶ με­γά­λην καὶ ὑ­ψη­λὴν», ομιλεί περί αυτών που αξιώθηκαν να αλείψουν με μύρα τον Αθάνατο. Αποφασίζει να αρθρώσει λόγο για εκείνες που έγιναν αγγελιοφόροι της Αναστάσεως. Για εκείνες που υπέστησαν τον ονειδισμό του Πέτρου. Για εκείνες που «ὄρθρου βαθέος, ἀρώματα λαβοῦσαι τοῦ Κυρίου τὸν τάφον κατέλαβον». Ο υμνογράφος της εορτής, σε νοηματική συνάφεια με «τὸ πυρίπνουν στόμα τῆς χάριτος» έρχεται μέσα από τη μελίρρυτη γραφίδα του να προσκομίσει τα «ὑ­μνη­τι­κὰ μύ­ρα» στις Μυροφόρες. Πώς θα το επιτύχει αυτό; Μέσα από την περιγραφή της Αναστάσεως, μέσα από την μελώδηση της εικονογραφικής απεικόνισης «οὐκ ἔ­στιν ὧ­δε», μέσα από την ψαλμώδηση της ευαγγελικής περικοπής του ιδρυτού της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας, του Αποστόλου Μάρκου.

Τονισμένα στον Λύδιο ήχο των αρχαίων, τον σημερινό Δεύτερο ήχο της εκκλησιαστικής μελοποιίας, αποτυπώνεται η περιγραφή της περικοπής του «ἀ­ξί­ου καὶ με­γά­λου πο­λι­ού­χου τῆς Αἰ­γύ­πτου» μέσα από μια σειρά ερωτήσεων προς τις Μυροφόρες του «παρὰ τὸ μνῆμα ἐπιστάντος» Αγγέλου. «Αἱ Μυροφόροι γυναῖκες, ὄρθρου βαθέος, ἀρώματα λαβοῦσαι τοῦ Κυρίου τὸν τάφον κατέλαβον, ἅπερ δὲ οὐκ ἤλπιζον εὑροῦσαι, διελογίζοντο εὐλαβούμεναι τοῦ λίθου τὴν μετάθεσιν, καὶ πρὸς ἀλλήλας διελέγοντο· Ποῦ εἰσιν αἱ σφραγῖδες τοῦ μνήματος; ποῦ ἐστιν ἡ τοῦ Πιλάτου κουστωδία, καὶ ἀκριβὴς ἀσφάλεια; Γέγονε δὲ μηνυτής τῶν ἀγνοουσῶν γυναικῶν, ἐξαστράπτων Ἄγγελος, καὶ φάσκων πρὸς αὐτάς· Τί μετὰ θρήνων ζητεῖτε τὸν ζῶντα, καὶ ζωοποιήσαντα τὸ γένος τῶν βροτῶν; ἐξηγέρθη Χριστός ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐκ νεκρῶν ὡς παντοδύναμος, παρέχων πᾶσιν ἡμῖν ἀφθαρσίαν καὶ ζωήν, φωτισμὸν καὶ τὸ μέγα ἔλεος» «Οι Μυροφόρες γυναίκες, πολύ πρωί, λαμβάνοντας τα αρώματα που προορίζονταν για τον Κύριο, πλησιάζοντας τον τάφο του Κυρίου, και αφού σκεπτόμενες είχαν απελπιστεί, ευλαβικά προσεύχονταν για την μετάθεση της πέτρας, και συζητούσαν μεταξύ τους· Που βρίσκονται οι σφραγίδες του μνήματος; που βρίσκεται η στρατιωτική συνοδεία του Πιλάτου και η μεγάλη ασφάλεια; Έγινε λοιπόν αγγελιοφόρος στις γυναίκες που αγνοούσαν (την Ανάσταση) ένας Άγγελος που άστραπτε από φως, και είπε σε αυτές· Για ποιο λόγο θρηνώντας αναζητείτε Αυτόν που ζει και χάρισε τη ζωή στο γένος των θνητών; ο Χριστός και Θεός μας αναστήθηκε από τους νεκρούς επειδή είναι Παντοδύναμος με αποτέλεσμα να χαρίσει σε όλους εμάς αφθαρσία και ζωή, φωτισμό και το μεγάλο έλεός Του».

Ο «ἐξαστράπτων» Άγγελος εξακολουθεί να απευθύνεται στις Μυροφόρες μέσα από ερωτήματα και στο επόμενο Ιδιόμελο του Εσπερινού. «Τί τὰ μύρα τοῖς δάκρυσι Μαθήτριαι κιρνᾶτε; ὁ λίθος κεκύλισται, ὁ τάφος κεκένωται, ἴδετε τὴν φθοράν, τῇ ζωῇ πατηθεῖσαν, τὰς σφραγῖδας μαρτυρούσας τηλαυγῶς, ὑπνοῦντας δεινῶς τοὺς φύλακας τῶν ἀπειθῶν, τὸ θνητὸν σέσωσται σαρκὶ Θεοῦ, ὁ ᾍδης θρηνεῖ, δραμοῦσαι χαρᾷ, εἴπατε τοῖς Ἀποστόλοις, ὁ νεκρώσας Χριστὸς τόν θάνατον, πρωτότοκος ἐκ νεκρῶν, ὑμᾶς προάγει εἰς τὴν Γαλιλαίαν» «Γιατί αναμιγνύετε (εσείς Μυροφόρες) τα μύρα με τα δάκρυα σας; η πέτρα έχει αποκυλιστεί, ο τάφος έχει κενωθεί, δείτε την φθορά που καταργήθηκε από τη Ζωή, (δείτε) τις σφραγίδες που φέγγουν από μακριά μαρτυρώντας (την Ανάσταση), (δείτε) αυτούς τους φύλακες που ορίστηκαν από αυτούς που απιστούν να κοιμούνται, (δείτε) το θνητό (γένος) που σώζεται χάρη στη Σάρκωση του Θεού, (δείτε) τον Άδη που θρηνεί, τρέξτε με χαρά και πείτε στους Αποστόλους ότι Αυτός, ο Χριστός, που νέκρωσε τον θάνατο, ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς, εσάς κελεύει να συναντηθείτε (μαζί Του) στη Γαλιλαία».

Η απάντηση των γυναικών Μυροφόρων στα ερωτήματα του Αγγέλου καταγράφεται στο τρίτο κατά σειρά ιδιόμελο όπου «τοῦ Ἀγγέλου τοῖς ῥήμασιν ἐνηχηθεῖσαι, χαροποιὰ σύμβολα τοῖς Ἀποστόλοις ἐκήρυττον. Ὅτι ἀνέστη ὁ ἀρχηγὸς τῆς σωτηρίας ἡμῶν, σκυλεύσας τὸν θάνατον, τῷ δὲ κόσμῳ δωρούμενος, ζωὴν αἰώνιον καὶ τὸ μέγα ἔλεος» «έχοντας ακούσει τα λόγια του Αγγέλου, έτρεξαν να κηρύξουν τα χαροποιά σύμβολα της Αναστάσεως στους Αποστόλους. (Έτρεξαν να κηρύξουν ότι) αναστήθηκε ο αρχηγός της Σωτηρίας μας, Αυτός που ενέπαιξε τον θάνατο και που δώρισε στον κόσμο την αιώνια ζωή και το μέγα έλεος».

Επόμενος τους Αγίους Ευαγγελιστές και επιθυμώντας, εκτός από τον υμνωδό, να προσκομίσει και εκείνος «τὰ μύ­ρα ὡς δῶ­ρα», ο «μέ­γας κα­θη­γε­μό­νας καὶ δι­δά­σκα­λος» των Θεσσαλονικέων, αποφασίζει να μας παρουσιάσει τις Μυροφόρες. Πρώτη πάντων έφθασε στον τάφο του Υιού της η Θεοτόκος ακολουθούμενη από τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Αυτές οι δύο αξιώθηκαν να δουν τον Άγγελο, να αισθανθούν τον σεισμό και να δουν τους φύλακες να έχουν γίνει «ὡ­σεὶ νε­κροὶ» και να τρέπονται σε φυγή θεωρώντας την ιδέα του Αγγέλου. Οι υπόλοιπες γυναίκες κατέφθασαν μετά τα γεγονότα αυτά και αντίκρισαν τους στρατιώτες να φεύγουν άτακτα και τη Θεομήτορα, χωρίς φόβο, να παρακολουθεί τα συμβαινόμενα. Ποιος ήταν ο Άγγελος που κύλισε την πέτρα; Ο ιερός πατήρ τοποθετεί τον «Μέγαν Στρατηγόν τῶν ἀΰλων ταγμάτων» Γαβριήλ στη θέση του Αγγέλου εκείνου. Με βάση την ερμηνεία αυτή, ο Γαβριήλ πληροφόρησε πρώτη από όλες (τις γυναίκες) την Μαγδαληνή περί της Αναστάσεως και στη συνέχεια την προσέταξε όπως «σπεύ­δει καὶ νῦν καὶ κα­τα­βαί­νει τὸ αὐ­τὸ πά­λιν τῆ Ἀ­ει­παρ­θέ­νω προ­σφέγ­ξα­σθαι, καὶ τὴν ἐκ νε­κρῶν ἀ­νά­στα­σιν τοῦ ἐξ’ αὐ­τῆς γεν­νη­θέν­τος ἀ­σπό­ρως εὐ­αγ­γε­λί­σα­σθαι, καὶ τὸν λί­θον ἄ­ραι, καὶ ὑ­πο­δει­ξαι κε­νὸν τὸν τά­φον καὶ τὰ ἐν­τά­φι­α, καὶ οὕ­τω πι­στώ­σα­σθαι ταύ­τη τὸ Εὐ­αγ­γέ­λι­ον».

Αφού μας προσκάλεσαν οι Μυροφόρες να ανυμνήσουμε μαζί τους την Ανάσταση του Χριστού, ως «αντίδωρο» σε αυτές ας προσφέρουμε ως μύρο την υμνωδία. Ας προσφέρουμε ως μύρο την δική μας βεβαιότητα περί της Αναστάσεως, τον δικό μας ύμνο και την ευχαριστία σε Αυτόν που μας έδωσε νέο περιεχόμενο στη ζωή μας, τη δική μας συγχωρητικότητα ώστε «ἀλλήλους περιπτυξώμεθα», τη δική μας επίγνωση ότι κατά το «ὑ­πε­ρε­λευ­γη­μέ­νο Σάβ­βα­το» η φύση μας μετέβη από τα σκοτεινά μέρη του Άδη στο ύψος του Ουρανού. Έχοντας αναλογιστεί αυτά ας αναφωνήσουμε « Ἐν Ἐκκλησίαις εὐλογεῖτε τὸν Θεόν, Κύριον ἐκ πηγῶν Ἰσραήλ», Αμήν!

Διαβάστε ακόμα